Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Τα κράτη μέλη του διεθνούς συστήματος έχουν ορισμένους στρατηγικούς στόχους, ανεξάρτητα αν αυτοί είναι μακροχρόνιοι ή βραχυπρόθεσμοι, έχουν συνοχή ή είναι αντιφατικοί. Με αυτό τον τρόπο, το εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον μίας χώρας δημιουργεί διάφορες απαιτήσεις και είναι η πηγή προκλήσεων και ευκαιριών για την πραγματοποίηση των στόχων και των επιδιώξεων του κράτους. Η στρατηγική της προσαρμογής, που επιλέγει ένα κράτος, αποτελεί την απόδειξη για το πως οι εθνικές δομές εξουσίας προσαρμόζονται στην αλληλεξάρτηση του εθνικού και διεθνούς συστήματος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη λειτουργούν ως προσαρμοζόμενες οντότητες που προσπαθούν με την εξωτερική τους πολιτική καθώς επίσης και με την πολιτική ασφάλειας που διαμορφώνουν να διατηρήσουν τις βασικές δομές τους, δηλαδή τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά τους χαρακτηριστικά σε αποδεκτά όρια.
Τα πιο πάνω συνιστούν την πεμπτουσία για την διαμόρφωση αυτού που στις στρατηγικές σπουδές ονομάζεται Υψηλή Στρατηγική (Grand Strategy). Με άλλα λόγια, η υψηλή στρατηγική θέτει...
ιεραρχημένους στόχους λαμβάνοντας υπόψη το διεθνές περιβάλλον και την επιθυμητή θέση μίας χώρας με σκοπό να κινητοποιήσει το ευρύτερο εθνικό δυναμικό και τους πόρους του κράτους προκειμένου να επιτύχει τρεις βασικούς στόχους, α) σταθερότητα, β) ευημερία και γ) ασφάλεια. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση της υψηλής στρατηγικής είναι η επισήμανση των αδυναμιών και των δυνατοτήτων σε εθνικό επίπεδο ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους κινδύνους και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες.
Το 1956, ο τότε πρωθυπουργός της Τουρκίας Ατνάν Μεντερές απεφάσισε να προσλάβει ως μόνιμο σύμβουλο του Τουρκικού Κράτους τον καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου και βουλευτή του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Νιχάτ Ερίμ, και να του αναθέσει τη σύνταξη ενός στρατηγικού σχεδίου επί του οποίου θα στηριχθούν οι μακροχρόνιες επιδιώξεις της Τουρκίας στο Κυπριακό Ζήτημα.
Ο Νιχάτ Ερίμ παρέδωσε στα τέλη του 1956 δύο εκθέσεις (24 Νοεμβρίου και 22 Δεκεμβρίου) στον πρωθυπουργό Μεντερές. Εκείνες οι εκθέσεις του Νιχάτ Ερίμ απετέλεσαν το βασικό στρατηγικό σχέδιο βάσει του οποίου υλοποιήθηκε η τουρκική πολιτική επί του κυπριακού.
Το σχέδιο εκείνο έγινε αποδεκτό από όλες ανεξάρτητα τις τουρκικές κυβερνήσεις, αφού άλλωστε ήταν κρατική πολιτική, οι οποίες το ακολούθησαν με αποτελεσματικότητα, συνοχή, ενεργητικότητα και σταθερή προσήλωση στους στρατηγικούς στόχους.
Οι βασικοί πυλώνες των εκθέσεων ήταν:
1. Οι Τουρκικές διεκδικήσεις επί της Κύπρου δεν θα πρέπει να στηρίζονται σε νομικά επιχειρήματα αλλά σε πολιτικούς λόγους. Όμως, προκειμένου να μη δημιουργείται πρόβλημα στις σχέσεις Βρετανίας – Τουρκίας – Ελλάδας, αν παραχωρηθεί αυτοδιοίκηση στο νησί, η καλύτερη λύση είναι η μέση λύση, δηλαδή αυτή της διχοτόμησης.
2. Θα πρέπει η Τουρκία να επιμένει διεθνώς ότι στην Κύπρο υπάρχουν δύο διαφορετικές κοινότητες, η κάθε μια από τις οποίες έχει το δικαίωμα της ξεχωριστής αυτοδιάθεσης. Το μέλλον των δύο ξεχωριστών λαών, είτε ανεξαρτησία είτε ένωση με την μητέρα-πατρίδα είτε συνέχιση της Βρετανικής κυριαρχίας, θα πρέπει να αποφασισθεί κατόπιν δημοψηφίσματος ξεχωριστά σε κάθε μια εκ των δύο.
3. Η αρχή της αυτοδιάθεσης θα πρέπει εφαρμοσθεί αφού πρώτα μετακινηθεί ο Ελληνικός πληθυσμός, έτσι ώστε να υπάγεται στη διοίκηση της αρεσκείας του. Τέτοια μετακίνηση δεν θα συνιστά αδικαιολόγητη ταλαιπωρία αλλά θα βοηθήσει να μην καταπατηθούν τα δικαιώματα της Τουρκικής κοινότητας που σήμερα είναι μειοψηφική, επιπλέον θα ικανοποιηθεί η ασφάλεια της Τουρκίας και θα αποφευχθεί μια μελλοντική ελληνοτουρκική κρίση.
4. Η Τουρκία θα πρέπει να προσδιορίσει την προσφορότερη γι’ αυτήν μορφή διχοτόμησης λαμβάνοντας υπ’ όψη τα οικονομικά και στρατιωτικά της συμφέροντα καθώς και τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων. Στην ασφάλεια της περιοχής που θα παραχωρηθεί στους Ρωμιούς της νήσου θα πρέπει να συμμετέχει αναγκαστικά και η Τουρκία γιατί το θέμα σχετίζεται με την ασφάλεια της καθώς και την πολιτική της στη Μέση Ανατολή. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητήσει το ίδιο δικαίωμα για την Τουρκική περιοχή διότι το νησί απέχει από την Τουρκία 45 ν.μ. ενώ από την Ελλάδα 600 ν.μ.
5. Θα πρέπει να επιδιωχθεί η ελεύθερη μετάβαση Τούρκων προς την Κύπρο. Αφού η Τουρκία λάβει τα μέτρα της, το σύνολο του Τουρκικού πληθυσμού μπορεί να αυξηθεί στον αριθμό που ανερχόταν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε μόνο δεν θα ανησυχεί για την έκβαση του δημοψηφίσματος που θα γίνει είτε για τον καθορισμό του συνόλου της νήσου είτε της διχοτόμησης.
Οι δύο εκθέσεις που συνετάχθησαν το 1956, καθόρισαν ευδιάκριτους βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους από τους οποίους δεν απέκλινε η Τουρκική εξωτερική πολιτική επί του Κυπριακού. Σε αυτό συνετέλεσαν όλες οι τουρκικές κυβερνήσεις των τελευταίων 55 ετών που δεν παρεξέκλιναν από τις βασικές αρχές , όπως επίσης και οι αντίστοιχες στρατιωτικές ηγεσίες που όποτε κλήθηκαν έδωσαν λύσεις χωρίς την όποια πολιτική παρέμβαση.
Ως συμπέρασμα, οι εκθέσεις αυτές παρότι συνετάχθησαν το 1956, εντούτοις 55 χρόνια μετά παραμένουν επίκαιρες αλλά και μείζονος στρατηγικής σημασίας έγγραφα, λόγω της συνέπειας και της σταθερότητας με την οποία οι Τουρκικές κυβερνήσεις της ακολούθησαν.
www.geopolitics-gr.blogspot.com
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Τα κράτη μέλη του διεθνούς συστήματος έχουν ορισμένους στρατηγικούς στόχους, ανεξάρτητα αν αυτοί είναι μακροχρόνιοι ή βραχυπρόθεσμοι, έχουν συνοχή ή είναι αντιφατικοί. Με αυτό τον τρόπο, το εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον μίας χώρας δημιουργεί διάφορες απαιτήσεις και είναι η πηγή προκλήσεων και ευκαιριών για την πραγματοποίηση των στόχων και των επιδιώξεων του κράτους. Η στρατηγική της προσαρμογής, που επιλέγει ένα κράτος, αποτελεί την απόδειξη για το πως οι εθνικές δομές εξουσίας προσαρμόζονται στην αλληλεξάρτηση του εθνικού και διεθνούς συστήματος. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, τα κράτη λειτουργούν ως προσαρμοζόμενες οντότητες που προσπαθούν με την εξωτερική τους πολιτική καθώς επίσης και με την πολιτική ασφάλειας που διαμορφώνουν να διατηρήσουν τις βασικές δομές τους, δηλαδή τα πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά τους χαρακτηριστικά σε αποδεκτά όρια.
Τα πιο πάνω συνιστούν την πεμπτουσία για την διαμόρφωση αυτού που στις στρατηγικές σπουδές ονομάζεται Υψηλή Στρατηγική (Grand Strategy). Με άλλα λόγια, η υψηλή στρατηγική θέτει...
ιεραρχημένους στόχους λαμβάνοντας υπόψη το διεθνές περιβάλλον και την επιθυμητή θέση μίας χώρας με σκοπό να κινητοποιήσει το ευρύτερο εθνικό δυναμικό και τους πόρους του κράτους προκειμένου να επιτύχει τρεις βασικούς στόχους, α) σταθερότητα, β) ευημερία και γ) ασφάλεια. Απαραίτητη προϋπόθεση για την υλοποίηση της υψηλής στρατηγικής είναι η επισήμανση των αδυναμιών και των δυνατοτήτων σε εθνικό επίπεδο ώστε να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τους κινδύνους και να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες.
Το 1956, ο τότε πρωθυπουργός της Τουρκίας Ατνάν Μεντερές απεφάσισε να προσλάβει ως μόνιμο σύμβουλο του Τουρκικού Κράτους τον καθηγητή του Συνταγματικού Δικαίου και βουλευτή του Λαϊκού Ρεπουμπλικανικού Κόμματος, Νιχάτ Ερίμ, και να του αναθέσει τη σύνταξη ενός στρατηγικού σχεδίου επί του οποίου θα στηριχθούν οι μακροχρόνιες επιδιώξεις της Τουρκίας στο Κυπριακό Ζήτημα.
Ο Νιχάτ Ερίμ παρέδωσε στα τέλη του 1956 δύο εκθέσεις (24 Νοεμβρίου και 22 Δεκεμβρίου) στον πρωθυπουργό Μεντερές. Εκείνες οι εκθέσεις του Νιχάτ Ερίμ απετέλεσαν το βασικό στρατηγικό σχέδιο βάσει του οποίου υλοποιήθηκε η τουρκική πολιτική επί του κυπριακού.
Το σχέδιο εκείνο έγινε αποδεκτό από όλες ανεξάρτητα τις τουρκικές κυβερνήσεις, αφού άλλωστε ήταν κρατική πολιτική, οι οποίες το ακολούθησαν με αποτελεσματικότητα, συνοχή, ενεργητικότητα και σταθερή προσήλωση στους στρατηγικούς στόχους.
Οι βασικοί πυλώνες των εκθέσεων ήταν:
1. Οι Τουρκικές διεκδικήσεις επί της Κύπρου δεν θα πρέπει να στηρίζονται σε νομικά επιχειρήματα αλλά σε πολιτικούς λόγους. Όμως, προκειμένου να μη δημιουργείται πρόβλημα στις σχέσεις Βρετανίας – Τουρκίας – Ελλάδας, αν παραχωρηθεί αυτοδιοίκηση στο νησί, η καλύτερη λύση είναι η μέση λύση, δηλαδή αυτή της διχοτόμησης.
2. Θα πρέπει η Τουρκία να επιμένει διεθνώς ότι στην Κύπρο υπάρχουν δύο διαφορετικές κοινότητες, η κάθε μια από τις οποίες έχει το δικαίωμα της ξεχωριστής αυτοδιάθεσης. Το μέλλον των δύο ξεχωριστών λαών, είτε ανεξαρτησία είτε ένωση με την μητέρα-πατρίδα είτε συνέχιση της Βρετανικής κυριαρχίας, θα πρέπει να αποφασισθεί κατόπιν δημοψηφίσματος ξεχωριστά σε κάθε μια εκ των δύο.
3. Η αρχή της αυτοδιάθεσης θα πρέπει εφαρμοσθεί αφού πρώτα μετακινηθεί ο Ελληνικός πληθυσμός, έτσι ώστε να υπάγεται στη διοίκηση της αρεσκείας του. Τέτοια μετακίνηση δεν θα συνιστά αδικαιολόγητη ταλαιπωρία αλλά θα βοηθήσει να μην καταπατηθούν τα δικαιώματα της Τουρκικής κοινότητας που σήμερα είναι μειοψηφική, επιπλέον θα ικανοποιηθεί η ασφάλεια της Τουρκίας και θα αποφευχθεί μια μελλοντική ελληνοτουρκική κρίση.
4. Η Τουρκία θα πρέπει να προσδιορίσει την προσφορότερη γι’ αυτήν μορφή διχοτόμησης λαμβάνοντας υπ’ όψη τα οικονομικά και στρατιωτικά της συμφέροντα καθώς και τα συμφέροντα των Τουρκοκυπρίων. Στην ασφάλεια της περιοχής που θα παραχωρηθεί στους Ρωμιούς της νήσου θα πρέπει να συμμετέχει αναγκαστικά και η Τουρκία γιατί το θέμα σχετίζεται με την ασφάλεια της καθώς και την πολιτική της στη Μέση Ανατολή. Η Ελλάδα δεν μπορεί να ζητήσει το ίδιο δικαίωμα για την Τουρκική περιοχή διότι το νησί απέχει από την Τουρκία 45 ν.μ. ενώ από την Ελλάδα 600 ν.μ.
5. Θα πρέπει να επιδιωχθεί η ελεύθερη μετάβαση Τούρκων προς την Κύπρο. Αφού η Τουρκία λάβει τα μέτρα της, το σύνολο του Τουρκικού πληθυσμού μπορεί να αυξηθεί στον αριθμό που ανερχόταν επί Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Τότε μόνο δεν θα ανησυχεί για την έκβαση του δημοψηφίσματος που θα γίνει είτε για τον καθορισμό του συνόλου της νήσου είτε της διχοτόμησης.
Οι δύο εκθέσεις που συνετάχθησαν το 1956, καθόρισαν ευδιάκριτους βραχυπρόθεσμους, μεσοπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους στρατηγικούς στόχους από τους οποίους δεν απέκλινε η Τουρκική εξωτερική πολιτική επί του Κυπριακού. Σε αυτό συνετέλεσαν όλες οι τουρκικές κυβερνήσεις των τελευταίων 55 ετών που δεν παρεξέκλιναν από τις βασικές αρχές , όπως επίσης και οι αντίστοιχες στρατιωτικές ηγεσίες που όποτε κλήθηκαν έδωσαν λύσεις χωρίς την όποια πολιτική παρέμβαση.
Ως συμπέρασμα, οι εκθέσεις αυτές παρότι συνετάχθησαν το 1956, εντούτοις 55 χρόνια μετά παραμένουν επίκαιρες αλλά και μείζονος στρατηγικής σημασίας έγγραφα, λόγω της συνέπειας και της σταθερότητας με την οποία οι Τουρκικές κυβερνήσεις της ακολούθησαν.
www.geopolitics-gr.blogspot.com
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου