Γράψαμε σε άλλο σημείωμα για την ιδεολογική προετοιμασία υποδοχής του νέου αμερικανικού αιώνα και της εναρμόνισης με αυτόν. Οι Αμερικανοί πίστευαν αταλάντευτα ότι ο 21ος αιώνας θα ήταν ο αιώνας της απόλυτης αμερικανικής ηγεμονίας και προετοίμαζαν, ανάμεσα σ’ άλλα, και τη θεωρητική υπεράσπιση αυτής της πορείας. Από αμερικανικά κέντρα εξουσίας και άλλα ελεγχόμενα σε διάφορα μέρη του πλανήτη, άρχισαν να εκπορεύονται διάφορες σχετικές θεωρίες. Τα πράγματα έπρεπε να ανασημασιολογηθούν, να φωτιστούν από άλλες πλευρές. Με σεμινάρια, υποτροφίες, συνέδρια, κύκλους μαθημάτων, ένταξη των θεωριών αυτών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα, εκδόσεις, εκπομπές και κύκλους διανοουμένων, άρχισαν να επιβάλλουν διάφορες αποδομητικές θεωρίες. Οι κύκλοι των διανοουμένων είτε πίστεψαν σ’ αυτές τις θεωρίες, είτε ωφελήθηκαν απ’ αυτές. Πάντως προσχώρησαν, και οι νέες, αμερικανικής προέλευσης, ιδέες άρχισαν να επικρατούν. Το κυριότερο, τις επέβαλλε η αμερικανική ισχύς που φαινόταν αδιαμφισβήτητη. Η επιβολή μιας νέας θεώρησης των πραγμάτων με την πειθώ αποτελεί δύσκολη υπόθεση. Όμως όταν ενισχύεται από την ένυλη παρουσία της μοναδικής πανίσχυρης χώρας τα πράγματα ευκολύνονται και η θεωρία επιβάλλεται τάχιστα.
Πρώτη και βασική θέση της νέας αμερικανικής τάξης πραγμάτων ήταν η υπονόμευση της έννοιας Επανάσταση που αποτελούσε ιστορική περηφάνια των λαών. Για τους λαούς και τους πολίτες η Επανάσταση, ως χώρος και χρόνος θυσίας και έπαρσης αλλά και φόβητρου για κάθε καταπιεστή, ήταν πάντα σεβαστή γι’αυτό έπρεπε να υπονομευθεί και ταπεινωθεί, να χάσει την αίγλη και το κύρος της. Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο σημείωμα οι κατέχοντες και κυρίαρχοι πάντα φοβούνται την επαναστατική ιδεολογία, εκτός αν θεωρούνται ότι είναι κληρονόμοι της. Έτσι η μοναδική επανάσταση που παρέμενε αδιαμφισβήτητη ήταν η αμερικανική, εξ άλλου μ’ αυτήν ιδρύθηκαν οι Η.Π.Α. προορισμένες από «τη θεία εντολή για να οδηγήσουν τον πλανήτη». Οι άλλες επαναστάσεις έπρεπε να αποδομηθούν, να ευρεθούν και να αναδειχθούν τα αρνητικά τους στοιχεία.
Σ’ όλο τον πλανήτη άρχισε η αποδόμηση της επαναστατικής θεωρίας, των ιστορικών επαναστατικών παραδόσεων, της συγκίνησης με την οποία οι πολίτες και οι λαοί αντιμετώπιζαν το θέμα Επανάσταση. Οι Επαναστάσεις οδηγούν στον ολοκληρωτισμό, επανατόνιζε νεοφανής φιλόσοφος, αποτελούν ιδεολογήματα συλλογικότητας. Η μπάλα πήρε τα πάντα. Ταξικές εξεγέρσεις, πολιτικές επαναστάσεις, Εθνική Αντίσταση, Εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του τρίτου κόσμου. Όλα έπρεπε να μηδενιστούν, να κατεδαφιστούν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον ελληνικό χώρο ξεκίνησαν με την υπονόμευση της επανάστασης του 1821 και του αγώνα στην Κύπρο εναντίον της αποικιοκρατίας, το 1955 -1959. Και οι δύο υπονομεύσεις συμβάδιζαν με τις γενικότερες κατευθύνσεις αλλά και με την ειδικότερη αμερικανική πολιτική της μείωσης των αντιστάσεων του ελληνικού λαού και της επιβολής ενός διακανονισμού των ελληνοτουρκικών διαφορών σύμφωνα με τα αμερικανικά συμφέροντα, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ελληνικός λαός θα εκαλείτο να πληρώσει τον λογαριασμό. Η βάση της υπονόμευσης στηρίχτηκε σε μια ομάδα ευλύγιστων διανοουμένων που καλούνται «προοδευτικοί και εκσυγχρονιστές», εναρμονισμένοι με τους σύγχρονους καιρούς της παγκοσμιοποίησης. Γι’ αυτό άφησαν προς το τέλος την υπονόμευση του έπους της εθνικής αντίστασης εναντίον της Κατοχής, το 1941 – 1944. Τα πράγματα είναι νωπά ακόμη, ο συναισθηματικός κραδασμός από το ηρωικό αυτό έπος δεν έχει καταλαγιάσει, η κατεδάφιση θα προκαλούσε αντιδράσεις, ακόμη πολλοί διανοούμενοι των νέων θεωριών προέρχονταν από τον πολιτικό χώρο της αριστεράς, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αντιστασιακή αντικατοχική πάλη, και δεν θα προσχωρούσαν εύκολα και στην κατεδάφιση αυτή. Περιορίστηκαν, λοιπόν, στην Επανάσταση του 1821 και στον κυπριακό αγώνα, περιμένοντας τη δημιουργία πιο ευνοϊκών συνθηκών. Φυσικά πιο νωπός είναι ο αγώνας της ΕΟΚΑ όμως για τη περιθωριακή και απομονωμένη Κύπρο όλα μπορούν να συμβούν και το κουρέλιασμα της ιστορικής της έπαρσης λόγω του αγώνα του 55 – 59 είναι κάτι εύκολο για τους Αθηναίους διανοούμενους. Πάντως τώρα ξεκίνησαν σιγά και την αποδόμηση της Αντίστασης εναντίον της γερμανικής κατοχής.
Ο νέος αμερικανικός αιώνας δεν ήθελε τη μυθολογία των επαναστάσεων, την έπαρση που δημιουργούσαν ως ιστορική παρακαταθήκη στους λαούς, το παράδειγμα, το θάρρος και το κουράγιο που δίνουν. Η έννοια της Αντίστασης και της Επανάστασης έπρεπε να πάρει απαξιωτικό χαρακτήρα. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν συλλογικά οράματα για τα οποία είναι έτοιμοι να αγωνιστούν, να θυσιαστούν. Πρέπει να μετατραπούν απλώς σε ένα άχρωμο και άοσμο πολτό καταναλωτών. Τώρα πια υπήρχε η αμερικανική ηγεμονία και προστασία που αγκάλιαζε όλο τον πλανήτη. Οι λαοί απλώς έπρεπε να συντονίζονταν με την αμερικανική υπερδύναμη, θα υπάκουαν και θα ακολουθούσαν και όλα θα βελτιώνονταν αφού είναι γνωστή η μεγαλοψυχία των Η.Π.Α. προς όλους όσοι την ακολουθούν ευπειθώς.
Η υπόγειες διαδρομές των ιστορικών θεωριών Β’
Γράψαμε στα προηγούμενα σημειώματα για τους τρόπους που δρομολόγησε η Αμερική, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, για έναν «Αμερικανικό αιώνα». Αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη πια, με απόλυτη κυριαρχία επί του πλανήτη, προγραμμάτιζε ο 21ος αιώνας να ήταν ο αιώνας της αμερικανικής κυριαρχίας. Βασικές και θεμελιώδεις συνισταμένες των αμερικανικών θεωριών, που άρχισαν να επικρατούν, ήταν η υπονόμευση της έννοιας του έθνους, η ανάδυση ποικίλων αντιθέσεων εντός των εθνών, μειονοτικών και άλλων, και σε πρακτικό πολιτικό επίπεδο η δημιουργία ανίσχυρων κρατών-προτεκτοράτων, που για να επιβιώσουν έπρεπε να συνταυτίζονταν πάντα με τις αμερικανικές επιλογές.
Σε θεωρητικό επίπεδο είχαμε ακόμη την μείωση και υπονόμευση της έννοιας «Επανάσταση» και την παρουσίαση και διαχείριση των αντιθέσεων και αντιπαλοτήτων του πλανήτη, που είχαν ιστορικό βάθος, ως ψυχολογικών αντιθέσεων, τις οποίες οι λαοί έπρεπε να υπερβούν. Βασική συνοδευτική αυτών των ανιστόρητων τοποθετήσεων ήταν η πρακτική για την επίλυση των συγκρούσεων, που μετέτρεπε την υφήλιο σε ένα νηπιαγωγείο χαζοχαρούμενων παιδιών, πλην κακομαθημένων με ιδιοτροπίες, πείσματα και εμμονές. Είναι προφανές ότι το αμέσως αναμενόμενο ήταν η επιθυμία να παρέμβει και να δώσει λύσεις ο διευθυντής του νηπιαγωγείου, δηλαδή η Αμερική, για να θεραπεύσει πάσα νόσο και πάσα μαλακία. Που για να επιβάλει το ειρηνικό περιβάλλον θα έπρεπε να θύμωνε με τα κακομαθημένα παιδιά, θα επέβαλλε κάποιες τιμωρίες, μα θα επιτύγχανε το ποθούμενο.
Όμως οι αντιθέσεις που κινούν τις εξελίξεις στον πλανήτη δεν είναι ψυχολογικές και δεν αποτελούν ιδιοτροπίες και πείσματα, είναι φορτισμένες ιστορικά και επενδυμένες με μύριες άλλες συνισταμένες. Οι αντιτιθέμενοι εκφράζουν και ενσαρκώνουν εθνικές και ιστορικές καταπιέσεις, ταξική εκμετάλλευση και πολιτιστική υπονόμευση, κυρίως οι μετέχοντες σε μια σύγκρουση ομαδοποιούνται στους αντιτιθέμενους χώρους των εκμεταλλευτών και των εκμεταλλευομένων. Το σημαντικότερο λοιπόν ήταν οι προτάσεις για το πολιτικό συγκείμενο διαβίωσης των αντιτιθέμενων και όχι οι παιδιάστικες αμερικανικές νουθεσίες που παρουσίαζαν κάθε σύγκρουση ως παρωχημένη ψυχολογική εμμονή.
Μελέτησα μερικά κείμενα που μοίραζαν οι αμερικανοί στα σεμινάρια για την επίλυση των συγκρούσεων και έμεινα άναυδος από τη σκόπιμη αφέλεια και την ισοπέδωση που προωθούσαν. Χαρακτηριστικά, για το Κυπριακό μιλούσαν για τον ψυχολογικό παράγοντα και τον αγώνα για υπέρβασή του, μάλιστα μια πρακτική που εφάρμοσαν ήταν να οργανώνουν διάφορες συναντήσεις, κυρίως στα κατεχόμενα, στις οποίες μετέβαιναν Ελληνοκύπριοι διανοούμενοι και εκεί ένα μέρος της τελετής ήταν να έδιναν τα χέρια με τους Τουρκοκυπρίους, σε μια αλυσίδα δεμένων χεριών για αρκετή ώρα. Εκεί έμπλεοι από θεία φώτιση οι μετέχοντες Ελληνοκύπριοι δήλωναν ότι αισθάνθηκαν ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι και εκείνοι άνθρωποι.
Ω τάλαν Κύπριε διανοούμενε, τώρα το κατάλαβες; Λοιπόν, εμείς που πάντοτε θεωρούσαμε ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι άνθρωποι, πάντοτε τονίζαμε και ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται εδώ. Η πολιτική ταμπακέρα, για την οποία οι Αμερικανοί δεν λένε κουβέντα, είναι το πρόβλημα. Λοιπόν οι άνθρωποι-Τουρκοκύπριοι δικαιούνται να μένουν σε κλεμμένα σπίτια; Θα υπάρχουν ρατσιστικοί περιορισμοί στην Κύπρο; Και άλλα πολλά. Δηλαδή εκείνο που έπρεπε να απαντηθεί ήταν το πολιτικό συγκείμενο συμβίωσης των Ελληνοκυπρίων και Τούρκοκυπρίων στην ευρωπαϊκή Κύπρο, βάσει ποιων θεμελιωδών αξιών θα δινόταν η λύση.
Ποιο κάτω από την τραγωδία υπάρχει ακόμα ένα σκαλί, η γελοιοποίηση. Και οι Κύπριοι δέχτηκαν να γελοιοποιηθούν από τους αμερικανικούς φωστήρες και να βλέπουν το Κυπριακό όχι ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής, πρόβλημα καταπίεσης των στοιχειωδών δικαιωμάτων αλλά ως ψυχολογικό πρόβλημα, που για να λυθεί έπρεπε να αποβάλουμε τα ψυχολογικά μας σύνδρομα. Η αμερικανική πολιτική ενίσχυσε τις εξελίξεις για να φτάσουμε το 1974 στο σκαλί της τραγωδίας. Προχώρησε και άλλο και συνέβαλε για να κατέβουν αρκετοί Κύπριοι διανοούμενοι και στο πιο κάτω σκαλί, να γελοιοποιηθούν.
Σ’αυτές τις αμερικανικές ανοησίες οι λαοί που έχουν ιστορική παιδεία και ιστορική πείρα πρέπει να παραμείνουν νηφάλιοι ως πολιτικά όντα που αναδεικνύουν την πολιτική διάσταση των πραγμάτων και δεν μετατρέπονται σε χαζοχαρούμενο νηπιαγωγείο που αναμασά αμερικανικά τραγουδάκια, εύκολα και ρυθμικά για πάσα χρήση.
Πρώτη και βασική θέση της νέας αμερικανικής τάξης πραγμάτων ήταν η υπονόμευση της έννοιας Επανάσταση που αποτελούσε ιστορική περηφάνια των λαών. Για τους λαούς και τους πολίτες η Επανάσταση, ως χώρος και χρόνος θυσίας και έπαρσης αλλά και φόβητρου για κάθε καταπιεστή, ήταν πάντα σεβαστή γι’αυτό έπρεπε να υπονομευθεί και ταπεινωθεί, να χάσει την αίγλη και το κύρος της. Όπως αναφέρθηκε στο προηγούμενο σημείωμα οι κατέχοντες και κυρίαρχοι πάντα φοβούνται την επαναστατική ιδεολογία, εκτός αν θεωρούνται ότι είναι κληρονόμοι της. Έτσι η μοναδική επανάσταση που παρέμενε αδιαμφισβήτητη ήταν η αμερικανική, εξ άλλου μ’ αυτήν ιδρύθηκαν οι Η.Π.Α. προορισμένες από «τη θεία εντολή για να οδηγήσουν τον πλανήτη». Οι άλλες επαναστάσεις έπρεπε να αποδομηθούν, να ευρεθούν και να αναδειχθούν τα αρνητικά τους στοιχεία.
Σ’ όλο τον πλανήτη άρχισε η αποδόμηση της επαναστατικής θεωρίας, των ιστορικών επαναστατικών παραδόσεων, της συγκίνησης με την οποία οι πολίτες και οι λαοί αντιμετώπιζαν το θέμα Επανάσταση. Οι Επαναστάσεις οδηγούν στον ολοκληρωτισμό, επανατόνιζε νεοφανής φιλόσοφος, αποτελούν ιδεολογήματα συλλογικότητας. Η μπάλα πήρε τα πάντα. Ταξικές εξεγέρσεις, πολιτικές επαναστάσεις, Εθνική Αντίσταση, Εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα του τρίτου κόσμου. Όλα έπρεπε να μηδενιστούν, να κατεδαφιστούν.
Είναι χαρακτηριστικό ότι στον ελληνικό χώρο ξεκίνησαν με την υπονόμευση της επανάστασης του 1821 και του αγώνα στην Κύπρο εναντίον της αποικιοκρατίας, το 1955 -1959. Και οι δύο υπονομεύσεις συμβάδιζαν με τις γενικότερες κατευθύνσεις αλλά και με την ειδικότερη αμερικανική πολιτική της μείωσης των αντιστάσεων του ελληνικού λαού και της επιβολής ενός διακανονισμού των ελληνοτουρκικών διαφορών σύμφωνα με τα αμερικανικά συμφέροντα, στη συγκεκριμένη περίπτωση ο ελληνικός λαός θα εκαλείτο να πληρώσει τον λογαριασμό. Η βάση της υπονόμευσης στηρίχτηκε σε μια ομάδα ευλύγιστων διανοουμένων που καλούνται «προοδευτικοί και εκσυγχρονιστές», εναρμονισμένοι με τους σύγχρονους καιρούς της παγκοσμιοποίησης. Γι’ αυτό άφησαν προς το τέλος την υπονόμευση του έπους της εθνικής αντίστασης εναντίον της Κατοχής, το 1941 – 1944. Τα πράγματα είναι νωπά ακόμη, ο συναισθηματικός κραδασμός από το ηρωικό αυτό έπος δεν έχει καταλαγιάσει, η κατεδάφιση θα προκαλούσε αντιδράσεις, ακόμη πολλοί διανοούμενοι των νέων θεωριών προέρχονταν από τον πολιτικό χώρο της αριστεράς, που έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αντιστασιακή αντικατοχική πάλη, και δεν θα προσχωρούσαν εύκολα και στην κατεδάφιση αυτή. Περιορίστηκαν, λοιπόν, στην Επανάσταση του 1821 και στον κυπριακό αγώνα, περιμένοντας τη δημιουργία πιο ευνοϊκών συνθηκών. Φυσικά πιο νωπός είναι ο αγώνας της ΕΟΚΑ όμως για τη περιθωριακή και απομονωμένη Κύπρο όλα μπορούν να συμβούν και το κουρέλιασμα της ιστορικής της έπαρσης λόγω του αγώνα του 55 – 59 είναι κάτι εύκολο για τους Αθηναίους διανοούμενους. Πάντως τώρα ξεκίνησαν σιγά και την αποδόμηση της Αντίστασης εναντίον της γερμανικής κατοχής.
Ο νέος αμερικανικός αιώνας δεν ήθελε τη μυθολογία των επαναστάσεων, την έπαρση που δημιουργούσαν ως ιστορική παρακαταθήκη στους λαούς, το παράδειγμα, το θάρρος και το κουράγιο που δίνουν. Η έννοια της Αντίστασης και της Επανάστασης έπρεπε να πάρει απαξιωτικό χαρακτήρα. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να έχουν συλλογικά οράματα για τα οποία είναι έτοιμοι να αγωνιστούν, να θυσιαστούν. Πρέπει να μετατραπούν απλώς σε ένα άχρωμο και άοσμο πολτό καταναλωτών. Τώρα πια υπήρχε η αμερικανική ηγεμονία και προστασία που αγκάλιαζε όλο τον πλανήτη. Οι λαοί απλώς έπρεπε να συντονίζονταν με την αμερικανική υπερδύναμη, θα υπάκουαν και θα ακολουθούσαν και όλα θα βελτιώνονταν αφού είναι γνωστή η μεγαλοψυχία των Η.Π.Α. προς όλους όσοι την ακολουθούν ευπειθώς.
Η υπόγειες διαδρομές των ιστορικών θεωριών Β’
Γράψαμε στα προηγούμενα σημειώματα για τους τρόπους που δρομολόγησε η Αμερική, μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, για έναν «Αμερικανικό αιώνα». Αδιαμφισβήτητη υπερδύναμη πια, με απόλυτη κυριαρχία επί του πλανήτη, προγραμμάτιζε ο 21ος αιώνας να ήταν ο αιώνας της αμερικανικής κυριαρχίας. Βασικές και θεμελιώδεις συνισταμένες των αμερικανικών θεωριών, που άρχισαν να επικρατούν, ήταν η υπονόμευση της έννοιας του έθνους, η ανάδυση ποικίλων αντιθέσεων εντός των εθνών, μειονοτικών και άλλων, και σε πρακτικό πολιτικό επίπεδο η δημιουργία ανίσχυρων κρατών-προτεκτοράτων, που για να επιβιώσουν έπρεπε να συνταυτίζονταν πάντα με τις αμερικανικές επιλογές.
Σε θεωρητικό επίπεδο είχαμε ακόμη την μείωση και υπονόμευση της έννοιας «Επανάσταση» και την παρουσίαση και διαχείριση των αντιθέσεων και αντιπαλοτήτων του πλανήτη, που είχαν ιστορικό βάθος, ως ψυχολογικών αντιθέσεων, τις οποίες οι λαοί έπρεπε να υπερβούν. Βασική συνοδευτική αυτών των ανιστόρητων τοποθετήσεων ήταν η πρακτική για την επίλυση των συγκρούσεων, που μετέτρεπε την υφήλιο σε ένα νηπιαγωγείο χαζοχαρούμενων παιδιών, πλην κακομαθημένων με ιδιοτροπίες, πείσματα και εμμονές. Είναι προφανές ότι το αμέσως αναμενόμενο ήταν η επιθυμία να παρέμβει και να δώσει λύσεις ο διευθυντής του νηπιαγωγείου, δηλαδή η Αμερική, για να θεραπεύσει πάσα νόσο και πάσα μαλακία. Που για να επιβάλει το ειρηνικό περιβάλλον θα έπρεπε να θύμωνε με τα κακομαθημένα παιδιά, θα επέβαλλε κάποιες τιμωρίες, μα θα επιτύγχανε το ποθούμενο.
Όμως οι αντιθέσεις που κινούν τις εξελίξεις στον πλανήτη δεν είναι ψυχολογικές και δεν αποτελούν ιδιοτροπίες και πείσματα, είναι φορτισμένες ιστορικά και επενδυμένες με μύριες άλλες συνισταμένες. Οι αντιτιθέμενοι εκφράζουν και ενσαρκώνουν εθνικές και ιστορικές καταπιέσεις, ταξική εκμετάλλευση και πολιτιστική υπονόμευση, κυρίως οι μετέχοντες σε μια σύγκρουση ομαδοποιούνται στους αντιτιθέμενους χώρους των εκμεταλλευτών και των εκμεταλλευομένων. Το σημαντικότερο λοιπόν ήταν οι προτάσεις για το πολιτικό συγκείμενο διαβίωσης των αντιτιθέμενων και όχι οι παιδιάστικες αμερικανικές νουθεσίες που παρουσίαζαν κάθε σύγκρουση ως παρωχημένη ψυχολογική εμμονή.
Μελέτησα μερικά κείμενα που μοίραζαν οι αμερικανοί στα σεμινάρια για την επίλυση των συγκρούσεων και έμεινα άναυδος από τη σκόπιμη αφέλεια και την ισοπέδωση που προωθούσαν. Χαρακτηριστικά, για το Κυπριακό μιλούσαν για τον ψυχολογικό παράγοντα και τον αγώνα για υπέρβασή του, μάλιστα μια πρακτική που εφάρμοσαν ήταν να οργανώνουν διάφορες συναντήσεις, κυρίως στα κατεχόμενα, στις οποίες μετέβαιναν Ελληνοκύπριοι διανοούμενοι και εκεί ένα μέρος της τελετής ήταν να έδιναν τα χέρια με τους Τουρκοκυπρίους, σε μια αλυσίδα δεμένων χεριών για αρκετή ώρα. Εκεί έμπλεοι από θεία φώτιση οι μετέχοντες Ελληνοκύπριοι δήλωναν ότι αισθάνθηκαν ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι και εκείνοι άνθρωποι.
Ω τάλαν Κύπριε διανοούμενε, τώρα το κατάλαβες; Λοιπόν, εμείς που πάντοτε θεωρούσαμε ότι οι Τουρκοκύπριοι είναι άνθρωποι, πάντοτε τονίζαμε και ότι το πρόβλημα δεν βρίσκεται εδώ. Η πολιτική ταμπακέρα, για την οποία οι Αμερικανοί δεν λένε κουβέντα, είναι το πρόβλημα. Λοιπόν οι άνθρωποι-Τουρκοκύπριοι δικαιούνται να μένουν σε κλεμμένα σπίτια; Θα υπάρχουν ρατσιστικοί περιορισμοί στην Κύπρο; Και άλλα πολλά. Δηλαδή εκείνο που έπρεπε να απαντηθεί ήταν το πολιτικό συγκείμενο συμβίωσης των Ελληνοκυπρίων και Τούρκοκυπρίων στην ευρωπαϊκή Κύπρο, βάσει ποιων θεμελιωδών αξιών θα δινόταν η λύση.
Ποιο κάτω από την τραγωδία υπάρχει ακόμα ένα σκαλί, η γελοιοποίηση. Και οι Κύπριοι δέχτηκαν να γελοιοποιηθούν από τους αμερικανικούς φωστήρες και να βλέπουν το Κυπριακό όχι ως πρόβλημα εισβολής και κατοχής, πρόβλημα καταπίεσης των στοιχειωδών δικαιωμάτων αλλά ως ψυχολογικό πρόβλημα, που για να λυθεί έπρεπε να αποβάλουμε τα ψυχολογικά μας σύνδρομα. Η αμερικανική πολιτική ενίσχυσε τις εξελίξεις για να φτάσουμε το 1974 στο σκαλί της τραγωδίας. Προχώρησε και άλλο και συνέβαλε για να κατέβουν αρκετοί Κύπριοι διανοούμενοι και στο πιο κάτω σκαλί, να γελοιοποιηθούν.
Σ’αυτές τις αμερικανικές ανοησίες οι λαοί που έχουν ιστορική παιδεία και ιστορική πείρα πρέπει να παραμείνουν νηφάλιοι ως πολιτικά όντα που αναδεικνύουν την πολιτική διάσταση των πραγμάτων και δεν μετατρέπονται σε χαζοχαρούμενο νηπιαγωγείο που αναμασά αμερικανικά τραγουδάκια, εύκολα και ρυθμικά για πάσα χρήση.