Χρήστος Ιακώβου
Διευθυντής του Κυπριακού Κέντρου Μελετών (ΚΥΚΕΜ)
Ο πρόσφατος θάνατος του πρώην αμερικανού διπλωμάτη και πολιτικού, Ρίτσαρντ Χόλπμπρουκ, ο οποίος κατά την περίοδο 1996-99 διετέλεσε ειδικός αντιπρόσωπος του αμερικανού προέδρου Μπιλ Κλίντον, για τα Βαλκάνια και το Κυπριακό, μας υπενθύμισε τον καταλυτικό ρόλο που έπαιξε, σε επίπεδο διπλωματικής στρατηγικής, στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις και στο Κυπριακό. Τουλάχιστον στο Κυπριακό, κανένας διεθνής διαμεσολαβητής δεν κατάφερε να δώσει τη δυναμική ώθηση σε σχέση με το διεθνές στρατηγικό πλαίσιο που επηρέαζε μέχρι τότε το Κυπριακό.
Όταν ο Χόλμπρουκ ανέλαβε καθήκοντα ειδικού αντιπροσώπου, το Κυπριακό βρισκόταν σε στασιμότητα με ένα άνυδρο διάλογο χωρίς καμία προοπτική. Από τη μια, η Κυπριακή Δημοκρατία υπέβαλε αίτηση για ένταξη στην ΕΕ και από την άλλη η Τουρκία αντιτίθετο ανοικτά και σφόδρα σε αυτή την προοπτική με τη Βρετανία και τις ΗΠΑ να υποστηρίζουν παρασκηνιακά τις Τουρκικές θέσεις. Για τις ΗΠΑ υπήρχε μία βασική θέση αρχής στο Κυπριακό ότι δηλαδή όποια λύση στο ζήτημα θα προκαλούσε πρόβλημα στις Αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν θα έπρεπε να επιδιωχθεί. Ως εκ τούτου, εφόσον δεν υπήρχε προοπτική λύσης με βάση τις Τουρκικές στρατηγικές προδιαγραφές, οι Αμερικανοί θα έπρεπε να διαχειρίζονται περισσότερο το υφιστάμενο πρόβλημα παρά να προσπαθούν να το επιλύσουν. Ο βασικός λόγος που επέβαλε αυτή τη θέση αρχής για τους Αμερικανούς ήταν η σταθερή στρατηγική αντίληψη ότι η ασφάλεια της Τουρκίας και η διατήρησή της στο δυτικό στρατόπεδο ήταν κομβικής σημασίας για τον τρόπο με τον οποίο οι Αμερικανοί εξελάμβαναν την ασφάλεια της Ανατολικής Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής.
Ο Χόλμπρουκ αντελήφθηκε ότι αυτή η κατάσταση σταθερότητας και αδράνειας στο Κυπριακό δεν μπορούσε να κρατήσει εσαεί και διέγνωσε εγκαίρως ότι η αίτηση ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας θα μπορούσε να δημιουργήσει, στο μέλλον, προβλήματα στο τρίγωνο Ελλάδος – Τουρκίας – Κύπρου, που δεν θα μπορούσαν να ελέγξουν οι ΗΠΑ. Έτσι, ο Αμερικανός διπλωμάτης εισήγαγε μία νέα στρατηγική προσέγγιση στο Κυπριακό. Βάση του νέου Αμερικανικού σχεδιασμού ήταν η διασύνδεση της ασφάλειας της Ανατολικής Μεσογείου με την προοπτική ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ και την εξασφάλιση προοπτικής ένταξης της Τουρκίας. Ο Χόλμπρουκ είχε υιοθετήσει την άποψη ότι όσο περισσότερο πλησιάζει η ΕΕ σε περιοχές αστάθειας, με προοπτική ένταξης, άλλο τόσο δημιουργούνται συνθήκες σταθερότητας και ανάπτυξης. Έτσι με αυτό τον τρόπο, ο Χόλμπρουκ θεωρούσε ότι η ΕΕ θα μπορούσε να εξασφαλίσει σταθερότητα για την Τουρκία, που ήταν άλλωστε και Αμερικανικός στόχος, διατηρώντας ταυτόχρονα τη χώρα αυτή στο δυτικό σύστημα ασφάλειας και βραχίονα του Αμερικανικού στρατηγικού σχεδιασμού στην περιοχή.
Συνεπώς, τόσο η προοπτική λύσης του Κυπριακού όσο και η ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση διασυνδέθηκαν με το γενικότερο πλαίσιο της ασφάλειας και σταθερότητας στης Τουρκίας. Με βάση αυτά τα δεδομένα προβλήθηκε έκτοτε, από τους Αμερικανούς, η επικοινωνιακή λογική του αμοιβαίου οφέλους (win-win process) που υπαγόρευε πρώτον, ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ, δεύτερον, ταυτόχρονη λύση του προβλήματος και τρίτον, εξασφάλιση της προοπτικής ένταξης της Τουρκίας στην ΕΕ.
Πρώτο βήμα του Χόλμπρουκ ήταν η μείωση της στρατιωτικής έντασης στις Ελληνοτουρκικές σχέσεις, ιδιαίτερα μετά την κρίση των Ιμίων, ούτως ώστε να εξασφαλίσει ότι οι διαφορές στο Αιγαίο δεν θα ήταν εμπόδιο για την Ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας καθώς επίσης και η άρση των Τουρκικών αντιδράσεων και κατ’ επέκταση των Βρετανικών και Αμερικανικών για την ένταξη της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ.
Έτσι, αφού πλέον άνοιξε ο δρόμος της ένταξης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην ΕΕ, οι κυβερνήσεις της Κύπρου και της Ελλάδος υιοθέτησαν τη λογική που οδήγησε στη στρατηγική του Ελσίνκι το 1999, της μεταφοράς δηλαδή του συνόλου των ελληνοτουρκικών προβλημάτων περιλαμβανομένου και του Κυπριακού, εντός του πεδίου της ΕΕ.
Ως προς το Κυπριακό η επιλογή αυτή προσέφερε μία διέξοδο στην ακινησία ετών η οποία οδήγησε στο Σχέδιο Ανάν με όλες τις αρνητικές συνέπειες για την ελληνική πλευρά. Όσοι, από την αρχή, είχαν διαγνώσει ορθώς, το δόγμα Χόλμπρουκ μπορούσαν εύκολα να καταλάβουν ότι όσα πλεονεκτήματα και αν έδιδε το Σχέδιο Ανάν για την Ελληνική πλευρά, στις διάφορες πτυχές του προβλήματος, το μόνο σίγουρο ήταν ότι η λύση, στην πτυχή της ασφάλειας, θα ήταν εξολοκλήρου προδιαγεγραμμένη στο σύστημα ασφάλειας της Τουρκίας, όπως και ήταν.
Εν κατακλείδι, είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος με το Χόλμπρουκ και το δόγμα του στο Κυπριακό, οφείλει να παραδεχθεί ότι υπήρξε ένας συνεπής και κυνικός εκφραστής της ρεαλπολιτίκ στις διεθνείς σχέσεις, όπου με μαεστρία μπόρεσε να προσαρμόσει τη λογική των Αμερικανικών συμφερόντων σε μία νέα διπλωματική πρακτική ευαίσθητων ισορροπιών