ΤΟΥ ΣΑΒΒΑ ΙΑΚΩΒΙΔΗ
Ο Ιωάννης Θ. Μάζης, καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας-Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, αναλύει τις γεωπολιτικές, ενεργειακές και πολιτικο-διπλωματικές εκτυλίξεις στην περιοχή της Ευρύτερης Μέσης Ανατολής, μετά την ανακάλυψη κολοσσιαίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου
Η Τουρκία δεν έχει τη γεωλογική-γεωφυσική και διεθνοδικαιική δυνατότητα να διεκδικήσει κοιτάσματα υδρογονανθράκων στη Λεκάνη της Λεβαντίνης.
Ο Ιωάννης Θ. Μάζης, καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας-Γεωπολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, είναι σαφής και κατηγορηματικός στην ανάλυσή του: Η Τουρκία, υπό τις επιταγές Νταβούτογλου, στην προσπάθειά της να αποκτήσει την εμπιστοσύνη των Αράβων, έχασε το Ισραήλ και δεν έπεισε τους Άραβες για τις προθέσεις της. Εξάλλου, η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) από την Κύπρο σε συνάρτηση προς το Λίβανο, το Ισραήλ και την Αίγυπτο επιβαρύνει την κατάσταση σε βάρος μιας Τουρκίας, που δεν υπέγραψε τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλ’ υποχρεούται να το πράξει, αφού επιδιώκει να ενταχθεί στην ΕΕ. Από την άλλη, η Ελλάδα όφειλε να είχε ήδη οριοθετήσει τη δική της ΑΟΖ προς την Κύπρο. Ο καθηγητής Μάζης υποστηρίζει έντονα ότι η υπογραφή συμφωνίας με το Ισραήλ για την ΑΟΖ θωρακίζει τα συμφέροντα της Κύπρου και διανοίγει ευρύτατες προοπτικές, με προεκτάσεις προς την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από τη Ρωσία. Ο καθηγητής Μάζης λέγει:
Η ανακάλυψη κολοσσιαίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη λεκάνη της Λεβαντίνης και ειδικά στα «οικόπεδα» του Ισραήλ και μάλλον και της Κύπρου, τι σημαίνει για τις δύο χώρες και τι είδους συνεργασία μπορεί ή πρέπει να επιχειρήσουν; Τι είδους αντίδραση αναμένετε από την Τουρκία και γιατί ακυρώνονται τα ηγεμονικά σχέδιά της στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή;
Εις το πλαίσιο αυτό, εμπεριέχεται και η μέθοδος χαράξεως της Μέσης Γραμμής-Μέσης Αποστάσεως, η οποία ήδη κατοχυρώνει και για την Ελλάδα, ένα απολύτως πρόσφατο νομικόν προηγούμενο. Αυτό που υλοποιήθη εις τις περιπτώσεις χαράξεως ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και των γειτονικών της παρακτίων χωρών. Δηλαδή, στις 12 Δεκεμβρίου 1988, η Κύπρος επεκύρωσε τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης. Τον Φεβρουάριο του 2003 και τον Ιανουάριο του 2007, η Κύπρος υπέγραψε συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο και τον Λίβανο, αντιστοίχως. Η συμφωνία βασίζεται στη διεθνώς αποδεκτή αρχή της μέσης γραμμής και τους όρους της Συμβάσεως του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης. Τον Δεκέμβριο του 2010 ακολούθησε η υπογραφή συμφωνίας μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών. Παράλληλα, η Κύπρος εγκαινίασε στις 16 Φεβρουαρίου 2007 τον πρώτο γύρο υποβολής αιτήσεων αδειών ερεύνης και αδειών εκμεταλλεύσεως υδρογονανθράκων, ο οποίος έληξε στις 16 Ιουλίου 2007. Αριθμός εταιρειών επέδειξε ενδιαφέρον και δόθηκαν σε αυτές σχετικές πληροφορίες.
Η ανακάλυψη κολοσσιαίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στη λεκάνη της Λεβαντίνης και ειδικά στα «οικόπεδα» του Ισραήλ και μάλλον και της Κύπρου, τι σημαίνει για τις δύο χώρες και τι είδους συνεργασία μπορεί ή πρέπει να επιχειρήσουν; Τι είδους αντίδραση αναμένετε από την Τουρκία και γιατί ακυρώνονται τα ηγεμονικά σχέδιά της στην Ευρύτερη Μέση Ανατολή;
Εις το πλαίσιο αυτό, εμπεριέχεται και η μέθοδος χαράξεως της Μέσης Γραμμής-Μέσης Αποστάσεως, η οποία ήδη κατοχυρώνει και για την Ελλάδα, ένα απολύτως πρόσφατο νομικόν προηγούμενο. Αυτό που υλοποιήθη εις τις περιπτώσεις χαράξεως ΑΟΖ μεταξύ Κύπρου και των γειτονικών της παρακτίων χωρών. Δηλαδή, στις 12 Δεκεμβρίου 1988, η Κύπρος επεκύρωσε τη Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης. Τον Φεβρουάριο του 2003 και τον Ιανουάριο του 2007, η Κύπρος υπέγραψε συμφωνία για την οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Αίγυπτο και τον Λίβανο, αντιστοίχως. Η συμφωνία βασίζεται στη διεθνώς αποδεκτή αρχή της μέσης γραμμής και τους όρους της Συμβάσεως του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης. Τον Δεκέμβριο του 2010 ακολούθησε η υπογραφή συμφωνίας μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, για την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ των δύο χωρών. Παράλληλα, η Κύπρος εγκαινίασε στις 16 Φεβρουαρίου 2007 τον πρώτο γύρο υποβολής αιτήσεων αδειών ερεύνης και αδειών εκμεταλλεύσεως υδρογονανθράκων, ο οποίος έληξε στις 16 Ιουλίου 2007. Αριθμός εταιρειών επέδειξε ενδιαφέρον και δόθηκαν σε αυτές σχετικές πληροφορίες.
Η Τουρκία, διά τις δύο εκ των περιπτώσεων αυτών δεν αντέδρασε ούτε λεκτικώς! Αντέδρασε μόνον -και αποκλειστικώς- λεκτικώς, διά την περίπτωσιν Κύπρου-Ισραήλ. Και βεβαίως η αντίδρασίς της κατέπεσε εις το απόλυτο και αβυσσαλέο... διπλωματικό κενό! Συνεπώς, όταν η -κατά το ήμισυ- υπό τουρκική κατοχή Κύπρος, με κατοχικά τουρκικά στρατεύματα της τάξεως των 40.000 ανδρών εις τα εδάφη του βορείου τμήματός της, δύναται να εφαρμόσει την Μέσην Γραμμήν διά την χάραξιν της ΑΟΖ, την οποίαν προηγουμένως μονομερώς είχεν ορίσει ο αείμνηστος Τάσσος Παπαδόπουλος, συνεπάγεται ασφαλώς ότι και η ισχυρά (;) αλλά και υπερήφανος (;) Ελλάς θα δύναται το τοιούτον πολλαπλασίως! Ή μήπως αυταπατώμαι;
Ακυρώνονται τα τουρκικά σχέδια
Τα τουρκικά σχέδια ακυρώνονται εις την Λεκάνη της Λεβαντίνης και γενικότερα στη Ν/Α Μεσόγειο και από νομικής πλευράς, λόγω ακριβώς των νομικών υποχρεώσεων της Τουρκίας να αναγνωρίσει τη νέα Συνθήκη για το Δίκαιο της Θαλάσσης του 1982, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών της υποχρεώσεων, εάν φυσικά αντιλαμβάνεται ότι έχει τέτοιες υποχρεώσεις. Δηλαδή:
ι) η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης έχει κυρωθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (10 Δεκεμβρίου 1998 ) και κατ΄ επέκτασιν αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου. Όλες οι υπό ένταξιν χώρες - περιλαμβανομένης της Τουρκίας - οφείλουν κατά το χρόνο της ένταξής τους να εφαρμόσουν το κοινοτικό κεκτημένο.
ιι) το Συμβούλιο της ΕΕ στις 2 Ιουνίου 2005 κατέστησε σαφές ότι «Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θαλάσσης αποτελεί μικτή συμφωνία, δηλαδή έχει συναφθεί και από την Κοινότητα και από τα κράτη μέλη. Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 της πράξεως της αφορούσης τους όρους προσχωρήσεως των νέων κρατών μελών, τα κράτη αυτά δεσμεύονται να προσχωρήσουν στις συμβάσεις και συμφωνίες που έχουν συνάψει τα παλιά κράτη μέλη και, μαζί με αυτά, η Κοινότητα».
ιιι) στις 2 Απριλίου 2007 ο Όλι Ρεν δήλωσε σαφώς ότι «Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θαλάσσης αποτελεί όντως κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο η Τουρκία αναμένεται να υιοθετήσει και να εφαρμόσει μετά την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να ελέγχει την εφαρμογή του κεκτημένου στην Τουρκία».
ιιιι) αναλόγου περιεχομένου, και πολύ γνωστή στην Κύπρο, ήταν επίσης η απάντηση του κ. Ρεν σε ερώτηση του Ελληνοκυπρίου Ευρωβουλευτή κ. Ι. Κασουλίδη, αναφορικώς με τις παραβιάσεις της ΑΟΖ της Κύπρου από τουρκικό σκάφος. Συγκεκριμένα, ο κ. Ρεν στην απάντησή του την 5η Μαρτίου 2009 προβαίνει σε ιδιαίτερη μνεία των συμπερασμάτων της 8ης Δεκεμβρίου 2008, όπου αναφέρεται ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποθαρρύνει τυχόν απειλές, προστριβές, ή πράξεις οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις σχέσεις καλής γειτνίασης και την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών».
Τα τουρκικά σχέδια ακυρώνονται εις την Λεκάνη της Λεβαντίνης και γενικότερα στη Ν/Α Μεσόγειο και από νομικής πλευράς, λόγω ακριβώς των νομικών υποχρεώσεων της Τουρκίας να αναγνωρίσει τη νέα Συνθήκη για το Δίκαιο της Θαλάσσης του 1982, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών της υποχρεώσεων, εάν φυσικά αντιλαμβάνεται ότι έχει τέτοιες υποχρεώσεις. Δηλαδή:
ι) η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θαλάσσης έχει κυρωθεί από την Ευρωπαϊκή Ένωση (10 Δεκεμβρίου 1998 ) και κατ΄ επέκτασιν αποτελεί μέρος του κοινοτικού κεκτημένου. Όλες οι υπό ένταξιν χώρες - περιλαμβανομένης της Τουρκίας - οφείλουν κατά το χρόνο της ένταξής τους να εφαρμόσουν το κοινοτικό κεκτημένο.
ιι) το Συμβούλιο της ΕΕ στις 2 Ιουνίου 2005 κατέστησε σαφές ότι «Η σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θαλάσσης αποτελεί μικτή συμφωνία, δηλαδή έχει συναφθεί και από την Κοινότητα και από τα κράτη μέλη. Δυνάμει των διατάξεων του άρθρου 6 της πράξεως της αφορούσης τους όρους προσχωρήσεως των νέων κρατών μελών, τα κράτη αυτά δεσμεύονται να προσχωρήσουν στις συμβάσεις και συμφωνίες που έχουν συνάψει τα παλιά κράτη μέλη και, μαζί με αυτά, η Κοινότητα».
ιιι) στις 2 Απριλίου 2007 ο Όλι Ρεν δήλωσε σαφώς ότι «Η Σύμβαση για το Δίκαιο της Θαλάσσης αποτελεί όντως κοινοτικό κεκτημένο, το οποίο η Τουρκία αναμένεται να υιοθετήσει και να εφαρμόσει μετά την προσχώρησή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Επιτροπή θα συνεχίσει να ελέγχει την εφαρμογή του κεκτημένου στην Τουρκία».
ιιιι) αναλόγου περιεχομένου, και πολύ γνωστή στην Κύπρο, ήταν επίσης η απάντηση του κ. Ρεν σε ερώτηση του Ελληνοκυπρίου Ευρωβουλευτή κ. Ι. Κασουλίδη, αναφορικώς με τις παραβιάσεις της ΑΟΖ της Κύπρου από τουρκικό σκάφος. Συγκεκριμένα, ο κ. Ρεν στην απάντησή του την 5η Μαρτίου 2009 προβαίνει σε ιδιαίτερη μνεία των συμπερασμάτων της 8ης Δεκεμβρίου 2008, όπου αναφέρεται ότι «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αποθαρρύνει τυχόν απειλές, προστριβές, ή πράξεις οι οποίες θα μπορούσαν να επηρεάσουν αρνητικά τις σχέσεις καλής γειτνίασης και την ειρηνική διευθέτηση των διαφορών».
Η… εμπιστοσύνη των Αράβων και το αγκάθι του Κουρδικού
Πώς αναλύετε την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, λαμβάνοντας υπόψη και τους άλλους δρώντες, το Ιράν, τη Συρία και την Αίγυπτο, σε συνάρτηση πάντα προς το ενεργειακό;
Η νεο-οσμανική πολιτική της Άγκυρας υπό τις επιταγές Νταβούτογου («επικίνδυνου», κατά τις αποκαλύψεις των απορρήτων εγγράφων του US Dept of State, από τα Wikileaks) χρειάζετο την εχθρότητα και την όξυνση με το Ισραήλ για να αποκτήσει την -και ιστορικώς- μηδέποτε υπάρξασα εμπιστοσύνη μεταξύ Αράβων και Τούρκων. Και την χρειάζετο διότι επίστευε -και πιστεύει- ότι έτσι θα επιλύσει το υπαρξιακό της πρόβλημα: το Κουρδικό. Η ισραηλο-παλαιστινιακή σύγκρουση τής προσέφερε μια λαμπρή ευκαιρία για να το επιτύχει. Η Τουρκία όμως παγιδεύθηκε σε αυτήν της την πολιτική, κατέστρεψε τις σχέσεις της με το Ισραήλ για μεγάλο βάθος χρόνου και ετέθη απέναντι στο Τελ Αβίβ με τρόπο ενός εξίσου υπαρξιακού εχθρού του Ισραήλ, εφόσον η Τεχεράνη και η Χαμάς αποτελούν υπαρξιακούς εχθρούς αυτού του νέου κράτους. Εάν το Ισραήλ και οι κ.κ. Αμπάς και Φαγιάντ καταφέρουν να έλθουν σε μιαν αξιοπρεπή για την παλαιστινιακή και ισραηλινή πλευρά συμφωνία ειρήνης υπό την αιγίδα της διοικήσεως Ομπάμα, η γεωπολιτική πραγματικότητα στην περιοχή θα αλλάξει άρδην, για τους κατωτέρω λόγους:
1ον: η τυχοδιωκτική γεωστρατηγική σπέκουλα της νταβουτογλιανής Τουρκίας με τον παλαιστινιακό πόνο θα παύσει να τροφοδοτείται.
2ον: η Τουρκία θα παραμείνει μόνη με το Ιράν, υπαρξιακό εχθρό όχι μόνον του Ισραήλ, αλλά και της κατόχου των Ιερών Τόπων ολοκλήρου του Ισλάμ (Μέκκας και Μεδίνας), δηλ. της Σαουδικής Αραβίας.
3ον) η Συρία δεν θα ανεχθεί επί πολύ την επιρροή της Τεχεράνης επί του πολιτικού βίου του Λιβάνου, τον οποίον θεωρεί ολοκλήρωμα της Μεγάλης Συρίας και προβολή ισχύος της Δαμασκού στη Ν/Α Μεσόγειο. Επίσης, δεν θα δεχθεί την απώλεια των υποθαλασσίων κοιτασμάτων του Λιβάνου προς όφελος της Τεχεράνης, μέσω της επιρροής της τελευταίας επί της Χεζμπολάχ.
4ον) εάν, όμως, η Συρία διαφοροποιήσει τη στρατηγική της συνεργασία στο προαναφερθέν τρίγωνο, το Ιράν απομονώνεται πλήρως και η μόνη σύμμαχός του παραμένει η Τουρκία. Πρόκειται, όμως, για μια συμμαχία η οποία δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίσει το υπαρξιακό πρόβλημα της Τουρκίας, το Κουρδικό, και συνεπώς ωφελεί, ουσιαστικά, μόνον την Τεχεράνη. Στην περίπτωση αυτή, η Τουρκία παγιδεύεται ακόμη χειρότερα στις νταβουτογλιανές επιλογές της, χωρίς να δύναται να περιμαζέψει το ολοένα και περισσότερο διογκούμενο κουρδικό της πρόβλημα, αλλά και χωρίς να δύναται να απολαύσει μερίδιο από το απόθεμα των υδρογονανθράκων της Λεκάνης της Λεβαντίνης. Και αυτό διότι, ήδη επέβαλλε με τη στάση της στο Τελ Αβίβ να προχωρήσει σε εξαιρετικά αναβαθμισμένες σχέσεις με τη νόμιμη Κυπριακή Δημοκρατία, αναφορικώς με το θέμα εκμετάλλευσης των κολοσσιαίων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της περιοχής.
5ον) Το Ισραήλ μόνο κέρδη θα έχει από την επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος, εφόσον αφενός θα δυνηθεί να αποδυναμώσει τη Χεζμπολάχ, για όλους τους προναφερθέντες λόγους και θα δύναται να επαναδιαμορφώσει σε νέο πλαίσιο τις σχέσεις του με τη Συρία, με επίκεντρο τις διαπραγματεύσεις για το Γκολάν, υπό νέα όμως γεωστρατηγικά δεδομένα, ευνοϊκά και για τις δύο πλευρές.
6ον) η Τουρκία, εκ των πραγμάτων, δεν έχει τη γεωλογική-γεωφυσική και διεθνοδικαιική δυνατότητα να διεκδικήσει κοιτάσματα υδρογονανθράκων στη Λεκάνη της Λεβαντίνης, και με την παρούσα πολιτική της έναντι του Ισραήλ, δεν μπορεί να αναμειχθεί ούτε σε επιχειρηματικό επίπεδο. Οπότε είναι βέβαιον ότι θα προσπαθήσει, μέσω της Χεζμπολάχ αλλά και της «δοκιμασμένης πολιτικής» των προκλήσεων κατά του Ισραήλ στη Γάζα, να παρεμποδίσει την εξέλιξη των κυπρο-ισραηλινών συνεργασιών εις βάρος των συμφερόντων και των δύο αυτών πλευρών.
7ον) Τέτοια στρατηγική είναι βέβαιον, ότι εάν επιλεγεί από την Άγκυρα, θα έχει απαντήσεις αναλόγου ή και μεγαλυτέρου αντκτύπου στο εσωτερικό της. Και βεβαίως, οι διαδικασίες αυτές δεν θα αργήσουν να υλοποιήσουν τους τουρκικούς υπαρξιακούς εφιάλτες. Άλλωστε, οι σχετικές πληροφορίες από τα έγγραφα Wikileaks, ήσαν ιδιαιτέρως κατατοπιστικές σχετικά με την ανάμειξη των ΗΠΑ στην υπόθεση του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος. Συνεπώς η Τουρκία αυτοπαγιδεύεται και πάλιν!
Πώς αναλύετε την κατάσταση στη Μέση Ανατολή, λαμβάνοντας υπόψη και τους άλλους δρώντες, το Ιράν, τη Συρία και την Αίγυπτο, σε συνάρτηση πάντα προς το ενεργειακό;
Η νεο-οσμανική πολιτική της Άγκυρας υπό τις επιταγές Νταβούτογου («επικίνδυνου», κατά τις αποκαλύψεις των απορρήτων εγγράφων του US Dept of State, από τα Wikileaks) χρειάζετο την εχθρότητα και την όξυνση με το Ισραήλ για να αποκτήσει την -και ιστορικώς- μηδέποτε υπάρξασα εμπιστοσύνη μεταξύ Αράβων και Τούρκων. Και την χρειάζετο διότι επίστευε -και πιστεύει- ότι έτσι θα επιλύσει το υπαρξιακό της πρόβλημα: το Κουρδικό. Η ισραηλο-παλαιστινιακή σύγκρουση τής προσέφερε μια λαμπρή ευκαιρία για να το επιτύχει. Η Τουρκία όμως παγιδεύθηκε σε αυτήν της την πολιτική, κατέστρεψε τις σχέσεις της με το Ισραήλ για μεγάλο βάθος χρόνου και ετέθη απέναντι στο Τελ Αβίβ με τρόπο ενός εξίσου υπαρξιακού εχθρού του Ισραήλ, εφόσον η Τεχεράνη και η Χαμάς αποτελούν υπαρξιακούς εχθρούς αυτού του νέου κράτους. Εάν το Ισραήλ και οι κ.κ. Αμπάς και Φαγιάντ καταφέρουν να έλθουν σε μιαν αξιοπρεπή για την παλαιστινιακή και ισραηλινή πλευρά συμφωνία ειρήνης υπό την αιγίδα της διοικήσεως Ομπάμα, η γεωπολιτική πραγματικότητα στην περιοχή θα αλλάξει άρδην, για τους κατωτέρω λόγους:
1ον: η τυχοδιωκτική γεωστρατηγική σπέκουλα της νταβουτογλιανής Τουρκίας με τον παλαιστινιακό πόνο θα παύσει να τροφοδοτείται.
2ον: η Τουρκία θα παραμείνει μόνη με το Ιράν, υπαρξιακό εχθρό όχι μόνον του Ισραήλ, αλλά και της κατόχου των Ιερών Τόπων ολοκλήρου του Ισλάμ (Μέκκας και Μεδίνας), δηλ. της Σαουδικής Αραβίας.
3ον) η Συρία δεν θα ανεχθεί επί πολύ την επιρροή της Τεχεράνης επί του πολιτικού βίου του Λιβάνου, τον οποίον θεωρεί ολοκλήρωμα της Μεγάλης Συρίας και προβολή ισχύος της Δαμασκού στη Ν/Α Μεσόγειο. Επίσης, δεν θα δεχθεί την απώλεια των υποθαλασσίων κοιτασμάτων του Λιβάνου προς όφελος της Τεχεράνης, μέσω της επιρροής της τελευταίας επί της Χεζμπολάχ.
4ον) εάν, όμως, η Συρία διαφοροποιήσει τη στρατηγική της συνεργασία στο προαναφερθέν τρίγωνο, το Ιράν απομονώνεται πλήρως και η μόνη σύμμαχός του παραμένει η Τουρκία. Πρόκειται, όμως, για μια συμμαχία η οποία δεν μπορεί πλέον να αντιμετωπίσει το υπαρξιακό πρόβλημα της Τουρκίας, το Κουρδικό, και συνεπώς ωφελεί, ουσιαστικά, μόνον την Τεχεράνη. Στην περίπτωση αυτή, η Τουρκία παγιδεύεται ακόμη χειρότερα στις νταβουτογλιανές επιλογές της, χωρίς να δύναται να περιμαζέψει το ολοένα και περισσότερο διογκούμενο κουρδικό της πρόβλημα, αλλά και χωρίς να δύναται να απολαύσει μερίδιο από το απόθεμα των υδρογονανθράκων της Λεκάνης της Λεβαντίνης. Και αυτό διότι, ήδη επέβαλλε με τη στάση της στο Τελ Αβίβ να προχωρήσει σε εξαιρετικά αναβαθμισμένες σχέσεις με τη νόμιμη Κυπριακή Δημοκρατία, αναφορικώς με το θέμα εκμετάλλευσης των κολοσσιαίων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων της περιοχής.
5ον) Το Ισραήλ μόνο κέρδη θα έχει από την επίλυση του παλαιστινιακού προβλήματος, εφόσον αφενός θα δυνηθεί να αποδυναμώσει τη Χεζμπολάχ, για όλους τους προναφερθέντες λόγους και θα δύναται να επαναδιαμορφώσει σε νέο πλαίσιο τις σχέσεις του με τη Συρία, με επίκεντρο τις διαπραγματεύσεις για το Γκολάν, υπό νέα όμως γεωστρατηγικά δεδομένα, ευνοϊκά και για τις δύο πλευρές.
6ον) η Τουρκία, εκ των πραγμάτων, δεν έχει τη γεωλογική-γεωφυσική και διεθνοδικαιική δυνατότητα να διεκδικήσει κοιτάσματα υδρογονανθράκων στη Λεκάνη της Λεβαντίνης, και με την παρούσα πολιτική της έναντι του Ισραήλ, δεν μπορεί να αναμειχθεί ούτε σε επιχειρηματικό επίπεδο. Οπότε είναι βέβαιον ότι θα προσπαθήσει, μέσω της Χεζμπολάχ αλλά και της «δοκιμασμένης πολιτικής» των προκλήσεων κατά του Ισραήλ στη Γάζα, να παρεμποδίσει την εξέλιξη των κυπρο-ισραηλινών συνεργασιών εις βάρος των συμφερόντων και των δύο αυτών πλευρών.
7ον) Τέτοια στρατηγική είναι βέβαιον, ότι εάν επιλεγεί από την Άγκυρα, θα έχει απαντήσεις αναλόγου ή και μεγαλυτέρου αντκτύπου στο εσωτερικό της. Και βεβαίως, οι διαδικασίες αυτές δεν θα αργήσουν να υλοποιήσουν τους τουρκικούς υπαρξιακούς εφιάλτες. Άλλωστε, οι σχετικές πληροφορίες από τα έγγραφα Wikileaks, ήσαν ιδιαιτέρως κατατοπιστικές σχετικά με την ανάμειξη των ΗΠΑ στην υπόθεση του κουρδικού απελευθερωτικού κινήματος. Συνεπώς η Τουρκία αυτοπαγιδεύεται και πάλιν!
Η συμφωνία με το Ισραήλ, μέγιστη θωράκιση των συμφερόντων της Κύπρου
Γιατί είναι σημαντική η συμφωνία Κύπρου-Ισραήλ για την ΑΟΖ και τι σημαίνει από γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σκοπιάς και ανάλυσης; Πώς και σε ποιο βαθμό το Κυπριακό και το Παλαιστινιακό μπορεί να επηρεαστούν από το νέο ενεργειακό Ελντοράντο στην Αν. Μεσόγειο;
Η συνεργασία μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, στον ενεργειακό τομέα, είναι απόρροια λειτουργίας της διεθνούς νομιμότητος μεταξύ δύο ανεξαρτήτων και κυριάρχων κρατών. Θα αποτελέσει μεγίστη θωράκιση των εθνικών συμφερόντων της Κύπρου η συνεργασία της με το Ισραήλ σε αυτό το πεδίο, διότι εξυπηρετεί και τα συμφέροντα της ενεργειακής ανεξαρτητοποιήσεως της Ε.Ε. από τα ισλαμικά πετρέλαια και φυσικά αέρια, αλλά και από τα αντίσοιχα ρωσικά. Αυτό όμως είναι στοιχείο το οποίο εξυπηρετεί και τη νέα γεωστρατηγική αντίληψη των ΗΠΑ, διότι εντάσσεται στους στόχους της για απομάκρυνση των εξαρτήσεων των δυτικών συμμάχων της από «υποχρεώσεις» έναντι κρατών όπως το Ιράν, αλλά και η Ρωσία, με τις οποίες υπάρχει αντιστοίχως από εχθρότης έως καχυποψία. Άρα, όλοι οι παράγοντες συνηγορούν για την προώθηση αυτής της συνεργασίας Κύπρου-Ισραήλ και της συνεπαγομένης εθνικής θωρακίσεως του κυπριακού Ελληνισμού, αρκεί να το αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο και η κυπριακή αλλά και η ελλαδική κυβέρνησις. Εάν το αντιληφθούν, θέμα Καστελορίζου δεν υφίσταται.
Γιατί είναι σημαντική η συμφωνία Κύπρου-Ισραήλ για την ΑΟΖ και τι σημαίνει από γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής σκοπιάς και ανάλυσης; Πώς και σε ποιο βαθμό το Κυπριακό και το Παλαιστινιακό μπορεί να επηρεαστούν από το νέο ενεργειακό Ελντοράντο στην Αν. Μεσόγειο;
Η συνεργασία μεταξύ Κύπρου και Ισραήλ, στον ενεργειακό τομέα, είναι απόρροια λειτουργίας της διεθνούς νομιμότητος μεταξύ δύο ανεξαρτήτων και κυριάρχων κρατών. Θα αποτελέσει μεγίστη θωράκιση των εθνικών συμφερόντων της Κύπρου η συνεργασία της με το Ισραήλ σε αυτό το πεδίο, διότι εξυπηρετεί και τα συμφέροντα της ενεργειακής ανεξαρτητοποιήσεως της Ε.Ε. από τα ισλαμικά πετρέλαια και φυσικά αέρια, αλλά και από τα αντίσοιχα ρωσικά. Αυτό όμως είναι στοιχείο το οποίο εξυπηρετεί και τη νέα γεωστρατηγική αντίληψη των ΗΠΑ, διότι εντάσσεται στους στόχους της για απομάκρυνση των εξαρτήσεων των δυτικών συμμάχων της από «υποχρεώσεις» έναντι κρατών όπως το Ιράν, αλλά και η Ρωσία, με τις οποίες υπάρχει αντιστοίχως από εχθρότης έως καχυποψία. Άρα, όλοι οι παράγοντες συνηγορούν για την προώθηση αυτής της συνεργασίας Κύπρου-Ισραήλ και της συνεπαγομένης εθνικής θωρακίσεως του κυπριακού Ελληνισμού, αρκεί να το αντιλαμβάνονται με τον ίδιο τρόπο και η κυπριακή αλλά και η ελλαδική κυβέρνησις. Εάν το αντιληφθούν, θέμα Καστελορίζου δεν υφίσταται.
Το Ισραήλ είναι έτοιμο να προβεί σε σημαντικά και θαρραλέα βήματα αναφορικά με τη «λύση των δύο κρατών». Η Πρόταση αυτή, η οποία αποτελούσε -και συνεχίζει να αποτελεί- εμβληματική υπόθεση και κεντρικό αίτημα της ισραηλινής Αριστεράς, υιοθετήθηκε πλέον από την κυβέρνηση του Λικούντ, του Μπένζαμιν Νετανιάχου, όχι χωρίς την αμηχανία της Αριστεράς. Η επιστροφή της Κοιλάδας του Ιορδάνη στο υπό ίδρυσιν Παλαιστινιακό Κράτος και το λαό του, η αποδοχή εγκαταλείψεως τριάντα περίπου ισραηλινών εποικισμών στη Δυτική Όχθη, η απόδοση τμήματος της Νεγκέβ στους Παλαιστινίους (της τάξεως περίπου του 2-2,5%) ως αντάλλαγμα για τους ισραηλινούς οικισμούς που θα παραμείνουν στη Δυτική Όχθη, η παραχώρηση της επιφανείας του εδάφους του αραβικού τμήματος της Ανατολικής Ιερουσαλήμ, αποτελούν σημαντικά κεντρικά σημεία του ισραηλο-παλαιστινιακού διαλόγου, υπό διαπραγμάτευσιν. Αλλά μια διαπραγμάτευση η οποία φαίνεται να προχωρά καλά και να έχει υιοθετήσει τη δυναμική της ιστορικής ανάγκης.
Κοντά σε όλα αυτά, έρχονται να διευκολύνουν την όλη ειρηνευτική συζήτηση και τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, τα οποία φαίνεται να υπάρχουν στην ΑΟΖ και την Υφαλοκρηπίδα της Γάζας. Το παλαιστινιακό κράτος θα έχει πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Θα έχει πόρους. Αυτό είναι ένα ακόμη σημαντικό κίνητρο για την ειρήνη. Ανάλογο κίνητρο για ειρήνευση έχει, όπως πολύ καλά πλέον γνωρίζουμε, και η ισραηλινή πλευρά! Πόση, αλήθεια, ανοησία χρειάζεται να επιδειχθεί από όλους, ώστε να μη ληφθεί υπόψη τίποτε από τα ανωτέρω;
Σε όλη αυτήν τη γεωπολιτική και γεωστρατηγική διαδικασία αναμορφώσεως, η Τουρκία πρέπει να απαλλαγεί από τις νεο-οσμανικές ονειρώξεις της και να προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Μόνον τότε θα έχει οφέλη από τις προφανείς ανακατατάξεις. Πάντως οι πρόωρες εκλογές της 12ης Ιουνίου, στην Τουρκία, θα δείξουν και πάλι νικητή τον κ. Ερντογάν, αν οι ποσοτικο-ποιοτικές παράμετροι για τη δημοκρατική εκπροσώπιση του κουρδικού στοιχείου παραμείνουν ως έχουν. Αλλά αυτό είναι μια πολύ, μα πολύ, επικίνδυνη νίκη! Για ευνοήτους λόγους, οι οποίοι προκύπτουν από την ανωτέρω ανάλυση.
Κοντά σε όλα αυτά, έρχονται να διευκολύνουν την όλη ειρηνευτική συζήτηση και τα κοιτάσματα υδρογονανθράκων, τα οποία φαίνεται να υπάρχουν στην ΑΟΖ και την Υφαλοκρηπίδα της Γάζας. Το παλαιστινιακό κράτος θα έχει πετρέλαιο και φυσικό αέριο. Θα έχει πόρους. Αυτό είναι ένα ακόμη σημαντικό κίνητρο για την ειρήνη. Ανάλογο κίνητρο για ειρήνευση έχει, όπως πολύ καλά πλέον γνωρίζουμε, και η ισραηλινή πλευρά! Πόση, αλήθεια, ανοησία χρειάζεται να επιδειχθεί από όλους, ώστε να μη ληφθεί υπόψη τίποτε από τα ανωτέρω;
Σε όλη αυτήν τη γεωπολιτική και γεωστρατηγική διαδικασία αναμορφώσεως, η Τουρκία πρέπει να απαλλαγεί από τις νεο-οσμανικές ονειρώξεις της και να προσγειωθεί στην πραγματικότητα. Μόνον τότε θα έχει οφέλη από τις προφανείς ανακατατάξεις. Πάντως οι πρόωρες εκλογές της 12ης Ιουνίου, στην Τουρκία, θα δείξουν και πάλι νικητή τον κ. Ερντογάν, αν οι ποσοτικο-ποιοτικές παράμετροι για τη δημοκρατική εκπροσώπιση του κουρδικού στοιχείου παραμείνουν ως έχουν. Αλλά αυτό είναι μια πολύ, μα πολύ, επικίνδυνη νίκη! Για ευνοήτους λόγους, οι οποίοι προκύπτουν από την ανωτέρω ανάλυση.
Για ένα διάλογο Ισραήλ-Αιγύπτου
Προς την κατεύθυνση του κατευνασμού και την προώθηση του καλού κλίματος στις ισραηλοπαλαιστινιακές ειρηνευτικές συνομιλίες θα ήθελα να καταθέσω ένα ερώτημα-πρόταση: Γιατί το Ισραήλ δεν ξεκινά παράλληλα και ένα διάλογο με την Αίγυπτο, η οποία είχε καταλάβει την περιοχή από το 1949 και την απώλεσε μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, για την άρση του Ναυτικού Αποκλεισμού της Γάζας. Οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις και η αιγυπτιακή κυβέρνηση μαζί με ναυτικές δυνάμεις Κυανοκράνων του ΟΗΕ και χρηματοδότηση από την Αραβική Λίγκα και τον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης, υπό τη λογιστική επιτήρηση του Κουαρτέτου (ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσία-ΟΗΕ), θα μπορούσαν να αναλάβουν και να εγγυηθούν το θαλάσσιο έλεγχο των εισερχομένων σκαφών στη Λωρίδα της Γάζας, με σκοπό την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, μέχρι να ολοκληρωθούν οι ευκταίες συμφωνίες για τη δημιουργία του παλαιστινιακού κράτους; Η Αίγυπτος, σημαντική και σεβαστή δύναμη του αραβικού κόσμου, διά του κύρους της και της εθνοτικής της συνάφειας με τον παλαιστινιακό λαό, θα ήταν μάλλον αποδεκτός συνεργάτης από τις πολιτικές Αρχές της Γάζας. Η διεθνής πολιτική και ηθική εκτόνωση, η οποία θα προεκαλείτο από μια τέτοια ρύθμιση, θα ωφελούσε τα μέγιστα στην πρόοδο των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων στην περιοχή, αλλά και θα ανασκεύαζε διεθνώς την εικόνα του Ισραήλ προς το καλύτερο. Από την άλλη πλευρά, το Ισραήλ θα απαιτούσε με λεπτομερείς ρήτρες, τη διασφάλιση της πλήρους καταπαύσεως των επιθέσεων με ρουκέτες Κάσαμ εναντίον των εδαφών του. Κάτι το οποίο θα μπορούσαν να εγγυηθούν οι μηχανισμοί του ΟΗΕ και του Κουαρτέτου, οι οποίοι θα εγκαθίσταντο και ως παρατηρητές στο έδαφος της Λωρίδας της Γάζας. Το Παράδειγμα της Unifil II, στον Νότιο Λίβανο, αλλά και των Κυανοκράνων του ΟΗΕ στην Κύπρο, νομίζω πως είναι ιδιαιτέρως χρήσιμο για την περίπτωσή μας. Και, εν πάση περιπτώσει, εάν κάτι τέτοιο δεν γινόταν σεβαστό από την πλευρά της Χαμάς, τουλάχιστον θα υπήρχαν αντικειμενικοί διεθνείς παρατηρητές για να το βεβαιώσουν.
Το Ισραήλ, όπως και οι Παλαιστίνιοι, δεν είναι δυνατόν να γίνονται έρμαιο των τουρκο-ιρανικών τυχοδιωκτισμών στην περιοχή. Τυχοδιωκτισμών οι οποίοι θέτουν σε κίνδυνο όχι μόνον τη μεσανατολική και συνεπώς διεθνή ασφάλεια, αλλά και τη διεθνή οικονομική ανάπτυξη, αν σκεφθούμε το λαμπρό οικονομικό μέλλον που προδιαγράφεται για όλες της χώρες της Ν/Α Μεσογείου και της Ε.Ε., λαμβανομένης υπόψη της δυνατότητος εκμεταλλεύσεως των πολλών τρισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου της Λεκάνης της Λεβαντίνης και της νότιας υποθαλασσίας περιοχής της Κρήτης από το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα (Καστελλόριζο, Κρήτη), το Λίβανο, την Αίγυπτο και τη Λιβύη.
Προς την κατεύθυνση του κατευνασμού και την προώθηση του καλού κλίματος στις ισραηλοπαλαιστινιακές ειρηνευτικές συνομιλίες θα ήθελα να καταθέσω ένα ερώτημα-πρόταση: Γιατί το Ισραήλ δεν ξεκινά παράλληλα και ένα διάλογο με την Αίγυπτο, η οποία είχε καταλάβει την περιοχή από το 1949 και την απώλεσε μετά τον Πόλεμο των Έξι Ημερών, για την άρση του Ναυτικού Αποκλεισμού της Γάζας. Οι αιγυπτιακές ένοπλες δυνάμεις και η αιγυπτιακή κυβέρνηση μαζί με ναυτικές δυνάμεις Κυανοκράνων του ΟΗΕ και χρηματοδότηση από την Αραβική Λίγκα και τον Οργανισμό Ισλαμικής Διάσκεψης, υπό τη λογιστική επιτήρηση του Κουαρτέτου (ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσία-ΟΗΕ), θα μπορούσαν να αναλάβουν και να εγγυηθούν το θαλάσσιο έλεγχο των εισερχομένων σκαφών στη Λωρίδα της Γάζας, με σκοπό την ελεύθερη διακίνηση αγαθών, μέχρι να ολοκληρωθούν οι ευκταίες συμφωνίες για τη δημιουργία του παλαιστινιακού κράτους; Η Αίγυπτος, σημαντική και σεβαστή δύναμη του αραβικού κόσμου, διά του κύρους της και της εθνοτικής της συνάφειας με τον παλαιστινιακό λαό, θα ήταν μάλλον αποδεκτός συνεργάτης από τις πολιτικές Αρχές της Γάζας. Η διεθνής πολιτική και ηθική εκτόνωση, η οποία θα προεκαλείτο από μια τέτοια ρύθμιση, θα ωφελούσε τα μέγιστα στην πρόοδο των ειρηνευτικών διαπραγματεύσεων στην περιοχή, αλλά και θα ανασκεύαζε διεθνώς την εικόνα του Ισραήλ προς το καλύτερο. Από την άλλη πλευρά, το Ισραήλ θα απαιτούσε με λεπτομερείς ρήτρες, τη διασφάλιση της πλήρους καταπαύσεως των επιθέσεων με ρουκέτες Κάσαμ εναντίον των εδαφών του. Κάτι το οποίο θα μπορούσαν να εγγυηθούν οι μηχανισμοί του ΟΗΕ και του Κουαρτέτου, οι οποίοι θα εγκαθίσταντο και ως παρατηρητές στο έδαφος της Λωρίδας της Γάζας. Το Παράδειγμα της Unifil II, στον Νότιο Λίβανο, αλλά και των Κυανοκράνων του ΟΗΕ στην Κύπρο, νομίζω πως είναι ιδιαιτέρως χρήσιμο για την περίπτωσή μας. Και, εν πάση περιπτώσει, εάν κάτι τέτοιο δεν γινόταν σεβαστό από την πλευρά της Χαμάς, τουλάχιστον θα υπήρχαν αντικειμενικοί διεθνείς παρατηρητές για να το βεβαιώσουν.
Το Ισραήλ, όπως και οι Παλαιστίνιοι, δεν είναι δυνατόν να γίνονται έρμαιο των τουρκο-ιρανικών τυχοδιωκτισμών στην περιοχή. Τυχοδιωκτισμών οι οποίοι θέτουν σε κίνδυνο όχι μόνον τη μεσανατολική και συνεπώς διεθνή ασφάλεια, αλλά και τη διεθνή οικονομική ανάπτυξη, αν σκεφθούμε το λαμπρό οικονομικό μέλλον που προδιαγράφεται για όλες της χώρες της Ν/Α Μεσογείου και της Ε.Ε., λαμβανομένης υπόψη της δυνατότητος εκμεταλλεύσεως των πολλών τρισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου της Λεκάνης της Λεβαντίνης και της νότιας υποθαλασσίας περιοχής της Κρήτης από το Ισραήλ, την Κύπρο, την Ελλάδα (Καστελλόριζο, Κρήτη), το Λίβανο, την Αίγυπτο και τη Λιβύη.
ΣΗΜΕΡΙΝΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου