ΗΛΙΑ ΜΑΚΟΥ
«Μάθε τέχνη και ασ’ την και αν πεινάσεις πιάσ’ την» λέει ο θυμόσοφος λαός. Ένα ρητό που βρίσκει πλήρη εφαρμογή στις ημέρες μας, όπου όλο και περισσότεροι νέοι Ηπειρώτες, απογοητευμένοι από την δραστική μείωση του βιοτικού επιπέδου και από τις συνεχείς και προς το χειρότερο αλλαγές, αποφασίζουν να στραφούν σε πατροπαράδοτα επαγγέλματα.
Άξιος εκπρόσωπος της νέας γενιάς, που και στην Ήπειρο επιθυμεί και έχει κάνει την… στροφή στις παραδοσιακές τέχνες είναι ο 16χρονος Τριαντάφυλλος Δάλλας, ο οποίος κοντά στον πατέρα του, Τιμολέοντα, μαθαίνει την τέχνη του βαρελά, στη Χρυσοβίτσα! Η κατασκευή τυροβάρελων και κρασοβάρελων είναι μια τέχνη ενός και παραπάνω αιώνα...
και μέχρι πριν λίγα χρόνια γνώριζε την παρακμή. Βέβαια με την κρίση να μεγαλώνει και την ανεργία να αυξάνεται με ραγδαίους ρυθμούς, όλο και περισσότεροι είναι αυτοί που σκέφτονται, όχι μόνο να ξαναπιάσουν την τέχνη, αλλά και να την αναβαθμίσουν.Άξιος εκπρόσωπος της νέας γενιάς, που και στην Ήπειρο επιθυμεί και έχει κάνει την… στροφή στις παραδοσιακές τέχνες είναι ο 16χρονος Τριαντάφυλλος Δάλλας, ο οποίος κοντά στον πατέρα του, Τιμολέοντα, μαθαίνει την τέχνη του βαρελά, στη Χρυσοβίτσα! Η κατασκευή τυροβάρελων και κρασοβάρελων είναι μια τέχνη ενός και παραπάνω αιώνα...
Έτσι και ο 16χρονος Τριαντάφυλλος, μαζί με τον πατέρα του ταξίδεψαν για εκπαίδευση στην Γαλλική πόλη Μπορντό (γνωστή για το καλό κρασί της). Εκεί, δίπλα στους βαρελοποιούς του Μπορντό, διαπίστωσαν ότι δεν τους λείπει η τέχνη, αλλά ο μηχανολογικός εξοπλισμός, για να μπορέσουν να αναβαθμίσουν τη δουλειά τους. Δυστυχώς, όπως αντιλήφθηκαν, η έλλειψη του κατάλληλου εξοπλισμού είναι αυτό που λείπει από τις περισσότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις, που ασχολούνται με παραδοσιακές τέχνες στην Ήπειρο.
«Μου αρέσει…»
Παρά τις δυσκολίες που κάθε τέχνη και επάγγελμα έχει και παρά το γεγονός, ότι ο 16χρονος Τριαντάφυλλος συνδυάζει δουλειά και σχολείο, όπως αναφέρει, θέλει να συνεχίσει το επάγγελμα, καθώς του αρέσει πολύ. «Μαθαίνω δίπλα στον πατέρα μου. Η διαδικασία, όμως, δεν είναι απλή» αναφέρει και αναλύει τον τρόπο κατασκευής ενός βαρελιού.
«Από την χρήση εξαρτάται και η επεξεργασία του ξύλου: Στα τυροβάρελα, για παράδειγμα, είναι απαραίτητη η οξιά, η οποία δεν βγάζει χρώμα και δεν έχει δικό της άρωμα για να αλλοιώνει την γεύση της φέτας. Στα κρασοβάρελα χρειάζεται η δρυς και μάλιστα η λευκή, που είναι πολύ ανθεκτική. Κόβονται οι δούγες, οι σανίδες, ακολουθώντας τα νερά του κορμού και στη συνέχεια, μένουν στον ήλιο και στη βροχή, ανάλογα με την περίπτωση, από 6 μήνες (οξιά) μέχρι και 2 χρόνια (δρυς) για να φύγουν οι πικρές τανίνες. Ακολουθεί καλό χτύπημα, ώστε οι δούγες να είναι πλατύτερες στη μέση και στενότερες στην άκρη, στη συνέχεια γίνεται καλούπωμα με ένα πρόχειρο στεφάνι και μετά βούτηγμα σε μεγάλα καζάνια με ζεστό νερό, για να μαλακώσει το ξύλο. Αυτή είναι και η πιο δύσκολη φάση, αφού καίγονται τα χέρια από τη φωτιά» αναφέρει ο 16χρονος βαρελοποιός.
Η μελέτη…
Να σημειωθεί, ότι πρόσφατα η βιοτεχνία του Τιμολέοντα και του Τριαντάφυλλου Δάλλα, μαζί με το Εργαστήρι Χημείας Τροφίμων του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και το Ινστιτούτο Γάλακτος, παρουσίασαν μια μελέτη που αποδεικνύει, ότι η βαρελίσια φέτα είναι κατά πολύ ανώτερη ποιοτικά και γευστικά από τη φέτα που διατηρείται σε τενεκέ.
Όλα τα παραπάνω δείχνουν, ότι η αγάπη των νέων μας για τις παραδοσιακές τέχνες και τα επαγγέλματα, όχι μόνο δεν σβήνει, αλλά αντιθέτως μεγαλώνει, όσο η κρίση«χτυπά» την κοινωνία. Ιδίως όταν υπάρχει όρεξη για δουλειά, τότε παραδοσιακές τέχνες που ανθούσαν στο παρελθόν στην Ήπειρο μπορούν, όχι μόνο να επιβιώσουν, αλλά και να αναπτυχθούν ακόμη περισσότερο, κάτι που δημιουργεί ελπίδες, ότι η τοπική οικονομία μπορεί ακόμη να ελπίζει σε ανάκαμψη.
πηγή [εφ. Πρωϊνός Λόγος]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου