Σλαύος πολεμιστής |
Αρχ. Βασιλείου Κ. Στεφανίδου,
Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αι έπιδρομαί των Σλαύων ήρχισαν την στ' εκατονταετηρίδα επί των αυτοκρατόρων ’Ιουστινιανού (539) και Μαυρίκιου (589) και κατέλαβον τα βόρεια σύνορα του βυζαντινού κράτους από της Άδριατικής θαλάσσης μέχρι του Εύξείνου Πόντου (Νοτιοσλαύοι).
’Εξ αυτων είσηλθον και έγκατεσταθησαν εις το έσωτερικόν του βυζαντινού κράτους μέχρι της Πελοποννήσου, ο έπί Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου (746) έν Πελοπόννησω λοιμός διηυκόλυνε την διείσδυσιν και έγκαταστασιν των Σλαύων έν τη χώρα ταύτη (Continuatus, 5, 52 — 54. Κωνσταντίνου Πορφυρογεννητου 3, 53. Ράλλη και Ποτλη, Σύνταγμα, 5, 72).
Οί είσελάσαντες σλαύοι έμειναν άνεξάρτητοι πολιτικώς και εθνικοί το θρήσκευμα. η υποταγη και η έκχριστιάνισις αύτων έβαινον, κατα το μάλλον η ηττον, έκ παραλληλου, άλλά βραδέως, η δέ έκχριστιάνισις αύτων έβράδυνεν άκόμη περισσότερον.
Πρώτη η αύτοκράτειρα του Βυζαντίου Ειρηνη η ’Αθηναία, ιδιαιτέρως ένδιαφερομένη περί της Πελοποννησου, έσκέφθη περί άμφοτέρων και διά του στρατηγού Σταυρακίου έπεχείρησεν υποταγην των σλαύων της Ελλάδος (783), άλλά, παρά τας έπιτυχίας, δέν ηδυνηθη νά φέρη το εργον εις πέρας.
Έπί του αύτοκράτορος μάλιστα Νικηφόρου (805) οί σλαύοι της Πελοποννησου έλαβον στάσιν...
έπιθετικήν κατά των Ελλήνων και έπολιόρκησαν τας Πάτρας, άλλ΄ ηττήθησαν.
Καθηγητού του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αι έπιδρομαί των Σλαύων ήρχισαν την στ' εκατονταετηρίδα επί των αυτοκρατόρων ’Ιουστινιανού (539) και Μαυρίκιου (589) και κατέλαβον τα βόρεια σύνορα του βυζαντινού κράτους από της Άδριατικής θαλάσσης μέχρι του Εύξείνου Πόντου (Νοτιοσλαύοι).
’Εξ αυτων είσηλθον και έγκατεσταθησαν εις το έσωτερικόν του βυζαντινού κράτους μέχρι της Πελοποννήσου, ο έπί Κωνσταντίνου του Κοπρωνύμου (746) έν Πελοπόννησω λοιμός διηυκόλυνε την διείσδυσιν και έγκαταστασιν των Σλαύων έν τη χώρα ταύτη (Continuatus, 5, 52 — 54. Κωνσταντίνου Πορφυρογεννητου 3, 53. Ράλλη και Ποτλη, Σύνταγμα, 5, 72).
Οί είσελάσαντες σλαύοι έμειναν άνεξάρτητοι πολιτικώς και εθνικοί το θρήσκευμα. η υποταγη και η έκχριστιάνισις αύτων έβαινον, κατα το μάλλον η ηττον, έκ παραλληλου, άλλά βραδέως, η δέ έκχριστιάνισις αύτων έβράδυνεν άκόμη περισσότερον.
Πρώτη η αύτοκράτειρα του Βυζαντίου Ειρηνη η ’Αθηναία, ιδιαιτέρως ένδιαφερομένη περί της Πελοποννησου, έσκέφθη περί άμφοτέρων και διά του στρατηγού Σταυρακίου έπεχείρησεν υποταγην των σλαύων της Ελλάδος (783), άλλά, παρά τας έπιτυχίας, δέν ηδυνηθη νά φέρη το εργον εις πέρας.
Έπί του αύτοκράτορος μάλιστα Νικηφόρου (805) οί σλαύοι της Πελοποννησου έλαβον στάσιν...
έπιθετικήν κατά των Ελλήνων και έπολιόρκησαν τας Πάτρας, άλλ΄ ηττήθησαν.
Ο αύτοκράτωρ Μιχαηλ ό Γ' (842 - 866) διά του πρωτοσπαθαρίου Θεοκτίστου κατώρθωσε νά ύποταξη τούς σλαύους της Πελοποννη σου, άλλ’ έξ αύτων έμειναν άνεξάρτητοι δύο φυλαί (οί Έζερίται και οί Μηλιγγοί), αι οποίαι κατέφυγον εις τον Ταύγετον και έγιναν φόρου υποτελείς.
'Η έκχριστιάνισις των σλαύων της Πελοποννησου την ι' άκόμη έκατονταετηρίδα δεν ήτο πλήρης. Εις την έκχριστιάνισιν αύτων συνετέλεσαν, πρώτον, οί παλαιότεροι κάτοικοι, οί όποιοι η σαν χριστιανοί, δεύτερον, τα λείψανα της άρχαιοτέρας εκκλησιαστικής διοργανώσεως, τα όποια διετηρηθήσαν μετα την εισβολήν των σλαύων και τα όποια άπετέλεσαν την βάσιν της νέας διοργανώσεως.
'Η άρχαία διοργάνωσις της Πελοποννήσου ειχε μίαν μητρόπολιν, την Κόρινθον η νέα άνέδειξε περισσοτέρας. Ούτως αί Πάτραι μετα την λύτρωσιν αύτη, άπό της μνημονευθείσης σλαυικής πολιορκίας (805) προηχθη είς μητρόπολιν, είς δέ τον ναόν αύτης του 'Αγίου ’Ανδρέου έδωρηθησαν υπό του αύτοκράτορος Νικηφόρου οί περίοικοι σλαύοι.
Την ια' έκατονταετηρίδα προήχθη είς μητρόπολιν η Λακεδαίμων (1082), την ιβ' έκατονταετηρίδα το’Άργος (1189) και την ιγ' έκατονταετηρίδα η Μονεμβασία (1261 - 70).
Ο έκχριστιανισμός των Σλαύων της Μακεδονία έγινε ταχύτερον, συμπληρωθείς πρό του τέλους της θ' έκατονταετηρίδος (’Ιωάννης Καμηνιάτης, έ'κδοσις Βόννης, σελ. 495 κ. έξ. Διατύπωσις Λέοντος του Σοφού περί της ταξεως των θρόνων των Εκκλησιών. Ράλλη καιΠοτλη Σύνταγμα, 5, 474 καιέξης).
Εις τον έκχριστιανισμόν των Σλαύων συνετέλεσεν η ίδρυσις μοναστηρίων.
Ο έκχριστιανισμός των έκτος του βυζαντινού κράτους Νοτιοσλαύων (Σέρβων, Κροατών και Βουλγάρων) έξηρτήθη έν άρκετώ μέτρω έπίσης έκ των πολιτικών συνθηκών, υπό τας οποίας εύρέθησαν.
Έφ’ όλων τούτων άρχικώς είχε μεγάλην έπίδρασιν το βυζαντινόν κράτος.
Κωνσταντίνος ό Πορφυρογέννητος άναφέρει, ότι πρώτος ο αυτοκράτωρ του Βυζαντίου 'Ηράκλειος (611 - 641) εφρόντισε περί τη ς διαδόσεως του χριστιανισμού παρά τοις Σέρβοις και Κροάταις.
Τα σχετικά χωρία του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου είναι τα επόμενα:
«ό δέ βασιλεύς 'Ηράκλειος αποστείλας και άπό Ρώμης άγαγών ιερείς και έξ αύτων ποιήσας άρχιεπίσκοπον και επίσκοπον και πρεσβυτέρους και διακόνους τούς Χρωβάτους έβάπτισεν».
Κατωτέρω : «Ούς [Σέρβους] ό βασιλεύς πρεσβεύσας, άπό Ρώμης άγαγών, έβάπτισε και διδάξας αύτούς τα της εύσεβείας τελείν καλώς, αύτοίς των χρόνων έξέθετο» (σελ. 148 και153).
'Η μνεία της Ρώμης έν τώ ζητήματι τούτω προέρχεται έκ τούτου, οτι, όπως τοδυτικόν Ίλλυρικόν, ούτω και το άνατολικόν Ίλλυρικόν υπήγετο την εποχήν έκείνην εις την Δύσιν, Λέων δέ ό λεγόμενος "Ισαυρος (714- 741) άπέσπασεν αυτό και ύπήγαγεν εις το πατριαρχείόν Κωνσταντινουπόλεως. 'Η συμμετοχη του αύτοκράτορος 'Ηρακλείου εις τον έκχριστιανισμόν των Σέρβων και των Κροατών έσχάτως ημφισβητήθη ύπό τινων, ιδίως όσον άφορα εις τούς Κροάτας.
Κατα την θ' έκατονταετηρίδα οί Κροάται περιηλθον ύπό την φραγκικη ν έπικυριαρχίαν, άλλ’ αί Βασιλείου τουΜακεδόνος (867 -886) ναυτικαι έπιτυχίαι έν τη Άδριατικη θαλάσση κατα των Σαρακηνών και Σλαύων πειρατωνηύξησαν το γόητρον και την έπιβολην του βυζαντινού κράτους, διά τούτό οί Κροάται ηλθον ύπό την έπίδρασιν αύτού, οί δέ Σέρβοι ύπό την έπικυριαρχίαν αύτού.
Τότε άκριβώς έστερεώθη παρ’ άμφοτέροις ό χριστιανισμός.
Οί βυζαντινοί άξιωματικοί ηκολουθούντό ύπό κληρικών, προερχομένων έκ Κωνσταντινουπόλεως. Οί Κροάται δέν έμειναν εις την άνατολικήν Εκκλησίαν και το βυζαντινόν κράτος, άλλ’ έπανήλθον εις την Δύσιν (έπί Ρώμης Ίωάννου τουΗ', 872-882).
Οί Βούλγαροι, φυλή ταταρική, ένεφανίσθησαν εις τον Δούναβιν κατα το δεύτερον ημισυ της ζ' έκατονταετηρίδος, ίδρυσαν το βουλγαρικόν κράτος (679) και συνεχωνεύθησαν μετα των έκεί άπό του πρώτου ημίσεος της αύτης έκατονταετηρίδος έγκατεστημένων Νοτιοσλαύων, εις τούς οποίους μετέδωσαν το ονομα αύτών, άλλ' ελαβον την σλαυϊκην γλώσσαν.
Είς την διάδοσιν του χριστιανισμού μεταξύ Βουλγάρων συνετέλεσαν οί ύπολειφθέντες των πρό της έγκαταστασεως των Σλαύων παλαιοτέρων χριστιανών κατοίκων, πρός τούτοις αιχμάλωτοι Έλληνες, μεταξύ των όποιων ύπήρχον κληρικοί (ό Άδριανουπόλεως Μανουήλ 813) και μοναχοί.
Ο χριστιανισμός είσέδυσε και εις την ηγεμονικήν οικογένειαν, η δέ θέλησις του ηγεμόνος Βογόριδος έκλινε την πλάστιγγα υπέρ του χριστιανισμού. η θέλησις του βουλγάρου ηγεμόνος εξηγείται, αν λάβη τις ύπ’ οψιν, ότι η Βουλγαρία συνεδέετό δια σχέσεων μετα δύο χριστιανικών αυτοκρατοριών, της βυζαντινής και της φραγκικής, και ότι οί άλλοι πέριξ εύρισκόμενοι Σλαύοι (οί Σλαύοι της Ελλάδος, οί Κροάται καιοί Σέρβοι) είχον γίνη χριστιανοί.
Ο Βόγορις κατενόησεν, ότι, άν η θελε νά διαδραματίση σπουδαίον έν τη ιστορία πρόσωπον, επρεπε νά γίνη χριστιανός.
Τα πρός τον έκχριστιανισμόν αύτού σχετικά ιστορικά γεγονότα είναι τα επόμενα.
Έν Τούλ παρά τον Δούναβιν (έν Αυστρία) ό Βόγορις, κλείων συμμαχίαν (862) μετα Λουδοβίκου του Γερμανικού, έγγόνου του Μεγάλου Καρόλου, παρωτρύνθη νά βαπτισθή , άλλ’ εις τούτο έδόθη μετ’ ολίγον άλλη εύκαιρία.
Της μνημονευθείσης γερμανοβουλγαρικής συμμαχίας στρεφομένης κατα του ηγεμόνος της Μοραβίας Ρατισλαύου, ούτος έζητησε την συμμαχίαν των Βυζαντινών.Δύο άντιμέτωποι συμμαχίαι.
Ο Βόγορις, προσβληθείς υπό των βυζαντινών άπό ξηράς και θαλάσσης, ηναγκάσθη νά συνάψη συνθήκην, άποτέλεσμα της όποίας ήτο ότι έδέχθη τον χριστιανισμόν.
Απεσταλμένος του πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου ετέλεσε το βάπτισμα, ό δέ αύτοκράτωρ του Βυζαντίου Μιχαηλ ό Γ', δι΄ άπεσταλμένου, κατέστη άνάδοχος αυτού (864 η 865).
Εικόνα: Ο Βούλγαρος ηγεμών Βόγορις βαπτίζεται και παίρνει το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ, το όνομα δηλαδή του αναδόχου του βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ'
Η γνωστή διήγησις, κατα την όποίαν ό έκχριστιανισμός τού Βογόριδος ωφείλετο εις την αδελφήν αυτού Μαρίαν, η όποία προηγουμένως ήτο αιχμάλωτος έν Κωνσταντινουπόλει και άνετράφη ως χριστιανή («παρά των Ρωμαίων μέν αίχμαλωτισθείσης ποτέ, κατεχομένης δέ νΰν έν τη του βασιλέως αύλη », Continuatus, εκδοσις Βόννης, σελ. 162 και έξης), θεωρείται σήμερον άπίθανος, διότι κατα την ύποτιθεμένην εποχήν δέν είναι γνωστός ό άτυχης διά τούς Βουλγάρους πόλεμος πρός τούς Βυζαντινούς.
Οριστικώς όμως άπορρίπτεται η διήγησις, κατα την όποίαν είς τον χριστιανισμόν του Βογόριδος συνετέλεσεν ό των σλαύων άπόστολος Μεθόδιος, διά του τρόμου, τον όποιον ένέπνευσεν είς αύτόν διά της είκονογραφησεως της μελλούσης κρίσεως (Continuatus, αύτόθι).
Η σπουδαιοτέρα ιστορική πηγή τού έκχριστιανισμού τωνΒουλγάρων είναι Συμεών ό Μάγιστρος, πλησιέστερος των άλλων είς τα γεγονότα.
Ούτος άπλώς λέγει : «ός [Βόγορις], είς το ίδιον έπιστρέψας, διά ζωγράφου, Μεθοδίου λεγομένου, την κρίσιν και άνταπόδοσιν έν τώ οίκω αύτού γραφήναι πεποίηκεν» (σελ. 665).
Δέν πρόκειται περί τού άποστόλου των σλαύων Μεθοδίου, άλλά περί άλλου τινός Μεθοδίου, ζωγράφου καί πιθανώτατα μοναχού, είς τον όποιον ό Βόγορις, ήδη χριστιανός, άνέθεσεν, άπλούστατα, νά ζωγραφίση θρησκευτικήν εικόνα έν τοίς άνακτόροις, πρός στολισμόν αύτών.
'Η εικών δέν συνετέλεσεν είς τον έκχριστιανισμόν αύτού, άλλ’ ήτο άποτέλεσμα του έκχριστιανισμού αύτοΰ.
Η έπιθυμία του Βογόριδος, νά καταστήση την βουλγαρικήν Εκκλησίαν άνεξάρτητον και άποκτήση πατριάρχην, έφερε την Βουλγαρίαν έκ του Βυζαντίου είς την Ρώμην (866) και έκ της Ρώμης είς το Βυζάντιον (869).
Ο Κωνσταντινουπόλεως Ιγνάτιος πρώτος έστειλεν άρχιεπίσκοπον είς την Βουλγαρίαν, άποκτησασαν ούτως ιδιαιτέραν έκκλησιαστικήν διοργάνωσιν.
'Η έκχριστιάνισις των σλαύων της Πελοποννησου την ι' άκόμη έκατονταετηρίδα δεν ήτο πλήρης. Εις την έκχριστιάνισιν αύτων συνετέλεσαν, πρώτον, οί παλαιότεροι κάτοικοι, οί όποιοι η σαν χριστιανοί, δεύτερον, τα λείψανα της άρχαιοτέρας εκκλησιαστικής διοργανώσεως, τα όποια διετηρηθήσαν μετα την εισβολήν των σλαύων και τα όποια άπετέλεσαν την βάσιν της νέας διοργανώσεως.
'Η άρχαία διοργάνωσις της Πελοποννήσου ειχε μίαν μητρόπολιν, την Κόρινθον η νέα άνέδειξε περισσοτέρας. Ούτως αί Πάτραι μετα την λύτρωσιν αύτη, άπό της μνημονευθείσης σλαυικής πολιορκίας (805) προηχθη είς μητρόπολιν, είς δέ τον ναόν αύτης του 'Αγίου ’Ανδρέου έδωρηθησαν υπό του αύτοκράτορος Νικηφόρου οί περίοικοι σλαύοι.
Την ια' έκατονταετηρίδα προήχθη είς μητρόπολιν η Λακεδαίμων (1082), την ιβ' έκατονταετηρίδα το’Άργος (1189) και την ιγ' έκατονταετηρίδα η Μονεμβασία (1261 - 70).
Ο έκχριστιανισμός των Σλαύων της Μακεδονία έγινε ταχύτερον, συμπληρωθείς πρό του τέλους της θ' έκατονταετηρίδος (’Ιωάννης Καμηνιάτης, έ'κδοσις Βόννης, σελ. 495 κ. έξ. Διατύπωσις Λέοντος του Σοφού περί της ταξεως των θρόνων των Εκκλησιών. Ράλλη καιΠοτλη Σύνταγμα, 5, 474 καιέξης).
Εις τον έκχριστιανισμόν των Σλαύων συνετέλεσεν η ίδρυσις μοναστηρίων.
Ο έκχριστιανισμός των έκτος του βυζαντινού κράτους Νοτιοσλαύων (Σέρβων, Κροατών και Βουλγάρων) έξηρτήθη έν άρκετώ μέτρω έπίσης έκ των πολιτικών συνθηκών, υπό τας οποίας εύρέθησαν.
Έφ’ όλων τούτων άρχικώς είχε μεγάλην έπίδρασιν το βυζαντινόν κράτος.
Κωνσταντίνος ό Πορφυρογέννητος άναφέρει, ότι πρώτος ο αυτοκράτωρ του Βυζαντίου 'Ηράκλειος (611 - 641) εφρόντισε περί τη ς διαδόσεως του χριστιανισμού παρά τοις Σέρβοις και Κροάταις.
Τα σχετικά χωρία του Κωνσταντίνου Πορφυρογεννήτου είναι τα επόμενα:
«ό δέ βασιλεύς 'Ηράκλειος αποστείλας και άπό Ρώμης άγαγών ιερείς και έξ αύτων ποιήσας άρχιεπίσκοπον και επίσκοπον και πρεσβυτέρους και διακόνους τούς Χρωβάτους έβάπτισεν».
Κατωτέρω : «Ούς [Σέρβους] ό βασιλεύς πρεσβεύσας, άπό Ρώμης άγαγών, έβάπτισε και διδάξας αύτούς τα της εύσεβείας τελείν καλώς, αύτοίς των χρόνων έξέθετο» (σελ. 148 και153).
'Η μνεία της Ρώμης έν τώ ζητήματι τούτω προέρχεται έκ τούτου, οτι, όπως τοδυτικόν Ίλλυρικόν, ούτω και το άνατολικόν Ίλλυρικόν υπήγετο την εποχήν έκείνην εις την Δύσιν, Λέων δέ ό λεγόμενος "Ισαυρος (714- 741) άπέσπασεν αυτό και ύπήγαγεν εις το πατριαρχείόν Κωνσταντινουπόλεως. 'Η συμμετοχη του αύτοκράτορος 'Ηρακλείου εις τον έκχριστιανισμόν των Σέρβων και των Κροατών έσχάτως ημφισβητήθη ύπό τινων, ιδίως όσον άφορα εις τούς Κροάτας.
Κατα την θ' έκατονταετηρίδα οί Κροάται περιηλθον ύπό την φραγκικη ν έπικυριαρχίαν, άλλ’ αί Βασιλείου τουΜακεδόνος (867 -886) ναυτικαι έπιτυχίαι έν τη Άδριατικη θαλάσση κατα των Σαρακηνών και Σλαύων πειρατωνηύξησαν το γόητρον και την έπιβολην του βυζαντινού κράτους, διά τούτό οί Κροάται ηλθον ύπό την έπίδρασιν αύτού, οί δέ Σέρβοι ύπό την έπικυριαρχίαν αύτού.
Τότε άκριβώς έστερεώθη παρ’ άμφοτέροις ό χριστιανισμός.
Οί βυζαντινοί άξιωματικοί ηκολουθούντό ύπό κληρικών, προερχομένων έκ Κωνσταντινουπόλεως. Οί Κροάται δέν έμειναν εις την άνατολικήν Εκκλησίαν και το βυζαντινόν κράτος, άλλ’ έπανήλθον εις την Δύσιν (έπί Ρώμης Ίωάννου τουΗ', 872-882).
Οί Βούλγαροι, φυλή ταταρική, ένεφανίσθησαν εις τον Δούναβιν κατα το δεύτερον ημισυ της ζ' έκατονταετηρίδος, ίδρυσαν το βουλγαρικόν κράτος (679) και συνεχωνεύθησαν μετα των έκεί άπό του πρώτου ημίσεος της αύτης έκατονταετηρίδος έγκατεστημένων Νοτιοσλαύων, εις τούς οποίους μετέδωσαν το ονομα αύτών, άλλ' ελαβον την σλαυϊκην γλώσσαν.
Είς την διάδοσιν του χριστιανισμού μεταξύ Βουλγάρων συνετέλεσαν οί ύπολειφθέντες των πρό της έγκαταστασεως των Σλαύων παλαιοτέρων χριστιανών κατοίκων, πρός τούτοις αιχμάλωτοι Έλληνες, μεταξύ των όποιων ύπήρχον κληρικοί (ό Άδριανουπόλεως Μανουήλ 813) και μοναχοί.
Ο χριστιανισμός είσέδυσε και εις την ηγεμονικήν οικογένειαν, η δέ θέλησις του ηγεμόνος Βογόριδος έκλινε την πλάστιγγα υπέρ του χριστιανισμού. η θέλησις του βουλγάρου ηγεμόνος εξηγείται, αν λάβη τις ύπ’ οψιν, ότι η Βουλγαρία συνεδέετό δια σχέσεων μετα δύο χριστιανικών αυτοκρατοριών, της βυζαντινής και της φραγκικής, και ότι οί άλλοι πέριξ εύρισκόμενοι Σλαύοι (οί Σλαύοι της Ελλάδος, οί Κροάται καιοί Σέρβοι) είχον γίνη χριστιανοί.
Ο Βόγορις κατενόησεν, ότι, άν η θελε νά διαδραματίση σπουδαίον έν τη ιστορία πρόσωπον, επρεπε νά γίνη χριστιανός.
Τα πρός τον έκχριστιανισμόν αύτού σχετικά ιστορικά γεγονότα είναι τα επόμενα.
Έν Τούλ παρά τον Δούναβιν (έν Αυστρία) ό Βόγορις, κλείων συμμαχίαν (862) μετα Λουδοβίκου του Γερμανικού, έγγόνου του Μεγάλου Καρόλου, παρωτρύνθη νά βαπτισθή , άλλ’ εις τούτο έδόθη μετ’ ολίγον άλλη εύκαιρία.
Της μνημονευθείσης γερμανοβουλγαρικής συμμαχίας στρεφομένης κατα του ηγεμόνος της Μοραβίας Ρατισλαύου, ούτος έζητησε την συμμαχίαν των Βυζαντινών.Δύο άντιμέτωποι συμμαχίαι.
Πείνα επικρατήσασα έν Βουλγαρία εδωσεν άφορμήν εις βυζαντινοβουλγαρικόν πόλεμον (863 - 864).
Ο Βόγορις, προσβληθείς υπό των βυζαντινών άπό ξηράς και θαλάσσης, ηναγκάσθη νά συνάψη συνθήκην, άποτέλεσμα της όποίας ήτο ότι έδέχθη τον χριστιανισμόν.
Απεσταλμένος του πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου ετέλεσε το βάπτισμα, ό δέ αύτοκράτωρ του Βυζαντίου Μιχαηλ ό Γ', δι΄ άπεσταλμένου, κατέστη άνάδοχος αυτού (864 η 865).
Εικόνα: Ο Βούλγαρος ηγεμών Βόγορις βαπτίζεται και παίρνει το χριστιανικό όνομα Μιχαήλ, το όνομα δηλαδή του αναδόχου του βυζαντινού αυτοκράτορα Μιχαήλ Γ'
Η γνωστή διήγησις, κατα την όποίαν ό έκχριστιανισμός τού Βογόριδος ωφείλετο εις την αδελφήν αυτού Μαρίαν, η όποία προηγουμένως ήτο αιχμάλωτος έν Κωνσταντινουπόλει και άνετράφη ως χριστιανή («παρά των Ρωμαίων μέν αίχμαλωτισθείσης ποτέ, κατεχομένης δέ νΰν έν τη του βασιλέως αύλη », Continuatus, εκδοσις Βόννης, σελ. 162 και έξης), θεωρείται σήμερον άπίθανος, διότι κατα την ύποτιθεμένην εποχήν δέν είναι γνωστός ό άτυχης διά τούς Βουλγάρους πόλεμος πρός τούς Βυζαντινούς.
Οριστικώς όμως άπορρίπτεται η διήγησις, κατα την όποίαν είς τον χριστιανισμόν του Βογόριδος συνετέλεσεν ό των σλαύων άπόστολος Μεθόδιος, διά του τρόμου, τον όποιον ένέπνευσεν είς αύτόν διά της είκονογραφησεως της μελλούσης κρίσεως (Continuatus, αύτόθι).
Η σπουδαιοτέρα ιστορική πηγή τού έκχριστιανισμού τωνΒουλγάρων είναι Συμεών ό Μάγιστρος, πλησιέστερος των άλλων είς τα γεγονότα.
Ούτος άπλώς λέγει : «ός [Βόγορις], είς το ίδιον έπιστρέψας, διά ζωγράφου, Μεθοδίου λεγομένου, την κρίσιν και άνταπόδοσιν έν τώ οίκω αύτού γραφήναι πεποίηκεν» (σελ. 665).
Δέν πρόκειται περί τού άποστόλου των σλαύων Μεθοδίου, άλλά περί άλλου τινός Μεθοδίου, ζωγράφου καί πιθανώτατα μοναχού, είς τον όποιον ό Βόγορις, ήδη χριστιανός, άνέθεσεν, άπλούστατα, νά ζωγραφίση θρησκευτικήν εικόνα έν τοίς άνακτόροις, πρός στολισμόν αύτών.
'Η εικών δέν συνετέλεσεν είς τον έκχριστιανισμόν αύτού, άλλ’ ήτο άποτέλεσμα του έκχριστιανισμού αύτοΰ.
Η έπιθυμία του Βογόριδος, νά καταστήση την βουλγαρικήν Εκκλησίαν άνεξάρτητον και άποκτήση πατριάρχην, έφερε την Βουλγαρίαν έκ του Βυζαντίου είς την Ρώμην (866) και έκ της Ρώμης είς το Βυζάντιον (869).
Ο Κωνσταντινουπόλεως Ιγνάτιος πρώτος έστειλεν άρχιεπίσκοπον είς την Βουλγαρίαν, άποκτησασαν ούτως ιδιαιτέραν έκκλησιαστικήν διοργάνωσιν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου