Μπορεί το Γκεζί Παρκ να αποδειχθεί ο Τιτανικός για τον Ερντογάν. Ο δρόμος για την Προεδρία το 2014 δεν έχει κλείσει, ωστόσο δυσκολεύει. Είναι πιθανό στο απόγειο της ηγεμονίας του, τη στιγμή που εξύφαινε το σχέδιό του για μια νεο-οθωμανική Τουρκία, να μετατραπεί από ισχυρός άνδρας της Τουρκίας σε αποδιοπομπαίο τράγο.
της Ρεβέκκας Γ. Παϊδή* 13/6/2013
Καθώς οι διαμαρτυρίες στην πλατεία Ταξίμ συνεχίζονται τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται, όχι μόνο για την εξέλιξη τους αλλά και για τις επιπτώσεις στο μέλλον της Τουρκίας. Πώς θα επηρεάσουν τα γεγονότα στην πλατεία Ταξίμ τον Ερντογάν, το AKP, τον εκδημοκρατισμό, αλλά και τη διεθνή θέση της Τουρκίας; Ποια θέματα προκύπτουν για τις ΗΠΑ, αλλά και για την Ε.Ε.; Προκειμένου, να κατανοήσουμε όσα συμβαίνουν στην Τουρκία σήμερα και να εξετάσουμε τα ζητήματα που ανακύπτουν είναι ανάγκη να διατρέξουμε εν συντομία την περασμένη δεκαετία που έφερε τον Ερντογάν στο απόγειο της ισχύος του και την Τουρκία να ξεδιπλώνει ένα νεο-οθωμανικό σχέδιο με απώτερο σκοπό να καταστεί μια περιφερειακή δύναμη, παγκόσμιος παίκτης στο νέο πολυπολικό διεθνές σύστημα που διαμορφώνεται με την άνοδο νέων δυνάμεων. Το αν τα γεγονότα που ξεκίνησαν με αφορμή το Γκεζί Παρκ είναι ικανά να φέρουν και περισσότερη ελευθερία στην Τουρκία, είναι μια εξέλιξη που θα φανεί σε βάθος χρόνου. Το βέβαιο είναι ότι οι διαδηλωτές έχουν ήδη ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για τον Ερντογάν, το AKP, και τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση.
Η ΜΕΤΑ-ΚΕΜΑΛΙΚΗ ΤΟΥΡΚΙΑ: ΝΕΟ-ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Με την άνοδο του AKP στην εξουσία το 2002, μετά από μια δεκαπενταετία ταραχώδους πολιτικής ζωής και εύθραυστων συνασπισμών, μια νέα σταθερή κυβέρνηση σημάνει την ιδεολογική μετάβαση από τον κεμαλισμό στον ισλαμισμό. Παρόλαυτα, φαίνεται να παραμένει προσηλωμένη στο δυτικό και ευρωπαϊκό όραμα της Τουρκίας, επιχειρώντας αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις α) για τον περιορισμό της εξουσίας των στρατιωτικών και τον πολιτικό έλεγχο στον στρατό, τον ισχυρότερο θεσμό στο κεμαλικό κράτος, και β) για μια οικονομική πολιτική που έμελε να εκτοξεύσει την τουρκική οικονομία. Φαινόταν να προωθεί τον εκσυγχρονισμό της Τουρκίας και έτσι εξευμένιζε τις ανησυχίες της Δύσης αλλά και της φιλελεύθερης μερίδας της τουρκικής κοινωνίας.
Στη σκιά της οικονομικής κρίσης και της πρόσφατης τότε κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος η κυβέρνηση Ερντογάν συνεργάστηκε στενά με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), εκτέλεσε με πειθαρχία το πρόγραμμά του, προχώρησε βήμα, βήμα για την αναδόμηση του τραπεζικού συστήματος και αποτελεί σήμερα success story για το ΔΝΤ, καθώς η τουρκική οικονομία τριπλασιάστηκε σε μέγεθος από το 2002 μέχρι το 2011 και κατέχει σήμερα τη 17ηη θέση παγκοσμίως, καταφέρνοντας να ρίξει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από 57,6% το 2001 σε 36.1% το 2012. Σ’ αυτό το σημείο η συνολική ανάλυση της επιτυχίας της Τουρκίας δεν θα πρέπει να αγνοήσει τη διεθνή συγκυρία της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Τούρκος καθηγητής Οικονομικών Taner Berksoy: «Το να εφαρμόζεις ένα τόσο σφιχτό πρόγραμμα σε αυτόν τον τύπο οικονομικού καιρού είναι μεγάλη τύχη» [1]. Δεν ήταν, όμως, μόνο θέμα τύχης.
Η Τουρκία μπόρεσε να δώσει τη σωστή απάντηση στην πρόκληση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, που δεν είναι άλλη από τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Κατάφερε να γίνει ανταγωνιστική, στην βιομηχανία, στον τουρισμό και στις κατασκευές, με κατασκευαστικές εταιρίες τουρκικών συμφερόντων να δραστηριοποιούνται σήμερα στην Μέση Ανατολή και την Αφρική, επενδύει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, γίνεται εκπαιδευτικό κέντρο, καθώς τα Πανεπιστήμια της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης προσελκύουν όλο και περισσότερους φοιτητές από το εξωτερικό. Ήταν οι διαρθρωτικές αλλαγές που είχαν ήδη γίνει που βοήθησαν την τουρκική οικονομία να παραμείνει αλώβητη στην οικονομική κρίση του 2008. Επιπλέον, η διασπορά της ισχύος της τουρκικής οικονομίας στη βιομηχανία, τις κατασκευές και τις υπηρεσίες σε συνδυασμό με την γεωγραφική της θέση σε μια περίοδο που οι ευκαιρίες κινούνται από τη Δύση προς την Ανατολή μπορούν να συμβάλουν στη διατήρηση του οικονομικού θαύματος στην Τουρκία. Η οικονομική επιτυχία, η ευμάρεια, που συνοδεύτηκε από αναδιανομή εισοδήματος για εκατομμύρια Τούρκους αποτελούν τις βασικές αιτίες που εξασφάλισαν τις αλλεπάλληλες νίκες στον Ερντογάν και πρόσφεραν το υπόβαθρο για ένα νέο όραμα για την Τουρκία και τον ρόλο της στην περιοχή.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΒΑΘΟΣ ΚΑΙ «ΜΗΔΕΝΙΚΑ ΠΡΟΒΗΜΑΤΑ»
Η οικονομική και πολιτική σταθερότητα της τελευταίας δεκαετίας μετεξελίχθηκε σε στρατηγική μεγιστοποίησης της ισχύος της Τουρκίας με απώτερο σκοπό την περιφερειακή ηγεμονία. Η ένταξη στην Ε.Ε., ο εξευρωπαϊσμός δεν ήταν πια κεντρικός στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, ούτε και ο εναγκαλισμός με την πολιτική των ΗΠΑ. Το ευρωπαϊκό όραμα έχασε την αίγλη του. Δεν ήταν πια αρκετό, αλλά και η πλήρης ένταξη της Τουρκίας στη Δύση δεν φαίνεται να εξυπηρετούσε το νεο-οθωμανικό σχέδιο της τριανδρίας Ερντογάν, Γκιουλ, Νταβούτογλου. Τη θέση τους πήρε μια αυτόνομη και επιθετική εξωτερική πολιτική. Η Τουρκία δεν αναζητούσε πια τον πολυπόθητο ευρωπαϊκό μανδύα μέσω της ένταξης στην Ε.Ε., αλλά εκείνον του παίκτη παγκόσμιας κλάσης, μέσω του δόγματος του «στρατηγικού βάθους» και της «πολιτικής των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες», αμφότερα εμπνεύσεις του καθηγητή των Διεθνών Σχέσεων και υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου [2]. Σύμφωνα με τον καθηγητή Νταβούτογλου, ο νέος ρόλος της Τουρκίας είναι ζήτημα ευθύνης απέναντι στην ιστορική της κληρονομιά αλλά και στη γεωγραφική θέση που κατέχει.
Σε μια τέτοια περιοχή που όχι άδικα χαρακτηρίστηκε από τον Economist ως το πιο ακριβό κομμάτι στο γεωπολιτικό real estate, έχοντας από την μια πλευρά την Ελλάδα, το Ισραήλ και την Κύπρο, από την άλλη το Ιράν, το Ιράκ, τη Συρία, αλλά και την Αρμενία, τη Γεωργία, το Αζερμπαϊτζάν και ακόμη τη Ρωσία, στη συγκυρία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και των ανακατατάξεων που έφερε η Αραβική Άνοιξη, στις επιδιώξεις της Τουρκίας ήταν η κυριαρχία στη διαμόρφωση της νέας τάξης στην περιοχή. Ενώ, όμως, η αξιοποίηση του στρατηγικού βάθους μπορεί να είναι θεμιτή, η πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων» αποδείχθηκε προβληματική, ανειλικρινής και ανέφικτη [3]. Φαίνεται να χρησιμεύει περισσότερο ως επικοινωνιακό προκάλυμμα που εξυπηρετεί το νέο-οθωμανικό σχέδιο και για αυτό άλλωστε δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα για την τουρκική ηγεσία, αλλά και για όσους στο εξωτερικό ανέμεναν η Τουρκία να παίξει έναν ρόλο ισλαμικής χώρας-μοντέλου για την περιοχή.
ΜΙΑ ΑΔΥΝΑΜΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ειδικά προ της επέμβασης στο Ιράκ, αλλά και μετά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης, η στρατηγική των ΗΠΑ ήταν να προβάλουν την Τουρκία ως πρότυπο ισλαμικής Δημοκρατίας. Την ίδια στιγμή που στην Τουρκία οι φυλακισμένοι δημοσιογράφοι ξεπερνούν σε αριθμό εκείνους που έχουν φυλακιστεί στην αυταρχική Κίνα ή στο Ιράν. Κάθε άλλο παρά κοινό μυστικό είναι πλέον ότι οι αλλαγές που επιχείρησε η Τουρκία στο πλαίσιο του εξευρωπαϊσμού της δεν ήταν παρά επιφανειακές. Δεν υπάρχει ελευθερία έκφρασης, τα δικαιώματα των γυναικών περιορίζονται, το ίδιο και εκείνα των μη μουσουλμανικών θρησκευτικών κοινοτήτων, το κουρδικό ζήτημα παραμένει άλυτο, το βαθύ κράτος, παρά τον περιορισμό της στρατιωτικής εξουσίας, ζει και βασιλεύει, η ανεξαρτησία και η αξιοπιστία των ΜΜΕ αμφισβητούνται, το ίδιο και η Δικαιοσύνη, που κατά πολλούς ελέγχεται από το κόμμα, οι επιχειρήσεις που στηρίζουν την κυβέρνηση ευνοούνται, ενώ όσοι δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά της διώκονται.
Μπορεί, λοιπόν, κάποιοι στο περιβάλλον του Ερντογάν σήμερα να αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν ένα κόμμα να παίρνει σχεδόν το 50% στις πρόσφατες εκλογές και συγχρόνως η κυβέρνησή του να θεωρείται αυταρχική. Θα έπρεπε, όμως, και να μην αγνοούν ότι στην περίπτωση της Τουρκίας έχουμε να κάνουμε με μια κατ’ επίφαση δημοκρατία, καθώς πρόκειται για δημοκρατία χωρίς ελευθερία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις πρώτες ώρες των συγκρούσεων στην πλατεία Ταξίμ ανάμεσα στην αστυνομία και τους διαδηλωτές, τα τουρκικά ΜΜΕ αποσιωπούσαν το γεγονός συνεχίζοντας κανονικά το πρόγραμμά τους. Η ουσιαστική δημοκρατία απαιτεί την ύπαρξη πολύ περισσότερων προϋποθέσεων: ελευθερία έκφρασης, κράτος δικαίου, διαχωρισμό των εξουσιών, σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα, και όχι μόνο εκλογές.
ΟΙ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΠΟΥ ΞΕΧΕΙΛΙΣΑΝ ΤΟ ΠΟΤΗΡΙ
Η απουσία αυτών των προϋποθέσεων ήταν έντονη την τελευταία περίοδο διακυβέρνησης και στις τελευταίες εξελίξεις. Ο Ερντογάν φαίνεται να χάνει μια σειρά από μάχες στα μέτωπα που τις είχε κερδίσει επί μια δεκαετία. Υποστηρίζεται ότι η κυβέρνηση προκειμένου να διατηρήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να ευνοήσει συγκεκριμένες εταιρείες προωθεί μια σειρά από μεγάλα έργα, αδιαφορώντας για τις οικολογικές συνέπειες αλλά και για τις επιπτώσεις σε μια σειρά από ιστορικές γειτονιές της Κωνσταντινούπολης και στους κατοίκους τους. Η εφαρμογή αυτών των σχεδίων χωρίς να προηγηθεί δημόσιος διάλογος, ο νόμος για την απαγόρευση πώλησης αλκοόλ, η προτροπή στο μετρό να αποφεύγονται τα δημόσια φιλιά, η προσπάθεια ελέγχου των γεννήσεων και η εναντίωση στην άμβλωση, η συντηρητική στροφή στην εκπαίδευση, η πολιτική της Τουρκίας στη Συρία, ήταν οι σταγόνες που ξεχείλισαν το ποτήρι. Η μετατροπή του Γκεζί Παρκ σε εμπορικό κέντρο αποτέλεσε την αφορμή για να ενωθούν πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους φωνές ενάντια σε μια κοινή απειλή, στη συντηρητικοποίηση της Τουρκίας και στην περιστολή των δικαιωμάτων των πολιτών της.
Ακόμη, όμως, και η διαμαρτυρία στο Γκεζί Παρκ μπορεί να είχε περάσει απαρατήρητη, αν δεν συναντούσε τη δυσανάλογη αντίδραση της τουρκικής αστυνομίας και την αδιαλλαξία της κυβέρνησης. «Αν μαζέψετε εκατό, θα μαζέψω ένα εκατομμύριο», προειδοποίησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά με μια δήλωση που δεν είναι μόνο αλαζονική αλλά και επικίνδυνη. Η επίδειξη ισχύος του Ερντογάν δημιούργησε αντισυσπειρώσεις. Η στάση του μετέτρεψε την πλατεία Ταξίμ σε συμβολικό σημείο συνάντησης κάθε φιλελεύθερου, κεμαλιστή, εθνικιστή, Αλεβίτη, οικολόγου, και σταδιακά Κούρδων και μετριοπαθών μουσουλμάνων από κάθε γωνιά της Τουρκίας, ανεξάρτητα από φύλο και ηλικία, με τους νέους βέβαια να πρωτοστατούν. Ό,τι δεν κατάφερε η πολιτική ομογενοποίησης στην Τουρκία φαίνεται να το καταφέρνει ο Τούρκος πρωθυπουργός στην πλατεία Ταξίμ. Το κόμμα διατηρεί βέβαια τη δημοφιλία του στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους και επί της ουσίας δεν κινδυνεύει όσο δεν υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση. Έχει, όμως, χάσει τη συνοχή του, με την τάση των φιλελεύθερων και πραγματιστών του ισλαμιστή διανοούμενου Φετουλάχ Γκιουλέν να εκφράζει την ανησυχία της για τα τεκταινόμενα. Ο ίδιος ο Πρόεδρος Γκιουλ δήλωσε ότι Δημοκρατία δεν είναι μόνο εκλογές. Ο Ερντογάν αντίθετα επιδιώκει την πόλωση, δυναμιτίζει ακόμη περισσότερο την ένταση και καθιστά τη διαχείριση της κρίσης δυσκολότερη.
Πίσω από την αδιαλλαξία του Τούρκου πρωθυπουργού μπορεί να διακρίνει ίσως κάποιος την αλαζονεία που προκαλεί η ισχύς. Πηχιαίοι τίτλοι για ύβρι του Ερντογάν έκαναν τον γύρο του κόσμου. Για να κατανοήσουμε, όμως, ακόμη καλύτερα τη στάση του θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι το AKP κατά την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης του υπέστη επιθέσεις από το κεμαλικό «βαθύ κράτος», δικαστικούς και στρατιωτικούς και έφτασε να απειλείται στο Συνταγματικό Δικαστήριο με κλείσιμο. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί ο Τούρκος πρωθυπουργός βλέπει παντού συνωμοσίες που απειλούν το όραμά του. Τον εμποδίζει, όμως, να κατανοήσει τα πραγματικά αιτήματα των συγκεντρωμένων στην πλατεία. Επιπλέον, ο Τούρκος πρωθυπουργός, πλησιάζοντας στο τέλος της θητείας του, έχοντας περιορισμένο πολιτικό χρόνο, αλλά και το βλέμμα στην Προεδρία έχει περάσει από τη φάση του ρεαλισμού, και του ορθολογισμού, στην περίοδο της επαναστατικής διακυβέρνησης, όπου εκδηλώνει τον στόχο του να αλλάξει το status quo, να πραγματοποιήσει τη συντηρητική στροφή στην Τουρκία.
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΑΒΕΒΑΙΟ
Κάποιοι έσπευσαν να παραλληλίσουν τα γεγονότα στην Κωνσταντινούπολη με τις εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, παρομοιάζοντας την πλατεία Ταξίμ με την πλατεία Ταχρίρ. Ωστόσο, πρόκειται για εντελώς διαφορετικά φαινόμενα.
Η Αραβική Άνοιξη [4] ήρθε με έναν Τυνήσιο να αυτοπυρπολείται μέσα στην απόγνωση που προκαλεί η ζωή στην ανέχεια σε ένα αυταρχικό και διεφθαρμένο κράτος. Οι συγκρούσεις στη Συρία πήραν θρησκευτικές διαστάσεις. Οι Αιγύπτιοι που διαδήλωναν στην Ταχρίρ είχαν εντελώς διαφορετικό υπόβαθρο από εκείνο των διαδηλωτών στην Κωνσταντινούπολη. Επιπλέον, το AKP διαθέτει σχεδόν νωπή λαϊκή εντολή και η κυβέρνηση Ερντογάν δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καθεστώς ανάλογο, π.χ. του Μουμπάρακ ή του Ασσάντ. Επιδιώκει να αλλάξει το status quo και οι διαδηλωτές αντιστέκονται στην απειλή της περαιτέρω συντηρητικοποίησης, ζητώντας παράλληλα ουσιαστική Δημοκρατία.
Προς το παρόν δεν υπάρχει αντιπολίτευση ικανή να απειλήσει την εκλογική κυριαρχία του AKP και φαίνεται επίσης δύσκολο να ανασυγκροτηθεί στο κοντινό μέλλον. Οι εξελίξεις, όμως, μπορεί να έρθουν από το εσωτερικό του κόμματος, από τους μετριοπαθείς και πραγματιστές που υποστηρίζουν μια περισσότερο φιλελεύθερη ισλαμική προσέγγιση και θα θελήσουν να αποφύγουν την πόλωση στην κοινωνία. Για πολλούς η μάχη από την πλατεία Ταξίμ έχει μεταφερθεί στην ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος. Έχει ανοίξει τη σελίδα της διαδοχής. Μπορεί το Γκεζί Παρκ να αποδειχθεί ο Τιτανικός για τον Ερντογάν. Ο δρόμος για την Προεδρία το 2014 δεν έχει κλείσει, ωστόσο δυσκολεύει. Είναι πιθανό στο απόγειο της ηγεμονίας του, τη στιγμή που εξύφαινε το σχέδιό του για μια νεο-οθωμανική Τουρκία, να μετατραπεί από ισχυρός άνδρας της Τουρκίας σε αποδιοπομπαίο τράγο στο εσωτερικό και το εξωτερικό, θυμίζοντας τη λαϊκή ρήση: «η πλεονεξία γεννά την καταστροφή».
Στο μέτωπο του εκδημοκρατισμού οι κρίσιμες μεταβλητές δεν βρίσκονται στην πλατεία Ταξίμ. Οι διαδηλωτές, η αντίδραση της αστυνομίας και η διαχείριση της κρίσης δημιούργησαν απλώς τη δομή ευκαιρίας. Η μετάβαση σε μια περισσότερο δημοκρατική Τουρκία δεν θα έρθει από την μια μέρα στην άλλη. Οι εξελίξεις θα εξαρτηθούν: στο εσωτερικό από το πώς και πόσο αργά ή γρήγορα θα εξασφαλιστεί η σταθερότητα και το ποια τάση θα επικρατήσει στο AKP, από την πορεία της οικονομίας -καθώς κάποιοι προβλέπουν ότι σύντομα θα σκάσει και στην Τουρκία μια φούσκα ακινήτων, αλλά και από τα πλήγματα που μπορεί να προκαλέσει η παρούσα αποσταθεροποιήση- και στο εξωτερικό από το πώς θα διαχειριστούν οι ΗΠΑ και η Δύση γενικότερα την απώλεια της Τουρκίας ως μοντέλο για τον μουσουλμανικό κόσμο καθώς και από τις εξελίξεις στη Συρία.
Σίγουρα η Τουρκία έχει πολύ δρόμο ακόμη για την εγκαθίδρυση μιας ουσιαστικής Δημοκρατίας. Η πλατεία Ταξίμ, όμως, σηματοδοτεί εξελίξεις για τον Ερντογάν, το AKP, την αναστολή, αν όχι την ανάσχεση, των νεο-οθωμανικών σχεδίων και τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση. Ειδικά σε ό,τι αφορά το τελευταίο, εκτός από την ανησυχία που έχει ήδη προκληθεί στις ΗΠΑ, και τα πλήγματα στην διεθνή εικόνα του Ερντογάν η πλατεία φωτίζει και το κενό που έχει δημιουργήσει η κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρ’ όλες τις αποτυχίες της σήμερα, η Ένωση με την πολιτική του «μαστιγίου και του καρότου» έχει αποδειχθεί πολλές φορές στο παρελθόν ικανός φορέας εκδημοκρατισμού και σταθερότητας. Η απώλεια της ήπιας ισχύος της Δύσης, που εκφραζόταν μέσα από τις πολιτικές και το γόητρο της Ένωσης, πιθανόν να αποδειχθεί καθοριστική για τις εξελίξεις όχι μόνο στην Τουρκία αλλά και σε όλες τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Turkey a ‘success story for the troubled IMF’ , Συνέντευξη του καθηγητή Taner Berksoy στην Hürriyet Daily News, 20-05-2013 http://www.hurriyetdailynews.com/turkey-a-success-story-for-the-troubled...
[2] Νταβούτογλου Αχμέτ, Το Στρατηγικό Βάθος. Η Διεθνής θέση της Τουρκίας, Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα, 2010
[3] Kouskouvelis Ilias, “Turkey’s ‘Zero Problems’ Policy”, Middle East Quarterly, December 2012
[4] Για μια εμπεριστατωμένη μελέτη του φαινομένου της Αραβικής Άνοιξης στα ελληνικά βλ. Κουσκουβέλης, Η. (επιμ.) Η Αραβική Άνοιξη, Μελέτες Διεθνών Σχέσεων, Ε.ΔΙ.ΣΕ.Ο.-Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2012
της Ρεβέκκας Γ. Παϊδή* 13/6/2013
Καθώς οι διαμαρτυρίες στην πλατεία Ταξίμ συνεχίζονται τα ερωτήματα πολλαπλασιάζονται, όχι μόνο για την εξέλιξη τους αλλά και για τις επιπτώσεις στο μέλλον της Τουρκίας. Πώς θα επηρεάσουν τα γεγονότα στην πλατεία Ταξίμ τον Ερντογάν, το AKP, τον εκδημοκρατισμό, αλλά και τη διεθνή θέση της Τουρκίας; Ποια θέματα προκύπτουν για τις ΗΠΑ, αλλά και για την Ε.Ε.; Προκειμένου, να κατανοήσουμε όσα συμβαίνουν στην Τουρκία σήμερα και να εξετάσουμε τα ζητήματα που ανακύπτουν είναι ανάγκη να διατρέξουμε εν συντομία την περασμένη δεκαετία που έφερε τον Ερντογάν στο απόγειο της ισχύος του και την Τουρκία να ξεδιπλώνει ένα νεο-οθωμανικό σχέδιο με απώτερο σκοπό να καταστεί μια περιφερειακή δύναμη, παγκόσμιος παίκτης στο νέο πολυπολικό διεθνές σύστημα που διαμορφώνεται με την άνοδο νέων δυνάμεων. Το αν τα γεγονότα που ξεκίνησαν με αφορμή το Γκεζί Παρκ είναι ικανά να φέρουν και περισσότερη ελευθερία στην Τουρκία, είναι μια εξέλιξη που θα φανεί σε βάθος χρόνου. Το βέβαιο είναι ότι οι διαδηλωτές έχουν ήδη ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο για τον Ερντογάν, το AKP, και τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση.
Η ΜΕΤΑ-ΚΕΜΑΛΙΚΗ ΤΟΥΡΚΙΑ: ΝΕΟ-ΙΣΛΑΜΙΣΜΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΠΤΥΞΗ
Με την άνοδο του AKP στην εξουσία το 2002, μετά από μια δεκαπενταετία ταραχώδους πολιτικής ζωής και εύθραυστων συνασπισμών, μια νέα σταθερή κυβέρνηση σημάνει την ιδεολογική μετάβαση από τον κεμαλισμό στον ισλαμισμό. Παρόλαυτα, φαίνεται να παραμένει προσηλωμένη στο δυτικό και ευρωπαϊκό όραμα της Τουρκίας, επιχειρώντας αποφασιστικές μεταρρυθμίσεις α) για τον περιορισμό της εξουσίας των στρατιωτικών και τον πολιτικό έλεγχο στον στρατό, τον ισχυρότερο θεσμό στο κεμαλικό κράτος, και β) για μια οικονομική πολιτική που έμελε να εκτοξεύσει την τουρκική οικονομία. Φαινόταν να προωθεί τον εκσυγχρονισμό της Τουρκίας και έτσι εξευμένιζε τις ανησυχίες της Δύσης αλλά και της φιλελεύθερης μερίδας της τουρκικής κοινωνίας.
Στη σκιά της οικονομικής κρίσης και της πρόσφατης τότε κατάρρευσης του τραπεζικού συστήματος η κυβέρνηση Ερντογάν συνεργάστηκε στενά με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ), εκτέλεσε με πειθαρχία το πρόγραμμά του, προχώρησε βήμα, βήμα για την αναδόμηση του τραπεζικού συστήματος και αποτελεί σήμερα success story για το ΔΝΤ, καθώς η τουρκική οικονομία τριπλασιάστηκε σε μέγεθος από το 2002 μέχρι το 2011 και κατέχει σήμερα τη 17ηη θέση παγκοσμίως, καταφέρνοντας να ρίξει τον δείκτη χρέους προς ΑΕΠ από 57,6% το 2001 σε 36.1% το 2012. Σ’ αυτό το σημείο η συνολική ανάλυση της επιτυχίας της Τουρκίας δεν θα πρέπει να αγνοήσει τη διεθνή συγκυρία της οικονομικής παγκοσμιοποίησης. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο Τούρκος καθηγητής Οικονομικών Taner Berksoy: «Το να εφαρμόζεις ένα τόσο σφιχτό πρόγραμμα σε αυτόν τον τύπο οικονομικού καιρού είναι μεγάλη τύχη» [1]. Δεν ήταν, όμως, μόνο θέμα τύχης.
Η Τουρκία μπόρεσε να δώσει τη σωστή απάντηση στην πρόκληση της οικονομικής παγκοσμιοποίησης, που δεν είναι άλλη από τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Κατάφερε να γίνει ανταγωνιστική, στην βιομηχανία, στον τουρισμό και στις κατασκευές, με κατασκευαστικές εταιρίες τουρκικών συμφερόντων να δραστηριοποιούνται σήμερα στην Μέση Ανατολή και την Αφρική, επενδύει στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, γίνεται εκπαιδευτικό κέντρο, καθώς τα Πανεπιστήμια της Άγκυρας και της Κωνσταντινούπολης προσελκύουν όλο και περισσότερους φοιτητές από το εξωτερικό. Ήταν οι διαρθρωτικές αλλαγές που είχαν ήδη γίνει που βοήθησαν την τουρκική οικονομία να παραμείνει αλώβητη στην οικονομική κρίση του 2008. Επιπλέον, η διασπορά της ισχύος της τουρκικής οικονομίας στη βιομηχανία, τις κατασκευές και τις υπηρεσίες σε συνδυασμό με την γεωγραφική της θέση σε μια περίοδο που οι ευκαιρίες κινούνται από τη Δύση προς την Ανατολή μπορούν να συμβάλουν στη διατήρηση του οικονομικού θαύματος στην Τουρκία. Η οικονομική επιτυχία, η ευμάρεια, που συνοδεύτηκε από αναδιανομή εισοδήματος για εκατομμύρια Τούρκους αποτελούν τις βασικές αιτίες που εξασφάλισαν τις αλλεπάλληλες νίκες στον Ερντογάν και πρόσφεραν το υπόβαθρο για ένα νέο όραμα για την Τουρκία και τον ρόλο της στην περιοχή.
ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΟ ΒΑΘΟΣ ΚΑΙ «ΜΗΔΕΝΙΚΑ ΠΡΟΒΗΜΑΤΑ»
Η οικονομική και πολιτική σταθερότητα της τελευταίας δεκαετίας μετεξελίχθηκε σε στρατηγική μεγιστοποίησης της ισχύος της Τουρκίας με απώτερο σκοπό την περιφερειακή ηγεμονία. Η ένταξη στην Ε.Ε., ο εξευρωπαϊσμός δεν ήταν πια κεντρικός στόχος της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, ούτε και ο εναγκαλισμός με την πολιτική των ΗΠΑ. Το ευρωπαϊκό όραμα έχασε την αίγλη του. Δεν ήταν πια αρκετό, αλλά και η πλήρης ένταξη της Τουρκίας στη Δύση δεν φαίνεται να εξυπηρετούσε το νεο-οθωμανικό σχέδιο της τριανδρίας Ερντογάν, Γκιουλ, Νταβούτογλου. Τη θέση τους πήρε μια αυτόνομη και επιθετική εξωτερική πολιτική. Η Τουρκία δεν αναζητούσε πια τον πολυπόθητο ευρωπαϊκό μανδύα μέσω της ένταξης στην Ε.Ε., αλλά εκείνον του παίκτη παγκόσμιας κλάσης, μέσω του δόγματος του «στρατηγικού βάθους» και της «πολιτικής των μηδενικών προβλημάτων με τους γείτονες», αμφότερα εμπνεύσεις του καθηγητή των Διεθνών Σχέσεων και υπουργού Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου [2]. Σύμφωνα με τον καθηγητή Νταβούτογλου, ο νέος ρόλος της Τουρκίας είναι ζήτημα ευθύνης απέναντι στην ιστορική της κληρονομιά αλλά και στη γεωγραφική θέση που κατέχει.
Σε μια τέτοια περιοχή που όχι άδικα χαρακτηρίστηκε από τον Economist ως το πιο ακριβό κομμάτι στο γεωπολιτικό real estate, έχοντας από την μια πλευρά την Ελλάδα, το Ισραήλ και την Κύπρο, από την άλλη το Ιράν, το Ιράκ, τη Συρία, αλλά και την Αρμενία, τη Γεωργία, το Αζερμπαϊτζάν και ακόμη τη Ρωσία, στη συγκυρία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης και των ανακατατάξεων που έφερε η Αραβική Άνοιξη, στις επιδιώξεις της Τουρκίας ήταν η κυριαρχία στη διαμόρφωση της νέας τάξης στην περιοχή. Ενώ, όμως, η αξιοποίηση του στρατηγικού βάθους μπορεί να είναι θεμιτή, η πολιτική των «μηδενικών προβλημάτων» αποδείχθηκε προβληματική, ανειλικρινής και ανέφικτη [3]. Φαίνεται να χρησιμεύει περισσότερο ως επικοινωνιακό προκάλυμμα που εξυπηρετεί το νέο-οθωμανικό σχέδιο και για αυτό άλλωστε δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα για την τουρκική ηγεσία, αλλά και για όσους στο εξωτερικό ανέμεναν η Τουρκία να παίξει έναν ρόλο ισλαμικής χώρας-μοντέλου για την περιοχή.
ΜΙΑ ΑΔΥΝΑΜΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Για μεγάλο χρονικό διάστημα, ειδικά προ της επέμβασης στο Ιράκ, αλλά και μετά τις εξεγέρσεις της Αραβικής Άνοιξης, η στρατηγική των ΗΠΑ ήταν να προβάλουν την Τουρκία ως πρότυπο ισλαμικής Δημοκρατίας. Την ίδια στιγμή που στην Τουρκία οι φυλακισμένοι δημοσιογράφοι ξεπερνούν σε αριθμό εκείνους που έχουν φυλακιστεί στην αυταρχική Κίνα ή στο Ιράν. Κάθε άλλο παρά κοινό μυστικό είναι πλέον ότι οι αλλαγές που επιχείρησε η Τουρκία στο πλαίσιο του εξευρωπαϊσμού της δεν ήταν παρά επιφανειακές. Δεν υπάρχει ελευθερία έκφρασης, τα δικαιώματα των γυναικών περιορίζονται, το ίδιο και εκείνα των μη μουσουλμανικών θρησκευτικών κοινοτήτων, το κουρδικό ζήτημα παραμένει άλυτο, το βαθύ κράτος, παρά τον περιορισμό της στρατιωτικής εξουσίας, ζει και βασιλεύει, η ανεξαρτησία και η αξιοπιστία των ΜΜΕ αμφισβητούνται, το ίδιο και η Δικαιοσύνη, που κατά πολλούς ελέγχεται από το κόμμα, οι επιχειρήσεις που στηρίζουν την κυβέρνηση ευνοούνται, ενώ όσοι δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντά της διώκονται.
Μπορεί, λοιπόν, κάποιοι στο περιβάλλον του Ερντογάν σήμερα να αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν ένα κόμμα να παίρνει σχεδόν το 50% στις πρόσφατες εκλογές και συγχρόνως η κυβέρνησή του να θεωρείται αυταρχική. Θα έπρεπε, όμως, και να μην αγνοούν ότι στην περίπτωση της Τουρκίας έχουμε να κάνουμε με μια κατ’ επίφαση δημοκρατία, καθώς πρόκειται για δημοκρατία χωρίς ελευθερία. Είναι χαρακτηριστικό ότι τις πρώτες ώρες των συγκρούσεων στην πλατεία Ταξίμ ανάμεσα στην αστυνομία και τους διαδηλωτές, τα τουρκικά ΜΜΕ αποσιωπούσαν το γεγονός συνεχίζοντας κανονικά το πρόγραμμά τους. Η ουσιαστική δημοκρατία απαιτεί την ύπαρξη πολύ περισσότερων προϋποθέσεων: ελευθερία έκφρασης, κράτος δικαίου, διαχωρισμό των εξουσιών, σεβασμό στα ατομικά δικαιώματα, και όχι μόνο εκλογές.
ΟΙ ΣΤΑΓΟΝΕΣ ΠΟΥ ΞΕΧΕΙΛΙΣΑΝ ΤΟ ΠΟΤΗΡΙ
Η απουσία αυτών των προϋποθέσεων ήταν έντονη την τελευταία περίοδο διακυβέρνησης και στις τελευταίες εξελίξεις. Ο Ερντογάν φαίνεται να χάνει μια σειρά από μάχες στα μέτωπα που τις είχε κερδίσει επί μια δεκαετία. Υποστηρίζεται ότι η κυβέρνηση προκειμένου να διατηρήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να ευνοήσει συγκεκριμένες εταιρείες προωθεί μια σειρά από μεγάλα έργα, αδιαφορώντας για τις οικολογικές συνέπειες αλλά και για τις επιπτώσεις σε μια σειρά από ιστορικές γειτονιές της Κωνσταντινούπολης και στους κατοίκους τους. Η εφαρμογή αυτών των σχεδίων χωρίς να προηγηθεί δημόσιος διάλογος, ο νόμος για την απαγόρευση πώλησης αλκοόλ, η προτροπή στο μετρό να αποφεύγονται τα δημόσια φιλιά, η προσπάθεια ελέγχου των γεννήσεων και η εναντίωση στην άμβλωση, η συντηρητική στροφή στην εκπαίδευση, η πολιτική της Τουρκίας στη Συρία, ήταν οι σταγόνες που ξεχείλισαν το ποτήρι. Η μετατροπή του Γκεζί Παρκ σε εμπορικό κέντρο αποτέλεσε την αφορμή για να ενωθούν πολλές και διαφορετικές μεταξύ τους φωνές ενάντια σε μια κοινή απειλή, στη συντηρητικοποίηση της Τουρκίας και στην περιστολή των δικαιωμάτων των πολιτών της.
Ακόμη, όμως, και η διαμαρτυρία στο Γκεζί Παρκ μπορεί να είχε περάσει απαρατήρητη, αν δεν συναντούσε τη δυσανάλογη αντίδραση της τουρκικής αστυνομίας και την αδιαλλαξία της κυβέρνησης. «Αν μαζέψετε εκατό, θα μαζέψω ένα εκατομμύριο», προειδοποίησε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ρίχνοντας λάδι στη φωτιά με μια δήλωση που δεν είναι μόνο αλαζονική αλλά και επικίνδυνη. Η επίδειξη ισχύος του Ερντογάν δημιούργησε αντισυσπειρώσεις. Η στάση του μετέτρεψε την πλατεία Ταξίμ σε συμβολικό σημείο συνάντησης κάθε φιλελεύθερου, κεμαλιστή, εθνικιστή, Αλεβίτη, οικολόγου, και σταδιακά Κούρδων και μετριοπαθών μουσουλμάνων από κάθε γωνιά της Τουρκίας, ανεξάρτητα από φύλο και ηλικία, με τους νέους βέβαια να πρωτοστατούν. Ό,τι δεν κατάφερε η πολιτική ομογενοποίησης στην Τουρκία φαίνεται να το καταφέρνει ο Τούρκος πρωθυπουργός στην πλατεία Ταξίμ. Το κόμμα διατηρεί βέβαια τη δημοφιλία του στους παραδοσιακούς ψηφοφόρους και επί της ουσίας δεν κινδυνεύει όσο δεν υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση. Έχει, όμως, χάσει τη συνοχή του, με την τάση των φιλελεύθερων και πραγματιστών του ισλαμιστή διανοούμενου Φετουλάχ Γκιουλέν να εκφράζει την ανησυχία της για τα τεκταινόμενα. Ο ίδιος ο Πρόεδρος Γκιουλ δήλωσε ότι Δημοκρατία δεν είναι μόνο εκλογές. Ο Ερντογάν αντίθετα επιδιώκει την πόλωση, δυναμιτίζει ακόμη περισσότερο την ένταση και καθιστά τη διαχείριση της κρίσης δυσκολότερη.
Πίσω από την αδιαλλαξία του Τούρκου πρωθυπουργού μπορεί να διακρίνει ίσως κάποιος την αλαζονεία που προκαλεί η ισχύς. Πηχιαίοι τίτλοι για ύβρι του Ερντογάν έκαναν τον γύρο του κόσμου. Για να κατανοήσουμε, όμως, ακόμη καλύτερα τη στάση του θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι το AKP κατά την πρώτη περίοδο της διακυβέρνησης του υπέστη επιθέσεις από το κεμαλικό «βαθύ κράτος», δικαστικούς και στρατιωτικούς και έφτασε να απειλείται στο Συνταγματικό Δικαστήριο με κλείσιμο. Το γεγονός αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί ο Τούρκος πρωθυπουργός βλέπει παντού συνωμοσίες που απειλούν το όραμά του. Τον εμποδίζει, όμως, να κατανοήσει τα πραγματικά αιτήματα των συγκεντρωμένων στην πλατεία. Επιπλέον, ο Τούρκος πρωθυπουργός, πλησιάζοντας στο τέλος της θητείας του, έχοντας περιορισμένο πολιτικό χρόνο, αλλά και το βλέμμα στην Προεδρία έχει περάσει από τη φάση του ρεαλισμού, και του ορθολογισμού, στην περίοδο της επαναστατικής διακυβέρνησης, όπου εκδηλώνει τον στόχο του να αλλάξει το status quo, να πραγματοποιήσει τη συντηρητική στροφή στην Τουρκία.
ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ ΑΒΕΒΑΙΟ
Κάποιοι έσπευσαν να παραλληλίσουν τα γεγονότα στην Κωνσταντινούπολη με τις εξεγέρσεις στον αραβικό κόσμο, παρομοιάζοντας την πλατεία Ταξίμ με την πλατεία Ταχρίρ. Ωστόσο, πρόκειται για εντελώς διαφορετικά φαινόμενα.
Η Αραβική Άνοιξη [4] ήρθε με έναν Τυνήσιο να αυτοπυρπολείται μέσα στην απόγνωση που προκαλεί η ζωή στην ανέχεια σε ένα αυταρχικό και διεφθαρμένο κράτος. Οι συγκρούσεις στη Συρία πήραν θρησκευτικές διαστάσεις. Οι Αιγύπτιοι που διαδήλωναν στην Ταχρίρ είχαν εντελώς διαφορετικό υπόβαθρο από εκείνο των διαδηλωτών στην Κωνσταντινούπολη. Επιπλέον, το AKP διαθέτει σχεδόν νωπή λαϊκή εντολή και η κυβέρνηση Ερντογάν δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί καθεστώς ανάλογο, π.χ. του Μουμπάρακ ή του Ασσάντ. Επιδιώκει να αλλάξει το status quo και οι διαδηλωτές αντιστέκονται στην απειλή της περαιτέρω συντηρητικοποίησης, ζητώντας παράλληλα ουσιαστική Δημοκρατία.
Προς το παρόν δεν υπάρχει αντιπολίτευση ικανή να απειλήσει την εκλογική κυριαρχία του AKP και φαίνεται επίσης δύσκολο να ανασυγκροτηθεί στο κοντινό μέλλον. Οι εξελίξεις, όμως, μπορεί να έρθουν από το εσωτερικό του κόμματος, από τους μετριοπαθείς και πραγματιστές που υποστηρίζουν μια περισσότερο φιλελεύθερη ισλαμική προσέγγιση και θα θελήσουν να αποφύγουν την πόλωση στην κοινωνία. Για πολλούς η μάχη από την πλατεία Ταξίμ έχει μεταφερθεί στην ηγεσία του κυβερνώντος κόμματος. Έχει ανοίξει τη σελίδα της διαδοχής. Μπορεί το Γκεζί Παρκ να αποδειχθεί ο Τιτανικός για τον Ερντογάν. Ο δρόμος για την Προεδρία το 2014 δεν έχει κλείσει, ωστόσο δυσκολεύει. Είναι πιθανό στο απόγειο της ηγεμονίας του, τη στιγμή που εξύφαινε το σχέδιό του για μια νεο-οθωμανική Τουρκία, να μετατραπεί από ισχυρός άνδρας της Τουρκίας σε αποδιοπομπαίο τράγο στο εσωτερικό και το εξωτερικό, θυμίζοντας τη λαϊκή ρήση: «η πλεονεξία γεννά την καταστροφή».
Στο μέτωπο του εκδημοκρατισμού οι κρίσιμες μεταβλητές δεν βρίσκονται στην πλατεία Ταξίμ. Οι διαδηλωτές, η αντίδραση της αστυνομίας και η διαχείριση της κρίσης δημιούργησαν απλώς τη δομή ευκαιρίας. Η μετάβαση σε μια περισσότερο δημοκρατική Τουρκία δεν θα έρθει από την μια μέρα στην άλλη. Οι εξελίξεις θα εξαρτηθούν: στο εσωτερικό από το πώς και πόσο αργά ή γρήγορα θα εξασφαλιστεί η σταθερότητα και το ποια τάση θα επικρατήσει στο AKP, από την πορεία της οικονομίας -καθώς κάποιοι προβλέπουν ότι σύντομα θα σκάσει και στην Τουρκία μια φούσκα ακινήτων, αλλά και από τα πλήγματα που μπορεί να προκαλέσει η παρούσα αποσταθεροποιήση- και στο εξωτερικό από το πώς θα διαχειριστούν οι ΗΠΑ και η Δύση γενικότερα την απώλεια της Τουρκίας ως μοντέλο για τον μουσουλμανικό κόσμο καθώς και από τις εξελίξεις στη Συρία.
Σίγουρα η Τουρκία έχει πολύ δρόμο ακόμη για την εγκαθίδρυση μιας ουσιαστικής Δημοκρατίας. Η πλατεία Ταξίμ, όμως, σηματοδοτεί εξελίξεις για τον Ερντογάν, το AKP, την αναστολή, αν όχι την ανάσχεση, των νεο-οθωμανικών σχεδίων και τις σχέσεις της Τουρκίας με τη Δύση. Ειδικά σε ό,τι αφορά το τελευταίο, εκτός από την ανησυχία που έχει ήδη προκληθεί στις ΗΠΑ, και τα πλήγματα στην διεθνή εικόνα του Ερντογάν η πλατεία φωτίζει και το κενό που έχει δημιουργήσει η κρίση στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παρ’ όλες τις αποτυχίες της σήμερα, η Ένωση με την πολιτική του «μαστιγίου και του καρότου» έχει αποδειχθεί πολλές φορές στο παρελθόν ικανός φορέας εκδημοκρατισμού και σταθερότητας. Η απώλεια της ήπιας ισχύος της Δύσης, που εκφραζόταν μέσα από τις πολιτικές και το γόητρο της Ένωσης, πιθανόν να αποδειχθεί καθοριστική για τις εξελίξεις όχι μόνο στην Τουρκία αλλά και σε όλες τις χώρες της Αραβικής Άνοιξης.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Turkey a ‘success story for the troubled IMF’ , Συνέντευξη του καθηγητή Taner Berksoy στην Hürriyet Daily News, 20-05-2013 http://www.hurriyetdailynews.com/turkey-a-success-story-for-the-troubled...
[2] Νταβούτογλου Αχμέτ, Το Στρατηγικό Βάθος. Η Διεθνής θέση της Τουρκίας, Εκδόσεις Ποιότητα, Αθήνα, 2010
[3] Kouskouvelis Ilias, “Turkey’s ‘Zero Problems’ Policy”, Middle East Quarterly, December 2012
[4] Για μια εμπεριστατωμένη μελέτη του φαινομένου της Αραβικής Άνοιξης στα ελληνικά βλ. Κουσκουβέλης, Η. (επιμ.) Η Αραβική Άνοιξη, Μελέτες Διεθνών Σχέσεων, Ε.ΔΙ.ΣΕ.Ο.-Εκδόσεις Πανεπιστημίου Μακεδονίας, Θεσσαλονίκη, 2012
*Η ΡΕΒΕΚΚΑ Γ. ΠΑΙΔΗ είναι επιστημονική συνεργάτις του Εργαστηρίου Διεθνών Σχέσεων & Ευρωπαϊκής Ολοκλήρωσης του Παν. Μακεδονίας και υπ. Διδάκτορας στο Τμήμα Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του ίδιου Πανεπιστημίου με αντικείμενο τις Διεθνείς Σχέσεις των μικρών δυνάμεων. Έχει σπουδάσει Διεθνή Πολιτική Οικονομία στο Πανεπιστήμιο του Sheffield (MA) και Διεθνείς Σχέσεις στο Πανεπιστήμιο του Cambridge (Mphil.).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου