Ως τώρα ξέραμε ότι ελληνικά αυτοκίνητα επισκέπτονταν τη Βουλγαρία για να φουλάρουν με φτηνή βενζίνη. Τώρα μαθαίνουμε ότι κυκλοφορούν και με βουλγαρικές πινακίδες
Ηταν στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο κόσμος άλλαζε με γρήγορους ρυθμούς. Τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στη βαλκανική περιοχή κατέρρεαν. Οι πρώτοι οικονομικοί μετανάστες έκαναν την εμφάνισή τους στην ελληνική ύπαιθρο και στις πόλεις. Οι εργοδοτικοί φορείς κατέγραφαν σε εσωτερικές εγκυκλίους τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσέφεραν οι χρεοκοπημένες χώρες. Και τότε άρχισαν «καραβιές» (σχήμα λόγου, πήγαιναν με πούλμαν και με πτήσεις τσάρτερ) επίδοξων επενδυτών να αναζητούν «χρυσό» στα «Ελντοράντο» της περιοχής. Απελπισμένοι αλλά ριψοκίνδυνοι...
μικρομεσαίοι γέμιζαν κάθε εβδομάδα τα ξενοδοχεία της Σόφιας. Πολλοί από αυτούς «έσπασαν τα μούτρα τους», ώσπου μπήκαν στο παιχνίδι - δεν άργησαν - οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Τότε λοιπόν άρχισε από ορισμένους κύκλους να οικοδομείται η αντίληψη για τη δημιουργία της περίφημης «ζώνης της δραχμής». Ηταν η εποχή που η περιοχή των Βαλκανίων είχε αρχίσει να μοιράζεται στις ζώνες ορισμένων ισχυρών εθνικών νομισμάτων (μάρκου και δολαρίου).
Αγαπημένος προορισμός
Από τότε βεβαίως πέρασαν πολλά χρόνια. Η δραχμή έδωσε τη θέση της στο ευρώ και η Βουλγαρία έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Βόρεια Ελλάδα - είναι γεγονός - στη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών απέκτησε ακόμη πιο στενές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες. Και όταν τον Σεπτέμβριο του 2008 ξέσπασε η οικονομική κρίση και η Ελλάδα βρέθηκε στη δίνη μιας πρωτοφανούς οικονομικής καταστροφής, οι αγορές από την άλλη πλευρά των συνόρων έγιναν ο αγαπημένος τόπος προορισμού χιλιάδων ελλήνων καταναλωτών γιατί η αγορά είναι φθηνότερη. Αλλά και πάλι τη «μερίδα του λέοντος» διεκδικεί η Βουλγαρία. Το λέβα έχει γίνει το «αναγκαίο» νόμισμα σε αρκετούς νομούς της Μακεδονίας και της Θράκης. Και στη θέση του φιλόδοξου «δόγματος» για τη «ζώνη της δραχμής» - το οποίο ενταφιάστηκε πριν από αρκετά χρόνια - έχει αναδυθεί εν τοις πράγμασιν η «ζώνη του λέβα», η οποία απειλεί να απορροφήσει όποια οικονομική ικμάδα έχει απομείνει στη Βόρεια Ελλάδα. Ισχυρός μοχλός αποδείχθηκε τα τελευταία χρόνια η ογκούμενη χρόνο με τον χρόνο φορολογική αφαίμαξη των πολιτών - κυρίως η μεγάλη αύξηση της έμμεσης φορολογίας (ΦΠΑ, ειδικός φόρος κατανάλωσης κτλ.).
Φορολογική επιβάρυνση 10%
Στην άλλη πλευρά των συνόρων τα πράγματα είναι απλά και σαφή - κυρίως τα φορολογικά. Η Βουλγαρία διαθέτει φορολογική επιβάρυνση μόλις 10%, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις είτε πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, και ο μοναδικός συντελεστής ΦΠΑ είναι 20%. Και φυσικά παραμένει μια χώρα χαμηλού εργατικού κόστους. Ο μέσος μισθός είναι 200-300 ευρώ μηνιαίως (δηλαδή 400-600 λέβα) και οι τιμές των προϊόντων είναι αντίστοιχες. Η ελεύθερη διακίνηση προϊόντων και υπηρεσιών ορίζεται από τη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από εκεί και πέρα τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους.
Πριν από λίγες εβδομάδες στέλεχος μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας κάνοντας την ετήσια περιοδεία του στη Θράκη διαπίστωσε στους δρόμους μεγάλο αριθμό αυτοκινήτων με βουλγαρικές πινακίδες. Εκπληκτος ρώτησε τους συνεργάτες τι συμβαίνει. Και του απάντησαν ότι πολλοί έλληνες πολίτες πλέον στην περιοχή κυκλοφορούν τα αυτοκίνητά τους με βουλγαρικές πινακίδες (έχουν καταθέσει στην Εφορία τις ελληνικές). Κάτι που φυσικά τους συμφέρει. Κατ' αρχάς γλιτώνουν την αξιολόγηση του αυτοκινήτου ως τεκμηρίου φορολόγησής τους• δεύτερον, πληρώνουν πολύ χαμηλότερα τέλη κυκλοφορίας στο βουλγαρικό Δημόσιο• και, τρίτον, έχουν φθηνότερη ασφαλιστική κάλυψη, αφού η ασφάλιση γίνεται από ασφαλιστική εταιρεία που έχει έδρα στη Βουλγαρία. Επίσης αρκετοί ενσωματώνουν στα αυτοκίνητά τους το υγραέριο ως καύσιμη ύλη, το οποίο κοστίζει ως 0,60 ευρώ το λίτρο στη Βουλγαρία. Ταξιδεύουν στη γειτονική χώρα και «φουλάρουν» τα δύο ντεπόζιτα με βενζίνη, που έχει μόλις 1 ευρώ, και υγραέριο, καλύπτοντας έτσι τις μηνιαίες ανάγκες τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα η βενζίνη που πωλείται πλησιάζει τα 2 ευρώ το λίτρο, ενώ η τιμή του υγραερίου κυμαίνεται από 0,89 ως 0,92 ευρώ το λίτρο.
Εκπτωτικά φυλλάδια γραμμένα στα ελληνικά
Απλοί καταναλωτές αλλά και οι επαγγελματίες δεν χάνουν τις προσφορές των βουλγαρικών σουπερμάρκετ
Το Σβίλεγκραντ είναι μια μικρή κωμόπολη της Νοτιοανατολικής Βουλγαρίας στα σύνορα με την Ελλάδα - βρίσκεται περίπου στο ύψος του Ορμενίου - και έχει πληθυσμό 6.000-7.000 κατοίκους. Στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων τείνει να αναδειχθεί εμπορικό κέντρο της περιοχής. Ηδη λειτουργούν δύο σουπερμάρκετ - Billa και Penny, πρόκειται για αλυσίδες γερμανικών συμφερόντων -, εκτός βέβαια από τα απαραίτητα τουριστικά «αξεσουάρ» όπως είναι τα... καζίνα.
Ολη η περιοχή από την ελληνική πλευρά των συνόρων ψωνίζει στο Σβίλεγκραντ. Μάλιστα τα εκπτωτικά φυλλάδια που εκδίδουν τα βουλγαρικά σουπερμάρκετ στην ελληνική γλώσσα διανέμονται ως και την Αλεξανδρούπολη. Επισκέπτες όμως δεν είναι μόνο οι απλοί καταναλωτές αλλά και οι επαγγελματίες. Αρκετοί επαγγελματίες πηγαίνουν, ψωνίζουν τις προσφορές των φυλλαδίων και τις τοποθετούν στα καταστήματά τους στην ελληνική πλευρά. Πρόσφατη διάσταση της οικονομικής αποδυνάμωσης της περιοχής της Βόρειας Ελλάδας και κυρίως της Θράκης αποτελεί το γεγονός ότι πλέον στον Νομό Εβρου ανοίγουν καταστήματα (μπακάλικα) με βουλγαρικά προϊόντα - τρία τέτοια καταστήματα λειτουργούν ήδη στην Αλεξανδρούπολη αλλά και σε χωριά του νομού.
Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Β. Κορκίδης, πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), επεσήμανε ότι «τα επίχειρα της ύφεσης εκδηλώνονται και στα σύνορα της πατρίδας μας. Με μεγάλη μας λύπη παρακολουθούμε συμπολίτες μας να κατευθύνονται σε καταστήματα γειτονικών χωρών για να καλύψουν τις βιοτικές τους ανάγκες. Ως εκπρόσωποι του ελληνικού εμπορίου θεωρούμε ότι αυτή η ιδιότυπη καταναλωτική μετανάστευση, πέραν του ότι προσθέτει επιπλέον προβλήματα στην ήδη χειμαζόμενη ελληνική αγορά, δείχνει και το αδιέξοδο της ως τώρα ακολουθούμενης πολιτικής». Και σημειώνει τη διαμόρφωση «έξυπνων φορολογικών κινήτρων στις συγκεκριμένες περιοχές ώστε να ενισχυθούν οι ελληνικές αγορές εντός των συνόρων μας».
Παράλληλα γνωρίζουν εντυπωσιακή ανάπτυξη οι λεγόμενες «παράλληλες εισαγωγές», δηλαδή οι εισαγωγές προϊόντων που δεν γίνονται μέσω της επίσημης οδού. Στη διάρκεια του 2010, όταν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στα αλκοολούχα ποτά είχε αυξηθεί σημαντικά, στέλεχος μεγάλης εισαγωγικής εταιρείας του κλάδου διαπίστωσε ότι, ενώ οι εξαγωγές του προς τη Βουλγαρία αυξάνονταν σημαντικά, την ίδια περίοδο οι πωλήσεις του στη Βόρεια Ελλάδα κατρακυλούσαν. Ερευνώντας το θέμα διαπίστωσε ότι σημαντικό μέρος των εξαγωγών του προς τη γειτονική χώρα εισαγόταν στην Ελλάδα από χονδρεμπόρους και φυσικά οι απώλειες φορολογικών εσόδων ήταν σημαντικές. Τα αλκοολούχα ποτά είναι μία περίπτωση, το ίδιο συμβαίνει με δεκάδες καταναλωτικά προϊόντα, με μία όμως διαφορά: η ποιότητα αρκετών προϊόντων είναι υποδεέστερη αυτής που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά, έστω και αν πρόκειται για τις ίδιες μάρκες. Αλλά στις σημερινές οικονομικές συνθήκες πολλοί καταναλωτές ελάχιστα ενδιαφέρονται γι' αυτό το θέμα.
Μετανάστευση
Πολλές βιοτεχνίες σε αρκετούς νομούς έχουν «μεταναστεύσει» και συνεχίζουν ακόμη και σήμερα, διατηρώντας παράλληλα την εγχώρια δραστηριότητά τους. Και κερδίζουν. Πώς; Οπως λένε άνθρωποι που γνωρίζουν τα όσα συμβαίνουν στην περιοχή, ένας βιοτέχνης εισάγει από την Ελλάδα π.χ. στη Βουλγαρία ή στην πΓΔΜ υποτιμολογημένες τις πρώτες ύλες που χρειάζεται και παράλληλα εξάγει προς την Ελλάδα, δηλαδή πουλά στην εγχώρια εταιρεία του σε υψηλές τιμές. Και αυτός εισπράττει τα χρήματα στη γειτονική χώρα, όπου η φορολογία είναι χαμηλή, και βεβαίως τα καταθέτει σε μια ελληνική τράπεζα εισπράττοντας τόκο 6%.
Μιλώντας στο «Βήμα» ο γενικός γραμματέας της ΕΣΕΕ κ. Γ. Καρανίκας αναφέρει ότι «η Μπίτολα, η οποία βρίσκεται μόλις 10 χιλιόμετρα από τα ελληνικά σύνορα, έχει αρχίσει να αποτελεί μαγνήτη για την υφαντουργία». Και όπως αναφέρει μόνο τα τελευταία δύο χρόνια περίπου 2.500 ελληνικές εταιρείες έχουν μεταφέρει τη δραστηριότητά τους στη Βουλγαρία.
Δημήτρης Χαροντάκης
πηγή
Ηταν στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Ο κόσμος άλλαζε με γρήγορους ρυθμούς. Τα καθεστώτα του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στη βαλκανική περιοχή κατέρρεαν. Οι πρώτοι οικονομικοί μετανάστες έκαναν την εμφάνισή τους στην ελληνική ύπαιθρο και στις πόλεις. Οι εργοδοτικοί φορείς κατέγραφαν σε εσωτερικές εγκυκλίους τις επενδυτικές ευκαιρίες που προσέφεραν οι χρεοκοπημένες χώρες. Και τότε άρχισαν «καραβιές» (σχήμα λόγου, πήγαιναν με πούλμαν και με πτήσεις τσάρτερ) επίδοξων επενδυτών να αναζητούν «χρυσό» στα «Ελντοράντο» της περιοχής. Απελπισμένοι αλλά ριψοκίνδυνοι...
μικρομεσαίοι γέμιζαν κάθε εβδομάδα τα ξενοδοχεία της Σόφιας. Πολλοί από αυτούς «έσπασαν τα μούτρα τους», ώσπου μπήκαν στο παιχνίδι - δεν άργησαν - οι μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις. Τότε λοιπόν άρχισε από ορισμένους κύκλους να οικοδομείται η αντίληψη για τη δημιουργία της περίφημης «ζώνης της δραχμής». Ηταν η εποχή που η περιοχή των Βαλκανίων είχε αρχίσει να μοιράζεται στις ζώνες ορισμένων ισχυρών εθνικών νομισμάτων (μάρκου και δολαρίου).
Αγαπημένος προορισμός
Από τότε βεβαίως πέρασαν πολλά χρόνια. Η δραχμή έδωσε τη θέση της στο ευρώ και η Βουλγαρία έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η Βόρεια Ελλάδα - είναι γεγονός - στη διάρκεια των τελευταίων δύο δεκαετιών απέκτησε ακόμη πιο στενές σχέσεις με τις γειτονικές χώρες. Και όταν τον Σεπτέμβριο του 2008 ξέσπασε η οικονομική κρίση και η Ελλάδα βρέθηκε στη δίνη μιας πρωτοφανούς οικονομικής καταστροφής, οι αγορές από την άλλη πλευρά των συνόρων έγιναν ο αγαπημένος τόπος προορισμού χιλιάδων ελλήνων καταναλωτών γιατί η αγορά είναι φθηνότερη. Αλλά και πάλι τη «μερίδα του λέοντος» διεκδικεί η Βουλγαρία. Το λέβα έχει γίνει το «αναγκαίο» νόμισμα σε αρκετούς νομούς της Μακεδονίας και της Θράκης. Και στη θέση του φιλόδοξου «δόγματος» για τη «ζώνη της δραχμής» - το οποίο ενταφιάστηκε πριν από αρκετά χρόνια - έχει αναδυθεί εν τοις πράγμασιν η «ζώνη του λέβα», η οποία απειλεί να απορροφήσει όποια οικονομική ικμάδα έχει απομείνει στη Βόρεια Ελλάδα. Ισχυρός μοχλός αποδείχθηκε τα τελευταία χρόνια η ογκούμενη χρόνο με τον χρόνο φορολογική αφαίμαξη των πολιτών - κυρίως η μεγάλη αύξηση της έμμεσης φορολογίας (ΦΠΑ, ειδικός φόρος κατανάλωσης κτλ.).
Φορολογική επιβάρυνση 10%
Στην άλλη πλευρά των συνόρων τα πράγματα είναι απλά και σαφή - κυρίως τα φορολογικά. Η Βουλγαρία διαθέτει φορολογική επιβάρυνση μόλις 10%, είτε πρόκειται για επιχειρήσεις είτε πρόκειται για φυσικά πρόσωπα, και ο μοναδικός συντελεστής ΦΠΑ είναι 20%. Και φυσικά παραμένει μια χώρα χαμηλού εργατικού κόστους. Ο μέσος μισθός είναι 200-300 ευρώ μηνιαίως (δηλαδή 400-600 λέβα) και οι τιμές των προϊόντων είναι αντίστοιχες. Η ελεύθερη διακίνηση προϊόντων και υπηρεσιών ορίζεται από τη συνθήκη της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Από εκεί και πέρα τα πράγματα έχουν πάρει τον δρόμο τους.
Πριν από λίγες εβδομάδες στέλεχος μεγάλης ασφαλιστικής εταιρείας κάνοντας την ετήσια περιοδεία του στη Θράκη διαπίστωσε στους δρόμους μεγάλο αριθμό αυτοκινήτων με βουλγαρικές πινακίδες. Εκπληκτος ρώτησε τους συνεργάτες τι συμβαίνει. Και του απάντησαν ότι πολλοί έλληνες πολίτες πλέον στην περιοχή κυκλοφορούν τα αυτοκίνητά τους με βουλγαρικές πινακίδες (έχουν καταθέσει στην Εφορία τις ελληνικές). Κάτι που φυσικά τους συμφέρει. Κατ' αρχάς γλιτώνουν την αξιολόγηση του αυτοκινήτου ως τεκμηρίου φορολόγησής τους• δεύτερον, πληρώνουν πολύ χαμηλότερα τέλη κυκλοφορίας στο βουλγαρικό Δημόσιο• και, τρίτον, έχουν φθηνότερη ασφαλιστική κάλυψη, αφού η ασφάλιση γίνεται από ασφαλιστική εταιρεία που έχει έδρα στη Βουλγαρία. Επίσης αρκετοί ενσωματώνουν στα αυτοκίνητά τους το υγραέριο ως καύσιμη ύλη, το οποίο κοστίζει ως 0,60 ευρώ το λίτρο στη Βουλγαρία. Ταξιδεύουν στη γειτονική χώρα και «φουλάρουν» τα δύο ντεπόζιτα με βενζίνη, που έχει μόλις 1 ευρώ, και υγραέριο, καλύπτοντας έτσι τις μηνιαίες ανάγκες τους. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην Ελλάδα η βενζίνη που πωλείται πλησιάζει τα 2 ευρώ το λίτρο, ενώ η τιμή του υγραερίου κυμαίνεται από 0,89 ως 0,92 ευρώ το λίτρο.
Εκπτωτικά φυλλάδια γραμμένα στα ελληνικά
Απλοί καταναλωτές αλλά και οι επαγγελματίες δεν χάνουν τις προσφορές των βουλγαρικών σουπερμάρκετ
Το Σβίλεγκραντ είναι μια μικρή κωμόπολη της Νοτιοανατολικής Βουλγαρίας στα σύνορα με την Ελλάδα - βρίσκεται περίπου στο ύψος του Ορμενίου - και έχει πληθυσμό 6.000-7.000 κατοίκους. Στη διάρκεια των τελευταίων χρόνων τείνει να αναδειχθεί εμπορικό κέντρο της περιοχής. Ηδη λειτουργούν δύο σουπερμάρκετ - Billa και Penny, πρόκειται για αλυσίδες γερμανικών συμφερόντων -, εκτός βέβαια από τα απαραίτητα τουριστικά «αξεσουάρ» όπως είναι τα... καζίνα.
Ολη η περιοχή από την ελληνική πλευρά των συνόρων ψωνίζει στο Σβίλεγκραντ. Μάλιστα τα εκπτωτικά φυλλάδια που εκδίδουν τα βουλγαρικά σουπερμάρκετ στην ελληνική γλώσσα διανέμονται ως και την Αλεξανδρούπολη. Επισκέπτες όμως δεν είναι μόνο οι απλοί καταναλωτές αλλά και οι επαγγελματίες. Αρκετοί επαγγελματίες πηγαίνουν, ψωνίζουν τις προσφορές των φυλλαδίων και τις τοποθετούν στα καταστήματά τους στην ελληνική πλευρά. Πρόσφατη διάσταση της οικονομικής αποδυνάμωσης της περιοχής της Βόρειας Ελλάδας και κυρίως της Θράκης αποτελεί το γεγονός ότι πλέον στον Νομό Εβρου ανοίγουν καταστήματα (μπακάλικα) με βουλγαρικά προϊόντα - τρία τέτοια καταστήματα λειτουργούν ήδη στην Αλεξανδρούπολη αλλά και σε χωριά του νομού.
Μιλώντας προς «Το Βήμα» ο κ. Β. Κορκίδης, πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), επεσήμανε ότι «τα επίχειρα της ύφεσης εκδηλώνονται και στα σύνορα της πατρίδας μας. Με μεγάλη μας λύπη παρακολουθούμε συμπολίτες μας να κατευθύνονται σε καταστήματα γειτονικών χωρών για να καλύψουν τις βιοτικές τους ανάγκες. Ως εκπρόσωποι του ελληνικού εμπορίου θεωρούμε ότι αυτή η ιδιότυπη καταναλωτική μετανάστευση, πέραν του ότι προσθέτει επιπλέον προβλήματα στην ήδη χειμαζόμενη ελληνική αγορά, δείχνει και το αδιέξοδο της ως τώρα ακολουθούμενης πολιτικής». Και σημειώνει τη διαμόρφωση «έξυπνων φορολογικών κινήτρων στις συγκεκριμένες περιοχές ώστε να ενισχυθούν οι ελληνικές αγορές εντός των συνόρων μας».
Παράλληλα γνωρίζουν εντυπωσιακή ανάπτυξη οι λεγόμενες «παράλληλες εισαγωγές», δηλαδή οι εισαγωγές προϊόντων που δεν γίνονται μέσω της επίσημης οδού. Στη διάρκεια του 2010, όταν ο ειδικός φόρος κατανάλωσης στα αλκοολούχα ποτά είχε αυξηθεί σημαντικά, στέλεχος μεγάλης εισαγωγικής εταιρείας του κλάδου διαπίστωσε ότι, ενώ οι εξαγωγές του προς τη Βουλγαρία αυξάνονταν σημαντικά, την ίδια περίοδο οι πωλήσεις του στη Βόρεια Ελλάδα κατρακυλούσαν. Ερευνώντας το θέμα διαπίστωσε ότι σημαντικό μέρος των εξαγωγών του προς τη γειτονική χώρα εισαγόταν στην Ελλάδα από χονδρεμπόρους και φυσικά οι απώλειες φορολογικών εσόδων ήταν σημαντικές. Τα αλκοολούχα ποτά είναι μία περίπτωση, το ίδιο συμβαίνει με δεκάδες καταναλωτικά προϊόντα, με μία όμως διαφορά: η ποιότητα αρκετών προϊόντων είναι υποδεέστερη αυτής που κυκλοφορεί στην ελληνική αγορά, έστω και αν πρόκειται για τις ίδιες μάρκες. Αλλά στις σημερινές οικονομικές συνθήκες πολλοί καταναλωτές ελάχιστα ενδιαφέρονται γι' αυτό το θέμα.
Μετανάστευση
Πολλές βιοτεχνίες σε αρκετούς νομούς έχουν «μεταναστεύσει» και συνεχίζουν ακόμη και σήμερα, διατηρώντας παράλληλα την εγχώρια δραστηριότητά τους. Και κερδίζουν. Πώς; Οπως λένε άνθρωποι που γνωρίζουν τα όσα συμβαίνουν στην περιοχή, ένας βιοτέχνης εισάγει από την Ελλάδα π.χ. στη Βουλγαρία ή στην πΓΔΜ υποτιμολογημένες τις πρώτες ύλες που χρειάζεται και παράλληλα εξάγει προς την Ελλάδα, δηλαδή πουλά στην εγχώρια εταιρεία του σε υψηλές τιμές. Και αυτός εισπράττει τα χρήματα στη γειτονική χώρα, όπου η φορολογία είναι χαμηλή, και βεβαίως τα καταθέτει σε μια ελληνική τράπεζα εισπράττοντας τόκο 6%.
Μιλώντας στο «Βήμα» ο γενικός γραμματέας της ΕΣΕΕ κ. Γ. Καρανίκας αναφέρει ότι «η Μπίτολα, η οποία βρίσκεται μόλις 10 χιλιόμετρα από τα ελληνικά σύνορα, έχει αρχίσει να αποτελεί μαγνήτη για την υφαντουργία». Και όπως αναφέρει μόνο τα τελευταία δύο χρόνια περίπου 2.500 ελληνικές εταιρείες έχουν μεταφέρει τη δραστηριότητά τους στη Βουλγαρία.
Δημήτρης Χαροντάκης
πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου