του Άγγελου Μάλφα*
Από το δεύτερο εξάμηνο του έτους 2009, αρχίζει βαθμιαία να εξωτερικεύεται υπό την πίεση έντονων φαινομένων η βιωθείσα οικονομική κρίση καθώς το πραγματικά συνειδητοποιημένο απέναντι στις εξελίξεις κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, γίνεται μάρτυρας μιας αδιάλειπτης και έντονης συμπίεσής του μέσα από την τάση μιας οικονομικής αποσύνθεσης με εμφανή τον κίνδυνο της οριστικής κατάρρευσης.
Από την αλληλουχία των κρίσιμων για τη χώρα γεγονότων, είναι αμιγώς ευδιάκριτες διαδικασίες, και από την μέχρι πρότινος κυβέρνηση Παπανδρέου, και από την μετέπειτα κυβέρνηση συνεργασίας – τριαρχίας – ή εθνικής ημιτελούς ενότητας (μιας και ένα μέρος των πολιτικών κομμάτων του ελληνικού κοινοβουλίου, δεν συμμετέχει ενεργά στην πράξη πολιτικής συγκυβέρνησης) του κου Λουκά Παπαδήμου, προσπαθειών της όλο και μεγαλύτερης προσκόλλησής μας σε πολυποίκιλους οικονομικούς και πολιτικούς μηχανισμούς στήριξης, προς διάσωση μέσω δανεισμών και πιστώσεων, της φθίνουσας και παραπαίουσας οικονομίας.
Εισερχόμενη πλέον στον τρίτο χρόνο οικονομικής, και κατ’ επέκταση κοινωνικής κρίσης, όλοι οι πολίτες γίνονται μάρτυρες ενός πιθανώς ατελέσφορου αγώνα από την πλευρά της πολιτικής ηγεσίας (και σε συλλογικό βαθμό των κομμάτων και του ευρύτερου πολιτικού συστήματος), διάσωσης τόσο της οικονομίας του κράτους μέσω της...
βελτίωσης των μακροοικονομικών και δημοσιοοικονομικών δεικτών, όσο και των τραπεζικών-χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων με σκοπό την αποφυγή μιας οριστικής χρεοκοπίας με τα λίγο πολύ γνωστά συνεπαγόμενα αποτελέσματα.
Το πραγματικό πρόσωπο της οικονομικής κρίσης παρατηρείται πως επιδρά κυρίως πάνω σε εκείνες στις κοινωνικές ομάδες, που τις προσδιορίζει ως επί τω πλείστον η χαμηλή εισοδηματική απόδοση. Από αυτές τις αρνητικές προς τα εισοδήματα τάσεις, και με την διαγραφόμενη την πιθανότητα μιας πλήρους διάλυσης σε ολόκληρο σχεδόν τον κοινωνικό ιστό, εγείρονται ερωτήματα, όχι μόνο για την αποτελεσματικότητα του πολιτικού συστήματος όπως διαμορφώθηκε μετά την μεταπολίτευση, αλλά κυρίως, πάνω στην ύπαρξη ισχυρών ανισοτήτων – που πλέον κινδυνεύουν να καταστούν διαχρονικά πάγιες – που αφορούν τις αναγκαίες οικονομικές θυσίες των πολιτών, που εφαρμόζονται μόνο μια μερίδα του συνόλου των πολιτών.
Προφανείς αιτίες που οδήγησαν στην αναπόφευκτη σημερινή κατάσταση της οικονομίας της χώρας εδράζονται σε δύο κύριες αιτίες οι οποίες θεωρούνται ως οι επικρατέστερες. Σαν πρώτη αιτία ταχέως εξωτερικεύσιμη λόγω των έντονων σχεδόν αποτελεσμάτων της, είναι η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση που συμπαρέσυρε – αναπόφευκτα όπως ήταν αναμενόμενο, με αφορμή την οικονομική κατάρρευση της επενδυτικής τράπεζας Lehman Brothers – τη σαθρή και στηριζόμενη σε πήλινα πόδια ελληνική οικονομία, αναφύοντας τις κεκαλυμμένες και με αριστοτεχνικά έντεχνο τρόπο από το πολιτικό σύστημα, αδυναμίες της. Πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες χρεοκοπίες χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων στις Η.Π.Α (αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο, που τελικά οι κραδασμοί της συμπαρέσυραν και την ευρωπαϊκή οικονομία εκ των υστέρων) που έλαβε χώρα το έτος 2008. Η δεύτερη όμως αιτία είναι εκείνη που όχι μόνο μας οδήγησε στην σημερινή αρνητική θέση, αλλά ίσως θα έχει και μια ροπή μόνιμης συντήρησής της και στο χρονικό μέλλον.
Πρόκειται σαφώς για μια δυνάμει διηνεκώς συμμετοχή σε μη θεμιτές οικονομικές δραστηριότητες μερίδας του πολιτικού κόσμου, έχοντας σαν εφαλτήριό της την ικανοποίηση οικονομικών και προσωπικών φιλοδοξιών, με αντίτιμο, την χειραγώγηση και την άμεση ή έμμεση υποταγή του στα μεγάλα επιχειρηματικά κέντρα ή οικονομικά lobys και τις αντίστοιχες οικονομικές èlites. Είναι μια πραγματικότητα που επισφραγίζεται εκτός από την υπέρμετρη και πέραν του δέοντος τάση προς το οικονομικό όφελος και την εξουσία, και από τη μετριότητα ή την ανικανότητα, που χαρακτηρίζει την απόδοση έργου ανάπτυξης (οικονομικής, κοινωνικής, νομοθετικής, κ.τ.λπ) συγκεκριμένων αιρετών πολιτικών προσώπων, το οποίο είναι υποχρεωμένα να φέρουν εις πέρας μετά την λαϊκή εντολή της κάλπης.
Τα αποτελέσματα μέσα από αυτές τις φθίνουσες ηθικά διαδικασίες, έχουν σαν συνέπεια επαχθείς συνθήκες για το ευρύ κοινωνικό σύνολο, που μπορεί να περικλείει μεμονωμένα άτομα ή ομάδες ανθρώπων. Τα προβλήματα όμως που προκαλούν και επιφέρουν τελικά όλες αυτές τις δυσπραγείς καταστάσεις πηγάζουν κυρίως από ένα συγκεκριμένο αριθμό πολιτικών προσώπων του εγγύς κυρίως παρελθόντος που ως φορείς ευθύνης μικρών και μεγάλων πολιτικών λαθών, ή από εκείνες τις διαδικασίες που εσκεμμένα οδήγησαν το κράτος σε αυτήν την κατάσταση, εμφανίζονται πλέον μπροστά μας σαν εθνοσωτήρες και φορείς χρηστών ηθών, προσπαθώντας να πείσουν την κοινωνία στο σύνολό της για το άμεμπτο και το αγαθό του σκοπού τους, κινούμενοι πάντα μέσα στα πολιτικά πλαίσια που ορίζουν την δημοκρατία, την νομιμότητα, τους συνταγματικούς θεσμούς, καθώς και σε ατραπούς που δεν βλάπτουν την κοινωνική ή πολιτειακή συνοχή. Στη περίπτωση αυτή παρατηρείται ευδιάκριτα η επικράτηση του ατομικού συμφέροντος εις βάρος της ευρύτερης κοινωνίας και, της ορθής λειτουργίας του πολιτεύματος. Χρησιμοποιώντας δηλαδή εκ του πονηρού μια σημαντική πολιτικοκοινωνική παράμετρο, που ως βασικό συστατικό εμπεριέχεται σε κάθε δημοκρατικό πολίτευμα, εκείνο της ελευθερίας!
Φυσικά τα πολιτικά εκείνα πρόσωπα ή οι ομάδες που αποτελούνται από αυτά, συμπεριφερόμενα περιπαιχτικά προς τους υπόλοιπους πολίτες, και έχοντας σαν γνώμονα το ατομικό τους συμφέρον και τις προσωπικές τους φιλοδοξίες, ίσως να μην αντιλαμβάνονται ότι με την καθίζηση της χώρας και ότι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για το μέλλον, θα συμπαρασυρθούν τελικά και εκείνοι μαζί με το υπόλοιπο σύνολο προς μια καθολική και δύσκολα ανατρέψιμη κατάσταση. Σε αυτήν την περίπτωση επίσης διαπιστώνεται ότι λόγω του συγκεκριμένου συμπεριφορισμού, δεν ισχύει η έννοια του αδιαίρετου, που πρέπει να χαρακτηρίζει κάθε έθνος, λαό ή κοινωνία, ως προς τις απαιτούμενες και αναγκαίες θυσίες για κάθε δύσκολη στιγμή ή περίσταση αντίστοιχα.
Η συμπερασματική διαπίστωση κάνει να προβάλλει μια τάση διαρκούς κοινωνικής υποβάθμισης και συνεχούς ροπής προς την οικονομική εξαθλίωση μιας σημαντικής μερίδας της ελληνικής κοινωνίας, έχοντας για μοχλό της εκτός από τους παράγοντες εκείνους που ορίζονται από τη λειτουργία της ευρύτερης οικονομίας, την ουσιαστικώς ηθική πτώση του πολιτικού συστήματος και των θεσμών που το διέπουν. Μπορεί δηλαδή η διεθνής οικονομική κρίση να προκάλεσε αρνητικές τάσεις ανάπτυξης σε όλους σχεδόν τους οικονομικούς τομείς στις χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης, με ένα όμως κομμάτι της πολιτικής που λειτουργεί εκτός των ορθών νομικά και θεσμικά κανόνων, είναι προφανές ότι οι κραδασμοί θα είναι για την ελληνική οικονομία εντονότεροι, με τα αναμενόμενα για όλους τους πολίτες δυσάρεστα αποτελέσματα.
Αυτό που αντικατοπτρίζεται εν κατακλείδι από τις σημαντικές προαναφερθείσες αιτίες, υποδηλώνει εναργώς και ατυχώς παράλληλα την απαρέγκλιτη όπως φαίνεται, καθοδική πορεία του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας.
* Πτυχιούχος Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Bologna, μέλος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, συνεργάτης ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
* Πτυχιούχος Οικονομικών Επιστημών Πανεπιστημίου Bologna, μέλος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων, συνεργάτης ΕΛ.Κ.Ε.Δ.Α.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου