Παριστάνουν τους δημοκράτες αλλά πάντα αποκαλύπτονται. Μιλούν για δημοκρατία αλλά δημοκρατία στα μέτρα τους κατά τα πρότυπα Στάλιν. Είναι απόλαυση να διαβάζει κανείς αριστερούς ή αριστεριστές και να ανακαλύπτει τον καταπιεσμένο φασισμό τους. Και ονειρεύονται..... Οδυσσεύς
realpolitics.gr
του Κώστα Γιαννόπουλου
Μέσα χωρίς πετρέλαιο και καύσιμα. Έξω μια πόλη στις φλόγες. Μέσα τα ράφια άδεια. Έξω κλεμμένα μαγαζιά. Μέσα τα φάρμακα λείπουν. Έξω πέφτουν τόνοι χημικών και βόμβες μολότοφ. Μέσα οι τραπεζικές καταθέσεις που απειλούνται. Έξω κατεστραμμένα ΑΤΜ και μαγαζιά χρυσού. Μέσα ουρές με δελτία για το συσσίτιο. Έξω άγνωστοι απειλούν καταστηματάρχες και ληστεύουν τις εισπράξεις της μέρας. Μέσα η κομματική πειθαρχία και οι εκβιασμοί προς τους βουλευτές να πουν ναι στο μνημόνιο. Έξω δεκάδες χιλιάδες υψωμένες γροθιές διεκδικούν το ψωμί και τον ιδρώτα τους. Μέσα υποκρισία, ψέμα και ηθική απαξίωση του αστικού πολιτικού πολιτισμού. Έξω καίγονται νεοκλασικά κτίρια και ιστορικοί κινηματογράφοι. Μέσα οι αδιάβαστοι βουλευτές του ναι και έξω καίγονταν βιβλιοπωλεία. Μέσα και έξω ο ανθρώπινος πολιτισμός στην πυρά. Οι μάσκες έπεφταν μέσα στη βουλή. Οι κουκούλες έμπαιναν απ’ έξω. Μέσα και έξω με μια λέξη: τρομοκρατία.
Το κράτος του τρόμου
Κάπως έτσι ψηφίστηκε το 2ο μνημόνιο απ’ τη βουλή την Κυριακή το βράδυ. Λίγο πριν, οι ομιλίες καρμπόν των Αντώνη Σαμαρά, Γιώργου Παπανδρέου, Ευάγγελου Βενιζέλου και Λουκά Παπαδήμου, live απ’ τα τηλεοπτικά δίκτυα με φόντο το...
παραδομένο στις φλόγες κέντρο της Αθήνας. Ακόμα και το νέο πολιτικό σκηνικό που δημιουργήθηκε μετά τις 45 διαγραφές βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Τα media δεν απέδωσαν καν τη σημασία που πρέπει στο γεγονός ότι, οι 255 ψήφοι εμπιστοσύνης που πήρε προ διμήνου η κυβέρνηση Παπαδήμου ακριβώς για να φέρει αυτό το νομοσχέδιο, έγιναν μόλις 199. Νωρίτερα δεκάδες χιλιάδες, και κατά ορισμένους εκατοντάδες χιλιάδες, λαού ήταν και πάλι εκεί. Στην πλατεία Συντάγματος και τους γύρω δρόμους. Τα ΜΑΤ δε φτάνουν. Και πιάνουν δουλειά οι κουκουλοφόροι για να διαλυθεί αυτή η λαοθάλασσα. Οι βουλευτές ψηφίζουν και την ίδια ώρα τα κανάλια μιλάνε για τα καιόμενα ιστορικά κτίρια, για το πλιάτσικο στα καταστήματα, για το κτίριο της Νομικής ως συνώνυμο του κέντρου της τρομοκρατίας.
παραδομένο στις φλόγες κέντρο της Αθήνας. Ακόμα και το νέο πολιτικό σκηνικό που δημιουργήθηκε μετά τις 45 διαγραφές βουλευτών του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ πέρασε σε δεύτερη μοίρα. Τα media δεν απέδωσαν καν τη σημασία που πρέπει στο γεγονός ότι, οι 255 ψήφοι εμπιστοσύνης που πήρε προ διμήνου η κυβέρνηση Παπαδήμου ακριβώς για να φέρει αυτό το νομοσχέδιο, έγιναν μόλις 199. Νωρίτερα δεκάδες χιλιάδες, και κατά ορισμένους εκατοντάδες χιλιάδες, λαού ήταν και πάλι εκεί. Στην πλατεία Συντάγματος και τους γύρω δρόμους. Τα ΜΑΤ δε φτάνουν. Και πιάνουν δουλειά οι κουκουλοφόροι για να διαλυθεί αυτή η λαοθάλασσα. Οι βουλευτές ψηφίζουν και την ίδια ώρα τα κανάλια μιλάνε για τα καιόμενα ιστορικά κτίρια, για το πλιάτσικο στα καταστήματα, για το κτίριο της Νομικής ως συνώνυμο του κέντρου της τρομοκρατίας.
«Βλέπουμε σκηνές από ένα αύριο που πρέπει να αποτραπεί» δηλώνει το ίδιο βράδυ ο Αντώνης Σαμαράς που μόλις είχε ρίξει ολοκληρωτικά την αντιμνημονιακή του μάσκα και βρίσκεται πλέον «χέρι χέρι με τον Παπανδρέου και το Βενιζέλο». Ο πρόεδρος της ΝΔ σε απλή μετάφραση λέει, ότι η πτώχευση θα σημάνει μια καθημερινότητα ζούγκλας που θα έχει τα χαρακτηριστικά του πυρπολημένου και λεηλατημένου κέντρου της Αθήνας. Κάπως έτσι «δικαιολογεί» την υπερψήφισή του νέου μνημονίου για τη δήθεν αποφυγή της ανεξέλεγκτης χρεωκοπίας. Την άλλη μέρα το καρέ συμπληρώνει η Ελληνική Αστυνομία που δηλώνει ότι τα χτυπήματα και οι δεκάδες πυρκαγιές ταυτόχρονα σε διαφορετικά κτίρια και σημεία της πόλης «δίνουν το στίγμα των δραστών που ήθελαν ανθρώπινα θύματα». Τι άλλη χροιά μαρτύρων θέλουμε για να καταλάβουμε τι ακριβώς συνέβη και με ποιους έχει σχέση αυτό το σκηνικό που μετέτρεψε το βράδυ της Κυριακής εντός και εκτός βουλής σε «νύχτα των κρυστάλλων»;
Η δημοκρατία στο απόσπασμα
Τα κόμματα της Αριστεράς ως συνήθως και πολύ σωστά καταγγέλλουν κράτος και παρακράτος για προβοκάτσια. Απ’ το περιστύλιο της βουλής το βράδυ της Κυριακής ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Χρήστος Παπουτσής δηλώνει: «Σε τόσο δύσκολες στιγμές που περνάει η χώρα, σε μια μέρα που κρίνονται τα πάντα ουσιαστικά για την Ελλάδα του αύριο, έχω την εντύπωση ότι έπρεπε να περισσεύει η σοβαρότητα, η υπευθυνότητα και να έχουμε αφήσει πολύ μακριά μας το λαϊκισμό και την υποκρισία. Αλλά δυστυχώς, φαίνεται ότι ορισμένοι είναι αδιόρθωτοι. Συνεχίζουν με τον ίδιο τρόπο είτε να χαϊδεύουν αυτιά, είτε να συγκαλύπτουν, είτε να κάνουν πως δεν καταλαβαίνουν ότι με τον τρόπο αυτό αποπροσανατολίζουν τους πάντες και δεν επιτρέπουν στην πολιτεία να αντιμετωπίσει με οργανωμένο τρόπο φαινόμενα ακραία. Δυστυχώς, και πάλι τα άκρα έδρασαν και δυστυχώς έδρασαν βανδαλίζοντας την Αθήνα, προσβάλλοντας την ελληνική δημοκρατία». Οι αινιγματικές δηλώσεις του πρώην προέδρου της ΕΦΕΕ δίνουν την κατεύθυνση και δύο 24ωρα μετά ο ΔΟΛ διευκρινίζει τι εννοεί ο αρμόδιος υπουργός.
Ο Αντώνης Καρακούσης σε άρθρο του στο tovima.gr, υπό τον τίτλο «Όσοι έκαψαν την Αθήνα…», αναφέρει: «Την περασμένη Κυριακή, λοιπόν, σύμφωνα με πολλές μαρτυρίες, ούτε αναρχικοί, ούτε προβοκάτορες έκαψαν τα υποκαταστήματα των εμπορικών Τραπεζών στην οδό Αθηνάς. Διαδηλωτές, απροσδιορίστου πολιτικής ταυτότητας και κάθε ηλικίας, με ακάλυπτα πρόσωπα, χωρίς εργαλεία και χωρίς μολότοφ, έσπασαν και έκαψαν, με ό,τι βρήκαν μπροστά τους Τράπεζες και άλλα καταστήματα, μπροστά σε ένα πλήθος που παρότρυνε και ζητωκραύγαζε κάθε φορά που έπεφτε ένα τζάμι κι άναβε μια φωτιά. Με άλλα λόγια, οφείλουν όλοι να παραδεχθούν ότι η βία δεν είναι μιας ομάδας, ενός κύκλου, ούτε αποτέλεσμα συνωμοσίας. Ας μη γελιόμαστε η βία ενυπάρχει εντός του «κινήματος», επιλέγεται από ορισμένους πολίτες, αφομοιώνεται ως εργαλείο πολιτικής δράσης και αντίδρασης, όταν πλήθη συρρέουν ασύνταχτα με μόνο οδηγό την οργή και το κοινωνικό μίσος… Ας μη γελιόμαστε, όσο τα πράγματα σκληραίνουν, η βία θα ενσωματώνεται, θα κερδίζει χώρο και θα επιδρά με την ακρότητά της στα πολιτικά πράγματα της χώρας. Και η επίδρασή της δεν είναι ποτέ ευθύγραμμη. Άλλοτε συντηρητικοποιεί κι άλλοτε ριζοσπαστικοποιεί τα πλήθη. Διαλέγετε και παίρνετε. Μέχρι να το διαπιστώσουμε, ωστόσο, καταστροφές θα φέρνει και θύματα θα προκαλεί. Γι’ αυτό, το φαινόμενο θέλει προσοχή και έλεγχο. Η απόκρυψη και η αποσιώπησή του δεν ωφελεί κανένα».
Την ίδια μέρα ο Γιάννης Πρετεντέρης σε άρθρο του στα ΝΕΑ με τίτλο «Μας κάψαν την Αθήνα!» καταλήγει: «Οι εμπρηστές αυτοί δεν είναι απαραιτήτως μέλη του ΚΚΕ ή του ΣΥΡΙΖΑ, μπορεί ίσως και να σιχαίνονται το ΚΚΕ ή τον ΣΥΡΙΖΑ. Ανήκουν, όμως, στο “οικογενειακό άλμπουμ της Αριστεράς”- για να δανειστώ την υπέροχη έκφραση της Ροσάνα Ροσάντα για τις Ερυθρές Ταξιαρχίες. Είναι οι ίδιοι που σπάνε γραφεία βουλευτών, που βρίζουν στις παρελάσεις, που δηλώνουν “αγανακτισμένοι” ή “εξεγερμένοι”, που τραμπουκίζουν στα πανεπιστήμια ή στις συνοικίες. Είναι οι ίδιοι που προωθούν έναν εμφύλιο χαμηλής (προς το παρόν) έντασης, τον κίνδυνο του οποίου το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ είτε δεν αντιλαμβάνονται είτε υποτιμούν. Διότι όποιος θεωρεί ότι τέτοιου τύπου εκδηλώσεις και τέτοιου μεγέθους καταστροφές εμπίπτουν στο εύλογο δικαίωμα της διαμαρτυρίας, ακόμη και της αγανάκτησης, τότε μάλλον θα πρέπει να κοιταχτεί σε κανένα γιατρό. Πολύ φοβούμαι ότι έχουμε φτάσει σε ένα κρίσιμο και επικίνδυνο σημείο. Κι ότι πάνω από το κεφάλι όλων μας (και του ΚΚΕ και του ΣΥΡΙΖΑ) κρέμεται ένα δραματικό ερώτημα. Δεν είναι το ευρώ, ούτε το Μνημόνιο, ούτε ο καπιταλισμός. Είναι αν θα αφήσουμε τη χώρα να βυθιστεί σε έναν άτυπο εμφύλιο. Σε μια ανεξέλεγκτη αναμέτρηση με απρόβλεπτες και ανυπολόγιστες συνέπειες. Είμαι βέβαιος για την απάντηση που θα έδινε η παλαιά ηγεσία της Αριστεράς, αυτή που γνώρισε και πλήρωσε τον άλλον εμφύλιο. Δεν είμαι καθόλου βέβαιος για την απάντηση που δίνουν οι επίγονοί της- κυρίως όταν ακούω διάφορες ανοησίες για “νέα Βάρκιζα”… Όχι επειδή επιδιώκουν να καταφύγουμε στα κουμπούρια- ειλικρινά δεν το πιστεύω… Αλλά επειδή δυσκολεύονται να διακρίνουν τα όρια ανάμεσα στην αμφισβήτηση και την αναμέτρηση. Κι επειδή αρνούνται να κατανοήσουν πως αν θέλουμε να μην καίγεται η Αθήνα, πρέπει να την προστατεύσουμε όλοι μαζί».
Αντανακλαστικά ηττοπάθειας
«Στο ΚΚΕ δεν πιάνουν απειλές και προβοκάτσιες» σημειώνει ο Ριζοσπάστης δίνοντας λάθος απάντηση σε λάθος ερώτημα. Το πρόβλημα δεν είναι να πείσεις ούτε για την ύπαρξη, ούτε για το μέγεθος της προβοκάτσιας. Εκ του αποτελέσματος έχει κριθεί (για ακόμα μια φορά) και το αντιλαμβάνεται και η κουτσή Μαρία. Όταν μένεις σ’ αυτό, το κίνημα οδηγείται σε αδιέξοδο. Το μείζον ζήτημα είναι πως μια -έστω και καλοστημένη- προβοκάτσια παραμερίζει απ’ το προσκήνιο τη λαοθάλασσα που πλημμύρισε την πρωτεύουσα και για ακόμα μια φορά βροντοφώναξε «δε χρωστάμε, δεν πουλάμε, δεν πληρώνουμε». Το μείζον ζήτημα είναι ότι το εργατικό κίνημα ηττήθηκε σε ακόμα μια μάχη και χάνει πολύτιμο χρόνο και άλλες θέσεις καίριας σημασίας σ’ αυτό τον πόλεμο. Το μέγα πρόβλημα είναι ότι το εργατικό κίνημα για ακόμα μια φορά βρίσκεται ανίσχυρο μπροστά στο κράτος, την εξουσία των εκμεταλλευτών του λαού και τον ιμπεριαλισμό, που εναλλάσσει γραβάτες και κουκούλες. Το καθοριστικό ζήτημα είναι πως το εργατικό κίνημα θα καταστεί ικανό και αποτελεσματικό στην αντιμετώπιση της αστικής βίας εντός και εκτός βουλής. Γιατί αυτό που ζήσαμε την Κυριακή είναι μια ακόμα «αντεπανάσταση» του αστισμού για να ικανοποιηθούν οι αξιώσεις των δανειστών. Εντός του κοινοβουλίου με την παραβίαση του συντάγματος και του κανονισμού της βουλής (κατεπείγον νομοσχέδιο το μνημόνιο), όπως ακριβώς το είχε πει προ ημερών και ο πρόεδρος του Eurogroup που δεν ανησυχούσε για την τύχη του νομοσχεδίου γιατί «πολύ απλά, η βουλή θα το ψηφίσει». Και εκτός βουλής γιατί καταλύθηκε η δημοκρατία επειδή κυριάρχησε ο τρόμος, γιατί παρεμποδίστηκε και φιμώθηκε ο λαός και το εργατικό κίνημα χάρη στη βία της κουκούλας.
Αυτό που κυρίως προκύπτει απ’ την αρθρογραφία του ΔΟΛ είναι η προσπάθεια να «πιέσει» το ΚΚΕ να λάβει θέσεις και στάση αντίστοιχες με αυτές του Δεκεμβρίου του 2008 και τις ίδιες θέσεις να λάβει και ο ΣΥΡΙΖΑ, γιατί «τώρα φυσάει και το γιαούρτι» επειδή το Δεκέμβριο του 2008 «κάηκε στο χυλό». Το κατεπείγον για όσους διατείνονται ένα εναλλακτικό πρόγραμμα πάλης, διακυβέρνησης και εξουσίας είναι πως θα συμβάλλουν στην ενδυνάμωση του εργατικού κινήματος για ν’ αναχαιτίσει την επίθεση και να περάσει στην αντεπίθεση. Και όσο η εργατική τάξη δεν μπορεί να αντικρούσει στην πράξη τις προβοκάτσιες, τότε αυτές θα κυριαρχούν και θα ενισχύουν συντηρητικά και αντιδραστικά σύνδρομα στις πλατιές μάζες των εργαζομένων που θα κυριεύονται απ’ την ηττοπάθεια. Γιατί κοντά στην οικονομική ανέχεια και την κοινωνική αβεβαιότητα θα φωλιάζει είτε ο τρόμος και το μίσος για τη βία γενικά, είτε θα προσχωρούν στη χρήση της τυφλής βίας άλλες μάζες εργαζομένων. Και τότε θα είναι εύκολο να βγει και τυπικά εκτός νομιμότητας το απεργιακό όπλο της εργατικής τάξης, χάρη στην ανοχή και την αποδοχή της ίδιας, που η «εμπειρία» της θα την έχει πείσει ότι όχι μόνο είναι άχρηστο, αλλά και επιζήμιο γιατί θα της διαταράσσει την ησυχία της. Εκεί πάνω θα γίνεται χρήσιμος και ο ρόλος της αστυνομίας και της αστυνόμευσης στη συνείδηση των πολιτών. Και αυτό είναι ότι το χειρότερο.
Μαζική επαναστατική βία και αστική τρομοκρατία
Η μεγαλύτερη ζημιά που έχει προκαλέσει η δράση του κράτους και του παρακράτους, με τη συνδρομή των «χρήσιμων ηλιθίων», είτε φορούν κουκούλες είτε όχι, είναι η δυσφήμιση κάθε έννοιας βίας, πολύ περισσότερο της επαναστατικής βίας, με αποτέλεσμα το εργατικό κίνημα να νιώθει ένοχο αν οι διαδηλώσεις του δεν μοιάζουν απόλυτα με χορό από μαζορέτες στο ημίχρονο ενός αγώνα μπάσκετ. Τα συνδικάτα τρέμουν μήπως και κατηγορηθούν ότι οι απεργιακές τους κινητοποιήσεις δεν είναι ειρηνικές. Και όμως, μπορεί να κατηγορήσει κάποιος τους οικοδόμους που ξήλωναν τα πεζοδρόμια σε παλιότερες δεκαετίες για τρομοκρατία; Ασφαλώς και όχι.
Η διαφορά φαίνεται λεπτή μα είναι θεμελιώδης. Δεν προκαλούσαν τρόμο στα άλλα στρώματα του πληθυσμού της Αθήνας, γιατί δεν στρέφονταν ενάντιά τους. Ποτέ στην ιστορία του η δράση του εργατικού κινήματος δεν προκάλεσε τρόμο. Ακόμα και όταν χρησιμοποίησε τις πιο δυναμικές μορφές πάλης. Αντίθετα η χρήση βίας από την αστική τάξη και τις οργανώσεις της είχε στοιχεία τρομοκρατίας. Οι δολοφονικές επιθέσεις με μάρμαρα κατά διαδηλωτών όπως έγινε στις 20 Οκτωβρίου στο Σύνταγμα είναι αστική μορφή βίας. Οι φωτιές σε ιστορικά κτίρια και χώρους πολιτισμού είναι αστική μορφή βίας και μάλιστα ο ορισμός της αντεπαναστατικής μορφής βίας. Οι συνωμοτικού χαρακτήρα οργανώσεις που χρησιμοποίησαν την τρομοκρατία ως μέσο δράσης εξυπηρέτησαν εκτός όλων των άλλων και την αναδιάταξη στους κόλπους της αστικής τάξης σε παλιά και νέα τζάκια. Η περίπτωση της «17 Νοέμβρη» είναι πολύ χαρακτηριστική. Γι’ αυτό το λόγο και αυτοί οι χώροι είτε συνδέονται, είτε καθοδηγούνται, είτε ελέγχονται από μυστικές υπηρεσίες εγχώριες ή και ιμπεριαλιστικών κέντρων που έχουν συμφέροντα στην περιοχή. Γι’ αυτό και το στοιχείο της προβοκάτσιας είναι δεύτερη φύση τους, ασχέτως προθέσεων ορισμένων εκ των συμμετεχόντων που μπορεί να θεωρούν ότι πραγματικά «προσφέρουν κάτι» και «κάνουν επανάσταση».
Ποιος απ’ τους προστάτες θα μας προστατέψει;
Σε συνθήκες κρίσης του καπιταλισμού, η κίνηση των μαζών ανεβαίνει, όπως ήδη συμβαίνει στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Αυθόρμητα, συνειδητά, με ή χωρίς αντιφάσεις και στα αιτήματα και στους στόχους και στις μορφές δράσης και πάλης. Τόσο το σύστημα (εξουσία της αστικής τάξης και του ιμπεριαλισμού) θα θέλει και θα επιδιώκει να παρέμβει για να κατευθύνει την κίνηση των μαζών, με βάση όχι τα δικά τους, μα τα δικά του συμφέροντα. Αυτό οφείλει να κάνει για λογαριασμό του, το εργατικό κίνημα. Εκεί κρίνεται κάθε πολιτική δύναμη που θέλει να εκφράζει τα συμφέροντά του.
Η απόκρουση της προβοκάτσιας και της δράσης των μηχανισμών του συστήματος προϋποθέτει χρησιμοποίηση όλων των μορφών πάλης που υπερασπίζονται τη δημοκρατία. Για παράδειγμα: Είχε ή δεν είχε το δικαίωμα και την υποχρέωση -με βάση το ακροτελεύτιο άρθρο του συντάγματος- ο λαός της Αθήνας με μπροστάρη τα συνδικάτα του να «μπουκάρει» στη βουλή και να ακυρώσει μια κατάφωρα αντισυνταγματική διαδικασία, που μετατρέπει τη χώρα σε προτεκτοράτο και εξαθλιώνει τους εργαζόμενους; Αλλά αυτό πρωτίστως θέλει ενότητα δράσης της εργατικής τάξης και κοινή δράση με τα μικροαστικά στρώματα που συνθλίβονται απ’ αυτή την πολιτική. Θέλει συντονισμό των εκπροσώπων και των φορέων τους. Ο λαός οφείλει να έχει μέτωπο με την αστική ανομία εντός και εκτός βουλής. Όταν είναι εκ των προτέρων βέβαιο ότι ο καθένας θα «παρελάσει» στους δρόμους της Αθήνας περιφρουρώντας το «μαγαζάκι» του και μόνο, τότε οι προβοκάτορες και τ’ αφεντικά τους τρίβουν τα χέρια τους, γιατί πολύ απλά ο λαός είναι στη γωνία. Είναι το έδαφος πάνω στο οποίο το σύστημα εξουσίας θα έχει την ευχέρεια να θέτει αυτό το «δραματικό ερώτημα που δεν είναι το ευρώ, ούτε το Μνημόνιο, ούτε ο καπιταλισμός» και θα καλεί το κίνημα να «προστατεύσουμε όλοι μαζί την Αθήνα»! Και τότε «τι κάνουμε»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου