Στις 29 Μαΐου 1453 γνώρισε τη «Δύση» της μια από τις μεγαλύτερες αυτοκρατορίες που ανέτειλαν ποτέ στο διεθνές στερέωμα, γνωστή ως Βυζάντιο. Η πόλις εάλω. Και δυστυχώς χάθηκε κατά ένα συνήθη για τα ελληνικά-ρωμέικα δεδομένα τρόπο, με προδοσία!
Όσο και αν πάλεψε η τιτάνια μορφή του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου, βρέθηκε ξανά κάποιος εφιάλτης να ανοίξει την Κερκόπορτα της δειλίας και της ντροπής, αν και το τέλος προδιαγραφόταν από την παρακμή των τελευταίων τριών αιώνων. Το απαράμιλλο θάρρος των ολιγάριθμων –τελικά– υπερασπιστών απέναντι στη συντονισμένη επίθεση εχθρού και προδοτών, δεν μπόρεσε μεν να αποτρέψει την άλωση, αλλά με το αίμα που είχαν χύσει έγραψαν ιστορία και έθρεψαν όλες τις επόμενες γενιές με το γλυκό κρασί του μύθου του Μαρμαρωμένου Βασιλιά. Σήμερα μετά πάροδο πέντε αιώνων και πλέον, η πατρίδα μας βουλιάζει
όλο και βαθύτερη σε μια απελπιστική σήψη στα πλοκάμια των νεότουρκων κατακτητών. Μόνο που τώρα –ακόμα και τώρα– έχει εξαλειφθεί σχεδόν κάθε ίχνος αντίστασης. Και οι ειλικρινείς μαχητές που αρνούνται να πορεύονται την πορεία εθνικού ολέθρου, ο οποίος έχει σχεδιαστεί από ημέτερους και ξένους υπηρέτες (και καιροσκόπους) της νεοθωμανικής βουλιμίας, μειώνονται ολοένα και περισσότερο, την ίδια ακριβώς στιγμή που οι ριψάσπιδες τείνουν να μας καταποντίσουν σε απύθμενα βάθη εθνικής συνειδησιακής ανυπαρξίας. Την ίδια ακριβώς στιγμή, που τα λάλα κύμβαλα των δυο επικίνδυνων πόλων της απαξιωμένης πολιτικής μας ζωής, διασύρουν την ιστορική και εθνική μας παράδοση. Και μας οδηγούν στη Νέα Άλωση.
Η 29η Μάη 1453, ως ημέρα πτώσεως μιας ένδοξης αυτοκρατορίας, υπήρξε ο φυσιολογικός καρπός αβελτηριών, τραγικών και εσκεμμένων λαθών ήδη από την εποχή του Ματζικέρτ (1071), κυρίως δε από το 1204, όταν η Πόλη είχεν υποκύψει στους Λατίνους. Ποια να είναι άραγε η αιτία;
«Το δε την Πόλιν σοι δούναι, ούτ’ εμόν εστί ούτ’ ουδενός ετέρου των εν αυτή οικούντων» μεν, αλλά όστις ετέρους δέδοικεν, δούλος ων λέληθεν (όποιος, δηλαδή, φοβήθηκε τον εχθρό, καταντά δούλος του!).
Σκολιές ατραπούς** μηχανευόμενος (όπως δυστυχώς σήμερα και ημείς).
 .
*O Α. Φρυδάς είναι πτυχιούχος Πολιτικών και Νομικών Σπουδών.