Η στάση του ενός, ζωή του καθενός
Τον τελευταίο καιρό, όλο και πιο συχνά, βλέπουμε δακρυσμένα πρόσωπα γύρω μας. Ανθρωποι μένουν χωρίς δουλειά. Ενα κεκτημένο ζωής υποχωρεί άτακτα, διαμορφώνοντας νέα κοινωνικά και προσωπικά δεδομένα. Η ανεργία σε αριθμούς, η ανεργία σε ψυχικό κόστος. Μας υπερβαίνουν και τα δύο. Τόσο το 15% που ενδεχομένως να φτάσει το 2011 όσο και η αποσταθεροποίηση που συνεπάγεται μέσα σε ένα ασφυκτικό πλέγμα οικονομικών υποχρεώσεων.
Απέναντί σου δεν έχεις έναν άνθρωπο σε δύσκολη συνθήκη, αλλά κάποιον σε βαρύ πένθος. Η απώλεια δεν είναι μόνο υλική. Στην εργασιακή σχέση επενδύεις δυνάμεις και συναισθήματα, διαμορφώνεσαι, μαθαίνεις να συνυπάρχεις, να επιβιώνεις, να αντιλαμβάνεσαι τον εαυτό σου και τους άλλους, να συνομιλείς με το μέσα και το έξω. Είναι μια σχέση ζωντανή, εν κινήσει. Στην ερώτηση «και τώρα τι θα κάνω;» η απελπισία δεν είναι μόνο οικονομική, δεν εντοπίζεται αποκλειστικά στο βιοπορισμό. Ο απολυμένος νιώθει έκπτωτος, άπατρις. Αποσβολωμένος. Εχει να διαχειριστεί πόνο, θλίψη, φόβο, ανατροπή, απροσδιοριστία. Ολα αυτά σε ένα περιβάλλον πολλαπλά, κι αυτό, τραυματισμένο στο οποίο ορθώνονται με ταχύτητα απαγορευτικά και αποκλεισμοί.
Η απόλυση σε πολλές, πλέον, ευρωπαϊκές κοινωνίες, στις οποίες ο αριθμός των ανέργων συναποτελεί στρατιές, αδυνατίζει τον ιστό τους, τη συνοχή τους. Οσοι συνεχίζουν να εργάζονται εξασθενούν και αυτοί. Γίνονται όλο και πιο βουβοί, κατηφείς, αδύναμοι, εξαρτημένοι. Παίρνουν σιγά σιγά το σχήμα της ανάγκης, στρεβλό, ανελεύθερο, ελάχιστα δημιουργικό, που σημαίνει, εν τέλει, αντιπαραγωγικό.
Σε αυτήν τη διαδικασία απόσυρσης εργαζομένων, που καλούνται να είναι ευπροσάρμοστοι και να αναζητούν με επιτυχία άλλες λύσεις, η Ελλάδα δεν είναι μόνη της. Στην τηλεοπτική εκπομπή «Ερευνα» του Παύλου Τσίμα μια δασκάλα στην Αλφάμα, ιστορική περιοχή της Λισσαβώνας, μιλάει για «παιδιά χωρίς μέλλον». Από την Ιρλανδία τα μηνύματα δεν είναι περισσότερο αισιόδοξα: «το εύκολο πέρασε, το δύσκολο δεν το είδαμε ακόμα».
Η οικονομική κρίση εξελίχθηκε ραγδαία σε κοινωνική, με βασικό θύμα την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ενας Πορτογάλος άνεργος εξομολογείται στον φακό πώς έγινε ληστής τράπεζας, με πλαστικό όπλο και ένα σημείωμα. Ο λόγος; Απλήρωτοι λογαριασμοί, μια γυναίκα ασθενής που είχε ανάγκη από φάρμακα. Την πρώτη φορά η λεία ήταν… 300 ευρώ. Τη δεύτερη, στάθηκε πιο τυχερός. Πάνω από 1.000. Αμέσως μετά όμως, αφού τακτοποίησε τις οικονομικές εκκρεμότητες, πήγε στην Αστυνομία και παραδόθηκε. Εξέτισε την ποινή του, τώρα είναι ελεύθερος υπό επιτήρηση.
Ο ανθρώπινος παράγοντας είναι απρόβλεπτος. Οσο το περιβάλλον γίνεται ασαφές και ανοίκειο, τόσο οι αντιδράσεις δεν θα υπακούουν σε ορθολογικές αναλύσεις. Η μεγάλη αβεβαιότητα αν μεταφραστεί σε ανισότητα, ανισοκατανομή του πλούτου και σιωπηρούς συμβιβασμούς, χωρίς να συνοδευτεί από θεσμικές αλλαγές, παραγωγικές διαδικασίες, νέες ευκαιρίες, αναπτυξιακές προοπτικές, τότε ο κόσμος θα γίνει αβίωτος για όλους. Οχι μόνο για τους άνεργους, αλλά και για τους εργαζόμενους.
Πόσο δημιουργικός και παραγωγικός μπορεί να είναι κανείς μέσα σε ένα περιβάλλον φόβου; Για τον Σλοβένο φιλόσοφο Σλαβόι Ζίζεκ ο φόβος δεν είναι συναίσθημα απολιτικό ή μη κατευθυνόμενο. Στο δοκίμιό του για τη «Βία» («Εξι λοξοί στοχασμοί») διαχωρίζει την πολιτική που βασίζεται σε ένα σύνολο οικουμενικών αξιωμάτων από εκείνη που απαρνιέται την ίδια την καταστατική διάσταση του πολιτικού, «αφού χρησιμοποιεί τον φόβο ως βασικότερο έναυσμα κινητοποίησης: τον φόβο των μεταναστών, τον φόβο του εγκλήματος, τον φόβο του ίδιου του υπερβολικού κράτους με τα υπέρμετρα φορολογικά βάρη που επιβάλλει, τον φόβο της περιβαλλοντικής καταστροφής, τον φόβο της παρενόχλησης. Η πολιτική ορθότητα είναι η κατεξοχήν φιλελεύθερη μορφή της πολιτικής του φόβου. Μια τέτοια (μετα)πολιτική βασίζεται πάντα στη διαβουκόληση ενός παρανοϊκού όχλου: είναι η εκφοβιστική κινητοποίηση ενός φοβισμένου λαού».
Ο φόβος της ανεργίας, της απώλειας του εργασιακού status quo δεν είναι απολιτικός, χωρίς πολιτικές καταβολές και συνέπειες. Ο εργαζόμενος γίνεται όλο και πιο ευάλωτος. Θα αδρανοποιηθεί και θα περιχαρακωθεί μέσα σε μια επιθετική ατομικότητα ή θα επιλέξει μια συλλογική έκφραση, ανανεώνοντας τον τραυματισμένο κοινωνικό ιστό; Θα αποσυρθεί για να περιφρουρήσει τον δοκιμαζόμενο εαυτό ή θα στρέψει το βλέμμα στον άλλον, στον διπλανό, με έγνοια και οξυμένη, από τις συνθήκες, ευαισθησία; Θα κλειδωθεί στον αναχρονισμό, στην άρνηση και στη βία ή θα καλλιεργήσει την ανοχή, τη συλλογικότητα, τη συνύπαρξη, την αλληλεγγύη;
Η κοινωνία, οι κοινωνίες της Ευρώπης, στέκουν ακόμη αμφίσημες και δυσανάγνωστες μπροστά στην κρίση. Ο άνεργος και ο εργαζόμενος διαμορφώνουν από κοινού το μέλλον. Η τύχη του ενός δεν είναι αποδεσμευμένη από την τύχη του άλλου. Η στάση του ενός επηρεάζει τη ζωή του καθενός.
Καθημερινή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου