Η Τουρκία εμφανίζεται σήμερα σαν μια σημαντική περιφερειακή δύναμη. Κατά μία έννοια είναι σε πορεία και διαδικασία επιστροφής στη θέση που κατείχε προ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, τότε που ήταν η έδρα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Αλλά καθ’ όν χρόνο ο Οθωμανικός παράγων έχει επιφανειακή αξία ερχόμενος από το παρελθόν, η Τουρκία σήμερα αποτυγχάνει να αντιληφθεί αλλαγές στο πως λειτουργεί το παγκόσμιο και περιφερειακό σύστημα.
Ως εκ τούτου για να καταλάβουμε τη στρατηγική της Τουρκίας, χρειαζόμεθα να κατανοήσουμε τις περιστάσεις και συνθήκες που αντιμετωπίζει. Το τέλος του Α’ Π.Π. έφερε το τέλος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και το περιορισμό της Τουρκικής κυριαρχίας σε Μικρά Ασία, και σε μια λωρίδα γής στην Ευρωπαϊκή πλευρά του Βοσπόρου.
Το μάζεμα της Τουρκικής κυριαρχίας απάλλαξε τη Τουρκία από την εκτεταμένη θέση και υποχρεώσεις που είχε στη προσπάθειά της να διατηρήσει σαν Αυτοκρατορία τα εδάφη της εκτεινόμενη από την Αραβική χερσόνησο, μέχρι τα Βαλκάνια. Σε πρακτική αίσθηση, η ήττα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έλυσε το πρόβλημα των Τουρκικών στρατηγικών ενδιαφερόντων και υποχρεώσεων που είχε σαν υπερδύναμη. Ακμή και παρακμή. Η Τουρκία μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έφθασε στο ναδίρ της παρακμής. Αν και η χώρα αυτή τώρα...
ήταν πολύ πιο μικρή, ήταν επίσης πολύ λιγότερο ευάλωτη από όσο είχε γίνει η Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η ΡΩΣΙΚΗ ΑΠΕΙΛΗ:
Κατά τον ίδιο χρόνο, μια απλή απειλή συνδέει και τις δύο περιόδους.
Ο φόβος της Ρωσίας. Εκείνα τα χρόνια η Ρωσία υπόφερε από μια μεγαλύτερη στρατηγική αδυναμία και ευπάθεια. Το κάθε ένα από τα μεγάλα λιμάνια της, π.χ. Η Αγία Πετρούπολη, το Βλαδιβοστόκ, το Μουρμάνσκ, η Οδησσός, Νοβοροσίσκ, ήταν προσβάσιμα μόνο διαμέσου στενών που ουσιαστικά έλεγχαν εχθρικές δυνάμεις. Π.χ. οι Βρετανοί είχαν μπλοκάρει τα διάφορα στενά της Δανίας, (Κατεγάκη), και ήλεγχαν τη πρόσβαση προς τη Βαλτική Θάλασσα.
Οι Ιάπωνες είχαν μπλοκάρει τη πρόσβαση προς Βλαδιβοστόκ, και οι Οθωμανοί Τούρκοι είχαν μπλοκάρει τη πρόσβαση των στενών Δαρδανελίων και Βοσπόρου, προς Μαύρη Θάλασσα (Εύξεινο Πόντο), και προς Μεσόγειο, ένθεν κακείθεν.
Η Ρωσική εθνική εξωτερική πολιτική είχε εστιάσει το ενδιαφέρον να ανακτήσει τον έλεγχο των στενών του Βοσπόρου, για να προλάβει ένα «μπλοκάρισμα» των στενών, και για να προβάλλει δύναμη στη Μεσόγειο. Είναι αυτό που λέμε σήμερα, η Ρωσία θέλει ελεύθερη πρόσβαση στις θερμές θάλασσες, πλην όμως οι Σιωνιστικές δυτικές δυνάμεις πρόλαβαν και κατέλαβαν όλες τις χώρες της Μεσογείου, κατόπιν αυτού η Ρωσία σήμερα δε διαθέτει βάσεις για να σταθεί στη Μεσόγειο. Oι Ρώσοι είχαν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον στο μετασχηματισμό της Τουρκικής κυριαρχίας.
Στον Α’ Π.Π. οι Οθωμανοί Τούρκοι ευθυγραμμίστηκαν και συμμάχησαν με τους Γερμανούς, οι οποίοι πολεμούσαν τους Ρώσους. Στη περίοδο του Β’ Π.Π. τότε που οι Σοβιετικοί ήταν αδύναμοι, η Τουρκία παρέμεινε ουδέτερη μέχρι το 1945, τότε που δήλωσε πόλεμο εναντίον των δυνάμεων του άξονα. Αλλά ήταν πια αργά, ο άξονας είχε ηττηθεί, απλώς η Τουρκία στη περίοδο αυτή του πολέμου (1940-1945) έπαιζε διπλό παιχνίδι, υπό τον μανδύα της ουδετερότητας (και με τους μεν, και με τους δε, λέει ο λαός).
Μετά το τέλος του Β’ Π.Π. όταν οι Σοβιετικοί έγιναν ισχυροί, και προσπάθησαν με συγκαλυμμένες επιχειρήσεις να υπονομεύσουν Τουρκία &Ελλάδα, (Στην Ελλάδα με εμφύλιο), οι Τούρκοι φοβηθέντες εσωτερική ανωμαλία, έγιναν «κολλητοί» με τις ΗΠΑ, και μπήκανε στο ΝΑΤΟ για προστασία. Από το 1945 μέχρι το 1991 η Τουρκία είχε «κλειδώσει» σε μια στενή σχέση με τις Σιωνιστικές ΗΠΑ.
Οι ΗΠΑ με το ΝΑΤΟ επιδίωκαν μια στρατηγική που να περιελάμβανε τη τότε Σοβιετική Ένωση σε μια γραμμή που ξεκίναγε από τη Νορβηγία μέχρι το Αφγανιστάν-Πακιστάν. Η Τουρκία ήταν ένα κλειδί λόγω του ελέγχου των στενών του Βοσπόρου, αλλά και στη μέση γεωπολιτικής και γεωστρατηγικής
μεταξύ ΗΠΑ, και Ρωσίας, Ιράν, Ιράκ, Συρίας. Μια φιλορωσική Τουρκία, θα έσπαζε το κέντρο του Αμερικανικού πολιτικού συστήματος για τη Μέση Ανατολή, αλλάζοντας την ισορροπία δυνάμεων και ισχύος στη περιοχή των πετρελαίων.
Όπως η Γερμανία είναι σήμερα για τους Αμερικανούς και το ΝΑΤΟ, το ίδιο και η Τουρκία είναι ο άξονας στρατηγικής για τις ΗΠΑ και το Σιωνιστικό ΝΑΤΟ.
Από Τουρκικής άποψης, δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Οι τότε Σοβιετικοί εξήλθον από το Β’ Π.Π. ενισχυμένοι σαν μια υπερδύναμη. Η Δυτική Ευρώπη ήταν σε κατάσταση απόλυτου χάους. Η Κίνα έγινε κομμουνιστική, και το πλεόνασμα στρατιωτικής ικανότητας των Σοβιετικών, σε πείσμα των μαζικών ζημιών που υπέστησαν κατά το Β! Π.Π. αποδυνάμωσαν και ξεγύμνωσαν την ικανότητα των εθνών να αντισταθούν στη περιφέρειά τους, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκίας
Δεδομένης της σπουδαιότητας για τους Ρώσους των στενών του Βοσπόρου, και της Μικράς Ασίας, η Τουρκία ήταν για τη Ρωσία θεμελιώδους ενδιαφέροντος.
Ανίκανη να διαπραγματευτεί με τους Σοβιετικούς μόνη, η Τουρκία κινήθηκε σε ένα ακραίο δεσμό αμοιβαίου ενδιαφέροντος με τις Σιωνιστικές ΗΠΑ.
Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, η Τουρκία ήταν ένας αναγκαίος επιτακτικός στρατηγικός σύμμαχος για τις ΗΠΑ. Αντιμετώπιζε τους Σοβιετικούς στο βορά, και δύο φίλους της Ρωσίας όπως η Συρία και Ιράκ στο νότο.
Το Ισραήλ παρέσυρε τη Συρία μακριά από τη Τουρκία, και κοντά στη Ρωσία. Αυτή η λογική στρατηγική διελύθη το 1991 με τη πτώση της Σοβιετικής Ένωσης. Η Ρωσική δύναμη απεσύρθη από το νότιο Καύκασο και τα Βαλκάνια, και επαναστάσεις-εξεγέρσεις στο βόρειο Καύκασο (Τσετσενία, κλπ.) καθήλωσαν τηΡωσική στρατιωτική δύναμη. Αρμενία, Γεωργία, Τσετσενία, Αζερμπαϊζάν, κέρδισαν την ανεξαρτησία τους. Η Ουκρανία επίσης έγινε ανεξάρτητη, (πορτοκαλί Αμερικανικές επαναστάσεις), κάνοντας την επικρατούσα κατάσταση του Ρωσικού Στόλου στη Μαύρη θάλασσα και στη Κριμέα ανασφαλή και ασαφή.
Για πρώτη φορά από τα πρώτα χρόνια της Σοβιετικής Ένωσης, η Τουρκία ελευθερώθηκε από το φόβο της για τη Ρωσία. Το καθοριστικό στοιχείο της Τουρκικής εξωτερικής πολιτικής χάθηκε, και μαζί με αυτό η Τουρκική εξάρτηση από τις ΗΠΑ. Πήρε λίγο χρόνο για τους Τούρκους και Αμερικανούς να αναγνωρίσουν την αλλαγή που έγινε στη Ρωσία. Έτσι οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ παρέμειναν άθικτες για λίγο χρόνο. Οι Τούρκοι συνέχισαν τις προσπάθειες να μπούνε στην Ε.Ε. Η σχέση με το Ισραήλ παρέμεινε άθικτη, μέχριπου ήρθε η Τουρκική «ανθρωπιστική» επιχείρηση για βοήθεια στη λωρίδα της Γάζας. Η κατάσταση για τη Τουρκία άλλαξε με την εισβολή των Αμερικανών στο Ιράκ. Από Τουρκικής απόψεως, η εισβολή ήταν μη αναγκαία, και απειλούσενα ενδυναμώσει το Ιράν, όπως και έγινε. Για πρώτη φορά από το Β’ Π.Π. οι Τούρκοι όχι μόνον αρνήθηκαν να λάβουν μέρος σε αυτή την Αμερικανική πρωτοβουλία, αλλά αρνήθηκαν στους Αμερικανούς να χρησιμοποιήσουν τη Τουρκική επικράτεια, ώστε να ξεκινήσουν από εκεί την εισβολή στο Ιράκ.
Η Τουρκία αντιμετώπισε μια κατάσταση όπου οι σχέσεις της με τις ΗΠΑ αποδείχθηκαν περισσότερο επικίνδυνες, παρά τις προσπάθειες μερικών συμμάχων να αποτρέψουν μια κρίση.
Άπαξ και η Τουρκία αποφάσισε να μη συνεργασθεί στο θέμα του Ιράκ με τις ΗΠΑ, η εξωτερική της πολιτική δεν θα μπορούσε να είναι η ίδια. Περιφρονώντας τις ΗΠΑ, δεν προκάλεσαν έκπληξη. Στη πραγματικότητα, καθώς ο πόλεμος στο Ιράκ προχωρούσε, οι Τούρκοι μπορούσαν να βλέπουν τον εαυτό τους σαν σοφότερο των Αμερικανών σε αυτό το θέμα, και οι Αμερικανοί είχαν δυσκολία να αντιτάξουν δικαιολογίες και επιχειρήματα αφού ήταν οι εισβολείς.
Αυτό άφησε ελευθερία στους Τούρκους να επιχειρήσουν άλλες σχέσεις. Μια φαινομενική επιλογή ήταν να ενωθούν με την Ε.Ε. οι ηγέτιδες δυνάμεις της οποίας ήταν επίσης αντίθετες με την Αμερικανική εισβολή στο Ιράκ, πλην Αγγλίας που συμμετείχε. Αυτό το κοινό σημείο οπωσδήποτε δεν επαρκούσε να κερδίσει η Τουρκία την είσοδό της στη Ε.Ε. Ένας από τους λόγους που οι Ευρωπαίοι ηγέτες δίσταζαν, ήταν οι φόβοι μαζικής Τουρκικής μετανάστευσης
στην Ελλάδα. (Αυτό ήδη έγινε με τους μαύρους λαθρομετανάστες μέσω Τουρκίας). Το να γίνουν οι Τούρκοι μέλος της Ε.Ε. δεν ήταν ο μόνος σκοπός της εξωτερικής των πολιτικής. Μάλλον θρησκευτικοί και πολιτισμικοί λόγοι δεν ταίριαζαν με τις Ευρωπαϊκές αξίες. Αλλά για να ληφθεί η απόφαση δεν ήταν στο χέρι της Τουρκίας. Τελικά η απόφαση της Ε.Ε. για ουσιώδη άρνηση της Τουρκικής συμμετοχής με την ιδιότητα του μέλους, άφησε τη Τουρκία με μια περισσότερο δυναμική οικονομία από ότι τα περισσότερα μέλη της Ε.Ε., και χωρίς ευθύνη και υποχρέωση για το χρέος της Ελλάδος. Τελικά ωφέλησε τη Τουρκία η μη είσοδός της στην Ε.Ε. Η αποτυχία της ενσωμάτωσης με την Ε.Ε., και το μετασχηματισμό των σχέσεων με τις ΗΠΑ , από απολύτως αναγκαία σχέση , σε μια διαπραγματεύσιμη σχέση, τελικά πίεσε και έσπρωξε τη Τουρκία να αναπτύξει μια στρατηγική ψυχρών σχέσεων με τις ΗΠΑ.
Αυτή η στρατηγική ανέπτυξε τρία γεγονότα.
Πρώτον, η Τουρκία δεν αντιμετώπιζε άμεσο υπαρκτή απειλή, και ακόμη δευτερεύουσες απειλές ήταν διαχειρίσιμες.
Δεύτερον, η Τουρκία οικονομικώς αναπτυσσόταν ραγδαία, και είχε τη μεγαλύτερη στρατιωτική ισχύ στη περιοχή.
Τρίτον, η Τουρκία ήταν περικυκλωμένη από αυξανόμενους σε αστάθεια γείτονες. Το Ιράκ και η Συρία ήταν αμφότερες ασταθείς χώρες. Το Ιράν ήταν αυξανόμενη δύναμη που διεκδικούσε κατηγορηματικά τα δικαιώματά της, και ένας πόλεμος μεταξύ Ιράν, και Ισραήλ-ΗΠΑ, παρέμεινε μια δυνατή πιθανότητα.
Η περιοχή του Καυκάσου ήταν ήσυχη, αλλά η επίθεση της Γεωργίας εναντίον της Οσετίας, και των νότιων επαρχιών της Ρωσίας το 2008, και η συνεχιζόμενη ένταση μεταξύ Αζερμπαϊζάν και Αρμενίας, ήταν ακόμη σημαντικοί παράγοντες.
Τα Βαλκάνια ήταν ήσυχα μετά το πόλεμο στο Κόσοβο, αλλά η περιοχή παρέμενε υπανάπτυκτη και ασταθής. Το περασμένο χρόνο η βόρειος Αφρική κατέστη ασταθής λόγω της Αραβικής Άνοιξης, και των εξωτερικών Σιωνιστικών Αμερικανικών και Ευρωπαϊκών επεμβάσεων, η Ρωσία έγινε πιο κατηγορηματική στο να διεκδικεί τα δικαιώματά της, και οι Σιωνιστικές ΗΠΑ άρχισαν να εμφανίζονται να τηρούν αποστάσεις και να γίνονται μη προβλέψιμες.
Τρία δεδομένα καθορίζουν τη στρατηγική της Τουρκίας.
Το πρώτο είναι η άνοδος σε στρατιωτική ισχύ.
Σε μια περιοχή αποσταθεροποιημένων δυνάμεων, η σχετική ισχύς της Τουρκίας ενδυναμώνεται, η οποία παρέχει στην Άγκυρα νέες προοπτικές.
Το δεύτερο είναι οι πιθανοί κίνδυνοι που προβάλλουν στα Τουρκικά συμφέροντα από πιθανή αποσταθεροποίηση, καθώς η Άγκυρα ψάχνει να βρεί τρόπους να χειριστεί πιθανή αστάθεια.
Το τρίτο είναι η πραγματικότητα ότι οι ΗΠΑ είναι σε διαδικασία επανακαθορισμού του ρόλου της στη περιοχή μετά το πόλεμο στο Ιράκ.
Η Τουρκία εμφανίζεται σαν μεγάλη δύναμη, πάντως διεθνή ιδρύματα (ThinkTanks), που μελετούν περιφερειακές υποθέσεις, δεν βλέπουν τη Τουρκία σαν μια μεγάλη δύναμη, και μια γεωγραφική περιοχή που δεν έχει προετοιμαστεί να βλέπει τη Τουρκία σαν ωφέλιμη σταθεροποιημένη δύναμη αμφιβάλλει.
Πολλά βήματα απαιτούνται για οποιαδήποτε δύναμη να εμφανίζεται σαν δεσπόζουσα περιφερειακή δύναμη. Η Τουρκία μόλις αρχίζει να λαμβάνει αυτά τα μέτρα. Προς το παρόν η Τουρκική στρατηγική είναι σε μεταβατικό στάδιο.
Η περίπτωση της Συρίας διδάσκει. Η Συρία είναι γείτονας της Τουρκίας, και αστάθεια στη Συρία, μπορεί να επιρρεάσει τη Τουρκία. Δεν υπάρχει διεθνής συμμαχική δύναμη προετοιμασμένη να λάβει μέτρα ώστε να σταθεροποιήσει τη Συρία, παρά μόνο ο ΟΗΕ, του οποίου οι αγαθές προθέσεις αμφισβητούνται.!!
Ως εκ τούτου η Άγκυρα ελίσσεται ανάλογα, και κάνει παιχνίδι σύμφωνα με τα συμφέροντά της.
OI KOYΡΔΟΙ :
Όταν μελετάμε τη Τουρκική περιφέρεια στο σύνολό της, βλέπουμε αυτή τη μεταβατική ασταθή εξωτερική πολιτική να εργάζεται, είτε στο Ιράκ, είτε στη Συρία, ή στο Καύκασο, ή έναντι της Ελλάδος, της Κύπρου, των Κούρδων, και της Αρμενίας εχθρικά. Πως τα καταφέρνει η Τουρκική εξωτερική πολιτική να διατηρεί εχθρικές σχέσεις με όλους τους γείτονές της, είναι απορίας άξιον.!!!
Οι Τούρκοι κατά τον ρούν της ιστορίας, προέβησαν σε εθνοκαθάρσεις και γενοκτονίες εις βάρος όλων των γειτόνων τους, ιδίως Ελλήνων και Αρμενίων.
Με το Ιράν η Τουρκία απλώς αποφεύγει να γίνει μέρος του προβλήματος του Σιωνιστικού Αμερικανικού συνασπισμού δυνάμεων (ΗΠΑ-Ισραήλ-Ε.Ε.) καθ’ ον χρόνον απλώς τηρεί αποστάσεις από την Ιρανική θέση.
Η Τουρκία δεν έχει δημιουργήσει μια περιφερειακή ισορροπία δυνάμεων που θα έπρεπε, σαν μια ολοκληρωμένη περιφερειακή δύναμη.
Μάλλον έχει δημιουργήσει μια Τουρκική ισορροπία δυνάμεων με την έννοια ότι η Τουρκική δύναμη ισορροπεί μεταξύ υποταγής και υποτέλειας στις ΗΠΑ, και θετικής εθνικής αυτονομίας. Αυτή η περίοδος ισορροπίας είναι προβλέψιμη για μια εμφανιζόμενη δύναμη. Η Τουρκία φανερά έχει δύο κύρια εσωτερικά θέματα να διαχειρισθεί καθώς κινείται μπροστά στο μέλλον. Λέγομεν «κινείται μπροστά» διότι κανένα έθνος δεν έλυσε όλα του τα εσωτερικά προβλήματα προτού αναλάβει ένα μεγαλύτερο διεθνή ρόλο.
Το πρώτο θέμα είναι η υπάρχουσα ένταση μεταξύ εθνικών πολιτισμικών και θρησκευτικών στοιχείων, (Ισλαμιστές- Κεμαλιστές) μέσα στη Τουρκική κοινωνία. Αυτά τα δύο στοιχεία είναι μια εσωτερική ένταση και ένα θέμα περιστασιακής εξωτερικής και εσωτερικής πολιτικής, ιδιαιτέρως σε θέματα εκφραζόμενα από τους ριζοσπάστες Ισλαμιστές, όπου κάθε σύμβολο Ισλαμικής Θρησκευτικότητας μπορεί να χτυπήσει συναγερμό σε άλλες γειτονικές Ισλαμικές δυνάμεις και να αλλάξει τη διαγωγή τους προς τη Τουρκία.
Το δεύτερο θέμα είναι το Κουρδικό πρόβλημα, όπως αυτό εκδηλώθηκε μέσα από το Κουρδικό πολιτικό κόμμα ΠΚΚ.-(PKK). Το Κουρδικό πρόβλημα του ΠΚΚ (PKK) είναι οπωσδήποτε μοναδικό.
Το Κουρδικό θέμα διασταυρώνεται με περιφερειακά θέματα. Παράδειγμα, η ερώτηση για το μέλλον του Ιράκ, συνεπάγεται την έκταση αυτονομίας που απολαμβάνει η Κουρδική περιφέρεια στο Ιράκ, ενώ στη Τουρκία η αυτονομία των Κούρδων είναι απαγορευμένη. Η αυτονομία των Κούρδων του Ιράκ, μπορεί να επιρρεάσει τους Κούρδους της Τουρκίας. Αλλά το μέγιστο πρόβλημα για τη Τουρκία είναι το γεγονός ότι όσο διαρκεί το Κουρδικό θέμα, οι ξένες δυνάμειςαντιτίθενται στην άνοδο και ανάπτυξη της Τουρκίας, και βλέπουν τους Κούρδους σαν μια Τουρκική αδυναμία. Η Τουρκία ήδη ανησυχεί για τις προσπάθειες της Συρίας και του Ιράν να περιορίσουν τη Τουρκία λόγω της Κουρδικής αγωνιστικότητας. Όσο γίνεται πιο ισχυρή η Τουρκία, τόσο πιο ανασφάλεια αισθάνονται οι γείτονές της, και αυτό πραγματικά αυξάνει την αδυναμία και τρωτότητα της Τουρκίας σε εξωτερικές παρεμβάσεις.
Ως εκ τούτου η Τουρκία πρέπει να χειριστεί καταλλήλως το Κουρδικό θέμα, παρέχοντας αυτονομία στους Κούρδους, αφού η περιφερειακή εξέγερση των Κούρδων και ο διαχωρισμός, υποκινείται από την επιθυμία των Κούρδων για την απόκτηση αυτονομίας και απόκτηση δικού τους κράτους.
Όμως υπάρχουν και οι εξωτερικές δυνάμεις εκείνες που συμπαθούν τους Κούρδους και τους βοηθούν στην απόκτηση ανεξαρτησίας και εθνικής τους ταυτότητας. Αυτό θα μπορούσε να υπονομεύσει την ισχύ της Τουρκίας, και να αντιστρέψει τη παρούσα τάση και ροπή να γίνει μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη. Υπάρχει μια παραδοξότητα η οποία είναι ότι όσο ένα κράτος γίνεται ισχυρό, τόσο τρωτό και ευπαθές μπορεί να γίνει. Το να βομβαρδίζει η Τουρκία τις εξεγερμένες περιοχές των Κούρδων, ουδέν ωφελεί, παρά μόνον η αγωνιστικότητα αυξάνει. Η επίλυση του Κουρδικού προβλήματος όπως επιδιώκει η διεθνής κοινότητα, θα οδηγήσει σε απώλεια Τουρκικών εδαφών στο Νότο, και στα βάθη της Μικράς Ασίας. Έτσι λοιπόν η Τουρκία ήταν σχεδόν ασφαλέστερη στη χρονική περίοδο μεταξύ 1991 & 2010, από ότι θα είναι όταν γίνει μεγάλη δύναμη. Η ιδέα της ασφάλειας μεταξύ κρατών σε μακρά διάρκεια είναι απατηλή. Δεν διαρκεί. Ακμή και παρακμή. Η παρούσα στρατηγική της Τουρκίας είναι να παρατείνει τη σημερινή κατάσταση όσο το δυνατόν περισσότερο. Αυτό σημαίνει να επιτρέπει γεγονότα γύρω από αυτό το Κουρδικό πρόβλημα να παίρνουν το δρόμο τους σε λογική προϋπόθεση με βάση ότι προς το παρόν το αποτέλεσμα αυτών των γεγονότων δεν απειλεί τη Τουρκία τόσο όσο μια Τουρκική παρέμβαση στη Κουρδική επικράτεια θα μπορούσε να προκαλέσει καταστροφή για τη Τουρκία, αφού θα αυξήσει την αγωνιστικότητα των Κούρδων. Η αστάθεια στο Κουρδικό νότο, η άνοδος μιας Ιρανικής σφαίρας επιρροής, ένα βάθεμα της Ρωσικής επιρροής στο Καύκασο, και η πιθανότητα ότι σε κάποιο σημείο οι Σιωνιστικές ΗΠΑ πιθανόν να αλλάξουν και πάλι τη πολιτική τους στη Μέση Ανατολή, και να προσπαθήσουν να σύρουν τη Τουρκία στη δική τους συμμαχία, πράγμα που μπορεί να συμβεί με τους εθνικιστές Κεμαλιστές, προβληματίζει αυτή τη χώρα, η οποία σήμερα κυβερνάται από τους Ισλαμιστές.
Όλα αυτά επιχειρηματολογούν και πείθουν ότι υπάρχει φόβος μια κατάσταση από προσωρινά μεταβατική να γίνει μόνιμη.
Η Τουρκία ενδιαφέρεται ακριβώς διότι ευρίσκεται στο μεταίχμιο της μετάβασης από αδύναμη χώρα, σε περιφερειακή υπερδύναμη, και οι Αμερικανοί τη χρειάζονται σαν προωθημένο μέτωπο κατά της Ρωσίας, αφού διαθέτει άφθονο ανθρώπινο δυναμικό προς θυσίαν και σφαγήν…
Μια μεταβατική δύναμη τηρεί την ισορροπία όταν ο κόσμος γύρω της ευρίσκεται σε χάος, και το έδαφος φεύγει κάτω από τα πόδια της.
Οι πιέσεις που ασκούνται σε μια κοινωνία, και σε μια κυβέρνηση είναι τεράστιες. Για τη Τουρκία θα πάρει λίγο χρόνο προτού η μετάβαση από μικρή δύναμη οδηγήσει σε σταθερή κατάσταση περιφερειακής υπερδύναμης.
Καταλήγοντας συμπερασματικά επισημαίνουμε.
Οι Τούρκοι με Ρωσία, Καύκασο, Βόσπορο, Ελλάδα-Αιγαίο, Κούρδους, Αρμενία, Συρία , Ιράκ, Ιράν, είναι εγκλωβισμένοι σε μια τραγελαφική κατάσταση, και εάν τολμήσουν να επιτεθούν σε ένα από αυτούς τους γειτονικούς λαούς, υπάρχει ισχυρή πιθανότης να πυροδοτήσουν εχθρικές διαθέσεις από όλους τους γείτονες, που κατά καιρούς αδίκησαν με δολοφονίες, εθνοκαθάρσεις, και γενοκτονίες.
ΟΙ ΤΟΥΡΚΙΚΕΣ ΕΝΟΠΛΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ:
Οι Στρατιωτικοί μπορεί να επανέλθουν ισχυροί στην εξουσία.
Ανάλυση για το μέλλον των Τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων παρουσίασε τοStratfor που θεωρείται από τα πλέον σοβαρά Αμερικανικά ThinkTanks.
Παρόλα αυτά η ανάλυση ξεκινά με ένα μάλλον περίεργο επιχείρημα, σύμφωνα με το οποίο η Τουρκία έχει καταφέρει, «η απειλή από την Ελλάδα να μειωθεί».
Αμέσως μετά από αυτό το «φάουλ», εκθειάζει τη στρατιωτική ισχύ της Άγκυρας. Αλλά και προειδοποιεί ότι η στρατιωτική εξουσία μπορεί να «επανέλθει, εάν αντέξει αυτή τη περίοδο αβεβαιότητας».
Οι αναλυτές του Stratfor αναφέρονται στον εκσυγχρονισμό και τις αναβαθμίσεις
των οπλικών συστημάτων της Τουρκίας, ο οποίος «της δίνει στρατιωτική ευελιξία για την επίτευξη πολιτικών στόχων». Παρόλα αυτά επισημαίνεται ότι η Άγκυρα στρατιωτικά δεν μπόρεσε να κάνει αισθητή τη παρουσία της, ούτε στη Συρία, ούτε στην Ανατολική Μεσόγειο, αφού δεν έχει ναυτική παράδοση, μη ξεχνάμε το περίφημο «Μάλτα Γιόκ».
Ούτε καν ενάντια στους Κούρδους. Αυτό αποδίδεται περισσότερο στην εξουσία Ερντογάν και λιγότερο στους στρατιωτικούς οι οποίοι όπως υποστηρίζει η ανάλυση «μπορεί η δική τους εξουσία να αναδυθεί ισχυρότερη απ’ ότι ήταν πριν». Η ανάλυση του Stratfor για τη Τουρκία αναφέρει μεταξύ άλλων:
Οι Τουρκικές Ε.Δ. είναι ισχυρές. Με 14 συμβατικά υποβρύχια και 17 φρεγάτες, ο Τουρκικός στόλος είναι ο πιο ισχυρός στόλος στη Μέση Ανατολή και Βόρεια Αφρική. Η Τουρκική πολεμική αεροπορία εκπαιδεύεται εντατικά με Αμερικανούς εκπαιδευτές και το ΝΑΤΟ, εκτελώντας εικονικές πολεμικές ασκήσεις (παραβιάσεις τις λένε), επάνω από το Αιγαίο, εις βάρος της Ελλάδος.
Η Τουρκία διαθέτει επίσης το δεύτερο μεγαλύτερο στρατό του ΝΑΤΟ, ο οποίος είναι εξοπλισμένος με σύγχρονα σχετικά άρματα μάχης, αυτοκινούμενα πυροβόλα και ελικόπτερα. Ενίσχυση όλων αυτών των δυνατοτήτων παρέχει η τουρκική πολεμική βιομηχανία. Παρά τις όποιες αποτυχίες, αυτή η βιομηχανία είναι σε φάση ανάπτυξης και παραγωγής συστημάτων συμπεριλαμβανομένων κορβετών και μη επανδρωμένων πολεμικών αεροπλάνων.
Το Τουρκικό Πολεμικό Ναυτικό μπορεί να είναι «ποσοτικά» το μεγαλύτερο της Ανατολικής Μεσογείου. Ποιοτικά απέχει ακόμη από το Ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Η σύγκριση δεν γίνεται μόνο με το πόσα πλοία διαθέτει ο καθένας, αλλά με τις τακτικές που έχει αναπτύξει.
Δεν χρειάζεται να αναφερθούμε στην ιστορία, αλλά το Τουρκικό Ναυτικό δεν έχει παράδοση ιστορικών αγόνων, και η δική μας Ελληνική εκπαίδευση και κατάρτιση πλοίων και στελεχών-πληρωμάτων, είναι ακόμη καλύτερη.
Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει να εγκαταλείψουμε το Στόλο στη τύχη του, όπως γίνεται τα τελευταία χρόνια με τους προδότες και δοσίλογους πολιτικούς μας.
Για τη Πολεμική Αεροπορία των Τούρκων, κανείς δεν αρνείται ότι έχει υπάρξει βελτίωση των χειριστών της η οποία όμως δεν νομίζουμε ότι οφείλεται μόνο στην εκπαίδευση από τους Αμερικανούς, οι οποίοι εκπαιδεύουν τους Τούρκους εναντίον Ελλήνων και Κούρδων, αλλά από τη καθημερινή εναέρια μάχη που γίνεται με Ελληνικά μαχητικά στο Αιγαίο.
Όσο για το Τουρκικό μεγαλύτερο στρατό;; Ποιος μπορεί να το αμφισβητήσει;; Ωστόσο, όπως το ίδιο το Stratfor σημειώνει, αυτός ο στρατός δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει το παρατεταμένο αγώνα που έχουν επιβάλει οι Κούρδοι αντάρτες.
Ακόμη το Stratfor επισημαίνει: Τη συστηματική προσπάθεια του Ερντογάν, «να εξαφανίσει την αυτονομία των ενόπλων δυνάμεων, και να τους θέσει υπό πολιτικό έλεγχο.» Τονίζει ότι οι συνεχείς δικαστικές διώξεις υψηλόβαθμων αξιωματικών έχει πλήξει το ηθικό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων.
Το Stratfor «εκθέτει» τον σημερινό αρχηγό των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, καθώς τον συμπεριλαμβάνει στους αξιωματικούς που προήχθησαν όχι με βάση την αξία τους, αλλά τη πίστη τους στο καθεστώς των Ισλαμιστών του Ερντογάν.
Προσθέτει ότι αν συνεχιστεί αυτή η τακτική, τότε «η συνοχή και αποτελεσματικότητα του τουρκικού στρατού θα πληγούν».
Το Stratfor καταλήγει λέγοντας, «ο Τουρκικός στρατός βρίσκεται σε ένα σταυροδρόμι, και η συνεχιζόμενη δικαστική διαμάχη θα καθορίσει αν ο στρατός θα γίνει ισχυρότερος ή ασθενέστερος. Όποιο και αν είναι το αποτέλεσμα, η πορεία του στρατού θα έχει διαμορφωθεί περισσότερο από τη πολιτική και όχι από τη δική του ανικανότητα.»
Αυτό το άρθρο αφιερώνεται στους «Έλληνες» δοσίλογους και εφιάλτες πολιτικούς του δικομματισμού που κατάστρεψαν την Ελλάδα, και όχι μόνο….
ΑΝΤΩΝΗΣ Ι. ΓΡΥΠΑΙΟΣ
Διεθνολόγος
Πηγές άρθρου:
1.- STRATFOR
2.- Blog: Ξυπνήστε Ρε!!!
3.- Blog: www.onalert.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου