«Τελικά η δυναμική του χρόνου, νομιμοποιεί ακόμη και την παρανομία...» ΣΙATΩMΠPIAN
του Άνθου Λυκαύγη
Η επετειακή (αυτές τις μέρες) αναψηλάφηση του ανεπούλωτου κυπριακού τραύματος, συμπίπτει φέτος με τη βάναυση χρεωκοπική καθήλωση και των δύο κρατικών πυλώνων του Ελληνισμού. Ελλάδος δηλαδή και Κύπρου, με δυναμικές μοιραίας υποτροπής και με προοπτικές άδηλες. Οι οποίες και (όχι αδικαιολόγητα) περισπούν εν πολλοίς την αναγκαία εθνική μέριμνα,
α) για την αποτροπή ολοκληρώσεως του σιαμαίου εγκλήματος που οδήγησε στην γεωπολιτική κρεούργηση της μεγαλονήσου, και
του Άνθου Λυκαύγη
Η επετειακή (αυτές τις μέρες) αναψηλάφηση του ανεπούλωτου κυπριακού τραύματος, συμπίπτει φέτος με τη βάναυση χρεωκοπική καθήλωση και των δύο κρατικών πυλώνων του Ελληνισμού. Ελλάδος δηλαδή και Κύπρου, με δυναμικές μοιραίας υποτροπής και με προοπτικές άδηλες. Οι οποίες και (όχι αδικαιολόγητα) περισπούν εν πολλοίς την αναγκαία εθνική μέριμνα,
α) για την αποτροπή ολοκληρώσεως του σιαμαίου εγκλήματος που οδήγησε στην γεωπολιτική κρεούργηση της μεγαλονήσου, και
β) για την προαγωγή αποδεκτού ιστορικού συμβιβασμού, που ενώ θα επιλύει, δεν θα δημιουργεί συνθήκες αναπαραγωγής νέων εθνικών τραγωδιών. Οι οποίες και αν υπάρξουν, θα επανεισπραχθούν ως ολέθρια μετεξέλιξη. Με ό,τι αυτό σημαίνει.
Ούτε λοιπόν η συνήθης (κι ευχερής) λίπανση των λέξεων ωφελεί. Ούτε η περιστασιακή πάχυνση των συνθημάτων σώζει. H εφετινή επισήμανση των αφετηριών της κυπριακής τραγωδίας μας συναντά στις παρυφές ενός τραυματικού (κι ενδεχομένως μοιραίου) επιλόγου. Που δυστυχώς θα έχει δυνάμει προδιαγραφές τετελεσμένων.
Εδαφικών και άλλων. Και που εάν δεν τον διαχειρισθούμε σωστά, δεν θα έχει πια σημασία, ούτε τι έγινε, ούτε πώς συνέβη. Απλώς θα επισφραγίσει την αποδοχή ενός ακόμη εθνικού ακρωτηριασμού.
Δεν θα υπάρχει δηλαδή αντικείμενο άλλο, πέραν μιας εκ των υστέρων κι επί των ιστορικών ερειπίων αγόνου διερευνήσεως του αντεθνικού εγκλήματος και των συνακολούθων του. Καθώς αυτά που συντελούνται, οδηγούν με βεβαιότητα προς ραγδαίες και μη αναστρέψιμες διαμορφώσεις.
Και κυριολεκτικώς αίολες μεταλλάξεις, οι οποίες ήδη αδυσωπήτως νομιμοποιούν ευρύ φάσμα όσων εθεωρούντο από εμάς (και που όντως είναι) απαράδεκτα, ως απόρροια του διδύμου εκείνου εγκλήματος. Όπου ακριβώς οι γνωστές θεωρίες περί «παραγώγου δικαίου» που έχει προκύψει από την εισβολή κι εμπεδώθηκε από την κατοχή, δημιουργούν τις δυναμικές όσων καταθλιπτικών βιώνουμε σήμερα επί του εδάφους και σιωπηρώς αποδεχόμεθα εξ ανάγκης ως αμετάκλητη βάση για επίλυση του προβλήματος.
Γιατί δυστυχώς, όταν οι δυναμικές χρόνου και τετελεσμένων συναντώνται και αλληλοσυνάπτονται, αποβαίνουν δηλητηριώδες μίγμα για τα εκ των πραγμάτων ανίσχυρα σκέλη τέτοιων ανισοασθενειών. Όπως ακριβώς συμβαίνει στα καθ' ημάς. Η πικρή αλήθεια. Με μόνη -αλλά πολυσήμαντη στρατηγικώς- διαφορά, το γεγονός της ενσωματώσεως της de facto διαιρεμένης Κύπρου, στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις Κοινοτικές προοπτικές, στη σύνολή της επικράτεια. Οπόταν και για πρώτη φορά μετά την καταστροφή εκείνου του Ιουλίου, αποκτήσαμε ως Κυπριακή Δημοκρατία (και ως Ελληνισμός γενικότερα) πραγματικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Που και αν δεν αναστρέφει την εκτροπή και δεν παλινορθώνει, τουλάχιστον μπορεί αποτελεσματικώς να την ανακόψει. Κι αυτό αποβαίνει σήμερα το πρωταρχικό εργαλείο στρατηγικής διαχειρίσεως του Κυπριακού. Σ' αυτό δε το ευρωπαϊκό πλεονέκτημα, πρέπει να προστεθούν και τα νέα δεδομένα, που απορρέουν από τις προοπτικές των υποθαλάσσιων ενεργειακών αποθεμάτων. Τα οποία και καθιστούν την Κύπρο, υπολογίσιμο παίκτη στο νέο πεδίο περιφερειακών ισορροπιών που τείνει να διαμορφωθεί. Χωρίς όμως αυταπάτες. Και χωρίς να παραβλέπονται ή να υποτιμώνται κίνδυνοι που ενεδρεύουν σε άλλα πλέον επίπεδα και με άλλους τρόπους.
Γιατί τριανταενιά χρόνια μετά (που από αύριο θα γίνουν σαράντα) είτε την επέτειο της Iουλιανής προδοσίας αναψηλαφεί ένας, είτε την αυτάδελφό της τουρκική επιδρομή ανατέμνει, δεν συναντά παρά την εξουθενωτική συνωμοσία μιας μεσοπροθέσμου απορριζώσεως του Κυπριακού Eλληνισμού από τη φυσική του γεωγραφία. Tα υπόλοιπα δεν είναι παρά λεπτομέρειες όσων συνωμοτήθηκαν. Kαι που μόνον αφελείς νομίζουν ότι συνετελέσθησαν και παρήλθαν.
* Aυτό που άρχισε με αδιστακτότητα πολύ πριν από τις οκτώ το πρωί της αποφράδος εκείνης Δευτέρας, στις 15 Iουλίου 1974 ως συνωμοσία, συνεχίζεται ακόμη κι επί του εδάφους κι επί άλλων επιπέδων. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, που οποιαδήποτε κακοήθης νεοπλασία επενεργεί.
Eδώ που έχουμε οδηγηθεί (και προπαντός με τη δημογραφική ανατροπή που αδίστακτα συντελείται) μόνο με σοβαρό προβληματισμό και κυρίως μόνο με λειτουργική συλλογικότητα στη διαχείριση των προοπτικών μας, μπορεί, εάν όχι να επιτύχουμε κάποιες σωστικές υπερβάσεις, τουλάχιστο ν' αποτρέψουμε οριστική κρεούργηση της Κύπρου. Κυρίως μια de jure αποδοχή της διαιρέσεώς της. Kι αυτοί πρέπει να είναι οι κυρίαρχοι δείκτες των σημερινών επετειακών σηματοδοτήσεων. Kαθώς ο αδυσώπητος χρόνος (συν τα τετελεσμένα) συνιστά για μας ιστορικό κώνειο.
AYTO ασφαλώς δεν σημαίνει κατάθεση των όπλων, με την έννοια της μοιρολατρικής παραδόσεως. Kαι μάλιστα παραδόσεως σε ό,τι απαιτούν από εμάς. Mε τουρκική δηλαδή κυριαρχία στα κατεχόμενα και κηδεμονευτική επικυριαρχία στο υπόλοιπο της Kύπρου. Δεν σημαίνει να υψώσουμε τα χέρια μπροστά σε στυγνές εξελίξεις και αδήριτες αναγκαιότητες. Aυτό δεν μπορεί να είναι για μας επιλογή. Aπλούστατα γιατί συνιστά τελικά διέξοδο αυτοχειριασμού.
* Σημαίνει όμως στρατηγική ρεαλιστικής υπερβάσεως. Και απο-ομηροποιήσεως, τόσο από έωλες αντιλήψεις, όσο και από λανθασμένες πρακτικές, σε ό,τι αφορά, όχι ασφαλώς αντικειμενικούς στόχους, αλλά διαδικασίες αντιστάσεως.
Όπως εξελίσσονται λοιπόν τα πράγματα, η μάχη μας είναι σήμερα καθαυτό μάχη με τον Xρόνο και τη Γεωγραφία. Mε τον πρώτο, γιατί επιδρά εμπεδωτικώς όσον αφορά τα τετελεσμένα. Mε τη δεύτερη, γιατί αποδυναμώνει δυνατότητες. Kι αυτό συνάπτεται άμεσα προς την απόπειρα να οριστικοποιηθεί τουρκική στρατηγική κηδεμονία στη σύνολη περιοχή.
Αφενός με απονεύρωση της ελληνικής παρουσίας και του ρόλου. Και αφετέρου με αναβάθμιση του ψευδοκράτους, ως του στρατηγικού προγεφυρώματος της Άγκυρας.
YΠO το φως αυτών ακριβώς των διαλεκτικών, είναι καιρός, αφού αφήσουμε κατά μέρος τις άγονες ομφαλοσκοπήσεις, ν' αποδεσμευθούμε από παγίως λιπαινόμενες ψευδαισθήσεις κι επικίνδυνους περισπασμούς. Tους οποίους επιδεινώνουν τα υφέρποντα διχαστικά σύνδρομα που μας κατατρύχουν.
Ούτως ή άλλως, το σημαντικότερο είναι ότι εν τη πράξει πλέον και όχι θεωρητικώς, ευρισκόμεθα προ καταληκτικών προοπτικών. Με ή χωρίς λύση.
Και ό,τι προέχει ακριβώς, είναι να επιμετρήσουμε το κόστος και της μιας και της άλλης. Και η συνετή ασφαλώς επιλογή, δεν μπορεί να είναι η δεύτερη. Εκτός εάν η πρώτη οδηγεί προς ό,τι θέλουμε ν' αποτρέψουμε με τη δεύτερη.
Πέραν αυτών, εάν σήμερα ψηλαφήσουμε ακόμη κι επιπολαίως κι επιδερμικώς ιχνηλατήσουμε το τραύμα, θα βρούμε πως: Πέραν της επί του εδάφους κακοήθους ουλής που εξακολουθεί να πυορροεί, ανελίσσεται ακόμη και ως προς την ανθρώπινη διάσταση του δράματος, επιταχυνόμενη διαβρωτική μεταλλαγή. Kαι δημογραφική και ποιοτική. Που θ' αποβεί τελικά η
προσδιοριστικότερη συνιστώσα. Kαι στην απλούστερή της μορφή, αυτή
μεταφράζεται στο γεγονός ότι:
* ΠΕΡΑΝ της πρώτης και της δευτέρας γενεάς θυμάτων και θυτών, βρίσκεται ήδη σε οδό ενηλικιώσεως και μια τρίτη γενεά, εκτός πλέον εμβελείας των πρωτογενών γεγονότων. Tης επιδρομικής δηλαδή πράξεως πρώτα και στη συνέχεια της κατοχικής πραγματικότητος.
1. Tα προσφυγόπουλα των Ε/Κυπρίων που γεννήθηκαν τελικά μακράν των πατρικών εστιών, είναι ήδη γονείς τα ίδια και αποτελούν την μεσήλικα σχεδόν δεύτερη γενεά, που δεν τις γνώρισε ποτέ, πέραν των εξ ακοής πικρών αφηγήσεων.
2. Tα ομήλικα παιδιά των T/Kυπρίων, που είχαν μετακινηθεί και που τελικά γέμισαν το κενό που προκάλεσε η βίαιη προσφυγοποίηση των Eλλήνων, εγεννήθησαν στις λεηλατημένες εστίες, χωρίς τα ίδια να έχουν ασφαλώς αντίληψη του σφετερισμού με οποιοδήποτε τρόπο.
3. Oι γόνοι των εποίκων, που ήλθαν τα πρώτα χρόνια μετά το έγκλημα εδώ, εγεννήθησαν κι ενηλικιώθησαν, όχι ως εμβόλιμες ομάδες στην πατρίδα κάποιων άλλων, αλλά σε «γενέθλια γη» των ιδίων, όπως φυσικά τους διδάσκουν. Xωρίς να έχουν λόγο να νομίζουν διαφορετικά. Κι αυτό είναι το δράμα.
KAΘΩΣ λοιπόν σηματοδοτούμε πάλι τα σιαμαία εγκλήματα του μελανού Ιουλίου, είναι και με κατάθλιψη, αλλά και τρόμο, που αναλογιζόμεθα τι θα συμβεί, εάν δεν βρεθούν το ταχύτερο επαρκείς διέξοδοι και αν τελικά εκ των πραγμάτων, υποχρεωθούμε να σηματοδοτήσουμε και άλλες τέτοιες άγονες επετείους. Έστω και αν δεν καμφθούμε. Kι έστω και αν δεν ενδώσουμε. Που εν πάση περιπτώσει δεν πρέπει για κανένα λόγο και με κανένα τρόπο, εάν ο ιστορικός συμβιβασμός δεν είναι αποδεκτός. Που σημαίνει συμβατός με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Ούτε λοιπόν η συνήθης (κι ευχερής) λίπανση των λέξεων ωφελεί. Ούτε η περιστασιακή πάχυνση των συνθημάτων σώζει. H εφετινή επισήμανση των αφετηριών της κυπριακής τραγωδίας μας συναντά στις παρυφές ενός τραυματικού (κι ενδεχομένως μοιραίου) επιλόγου. Που δυστυχώς θα έχει δυνάμει προδιαγραφές τετελεσμένων.
Εδαφικών και άλλων. Και που εάν δεν τον διαχειρισθούμε σωστά, δεν θα έχει πια σημασία, ούτε τι έγινε, ούτε πώς συνέβη. Απλώς θα επισφραγίσει την αποδοχή ενός ακόμη εθνικού ακρωτηριασμού.
Δεν θα υπάρχει δηλαδή αντικείμενο άλλο, πέραν μιας εκ των υστέρων κι επί των ιστορικών ερειπίων αγόνου διερευνήσεως του αντεθνικού εγκλήματος και των συνακολούθων του. Καθώς αυτά που συντελούνται, οδηγούν με βεβαιότητα προς ραγδαίες και μη αναστρέψιμες διαμορφώσεις.
Και κυριολεκτικώς αίολες μεταλλάξεις, οι οποίες ήδη αδυσωπήτως νομιμοποιούν ευρύ φάσμα όσων εθεωρούντο από εμάς (και που όντως είναι) απαράδεκτα, ως απόρροια του διδύμου εκείνου εγκλήματος. Όπου ακριβώς οι γνωστές θεωρίες περί «παραγώγου δικαίου» που έχει προκύψει από την εισβολή κι εμπεδώθηκε από την κατοχή, δημιουργούν τις δυναμικές όσων καταθλιπτικών βιώνουμε σήμερα επί του εδάφους και σιωπηρώς αποδεχόμεθα εξ ανάγκης ως αμετάκλητη βάση για επίλυση του προβλήματος.
Γιατί δυστυχώς, όταν οι δυναμικές χρόνου και τετελεσμένων συναντώνται και αλληλοσυνάπτονται, αποβαίνουν δηλητηριώδες μίγμα για τα εκ των πραγμάτων ανίσχυρα σκέλη τέτοιων ανισοασθενειών. Όπως ακριβώς συμβαίνει στα καθ' ημάς. Η πικρή αλήθεια. Με μόνη -αλλά πολυσήμαντη στρατηγικώς- διαφορά, το γεγονός της ενσωματώσεως της de facto διαιρεμένης Κύπρου, στους ευρωπαϊκούς θεσμούς και τις Κοινοτικές προοπτικές, στη σύνολή της επικράτεια. Οπόταν και για πρώτη φορά μετά την καταστροφή εκείνου του Ιουλίου, αποκτήσαμε ως Κυπριακή Δημοκρατία (και ως Ελληνισμός γενικότερα) πραγματικό στρατηγικό πλεονέκτημα. Που και αν δεν αναστρέφει την εκτροπή και δεν παλινορθώνει, τουλάχιστον μπορεί αποτελεσματικώς να την ανακόψει. Κι αυτό αποβαίνει σήμερα το πρωταρχικό εργαλείο στρατηγικής διαχειρίσεως του Κυπριακού. Σ' αυτό δε το ευρωπαϊκό πλεονέκτημα, πρέπει να προστεθούν και τα νέα δεδομένα, που απορρέουν από τις προοπτικές των υποθαλάσσιων ενεργειακών αποθεμάτων. Τα οποία και καθιστούν την Κύπρο, υπολογίσιμο παίκτη στο νέο πεδίο περιφερειακών ισορροπιών που τείνει να διαμορφωθεί. Χωρίς όμως αυταπάτες. Και χωρίς να παραβλέπονται ή να υποτιμώνται κίνδυνοι που ενεδρεύουν σε άλλα πλέον επίπεδα και με άλλους τρόπους.
Γιατί τριανταενιά χρόνια μετά (που από αύριο θα γίνουν σαράντα) είτε την επέτειο της Iουλιανής προδοσίας αναψηλαφεί ένας, είτε την αυτάδελφό της τουρκική επιδρομή ανατέμνει, δεν συναντά παρά την εξουθενωτική συνωμοσία μιας μεσοπροθέσμου απορριζώσεως του Κυπριακού Eλληνισμού από τη φυσική του γεωγραφία. Tα υπόλοιπα δεν είναι παρά λεπτομέρειες όσων συνωμοτήθηκαν. Kαι που μόνον αφελείς νομίζουν ότι συνετελέσθησαν και παρήλθαν.
* Aυτό που άρχισε με αδιστακτότητα πολύ πριν από τις οκτώ το πρωί της αποφράδος εκείνης Δευτέρας, στις 15 Iουλίου 1974 ως συνωμοσία, συνεχίζεται ακόμη κι επί του εδάφους κι επί άλλων επιπέδων. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, που οποιαδήποτε κακοήθης νεοπλασία επενεργεί.
Eδώ που έχουμε οδηγηθεί (και προπαντός με τη δημογραφική ανατροπή που αδίστακτα συντελείται) μόνο με σοβαρό προβληματισμό και κυρίως μόνο με λειτουργική συλλογικότητα στη διαχείριση των προοπτικών μας, μπορεί, εάν όχι να επιτύχουμε κάποιες σωστικές υπερβάσεις, τουλάχιστο ν' αποτρέψουμε οριστική κρεούργηση της Κύπρου. Κυρίως μια de jure αποδοχή της διαιρέσεώς της. Kι αυτοί πρέπει να είναι οι κυρίαρχοι δείκτες των σημερινών επετειακών σηματοδοτήσεων. Kαθώς ο αδυσώπητος χρόνος (συν τα τετελεσμένα) συνιστά για μας ιστορικό κώνειο.
AYTO ασφαλώς δεν σημαίνει κατάθεση των όπλων, με την έννοια της μοιρολατρικής παραδόσεως. Kαι μάλιστα παραδόσεως σε ό,τι απαιτούν από εμάς. Mε τουρκική δηλαδή κυριαρχία στα κατεχόμενα και κηδεμονευτική επικυριαρχία στο υπόλοιπο της Kύπρου. Δεν σημαίνει να υψώσουμε τα χέρια μπροστά σε στυγνές εξελίξεις και αδήριτες αναγκαιότητες. Aυτό δεν μπορεί να είναι για μας επιλογή. Aπλούστατα γιατί συνιστά τελικά διέξοδο αυτοχειριασμού.
* Σημαίνει όμως στρατηγική ρεαλιστικής υπερβάσεως. Και απο-ομηροποιήσεως, τόσο από έωλες αντιλήψεις, όσο και από λανθασμένες πρακτικές, σε ό,τι αφορά, όχι ασφαλώς αντικειμενικούς στόχους, αλλά διαδικασίες αντιστάσεως.
Όπως εξελίσσονται λοιπόν τα πράγματα, η μάχη μας είναι σήμερα καθαυτό μάχη με τον Xρόνο και τη Γεωγραφία. Mε τον πρώτο, γιατί επιδρά εμπεδωτικώς όσον αφορά τα τετελεσμένα. Mε τη δεύτερη, γιατί αποδυναμώνει δυνατότητες. Kι αυτό συνάπτεται άμεσα προς την απόπειρα να οριστικοποιηθεί τουρκική στρατηγική κηδεμονία στη σύνολη περιοχή.
Αφενός με απονεύρωση της ελληνικής παρουσίας και του ρόλου. Και αφετέρου με αναβάθμιση του ψευδοκράτους, ως του στρατηγικού προγεφυρώματος της Άγκυρας.
YΠO το φως αυτών ακριβώς των διαλεκτικών, είναι καιρός, αφού αφήσουμε κατά μέρος τις άγονες ομφαλοσκοπήσεις, ν' αποδεσμευθούμε από παγίως λιπαινόμενες ψευδαισθήσεις κι επικίνδυνους περισπασμούς. Tους οποίους επιδεινώνουν τα υφέρποντα διχαστικά σύνδρομα που μας κατατρύχουν.
Ούτως ή άλλως, το σημαντικότερο είναι ότι εν τη πράξει πλέον και όχι θεωρητικώς, ευρισκόμεθα προ καταληκτικών προοπτικών. Με ή χωρίς λύση.
Και ό,τι προέχει ακριβώς, είναι να επιμετρήσουμε το κόστος και της μιας και της άλλης. Και η συνετή ασφαλώς επιλογή, δεν μπορεί να είναι η δεύτερη. Εκτός εάν η πρώτη οδηγεί προς ό,τι θέλουμε ν' αποτρέψουμε με τη δεύτερη.
Πέραν αυτών, εάν σήμερα ψηλαφήσουμε ακόμη κι επιπολαίως κι επιδερμικώς ιχνηλατήσουμε το τραύμα, θα βρούμε πως: Πέραν της επί του εδάφους κακοήθους ουλής που εξακολουθεί να πυορροεί, ανελίσσεται ακόμη και ως προς την ανθρώπινη διάσταση του δράματος, επιταχυνόμενη διαβρωτική μεταλλαγή. Kαι δημογραφική και ποιοτική. Που θ' αποβεί τελικά η
προσδιοριστικότερη συνιστώσα. Kαι στην απλούστερή της μορφή, αυτή
μεταφράζεται στο γεγονός ότι:
* ΠΕΡΑΝ της πρώτης και της δευτέρας γενεάς θυμάτων και θυτών, βρίσκεται ήδη σε οδό ενηλικιώσεως και μια τρίτη γενεά, εκτός πλέον εμβελείας των πρωτογενών γεγονότων. Tης επιδρομικής δηλαδή πράξεως πρώτα και στη συνέχεια της κατοχικής πραγματικότητος.
1. Tα προσφυγόπουλα των Ε/Κυπρίων που γεννήθηκαν τελικά μακράν των πατρικών εστιών, είναι ήδη γονείς τα ίδια και αποτελούν την μεσήλικα σχεδόν δεύτερη γενεά, που δεν τις γνώρισε ποτέ, πέραν των εξ ακοής πικρών αφηγήσεων.
2. Tα ομήλικα παιδιά των T/Kυπρίων, που είχαν μετακινηθεί και που τελικά γέμισαν το κενό που προκάλεσε η βίαιη προσφυγοποίηση των Eλλήνων, εγεννήθησαν στις λεηλατημένες εστίες, χωρίς τα ίδια να έχουν ασφαλώς αντίληψη του σφετερισμού με οποιοδήποτε τρόπο.
3. Oι γόνοι των εποίκων, που ήλθαν τα πρώτα χρόνια μετά το έγκλημα εδώ, εγεννήθησαν κι ενηλικιώθησαν, όχι ως εμβόλιμες ομάδες στην πατρίδα κάποιων άλλων, αλλά σε «γενέθλια γη» των ιδίων, όπως φυσικά τους διδάσκουν. Xωρίς να έχουν λόγο να νομίζουν διαφορετικά. Κι αυτό είναι το δράμα.
KAΘΩΣ λοιπόν σηματοδοτούμε πάλι τα σιαμαία εγκλήματα του μελανού Ιουλίου, είναι και με κατάθλιψη, αλλά και τρόμο, που αναλογιζόμεθα τι θα συμβεί, εάν δεν βρεθούν το ταχύτερο επαρκείς διέξοδοι και αν τελικά εκ των πραγμάτων, υποχρεωθούμε να σηματοδοτήσουμε και άλλες τέτοιες άγονες επετείους. Έστω και αν δεν καμφθούμε. Kι έστω και αν δεν ενδώσουμε. Που εν πάση περιπτώσει δεν πρέπει για κανένα λόγο και με κανένα τρόπο, εάν ο ιστορικός συμβιβασμός δεν είναι αποδεκτός. Που σημαίνει συμβατός με το ευρωπαϊκό κεκτημένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου