Σελίδες

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Ευάγγελος Βενιζέλος - Δημήτριος Γούναρης στην ίδια κλινική


 από τους Αδιάβροχους

ΤΟ ΞΕΡΑΤΕ ΟΤΙ Ο ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ -ΕΙΡΩΝΕΙΑ ΤΗΣ ΤΥΧΗΣ- ΝΟΣΗΛΕΥΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΛΙΝΙΚΗ ΟΠΟΥ ΝΟΣΗΛΕΥΤΗΚΕ Ο ΓΟΥΝΑΡΗΣ ΠΡΙΝ ΤΗΝ ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ; ΑΝ ΟΧΙ, ΜΑΘΕΤΕ ΤΟ! 

Βαρειά άρρωστος ο Δημ. Γούναρης νοσηλευόταν στην κλινική Ασημακοπούλου (κλινική Σμπαρούνη, μετέπειτα Γερουλάνειο Ίδρυμα, σήμερα Αθηναϊκή Κλινική), ενώ οι συγγενείς του επίτηδες απέφευγαν να τον πληροφορούν για την πορεία της δίκης. Την παραμονή του τέρματος της δίκης. στις 6 το βράδυ, ο πρώην πρωθυπουργός αντελήφθη ότι ο ανεψιός του Βασ. Σαγιάς δεν βρισκόταν όπως συνήθως κοντά του. Το γεγονός αυτό, τον ανησύχησε. Βυθισμένος για λίγο σ' ένα ήσυχο ύπνο, τιναζόταν κάδε τόσο και ρωτούσε τους παρευρισκομένους στο δωμάτιο:
-Δεν φαίνεται κι αυτός ο Βασίλης... Στείλτε να τον εύρουν, θέλω να μάθω τι γίνεται...
Η ανησυχία του αρχηγού του Λαϊκού Κόμματος είχε αυξηθεί γύρω στα μεσάνυχτα.
-Μα επιτέλους... θέλω να μάθω τι συμβαίνει. Τι έγινε αυτός ο Βασίλης;
Ο γιατρός Βλάχος προσπάθησε να τον ησυχάσει.
-Έχουμε την πληροφορία ότι δευτερολογούν.
Ο Γούναρης κούνησε θλιμμένα το κεφάλι του.
-Ώστε αύριο τελειώνουν όλα!..
-Τι λέτε θείε; Τον διέκοψαν οι ανιψιές του.
-Αυτό που σας λέγω! Αύριον τελειώνουν όλα! Δεν απατώμαι εγώ!..
Ήταν δύο μετά τα μεσάνυχτα, όταν την ηρεμία της οδού Ασκληπιού τάραξαν θόρυβοι από φρένα αυτοκινήτων που έτριζαν, και σταματούσαν στη γωνία Σόλωνος και Ασκληπιού. Σε λίγο μεγάλη στρατιωτική δύναμη είχε κυκλώσει όλο το τετράγωνο μέχρι και τη Σκουφά ακόμη.
Η κλινική βρισκόταν αποκλεισμένη.
Μέσα στο δωμάτιο του αρρώστου κρατούμενου πολιτικού αγρυπνούσαν στο προσκεφάλι του η αδελφή του Αμαλία Κανελλοπούλου (μητέρα του Παν. Κανελλόπουλου), η σύζυγος του ανιψιού του Βασίλη Σαγιά, ο γαμπρός του Κανέλλος Κανελλόπουλος, και ο επίσης συγγενής του γιατρός από την Πάτρα Ιω. Βλάχος, που έμενε άφωνος και απελπισμένος.
Σε μια στιγμή ο Γούναρης συνέρχεται από τον λήθαργο και βλέπει την αδελφή του να τον φιλάει με πολλή διακριτικότητα στο μέτωπο για να μην του ταράξει τον ύπνο.
-Αμαλία έκανες τόσο κουραστικό ταξίδι για να έλθεις;
Στις 7 το πρωί δυο φορτηγά αυτοκίνητα γεμάτα ένοπλους στρατιώτες στάθμευσαν μπροστά στην κλινική. Μετά από λίγα δευτερόλεπτα, έφθασαν ένα άλλο φορτηγό κλεισμένο από τις τρεις πλευρές, που είχε μεταβληθεί σε νοσοκομειακό όχημα, κι ένα επιβατικό γεμάτο αξιωματικούς της Χωροφυλακής.
Ο ταγματάρχης Εμμ. Κατσιγιαννάκης, εκτελώντας καθήκοντα υποδιευθυντού της αστυνομίας, ανέβηκε τρέχοντας τα μαρμάρινα σκαλιά της κλινικής. Ξαφνικά βρέθηκε μπροστά στον Κανελλόπουλο και στον γιατρό Βλάχο και τους είπε:
-Έχω διαταγήν να μεταφέρω εις τας φυλακάς Αβέρωφ τον κύριον Πρόεδρον...
Ο Κανελλόπουλος κι ο Βλάχος με μια φωνή απάντησαν;
-Αυτό είναι αδύνατον, ο πυρετός είναι υψηλός. Μόλις δια των ενέσεων συγκρατείται ο ασθενής εις την ζωήν...
Ο Κατσιγιαννάκης τους κοίταξε βλοσυρά:
-Εγώ δεν ξέρω τίποτα απ' αυτά. Έχω διαταγές και θα τις εκτελέσω...
Οι άλλοι επέμειναν:
-Εμείς όμως αδυνατούμεν να σας τον παραδώσωμεν...
-Τότε θα τον μεταφέρω βιαίως...
Οι διαπληκτισμοί γίνονταν έξω απ' το δωμάτιο του μελλοθανάτου.
Ο Γούναρης άκουσε τον θόρυβο και κάλεσε τον γαμπρό του να πληροφορηθεί τι συμβαίνει.
-Ο υποδιευθυντής της αστυνομίας ζητά να σας μεταφέρει στις φυλακές Αβέρωφ.
Εκείνη τη στιγμή μπήκε στο δωμάτιο ο Κατσιγιαννάκης, πλησίασε τον ασθενή και του είπε:
-Κύριε Πρόεδρε, σηκωθείτε! θα σας μεταφέρωμεν!
-Θα σηκωθώ. Περιμένετε να ενδυθώ, απήντησε ο Πατρινός πολιτικός.
Μόλις ο Κατσιγιαννάκης βγήκε απ' το δωμάτιο, ο Γούναρης σηκώθηκε απ' το κρεβάτι και ζήτησε να τον βοηθήσουν να ντυθεί. Μόλις φόρεσε το πουκάμισο του, κλονίστηκε, κι έπεσε ανάσκελα στο κρεβάτι.
Σε λίγα λεπτά σηκώθηκε και πάλι. Κι ενώ η αδελφή του κι η ανιψιά του τον βαστούσαν να φορέσει το γιλέκο και το κολλάρο του, ο Γούναρης χτένισε τα μαλλιά του κοιτάζοντας σ' ένα καθρεφτάκι που κρατούσε ο Βλάχος.
Επειδή ο πυρετός είχε ανέβει 39.6, ο γιατρός του έκανε μια καρδιοτονωτική ένεση, και κατόπιν του φόρεσαν το σακκάκι.
Ύστερα κάθησε κι έγραψε σ' ένα χαρτί τη διαθήκη του.
«Ό,τι απομένει εκ της μικρός περιουσίας μου μετά την αφαίρεσιν των χρεών μου, αφήνω εις τον γαμβρόν μου Κανέλλον Κανελλόπουλον, ον καθιστώ γενικό κληρονόμον, προς καλυτέραν αποκατάστασιν της κόρης του, ανεψιάς μου Μαρίας. Εις τον Δήμον Πατρέων την βιβλιοθήκην μου, και εις την υπηρέτριάν μου Ευφροσύνην Στρατή δέκα χιλιάδες δραχμών.
Δ. Π. ΓΟΥΝΑΡΗΣ
      Μόλις το φορείο που μετέφερε τον Γούναρη έφθασε στις φυλακές Αβέρωφ, τον ξάπλωσαν στο κρεβάτι του κελιού. Οι πολιτικοί και στρατιωτικοί που ήσαν εκεί κρατούμενοι, έτρεξαν αμέσως κοντά του για να του δώσουν κουράγιο. Ο Χαρ. Βοζίκης τον χάιδεψε. Ο πρώην πρωθυπουργός του χαμογέλασε:
-Φοβάσαι μη χάσω το θάρρος μου; θα αντιμετωπίσω τον θάνατον μεθ' όλου του θάρρους. Έχω την συνείδηση μου ήσυχη. Έκαμα τον απολογισμό μου. Επεσκόπησα όλο το παρελθόν μου. Εύρον ότι ως πολιτικός έπραξα ό,τι ηδυνήθην δια την πατρίδα μου. Εύρον ότι ως άνθρωπος ουδένα εν γνώσει έχω αδικήσει...
Και γυρίζοντας προς τον Ξενοφ. Στρατηγό, που είχε γλυτώσει τη θανατική ποινή, του είπε:
-Για μένα το περίμενα. Αλλά για τους άλλους δεν το εφανταζόμουν.
Και παρεκάλεσε να του φέρουν τον τελευταίο του καφέ.
Στη γωνιά η ανιψιά του Μαρία Τυπάλδου και η μητέρα της Ιουλία Σαγιά δεν μπορούν να συγκρατηθούν και ξεσπούν σε λυγμούς.
Ο Γούναρης στράφηκε στην αδελφή του:
-Αμαλία μου, πάρε σε παρακαλώ την Ιουλία έξω. Δεν ημπορώ ν' ακούω κλάματα, Φύγετε, αφήστε με ήσυχον...
Η Μαρία Τυπάλδου τον ρώτησε διστακτικά:
-Να φύγω κι εγώ θείε μου;
-Να μείνεις, αν μου υποσχεθείς ότι δεν δα κλάψεις...
Ύστερα έβγαλε το ρολόι του, κοίταξε τον ναύαρχο Τυπάλδο και του ψιθύρισε:
-Μετά ημίσειαν, το πολύ μίαν ώραν, εκλείπομεν...

Δεν υπάρχουν σχόλια: