Σελίδες

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2011

Ο πειρασμός της εθνικολαϊκής Δεξιάς


Γιατί στις Βρυξέλλες και στο Βερολίνο παρομοιάζουν με «Ευρωπαίο Τσάβες» τον συντηρητικό πρωθυπουργό της Ουγγαρίας

Του Πετρου Παπακωνσταντινου


Το 2011 δεν ξεκίνησε και τόσο καλά για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Μετά τη σύντομη ανάπαυλα των χριστουγεννιάτικων διακοπών, οι διεθνείς αγορές ομολόγων επιδόθηκαν σε νέες, κερδοσκοπικές επιθέσεις εναντίον των περιφερειακών χωρών, φέρνοντας και την Πορτογαλία στον προθάλαμο του μηχανισμού διάσωσης ΔΝΤ - Ε. Ε. Σειρά έχει, αμέσως μετά, η Ισπανία, πέμπτη σε μέγεθος οικονομία της Ενωσης, ενώ ούτε η Ιταλία και το Βέλγιο αισθάνονται ασφαλείς. Στο μεταξύ, στη Γερμανία αρχίζουν να ακούγονται δυνατά φωνές κορυφαίων οικονομολόγων (όπως του Στέφαν Χόμπουργκ στο περιοδικό Der Spiegel) που ζητούν την άμεση επιστροφή στο μάρκο. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθε ένας καινούργιος πονοκέφαλος να προστεθεί στα βάσανα των ηγετικών κύκλων της Ενωσης: Το όνομα αυτού, Βίκτορ Ορμπαν.

Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, της χώρας που ανέλαβε την ευρωπαϊκή προεδρία για το πρώτο εξάμηνο του 2011, έγινε το αλεξικέραυνο μύριων όσων επιθέσεων, μεταξύ άλλων από την Αγκελα Μέρκελ, τις κυβερνήσεις Γαλλίας και Βρετανίας και τον Οργανισμό για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη. Ο υπουργός Εξωτερικών του Λουξεμβούργου αναρωτήθηκε αν η κυβέρνηση Ορμπαν «δικαιούται να προεδρεύει της Ενωσης», ενώ γερμανική εφημερίδα χαρακτήρισε την Ουγγαρία ως… Fuhrerstaat - κράτος του Φύρερ! Αλλοι παρομοίασαν τον Ορμπαν με τον Πούτιν ή τον Τσάβες. Ο ίδιος ο Ούγγρος πρωθυπουργός αποπειράθηκε να αντιπαρέλθει με χιούμορ τις αιτιάσεις λέγοντας: «Από το 1998 έως το 2002 (στην πρώτη περίοδο πρωθυπουργίας του), ο δυτικός Τύπος με παρομοίαζε με τον Χίτλερ και τον Ντούτσε. Τώρα με συγκρίνουν με τον Πούτιν και τον πρόεδρο της Λευκορωσίας. Σας αφήνω να κρίνετε αν πρόκειται για μια κάποια πρόοδο ή όχι».

Αφορμή και αιτίες

Πώς να εξηγήσει κανείς τόση οργή του ευρωπαϊκού κατεστημένου για έναν συντηρητικό πολιτικό, που έβαλε τη χώρα του στο ΝΑΤΟ και είναι εδώ και χρόνια αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, στο οποίο ανήκει επίσης η γερμανική Χριστιανοδημοκρατία της Αγκελα Μέρκελ; Η αφορμή δόθηκε από τον νόμο περί Τύπου που πέρασε στις 22 Δεκεμβρίου από την ουγγρική Βουλή το κόμμα του Ορμπαν (Fidesz). Ο επίμαχος νόμος καθιερώνει ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο, τα μέλη του οποίου διορίζονται από τη Βουλή (δηλαδή από το Fidesz, που διαθέτει απόλυτη πλειοψηφία). Το συμβούλιο μπορεί να επιβάλει πρόστιμα για «προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας» και «μη ισόρροπη κάλυψη των ειδήσεων», γεγονός που κρίθηκε ότι ανοίγει τον δρόμο για επιβολή λογοκρισίας και εκβιασμού των μέσων ενημέρωσης.

Οι αιτιάσεις ακούγονται εύλογες. Αλλωστε, και ο ίδιος ο Ορμπαν αναγνώρισε εν μέρει το βάσιμο της κριτικής -και την προφανή γκάφα που διέπραξε, ψηφίζοντας έναν τέτοιο νόμο μόλις μία εβδομάδα προτού αναλάβει την ευρωπαϊκή προεδρία - αφήνοντας ανοιχτό το ενδεχόμενο να τον τροποποιήσει. Ωστόσο, η επιλεκτική στοχοποίησή του προκαλεί απορίες. Πολύ χειρότερη, για παράδειγμα, εμφανίζεται η κατάσταση στην Ιταλία, όπου ο Μπερλουσκόνι έχει κατοχυρώσει σχεδόν μονοπωλιακό έλεγχο των ηλεκτρονικών μέσων ενημέρωσης χωρίς την παραμικρή ευρωπαϊκή αντίδραση. Αλλά και στη Γερμανία, η Αγκελα Μέρκελ διόρισε έναν έμπιστό της, πρώην εκπρόσωπο Τύπου του κόμματός της, επικεφαλής του εθνικού ραδιοτηλεοπτικού συμβουλίου. Επομένως κάποια άλλη, σοβαρή αιτία πρέπει να κρύβεται πίσω από την όλη υπόθεση.

Η αιτία αυτή βρίσκεται στην αιρετική, «φιλολαϊκή» οικονομική πολιτική του Ορμπαν, η οποία, κατά το κοινώς λεγόμενον, «χαλάει την πιάτσα» και γίνεται εξοργιστική, στα μάτια του ευρωπαϊκών ελίτ, ακριβώς επειδή προέρχεται όχι από έναν αριστερό «Ευρωπαίο Τσάβες», αλλά από ένα «δικό τους παιδί». Ο Βίκτορ Ορμπαν εξασφάλισε συντριπτική πλειοψηφία δύο τρίτων στις εκλογές του περασμένου Απριλίου, χάρη στην κατηγορηματική του αντίθεση απέναντι στο «μνημόνιο» που είχε υπογράψει (καλή ώρα…) η προηγούμενη, σοσιαλιστική κυβέρνηση με τους δανειστές της, ΔΝΤ και Ε. Ε. Από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία της χώρας του έκανε σαφές ότι εννοεί να επαναδιαπραγματευθεί τους όρους του δανείου. Μάλιστα δεν δίστασε να ταπεινώσει τους επιθεωρητές του ΔΝΤ που επισκέφθηκαν τη Βουδαπέστη τον περασμένο Ιούλιο, προτιμώντας να ταξιδέψει στη Νότια Αφρική για τον… τελικό του παγκοσμίου κυπέλλου ποδοσφαίρου!

Συνεπής στις προεκλογικές του υποσχέσεις, ο Ορμπαν αρνήθηκε να περικόψει τις συντάξεις, τους μισθούς και τις θέσεις εργασίας γιατρών και νοσοκόμων και να κλείσει κρατικές επιχειρήσεις, όπως του ζητούσαν οι πιστωτές του. Αντί γι' αυτό, επέβαλε έκτακτο «φόρο κρίσης» τριετούς διαρκείας, ύψους 0,45% στον ετήσιο κύκλο εργασιών των τραπεζών και φόρο της τάξης του 5 - 6% στα συμβόλαια των ασφαλιστικών και χρηματιστικών εταιρειών. Επιπλέον, περιέκοψε κατά 75% (!) τον μισθό του διοικητή της ουγγρικής Κεντρικής Τράπεζας.

Αντιδράσεις

Οπως ήταν επόμενο, ο ιδιόμορφος «αντικαπιταλισμός» του Ορμπαν ξεσήκωσε σφοδρές αντιδράσεις. Στις 15 Δεκεμβρίου, 13 μεγάλες ευρωπαϊκές εταιρείες (μεταξύ των οποίων οι γερμανικές Deutsche Telekom, RWE, EOκαι Allianz, η ολλανδική ING, η γαλλική Axa κ. ά.) με κοινή επιστολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή απαίτησαν κυρώσεις κατά της Ουγγαρίας επικαλούμενες επιλεκτική φορολόγηση σε βάρος των ξένων επιχειρήσεων. Ωστόσο, η κυβέρνηση Ορμπαν επέβαλε τον ίδιο φόρο σε όλες τις επιχειρήσεις και δεν φταίει αυτή αν το 80% του ουγγρικού τραπεζικού συστήματος ελέγχεται από ξένες τράπεζες, ως αποτέλεσμα της λεηλασίας του εθνικού πλούτου της χώρας αντί πινακίου φακής μετά την κατάρρευση του κομμουνιστικού καθεστώτος.

Λεπτομέρεια: Η αρμόδια επίτροπος της Κομισιόν που απειλεί την Ουγγαρία με κυρώσεις για «νόθευση του ελεύθερου ανταγωνισμού» είναι η Ολλανδή πολιτικός Νέλι Κρους, η οποία την τελευταία δεκαετία συμμετείχε σε… 28 έμμισθες θέσεις πολυεθνικών επιχειρήσεων, εκ των οποίων οι 20 ήταν αδρά αμειβόμενες θέσεις διοικητικών συμβουλίων. Ο, τι γνώμη και αν έχει κανείς για τη δεξιά κυβέρνηση της Ουγγαρίας, δεν μπορεί να μην εξεγείρεται απέναντι σε έναν τόσο ακραίο εκφυλισμό της πολιτικής που δίνει το δικαίωμα στον όποιο γραφειοκράτη, εκπρόσωπο των επιχειρηματικών λόμπι, να απειλεί με δικαστικές διώξεις τη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση μιας κυρίαρχης χώρας.

Θεαματική άνοδος της ευρωπαϊκής Aκροδεξιάς

Τη στιγμή που η ευρωπαϊκή Αριστερά, με ελάχιστες εξαιρέσεις, δεν φαίνεται ικανή να εκμεταλλευθεί προς όφελός της τη χειρότερη κρίση του καπιταλισμού μετά το 1929, η αναζήτηση «ριζοσπαστικών» λύσεων φαίνεται να στρέφεται συχνά προς το δεξιό άκρο του πολιτικού φάσματος. Την τελευταία διετία, ακροδεξιοί και ξενοφοβικοί σχηματισμοί ξεπέρασαν το 10% ή και το 15% σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, όπως το Βέλγιο (17,1%), η Βουλγαρία (12%), η Γαλλία (10%), η Νορβηγία (22,9%) η Ολλανδία (17%) και η Ουγγαρία (14,8%).

Σε αντίθεση με την παραδοσιακή Ακροδεξιά του Μεσοπολέμου, οι επίγονοί της αποφεύγουν τη δαιμονοποίηση των Εβραίων -μάλιστα, στις περισσότερες περιπτώσεις υποστηρίζουν το κράτος του Ισραήλ- τον ρόλο των οποίων, ως αποδιοπομπαίων τράγων, έρχονται τώρα να παίξουν οι μουσουλμάνοι μετανάστες.

Ιδιαίτερα γόνιμο έδαφος βρήκε η λαϊκίστικη Ακροδεξιά στην ανατολική Ευρώπη, για δύο κυρίως λόγους. Πρώτον, γιατί εκεί έχει τη δυνατότητα να προβάλει τρόπον τινά ως «Τρίτος Δρόμος» απέναντι στον απολυταρχικό κομμουνισμό του χθες και στη νεοφιλελεύθερη «παγκοσμιοποίηση» του σήμερα. Και δεύτερον, γιατί σ' αυτό το κομμάτι της ηπείρου, η διάλυση των παλαιών αυτοκρατοριών (οθωμανικής, ρωσικής και αυστροουγγρικής στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και της σοβιετικής μετά τον Ψυχρό Πόλεμο) άφησε ανοιχτά εθνοτικά προβλήματα και εδαφικές διεκδικήσεις, που προσέφεραν στην Ακροδεξιά άφθονο υλικό προς εκμετάλλευση.

Ιnfo

- Dominique Vidal, «Les extremes Droites a l'offensive», Le Monde diplomatique, janvier 2011.

- «Hungary's other deficit», The Economist, 8/1/2011.

- Victor Orban, «Hungary's critics are too quick to judge», Financial Times, 6/1/2011.

- Michael J. Jordan, «Oa crie «A bas les Juifs!» a Budapest», Courrier International, 30/4/2008.

Δεν υπάρχουν σχόλια: