Σελίδες

Δευτέρα 13 Μαΐου 2013

Ένας χρόνος...


Νικηφόρος Αντωνόπουλος*


Σ’ ένα μήνα συμπληρώνεται ένας χρόνος από τη συγκρότηση της κυβέρνησης που ανέλαβε την ευθύνη να οδηγήσει τη χώρα, με όση ασφάλεια επέτρεπαν οι τραγικές συνθήκες στις οποίες είχε περιέλθει η ελληνική οικονομία – αλλά και η κατακερματισμένη ελληνική κοινωνία και το ανυπόληπτο πλέον πολιτικό σύστημα – στην έξοδο από την κρίση.
Δεν γνωρίζω πόσο ακριβώς το έχει καταφέρει αυτό η κυβέρνηση. Αν πιστέψω τις δηλώσεις και τα στοιχεία που επικαλείται, ναι, έχει οδηγήσει τα πράγματα σε ένα σημείο που επιτρέπει αισιοδοξία. Αλλά αυτό μένει να φανεί, όπως λένε όσοι γνωρίζουν καλύτερα, ως το τέλος του χρόνου.
Εκείνο, όμως, που χωρίς αμφιβολία μπορούμε να αξιολογήσουμε, πέραν πάσης αμφιβολίας, ως θετικό, είναι το γεγονός ότι αυτή η κυβέρνηση συνεργασίας τριών διαφορετικών κομμάτων συμπληρώνει ένα χρόνο και παρά το γεγονός ότι είχε να χειριστεί τεράστια προβλήματα και να πάρει τις πλέον δύσκολες αποφάσεις, τα έφερε εις πέρας με τα ελάχιστα δυνατά προβλήματα.
Αλήθεια, ποιος περίμενε ένα χρόνο πριν, ότι αυτή η «κυβέρνηση εθνικής ανάγκης», που συγκροτήθηκε για να μην οδηγηθεί η χώρα σε τρίτες, απόλυτα καταστροφικές εκλογές, όχι απλώς θα συμπλήρωνε ένα χρόνο διακυβέρνησης, αλλά και θα έκανε να φαίνεται απολύτως εφικτό το ενδεχόμενο να εξαντλήσει την τετραετία;
Αφήστε τον Τσίπρα που κάθε μήνα «προέβλεπε» ως καφετζού την πτώση της κυβέρνησης και ανατρέξτε σε «βαρύγδουπες» αναλύσεις και «προβλέψεις» της συμφοράς μεγαλόσχημων αναλυτών και αρθρογράφων ακόμη και «μεγάλων καναλιών» και σούπερ ντούπερ «έγκυρων» εφημερίδων… Εντάξει, όλοι αυτοί δεν προέβλεπαν πτώση της κυβέρνησης κάθε μήνα, αλλά κάθε τρίμηνο το είχαν σίγουρο!
Αλλά ακόμη και τώρα δεν το βάζουν κάτω. Τώρα, το …... «βλέπουν» για του χρόνου, οπότε είναι προγραμματισμένες Δημοτικές εκλογές και ευρωεκλογές, οπότε σου λέει, γιατί να μην τις κάνουν μαζί, «τρεις σε μία», δημοτικές, ευρωπαϊκές και εθνικές μαζί, για να είναι και μικρότερο
το κόστος, αλλά και οι ψηφοφόροι να έχουν τη δυνατότητα να βγάλουν το … άχτι τους στις κάλπες για την αυτοδιοίκηση και το ευρωκοινοβούλιο, που δεν έχουν και μεγάλο πολιτικό κόστος και να μπορούν έτσι πιο «ψύχραιμα» να ψηφίσουν εκ νέου τα κόμματα της συγκυβέρνησης!
Δεν λέω, ως σενάριο – αν και πολυπαιγμένο ακόμη και στην προ κρίσεως εποχή – έχει τη λογική του. Μόνο που και τότε ποτέ δεν επαληθεύτηκε και βέβαια, ελάχιστες πιθανότητες έχει να επαληθευτεί και τώρα. Εκτός εάν ο πρωθυπουργός, από τον οποίο και εξαρτάται κατά κύριο λόγο η απόφαση για προσφυγή σε πρόωρες εκλογές, αποφασίσει να αυτοκτονήσει πολιτικά, όπως βέβαια το ίδιο να αποφασίσουν να κάνουν και οι αρχηγοί των άλλων δύο κομμάτων που στηρίζουν την κυβέρνηση και να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους.
Με αυτή την έννοια, πολιτική είναι και στην πολιτική τα πάντα μπορούν να γίνουν από τη μια στιγμή στην άλλη… Ας τα αφήσουμε όμως αυτά για τους σεναριογράφους έργων πολιτικής φαντασίας κι ας καταπιαστούμε με πιο πεζά πράγματα, όπως το τι έχουμε τώρα ως δεδομένο και τι, με βάση αυτό, μπορούμε εύλογα να αναμένουμε. Κι εκείνο που έχουμε, πέραν και μακράν της συνήθους αντιπολιτευτικής καταστροφολογίας, μπορούμε να το προσδιορίσουμε στα εξής:
  • Πρώτον, ο κίνδυνος άμεσης, ανεξέλεγκτης χρεοκοπίας, σε μεγάλο βαθμό έχει απομακρυνθεί.
  • Δεύτερον, η δανειοδότηση της Ελλάδας συνεχίζεται σύμφωνα με τις προβλέψεις, χωρίς να απαιτείται η προσφυγή σε νέα επώδυνα μέτρα εισπρακτικού χαρακτήρα, που θα έπλητταν ακόμη περισσότερο μισθωτούς και συνταξιούχους.
  • Τρίτον, είναι ορατή πλέον – χάρις και στην πίεση των δανειστών – μια διαδικασία αλλαγών στη δημόσια διοίκηση, που αφορούν, σε πρώτη φάση, στην απομάκρυνση εκείνων που δεν θα έπρεπε να βρίσκονται ακόμη στις θέσεις τους και σε δεύτερη, στη θεσμοθέτηση διαδικασιών και λειτουργιών που θα της επιτρέψουν να στηρίξει τη λειτουργία της σε πιο υγιείς βάσεις.
  • Τέταρτον, έχει αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό η επικοινωνία της κυβέρνησης με την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους εκπροσώπους των θεσμών της - όπως έδειξε και η πρόσφατη επίσκεψη στις Βρυξέλλες του Φώτη Κουβέλη - γεγονός που έχει επιτρέψει να γίνουν ευρύτερα κατανοητά και τα δομικά προβλήματα που δεν επιτρέπουν στην Ελλάδα να προχωρήσει στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις με τους ρυθμούς που θα έπρεπε, λόγω της μεγάλης καθυστέρησης που υπάρχει εδώ και δεκαετίες, αλλά και τα πρόσθετα προβλήματα που έχει δημιουργήσει κατά κύριο λόγο η εμμονή της γερμανικής ηγεσίας, στην αδιέξοδη πολιτική της «σκληρής λιτότητας» και που στην πραγματικότητα υπονομεύει κάθε αναπτυξιακή προσπάθεια.
  • Πέμπτον, δισταχτικά μεν, σταθερά δε, έχει ανοίξει ο δρόμος για τις αναγκαίες αποκρατικοποιήσεις που θα επιτρέψουν, από τη μία να εισρεύσουν άμεσα χρήματα στα άδεια ελληνικά ταμεία και από την άλλη, να σταλεί το μήνυμα ότι η Ελλάδα μπορεί να προσδοκά σε υγιείς επενδύσεις, που θα διασφαλίσουν αλλά και θα αυξήσουν τις θέσεις εργασίας.
  • Έκτον, η συνοχή της κυβέρνησης, παρά τις κατά καιρούς διαφορές και εντάσεις που παρουσιάστηκαν, έχει ενισχυθεί - κι αυτό, κατά κύριο λόγο, οφείλεται στο ότι οι διαφορές και οι διαφωνίες αντιμετωπίστηκαν και επιλύθηκαν πολιτικά, στη βάση τού τι είναι εφικτό να γίνει και με γνώμονα τα ευρύτερα οφέλη που μπορεί να προκύψουν. Σ’ αυτή τη βάση αντιμετωπίστηκε και το πρόβλημα της είσπραξης του «ειδικού τέλους» από τη ΔΕΗ, σε συνδυασμό με τη μείωσή του, στην ίδια βάση αντιμετωπίστηκε και το τεράστιο πρόβλημα των μειώσεων στο Δημόσιο, στην ίδια βάση και η πραγματική, όσο και ουσιαστική διαφορά Μανιτάκη – Ρουπακιώτη για να μπει τέλος στη «φόρμουλα» των δικαστικών «προσωρινών αποφάσεων», με τις οποίες εξασφαλιζόταν η επιστροφή στο δημόσιο όσων είχαν λήξει οι συμβάσεις.
  • Εβδομο, είναι γεγονός ότι η ελληνική κοινωνία έχει αποδεχτεί σε μεγάλο βαθμό την αναγκαιότητα των μεγάλων μεταρρυθμίσεων. Απόδειξη, η συρρίκνωση των κινητοποιήσεων, που πλέον εδώ κι ένα χρόνο έχουν περιοριστεί και σε συχνότητα και σε όγκο, πράγμα το οποίο αποδεικνύει και η αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ, που αποδέχεται πλέον ανοιχτά ότι η απήχησή του έχει «καθίσει», ακριβώς γιατί αδυνατεί να κινητοποιήσει ευρύτερες λαϊκές μάζες, όπως το έκανε στο παρελθόν.
Έχει μάλιστα ομολογήσει ότι έχει πέσει έξω στις «προβλέψεις» του για «κατάργηση της πολιτικής της κυβέρνησης» και πτώση της και όχι μόνο έχει υποχρεωθεί να αλλάξει την πολιτική του σε καίρια θέματα, όπως το ευρώ και δραχμή, αλλά και έχει πλέον μεταφέρει στο εσωτερικό του το σύνολο των «μνημονιακών διλλημάτων»: Ευρώ ή δραχμή, με το ευρώ ή χωρίς το ευρώ, με το μνημόνιο ή χωρίς το μνημόνιο, στην Ευρωπαϊκή Ενωση ή έξω από αυτήν… και πάει λέγοντας…
Χαρακτηριστικό παράδειγμα της σύγχυσης που κυριαρχεί στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή, είναι πρόσφατο άρθρο του υπεύθυνου οικονομικής πολιτικής, Γιάννη Μηλιού, ο οποίος έρχεται σε πλήρη αντίθεση με τον Νο 2 του κόμματός του, Παναγιώτη Λαφαζάνη, που χαιρέτισε με ενθουσιασμό την απόφαση του ΑΚΕΛ για έξοδο της Κύπρου από το ευρώ. Γράφει ο Γιάννης Μηλιός στο άρθρο του στην «Αυγή»:
«Η πρόταση για έξοδο από το ευρώ, αυτή καθ’ αυτή, σημαίνει ότι   προσδοκάται η αναβάθμιση της ανταγωνιστικής θέσης του κυπριακού κεφαλαίου μέσω της υποτίμησης του νομίσματος. Η  υποτίμηση του νομίσματος, όπως πολλές φορές έχω εξηγήσει, είναι ταυτόχρονα υποτίμηση της τιμής της εργασιακής δύναμης.Το καλάθι των προϊόντων που χρειάζεται η εργαζόμενη για να   ζήσει, ο μισθός της, θα μειωθεί μέσω της νομισματικής        υποτίμησης. Θα ακριβύνουν γι’ αυτήν και τα εισαγόμενα  προϊόντα (θα γίνουν απλησίαστα) και τα εγχώρια, λόγω του ότι τα ενδιάμεσα κεφαλαιουχικά αγαθά που απαιτούνται για την παραγωγή των εγχώριων προϊόντων είναι επίσης εισαγόμενα. Αυτή  η υποτίμηση μισθού που συνεπάγεται η νομισματική υποτίμηση θα έρθει να προστεθεί στην ήδη υπάρχουσα υποτίμηση λόγω των Μνημονίων.
»Ταυτόχρονα, τα ιδιωτικά χρέη θα εκτοξευθούν με αποτέλεσμα μεγάλο αριθμό χρεοκοπιών μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Από τη  νομισματική υποτίμηση θα κερδίσουν άμεσα μόνο ορισμένες   μερίδες του κεφαλαίου. Από τους εργαζόμενους ζητούνται κα πάλι θυσίες, και άλλες θυσίες στο όνομα της “εθνικής ενότητας”, και με καρότο μια “ανάπτυξη” που μπορεί να έρθει (αλλά μπορεί     και όχι) μετά από αρκετά χρόνια»
Νάτο πάλι το δίλλημα – μέσω Κύπρου τώρα: Μέσα ή έξω από το ευρώ; Λαφαζάνης ή Μηλιός; Κι ο Τσίπρας, τι ρόλο παίζει;
Και οι μεν του ΣΥΡΙΖΑ, ας τα βρουν μεταξύ τους - πράγμα το οποίο όμως δεν φαίνεται και τόσο εύκολο, όπως αποδεικνύει και το «κόλλημα» που παρουσιάζεται στις «προσυνεδριακές διαδικασίες», όπου πολλές «συνιστώσες» της αριστερής εσωκομματικής αντιπολίτευσης εμφανίζονται απρόθυμες να μετάσχουν στο εγχείρημα του «ενιαίου κόμματος», αυτοδιαλυόμενες
Από την άλλη, υπάρχει η κυβέρνηση από την οποία και εξαρτάται τελικά η πορεία της χώρας, όπως υπάρχουν βέβαια και τα κόμματα που στηρίζουν την κυβέρνηση και από τις ενέργειες και τις αποφάσεις των οποίων εξαρτάται τελικά και η αποτελεσματικότητα ή μη της κυβέρνησης. Εκείνο, ωστόσο, που θα πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλους, είναι ότι η χώρα βρίσκεται πλέον σ’ ένα σημείο όπου δεν υπάρχει επιστροφή:
-Τα χρήματα της βοήθειας τελειώνουν! Οι δόσεις που παίρνουμε  τώρα, είναι οι τελευταίες! Πιθανόν να μας χαρίσουν ένα μέρος ακόμη από το χρέος. Τελεία!  Ό,τι είναι να κάνουμε από εδώ και     πέρα, θα πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας, κι επομένως, ουδείς θα  μπορεί να επικαλείται τους κακούς ξένους που μας επιβάλουν μέτρα και μας ρουφάνε το αίμα. Δικές μας θα είναι οι αποφάσεις, δικά μας και τα όποια μέτρα. Θα είμαστε μόνοι μας…
-Που σημαίνει ότι αν έχουμε διδαχτεί κάτι από αυτήν την περιπέτεια των μνημονίων, όχι μόνο δεν θα πρέπει να ξαναγυρίσουμε στη δημιουργία χρεών, αλλά θα πρέπει να αρχίσουμε «να παράγουμε χρήμα» για να μπορούμε να σταθούμε  στα πόδια μας.
-Που σημαίνει ότι πρέπει να δημιουργήσουμε ένα υγιές Δημόσιο,  στην υπηρεσία των πολιτών και όχι του πελατειακού συστήματος  και παράλληλα να δημιουργήσουμε τις συνθήκες εκείνες που είναι αναγκαίες για να υπάρξει και ένα υγιές επιχειρηματικό περιβάλλον από το οποίο έχουν ανάγκη και οι εργαζόμενοι.
-Που σημαίνει ότι για να υπάρξουν όλα αυτά, θα πρέπει να αλλάξει και το πολιτικό μοντέλο. Αυτό που ξέραμε μας οδήγησε στη  χρεοκοπία. Κι αυτό που ξέραμε, έχει χρεοκοπήσει. Αυτό είναι προφανές. Το ζούμε καθημερινά σε όλες τις συζητήσεις. Το βλέπουμε και σε όλες τις δημοσκοπήσεις.
Ένα χρόνο μετά τις εκλογές, το αίτημα για την ανανέωση του πολιτικού συστήματος είναι το υπ’ αριθμόν ένα στην πολιτική ημερήσια διάταξη. Οι περισσότεροι αναζητούν μετ’ επιτάσεως «κάτι καινούργιο». Και βέβαια, δεν εννοούν εγχειρήματα όπως αυτό του Λοβέρδου ή το άλλο, του Αλαβάνου. Αυτά έχουν ήδη χρεοκοπήσει. Το ένα, γιατί είναι τραγικά αστείο να εμφανίζεται ως φορέας του καινούργιου και άφθαρτου, ένας  άνθρωπος ο οποίος υπηρέτησε με απόλυτη συνέπεια το φθαρμένο πολιτικά ΠΑΣΟΚ και το άλλο, γιατί αυτό που προβάλει -την επιστροφή στη δραχμή- ως νέο, είναι πλέον εκτός τόπου και χρόνου.
Ένα χρόνο, λοιπόν, μετά τις εκλογές του Ιουνίου 2012 που διαμόρφωσαν ιστορικά ένα εντελώς νέο πολιτικό τοπίο, τα κόμματα που ανέλαβαν τις ευθύνες της συγκυβέρνησης είναι υποχρεωμένα να επαναπροσδιορίσουν τη θέση τους στις εντελώς νέες συνθήκες που έχει δημιουργήσει η κρίση.
Το σίγουρο είναι ένα: Δεν νοείται επιστροφή στο παλιό. Αυτό έπαψε να υπάρχει από το 2010. Αλλά και για ένα επιπλέον λόγο: Την αναβίωση του παλιού την υπερασπίζεται πλέον με σθένος ο ΣΥΡΙΖΑ. Αυτός είναι ο εκφραστής της Ελλάδας της χρεοκοπίας… Αυτός είναι που ευαγγελίζεται την επιστροφή στην Ελλάδα του «δώστα όλα»!! Με τη διαφορά, ότι πια δεν είναι ο Τσοβόλας που καλείται να τα δώσει όλα. Είναι ο Τσίπρας. Αλλά και με μια διαφορά ακόμη: ότι δεν τον καλεί κάποιος άλλος να τα «δώσει όλα». Το διαλαλεί μόνος του. Γι’ αυτό και τον ακολουθεί όλο εκείνο το κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας -δημόσιο αλλά και ιδιωτικό- με τους πολιτικούς εκφραστές του, που μέσα από την εμπλοκή του και τη διαπλοκή του με το Δημόσιο, οδήγησε τη χώρα στη χρεοκοπία.
Από την πλευρά τους, τα κόμματα της συγκυβέρνησης οφείλουν, παράλληλα με την προσπάθεια της οικονομικής σταθεροποίησης, που συνοψίζεται στο δίπτυχο: «ανάπτυξη, χωρίς χρέη», να επεξεργαστούν και να καταθέσουν τις προτάσεις τους για την αναμόρφωση /ανασυγκρότηση του πολιτικού συστήματος, ξεκινώντας βέβαια από το εσωτερικό τους, όπου τα πάντα θα πρέπει να τεθούν σε νέες βάσεις.
Τη στιγμή που τα πάντα σ’ αυτή τη χώρα, ξεκινώντας από τη ζωή των πολιτών, έχουν αλλάξει δραματικά, είναι αδιανόητο τα κόμματα να επιμένουν σε λειτουργίες, διαδικασίες, αρχές, ιδεοληψίες, ηγεσίες, που αποδείχτηκαν στην πράξη καταστροφικές και για τη χώρα και γι’ αυτά τα ίδια…

*Ο Νικηφόρος Αντωνόπουλος είναι δημοσιογράφος

Δεν υπάρχουν σχόλια: