Σελίδες

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2011

Ο ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ, ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΣΜΥΡΝΗΣ



Του Σαράντου Καργάκου

Έπρεπε να περάσουν ακριβώς 70 χρόνια από το μαρτυρικό τέλος του εθνομάρτυρος Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου (1922-1992) για να αποφασισθή από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος -στη σύνθεση της οποίας είχαμε το ακριβό προνόμιο να μετέχουμε κατά αγαθή συγκυρία- η κατάταξη στη χορεια των εθνο-ιερομαρτύρων τόσον του αγίου τούτου Ιεράρχου, όσον και των μετ' αυτού μαρτυρησάντων ετέρων 4 Ιεραρχών, του Μοσχονησίων Αμβροσίου, Κυδωνιών Γρηγορίου, Ικονίου Προκοπίου και Ζήλων Ευθυμίου, καθώς και πολλών άλλων κληρικών και χιλιάδων απλών λαϊκών Ελλήνων ορθοδόξων Χριστιανών, που έπεσαν σφαγιασθέντες αδίκως και τυραννικώς υπό την μάχαιραν του αδυσωπήτου Τούρκου επιδρομέως. Εγράφαμε τότε σε κύριο άρθρο μας στήν «Πληροφόρηση», δημοσιογραφικό όργανο της Ι. Μητροπόλεώς μας, μεταξύ άλλων και τα εξής: «Πρώτη σέ θυσίες η Εκκλησία μας, πρόσφερε στο βωμό του χρέους Ιεράρχες, πρεσβυτέρους, διακόνους, μοναχούς και χιλιάδες πιστούς, που έπεσαν κάτω από το φάσγανον ανηλεούς δορυκτήτορος. Πολλοί μπορούσαν να σωθούν, αλλά δεν ηθέλησαν. Πρώτος ο Σμύρνης Χρυσόστομος, του οποίου η αρχιερατική Μίτρα, χωρίς να χάσει τη λαμπηδόνα των λίθων της, έγινε -όπως το προείπεν ο ίδιος- ακάνθινος στέφανος μάρτυρος Ιεράρχου. Και μαζί του άλλοι, και άλλοι πολλοί. Στη συνείδηση του λαού του Θεού όλοι αυτοί είναι μάρτυρες της Πίστεως και της Πατρίδος. Άξιοι της ιστορίας μας και των όρκων τους. Έπεσαν υπερασπιζόμενοι αξίες και ιδανικά απαράγρατττα. Που δεν πρέπει ποτέ να λησμονήσωμε...». Πράγματι. Η Εκκλησία επεσφράγισε με την περί αγιοκατατάξεως απόφασή της τη συνείδηση του λαού, που είχεν από της επομένης της Τραγωδίας εκείνης μυστικά ανακηρύξει ως αγίους τα θύματα της Καταστροφής.
Της Καταστροφής που σε μέγεθος και... συνέπειες για τον Ελληνισμό αμιλλάται, αν δεν την υπερβαίνει, την άλλη μεγάλη εθνική μας Τραγωδία, την Άλωση της Πόλεως. Η ατυχής έκβαση της Μικρασιατικής εκείνης εκστρατείας, οφειλομένη κυρίως στα ιδικά μας λάθη αλλά και στην προδοτική στάση των δήθεν φίλων και συμμάχων μας, ξερρίζωσε τον Ελληνισμό από τις προαιώνιες εστίες του, την Ιωνία, την Ανατ. Θράκη, τον Πόντο και έφερε τους επιζήσαντες καταδιωγμένους, ρακένδυτους, με την ψυχή στο στόμα, ως πρόσφυγες υπό λίαν δυσμενείς συνθήκες στην Ελλάδα, ενώ εκατομμύρια αδελφοί μας άφησαν την τελευταία πνοή των στα πατρογονικά και άγια χώματα της Μ. Ασίας, άδολα θύματα της διεθνούς διπλωματίας των χριστιανών συμμάχων. Σφαγές, αγχόνες, ατιμώσεις, λεηλασίες περιουσιών είναι τα θλιβερά στοιχεία που συνθέτουν το νεώτερο μαρτυρολόγιο του Έθνους μας.
Θύματα της Τραγωδίας εκείνης επίλεκτα, υπήρξαν τα στελέχη της Εκκλησίας μας, εναντίον των οποίων εστράφη η μήνις των βαρβάρων. Και πολλές άλλες χιλιάδες βεβαίως αδελφών μας εδοκίμασαν τον φρικτόν θάνατον του μαρτυρίου. Κορυφαίοι όμως ανεδείχθησαν οι Ιεράρχες μας, πού δεν εδέχθησαν, παρά τις περί του αντιθέτου προτροπές, να εγκαταλείψουν το ποίμνιόν των κατ' εκείνες τις δραματικές στιγμές, αλλ' αντιθέτως ακολουθούντες το πρότυπον του καλού Ποιμένος, όστις «την ψυχήν αυτού τίθησιν υπέρ των προβάτων», και αυτοί εθυσίασαν την ζωήν των πρώτοι μεταξύ πάντων, διδοντες έτσι λαμπρό παράδειγμα θυσίας και αυταπαρνήσεως. Άλλοι απ' αυτούς εσταυρώθησαν, άλλοι επεταλώθησαν, άλλοι ετάφησαν ζωντανοί, άλλοι έσκασαν, άλλοι εσύρθησαν σε δεσμωτήρια, άλλοι ελυντσαρίσθησαν από τον όχλο, όπως ό άγιος Χρυσόστομος. Όλοι τώρα σελαγίζουν στο πνευματικό στερέωμα των αγίων της Εκκλησίας μας «θύματα άμωμα Χριστού, Θεόν γινώσκοντα και Θεώ γινωσκόμενα».
Σκιά ωστόσο στην αγιοκατάταξη του Μητροπολίτου Σμύρνης Χρυσοστόμου έρριψεν η καταγγελία ότι ο μάρτυς Ιεράρχης υπήρξε μασόνος, μέλος τής Στοάς «Ιωνία» Σμύρνης κατά τα έτη 1919-1922. Εκτενή απάντηση στην κατηγορία εδώσαμε και εμείς από των στηλών της «Εκκλ. Αλήθειας» (16-12-92) ισχυριζόμενοι ότι, και αν ακόμη γίνει δεκτόν ότι όντως υπήρξε μασόνος ο άγιος -πράγμα που αμφισβητείται ζωηρώς-, το μαρτυρικό του τέλος λειτουργεί, κατά την παράδοση της Εκκλησίας μας ως λουτρό βαπτίσματος. Στο ορθόδοξο Αγιολόγιο έχουμε αναγνώριση ως αγίων ανθρώπων που εμαρτύρησαν υπέρ Χριστού, έστω και αν ήσαν αβάπτιστοι. Και ο άγιος Σμύρνης Χρυσόστομος εμαρτύρησεν όχι μόνο υπέρ Πατρίδος αλλά και υπέρ Πίστεως. Όσοι γνωρίζουν τις συνθήκες υπό τις οποίες ωδηγήθη στο μαρτύριο ο αοίδιμος είναι σε θέση να αντιληφθούν ότι,
α) Ο Χρυσόστομος συνεκέντρωνε τη μήνι των Τούρκων, επειδή ήτο ο πνευματικός ηγέτης των Ρωμηών, μια και ήσαν ανύπαρκτοι οι πολιτικοί των ηγέτες. Γι' αυτό και πιστεύω πως, εάν ο Χρυσόστομος δεν ήτο Ιεράρχης, θα ήτο δυνατόν να μη σφαγιασθή.
β) Εάν ο Χρυσόστομος δεν ήτο Ιεράρχης αλλά πολιτικός ή έστω και εθνικός ηγέτης των Ρωμηών, όταν όλοι οι άλλοι «ηγέτες» των Ελλήνων στη Σμύρνη εφρόντιζαν τα της διαφυγής και σωτηρίας των, θα ηκολούθει και αυτός, αντί να προκρίνει την παραμονή που ισοδυνάμει με παράδοση σε εκούσιο θάνατο. Αν με άλλα λόγια ο άγιος ιερομάρτυς Χρυσόστομος ενδιεφέρετο μόνο για την Πατρίδα δεν θα ήτο κουτός να παραμείνει στη θέση του για να σφαγιασθή δωρεάν και άνευ λόγου, μια και η υπόθεση της Πατρίδος είχε πλέον χαθή. Έμεινεν όμως, διότι ήτο ο πνευματικός Ποιμενάρχης του λαού του και εθυσιάσθη, τολμώ να πω, πρώτα υπέρ Πίστεως και ύστερα υπέρ Πατρίδος.
Η προσωπικότης εξάλλου του Χρυστοστόμου πρέπει να κριθή όχι από μεμονωμένα περιστατικά, αλλά από την εκτίμηση όλων συλλήβδην των στοιχείων που τη συνθέτουν. Παρακολουθώντας κανείς την από παιδικής ηλικίας πορείαν του διαπιστώνει ότι από βρέφους έλαβε την κλίση προς την ιερωσύνη, διό και ηκολούθησε τον δρόμον της αφιερώσεως σπουδάσας στη Σχολή της Χάλκης και διαπρέψας ως ιεροκήρυξ και διδάσκαλος των ορθοδόξων δογμάτων. Υπήρξε και συγγραφεύς αξιολόγων πνευματικών βιβλίων και άρθρων πνευματικής οίκοδομής, που τον καθιέρωσαν ως κατηχητή και διδάσκαλο της αληθείας. Το μαρτύριό του δεν υπήρξεν αποτέλεσμα τύχης. Το επεδίωξεν απ’αρχής της ιερατικής του διακονίας ως λάτρης Χριστού και Ελλάδος. Δεν επρόδωσε την πίστη του ούτε την ετοποθέτησε σέ δευτερεύουσα μοίρα. Υπήρξεν εκκλησιαστικός ανήρ που προσηύχετο, που ησκείτο, που εδιώκετο, που εξωρίζετο, πάντοτε εξαιτίας της Πίστεώς του. Το φρόνημά του όμως υπήρξε πάντοτε ακμαίο, δεν υπέστειλε τη σημαία του χρέους, δεν «εκιότεψεν» εμπρός στις δυσκολίες. Αντλούσε δύναμη από τον ίδιο τον Χριστό, όπως έπρατταν και όλοι οι άγιοι μάρτυρες της Εκκλησίας μας, μικροί και μεγάλοι.
Στη Ν. Ιωνία μας έχομε χιλιάδες προσφύγων εκ Σμύρνης, που στα οικιακά των εικονοστάσια, δίπλα στις άλλες άγιες εικόνες έχουν τοποθετήσει τη φωτογραφία του Μητροπολίτου των στη Σμύρνη, του μακαριστού Χρυσοστόμου, προ της οποίας ανάβουν καντήλι και καίνε θυμίαμα. Ο λαός τον επίστευσεν εξ αρχής ως άγιο μάρτυρα και εξακολουθεί να τον πιστεύει. Γι' αυτό κι εμείς καθιερώσαμε τον τακτικό εορτασμό της άγιας μνήμης αυτού και των συμμαρτύρων του από το 1992 ανελλιπώς με επίκεντρο τον Καθεδρικό ιερό ναό Ευαγγελιστρίας Ν. Ιωνίας, όπου έχει φιλοτεχνηθή η ιερά εικών των μαρτύρων που λιτανεύεται μετά τη Θ.Λειτουργία κατά μήνα Σεπτέμβριο. Η καθιέρωση του εορτασμού αυτού που τελείται κατ' έτος με τρόπο πανηγυρικό και μέ συμμετοχή χιλιάδων λαού πλαισιούμενος από παραδοσιακές εκδηλώσεις στον περίβολο του ναού, εκίνησε και πάλι τη μήνι μερικών ακραίων ορθοδόξων που είχαν την αξίωση, επειδή εκείνοι επίστευαν πως δεν είναι Άγιος ο Χρυσόστομος ότι θα έπρεπε οι πάντες να πειθαρχήσουμε στη γνώμη τους.
Προς αυτούς απευθυνθήκαμε το 1994 («Πληροφόρηση» Σεπτέμβριος 1994) και τους είπαμε με αγάπη ότι:
α) Τον Χρυσόστομον Σμύρνης ανεκήρυξεν άγιο η Εκκλησία διά της Ι. Συνόδου λαβούσα υπ’ όψιν την Αγία βιοτή του, τις συνθήκες του μαρτυρικού του θανάτου, και την ουσιαστική αναγνώρισή του ως μάρτυρος παρά του μικρασιατικού κυρίως αλλά και του μητροπολιτικού ελληνικού λαού. Ανεγράφη μάλιστα ότι σε πολλά σπίτια της Ν.Ιωνίας, Βόλου και Αθηνών, όπου κατοικούν Σμυρναίοι πρόσφυγες, η φωτογραφία του μητροπολιτου Χρυσοστόμου ήτο και εξακολουθεί να είναι τοποθετημένη μαζί με τα εικονίσματα.
β) Η περί μασονικής ιδιότητος του αειμνήστου Ιεράρχου είδηση ήλθε προσφάτως στο φως με διάφορα δημοσιεύματα. Όμως εδόθη από αρμοδίους παράγοντες η δέουσα απάντηση, ότι δηλ. πρόκειται περί αδεσπότου φήμης, η οποία δεν έχει επιβεβαιωθή. Δεν είναι δε αρκετή η μαρτυρία των ιδίων των μασόνων ότι ο Ιεράρχης ήτο μέλος των, διότι τούτο έχει πολλάκις λεχθή για πολλούς και έχει αποδειχθή αναληθές.
γ) Εγράφη επίσης ότι και αν ακόμη είναι αληθής η τοιαύτη είδηση, θα πρέπει να ληφθούν υπ' όψιν τα εξής: αα) ότι η μασονία μόλις το 1933 κατεδικάσθη από την Εκκλησία μας ως χωριστή θρησκεία ασυμβίβαστη με το Χριστιανισμό και επομένως διευκρινίσθη ότι είναι ασυμβίβαστες οι ιδιότητες του χριστιανού και του μασόνου και ββ) ότι το μαρτύριο του αίματος αποπλύνει κάθε αμαρτία.
δ) Είναι ασεβής και αντιεκκλησιαστική η αξίωση των διαφωνούντων να παύσομε να εορτάζομε τον Σμύρνης Χρυσόστομον ως άγιον, όταν η Εκκλησία η ίδια συνεχίζει να τον θεωρεί άγιο. Εάν ποτέ η Εκκλησία ελέγχουσα τις διδόμενες πληροφορίες ως αληθείς αποφασίσει να διαγράψει τον Χρυσόστομον Σμύρνης από τις δέλτους των αγίων της, τότε υποχρεούμεθα να σταματήσομε κι εμείς να τον τιμώμεν ως άγιον. Πριν συμβή αυτό, κανείς δέν έχει τέτοιο δικαίωμα, να συμπεριφέρεται δηλ. αυστηρότερα από όσο συμπεριφέρεται η Εκκλησία.
ε) Όσοι έχουν στοιχεία που αποδεικνύουν τον ισχυρισμόν τους περί της μασονικής ιδιότητος του αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, αντί να επιτίθενται εναντίον εκείνων που πιστοί στην Εκκλησία, τιμούν τη μνήμη του, είναι προτιμότερο να τα θέσουν υπ’ όψιν της Εκκλησίας και να ζητήσουν την επανεξέταση της υποθέσεως υπό το φως των νεωτέρων στοιχείων.
Εμείς εξακολουθούμεν, όσον καιρό θα ισχύει η απόφαση της Εκκλησίας, να τιμώμεν ως Άγιον τον Χρυσόστομον και να ζητούμεν τις πρός Κύριον ικεσίες του εις ουδέν λογιζόμενοι τις αντιδράσεις και κυρίως τις υποδείξεις ότι αντί της Εκκλησίας πρέπει να υπακούομε μάλλον στους υποδεικνύοντες την αλλαγήν της στάσεώς μας. Άλλωστε όλη η Εκκλησία μας, κλήρος δηλ. και λαός, δεν φαίνεται να συμμερίζεται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, τις επιφυλάξεις που διατυπώνουν οι διαφωνούντες, τους οποίους και αντιπαρέρχεται χωρίς να τους υπολογίζει.
Η Εκκλησία και το Έθνος οφείλουν να ενθυμούνται, να μη λησμονούν. Να ενθυμούνται, αλλά να μην πενθούν. Γιατί οι άγιοι μάρτυρες πέρασαν στήν αθανασία και δεν έχουν πια ανάγκην από τους θρήνους μας ούτε από τις θριαμβολογίες μας. Εμείς πρέπει να σιωπήσουμε για λίγο σκεπτόμενοι κι εμάς και τα παιδιά μας. Η κατάντια μας σήμερα είναι μεγάλη, οι ιδέες μας μικρομεσαίες, τα όνειρά μας νανώδη. Ένα απονευρωμένο πλήθος από μικρούς σε όλα: μικρόψυχους, μικρόνοες, μικροπρεπείς, μικροχαρείς. Σήμερα έχουμε ανάγκη από ερείσματα, για να ξαναβρεθούμε γερά στηριγμένοι και να μη διαλυθούμε. Είμαστε ένας λαός παρορμητικός, που εύκολα παρασυρόμεθα και ατυχούμε. Μας χρειάζεται η παράδοση της ελληνορθοδοξίας μας, ο αδαπάνητος πλούτος της, για να μην πτωχεύσουμε σφόδρα. Γαντζωμένοι στην πίστη μας, γνώστες της ιστορίας μας, συνεπείς στην παράδοσή μας είμαστε ένας γίγας, που προξενεί τρόμο στους εχθρούς του.
Η τοπική μας Εκκλησία και ο ετήσιος εορτασμός της μνήμης των αγίων εθνο-ιερομαρτύρων της Μικρασίας, με κορυφαίο τον άγιο Σμύρνης Χρυσόστομο, προσφέρουν στο λαό μας ένα βάθρο στήριξης. Οι άνεμοι της αρνήσεως πνέουν με σαρωτική δύναμη και στο πέρασμά των ξερριζώνουν παμπάλαια δένδρα ζωής. Εμείς ξαναφυτεύομε όσα έπεσαν και στηρίζουμε όσα κινδυνεύουν. Αυτό μας επιβάλλει το χρέος τούτη τη δραματική ώρα, που όλα σείονται και καταρρέουν. Με επίγνωση και ενσυνείδητη προσοχή συντηρούμε την πίστη και την ιστορική μνήμη ξαναχαρίζοντας στους εαυτούς μας τα εξαγιασμένα πρότυπα της αρετής και της φιλοπατρίας.
Το κείμενο που ακολουθεί είναι η βαθυνούστατη ομιλία που εξεφώνησε τον Σεπτέμβριο 1992 στη Ν. Ιωνία ο ρέκτης ιστορικός συγγραφεύς κ. Σαρ. Καργάκος, εκπληκτικός αναλυτής της ιστορίας και εκλεκτός προσκεκλημένος μας στον παλλαϊκό εορτασμό του αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης κατά το έτος αυτό. Τα μηνύματα της ομιλίας εκείνης παραμένουν ακόμη ανεξίτηλα γραμμένα στη μνήμη όσων είχαμε την ευτυχία να την ακούσουμε. Η δημοσίευσή της στον τόμο αυτόν είναι μια πολύτιμη, όπως πιστεύουμε, προσφορά στο λαό μας, που του την οφείλομεν. Παραλλήλως δημοσιεύεται και η μεστή σε γόνιμα ερεθίσματα προσφώνηση του αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτ. Θωμά Συνοδινού, Γεν. Αρχιερατικού μας Επιτρόπου και ιερατικώς προϊσταμένου του ι. Καθεδρικού ναού Ευαγγελιστρίας Ν. Ιωνίας Βόλου, που με μεράκι και ζήλο επιμελείται κατ’ έτος του εορτασμού των Μικρασιατών νεομαρτύρων στην ενορίαν του. Αμφοτέρους ευχαριστώ και από τη θέση αυτή.
+ Ο Δημητριάδος Χριστόδουλος

Πρόλογος
Σε εμπνευσμένο άρθρο του, που δημοσιεύθηκε σε κυριακάτικη εφημερίδα των Αθηνών(1) ο σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Δημητριάδος κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΣ, αναφερόμενος στον εθνομάρτυρα Σμύρνης Χρυσόστομο, με συγκρατημένη οργή έγραψε:
«Προχθές μόλις ο υπουργός της Παιδείας κ. Σουφλιάς, δικαιολογώντας την αποτυχία των μαθητών στο μάθημα της Εκθέσεως Γ' Δέσμης στη διάρκεια των Πανελλαδικών Εξετάσεων, είπεν ότι οί μαθητές αστόχησαν δικαίως, διότι τους εζητήθη να περιγράψουν πρότυπα ζωής που η κοινωνία μας δεν προσφέρει. Και όμως τα πρότυπα υπάρχουν, με τη διαφορά ότι τα έχουν μερικοί καταδικάσει σε αφάνεια. Τα αληθινά πρότυπα έχουν παραμερισθεί και αντ' αυτών προβάλλονται ως πρότυπα η Νταϊάνα Ρός μόνον και ο Σιλβέστρε Σταλλόνε ή και ό Ριτς της «Τόλμης και Γοητείας». Είναι έγκλημα να έχουμε σαν έθνος, σαν Γένος πρότυπα διαχρονικής αξίας πεταμένα στα αζήτητα των εθνικών μας παρακαταθηκών. Η Εκκλησία τουλάχιστον δεν δικαιούται να σιωπά. Και ήδη ανοίγει την αυλαία της για να παρουσιάσει στο προσκήνιο, με τον φωτοστέφανο της αγιότητος και της προς τον Θεόν παρρησίας, τους αλησμόνητους ήρωες, τα πρότυπα που μας λείπουν, που μας έλειψαν».
Μακάρι να γίνει έτσι, αλλά μέχρι χθές δεν ήταν έτσι, με εξαίρεση ορισμένους φωτισμένους κληρικούς. Η Εκκλησία μας πρέπει ν' αγρυπνεί και ν' ανησυχεί για το τι διδάσκονται οι νέοι στα σχολεία μας. Έπρεπε ν' αντιδράσει δυναμικά και μαχητικά όταν προ δεκαετίας αφαιρέθηκε από το βιβλίο Δέσμης της Γ' Λυκείου το κεφάλαιο του «Νεοελληνικού Διαφωτισμού», ίσως διότι οι κυριώτεροι από τους μνημονευόμενους σ' αυτό εκπροσώπους ήσαν κληρικοί! Η Εκκλησία μας αγνοεί ότι και τώρα, μετά την επανεισαγωγή του κεφαλαίου, πουθενά δεν αναγράφεται ότι ο Ιώσηπος Μοισιόδαξ ήταν ιεροδιάκονος και ότι οι θρυλικοί Δημητριείς, οι συγγραφείς της «Γεωγραφίας Νεωτερικής», ήσαν κληρικοί! Η Εκκλησία μας αγνοούσε ότι το αποσυρθέν προσφάτως βιβλίο της Γ' Γυμνασίου αφιέρωνε στον ηγούμενο Γαβριήλ και το Αρκάδι μισή αράδα! Αλλά και σήμερα σιωπά, όταν το βιβλίο Δέσμης στό οποίο εξετάζονται χιλιάδες παιδιά γράφει για τον εθνομάρτυρα Χρυσόστομο μόνο τα ακόλουθα: «Τα θύματα υπήρξαν μυριάδες, ανάμεσά τους και ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος» (σελ. 342) και παραπέμπει σε πηγή, η οποία περί του μαρτυρίου του δεν λέγει τίποτα!
Αυτά λοιπόν που δεν τολμούν ή δεν θέλουν να πουν τα επίσημα βιβλία μας, θα τολμήσουμε εμείς να πούμε εδώ στη φιλόξενη αυτή γειτονιά της πάντα νέας Ιωνίας- προσκαλεσμένοι από την τοπική Εκκλησία σας. Υπήρξε βαρύ το τίμημα που πλήρωσε ο ελληνικός κλήρος στη διάρκεια του μικρασιατικού πολέμου, ιδίως μετά το σπάσιμο του ελληνικού μετώπου στο Αφιόν Καραχισάρ την μοιραία εκείνη ημέρα της 13ης Αυγούστου 1922. Από τους 450 κληρικούς της επαρχίας Σμύρνης οι 347 βρήκαν οικτρό θάνατο. Από τους ιεράρχες, εκτός από τον Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσόστομο, εμαρτύρησαν ο Μοσχονησίων Αμβρόσιος, που τον έθαψαν ζωντανό, ο Κυδωνιών Γρηγόριος, που τον πετάλωσαν, ο Ζήλων Ευθύμιος και ο Ικονίου Προκόπιος, που τον έσφαξαν. Τον αρχιερατικό επίτροπο Μπουτζά, τον Αρχαντζικάκη, τον σούβλισαν, τον διάκονο Γρηγόριο της Αγίας Άννας του Κορδελιού τον έκαψαν ζωντανό και τον ιερέα Μελέτιο του ναού της Ευαγγελιστρίας τον σταύρωσαν σ' ένα πεύκο. Περίπου 2.500 εκκλησίες μεταβλήθηκαν σε ερείπια, σε τζαμιά, στάβλους, αποθήκες και τεκέδες (=ιεροσπουδαστήρια).
Σήμερα οι τοπικές Εκκλησίες μας πήραν την πρωτοβουλία να τιμήσουν ως μάρτυρες αγίους τους μικρασιάτες κληρικούς που έπεσαν θύματα της τουρκικής θηριωδίας. Προχθές 10 Σεπτεμβρίου η Κόρινθος και σήμερα 12 Σεπτεμβρίου η Νέα Ιωνία Βόλου υπό την σκέπη του Ιερού Ναού της Ευαγγελιστρίας, την οποία έφτιαξαν προτού καν ριζώσουν στον τόπο αυτό οι Ιωνιώτες πρόσφυγες, τιμούν όχι μόνο ως μάρτυρες αλλά και ως αγίους τους μικρασιάτες εθνο-ιερομάρτυρες, επικαλούμενες «τις προς τον Κύριον πρεσβείες των», όπως γράφει ο σεβ. Δημητριάδος. Ξέρουμε τη δύσκολη θέση του Πατριαρχείου, που λειτουργεί και ιερουργεί μέσα στο στόμα του λύκου. Αλλά η καθοσίωση του Χρυσοστόμου και των συμμαρτύρων του έχει ήδη συντελεσθεί μέσα στην πιο μεγάλη Εκκλησία της Ελληνικής Ορθοδοξίας, την ψυχήν του ορθοδόξου ποιμνίου. Ήδη από το 1923, ένα χρόνο μετά την τραγωδία, είχε δημοσιευθεί ιερά ασματική ακολουθία προς τιμήν του Χρυσοστόμου και των ιερομαρτύρων της Μικράς Ασιας. Συνέβη εδώ ότι και στην περίπτωση του Πατροκοσμά. Η αναγνώριση της αγιότητός του περνά πρώτα από τη συνείδηση του θρησκευομένου λαού και μετά επικυρώνεται τυπικά από την επίσημη Εκκλησία.
__________________________


Τα πρώτα χρόνια
Ο Χρυσόστομος γεννήθηκε το 1867 στην κωμόπολη Τρίγλια της Προποντίδος κοντά στα Μουδανιά εκεί όπου στις 30 Σεπτεμβρίου 1922 υπογράφτηκε η ομώνυμη επαίσχυντη ανακωχή, η οποία επεσφράγιζε τη μεγαλύτερη ιστορική τραγωδία του Ελληνισμού: εγκατάλειψη της Μ. Ασίας και της Ανατ. Θράκης. Γονείς του Χρυσοστόμου ήσαν ο Νικόλαος Καλαφάτης και η Καλλιόπη Λεμωνίδου. Το ζεύγος απέκτησε 8 παιδιά, 4 αγόρια και 4 κορίτσια. Από τ' αγόρια επέζησαν ο πρωτότοκος Ευγένιος (γεννήθηκε το 1865) και ο Χρυσόστομος. Ο Ευγένιος συμπαραστάθηκε στον νεώτερο αδελφό του σ' όλη τη διάρκεια του πολυτάραχου βίου του και τελικά τον ακολούθησε έως το μαρτύριο. Ο Νικόλαος Καλαφάτης είχε γνώση του οθωμανικού δικαίου και αντιπροσώπευε τους συμπολίτες του στα τουρκικά δικαστήρια. Αγαπούσε ακόμη την εκκλησιαστική μουσική και είχε ανάμιξη στα κοινά και γι' αυτό εξελέγετο δημογέροντας. Η σύζυγός του Καλλιόπη ήταν μια ευλαβής γυναίκα. Αυτή έταξε τον Χρυσόστομο στην Παναγία την ημέρα των Φώτων του 1868, όταν είχε επισκεφθεί την Τρίγλια ο Μητροπολιτης Προύσας.
Το ζεύγος Καλαφάτη, παρά την μέτρια οικονομική του κατάσταση, ανέθρεψε με επιμέλεια τα παιδιά του. Πρώτοι δάσκαλοι του Χρυσοστόμου στην Τρίγλια ήσαν ο αρχιμανδρίτης και μετέπειτα μητροπολίτης Ιωαννίκιος για τα εκκλησιαστικά, ο Γαζής για τα ελληνικά, ο Χριστόφορος Μουμουζής για τα τουρκικά, ο Νικόλαος Χατζηχρυσάφης για τα γαλλικά και ό Παπα-Θεοδόσης για την εκκλησιαστική μουσική. Ο βιογράφος του Σπυρίδων Λοβέρδος μας δίνει το ακόλουθο πορτραίτο του Χρυσοστόμου ως μαθητού: «Αγχίνους, τολμηρός, φιλόπρωτος, ενθουσιώδης, φιλότιμος, οξύς, επίμονος, φίλαλος (...). Πάντοτε επέσυρε την αγάπη των διδασκάλων του, οίτινες προθύμως παρέβλεπον τας εξ αγαθής προθέσεως και ευθείας συνειδήσεως παρεκτροπάς του»(2).
Ενωρίτατα ο Χρυσόστομος εξεδήλωσε τη διάθεση να γίνει κληρικός. Ο πατέρας του πώλησε το πατρκό κτήμα της συζύγου του, για να τον στείλει «εσωτερικόν» στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης (το δικό του πατρικό κτήμα το είχε πωλήσει για να στείλει τον πρωτότοκο Ευγένιο στη Μεγάλη του Γένους Σχολή). Ο Χρυσόστομος έφθασε στη Χάλκη το 1884. Εκεί, όπως λέγει ο ίδιος, «εποτίσθη το άδολον γάλα της θεοσεβείας και τον γλυκύν χυμόν της γνώσεως». Διδάσκαλοί του στη Σχολή υπήρξαν ο διευθυντής Γερμανός Γρηγοράς, ο Φιλάρετος Βαφείδης, μετέπειτα μητροπολίτης Διδυμοτείχου, ο Μιχαήλ Κλεόβουλος, μετέπειτα μητροπολίτης Σάρδεων, ο Απόστολος Χριστοδούλου, μετέπειτα μητροπολίτης Σερρών, ο Ευμένιος Ξηρουδάκης, αργότερα μητροπολίτης Κρήτης, και άλλοι. Κοντά στους εμπνευσμένους αυτούς διδασκάλους ο Χρυσόστομος ενωτίσθη όχι μόνο τα θεία ρήματα της θρησκείας μας αλλά και τη διαχρονικότητα και υπερχρονικότητα του ελληνικού πνεύματος, του υπό δουλείαν ζώντος, δρώντος και ζωοποιούντος. Όπως έλεγε αργότερα από του άμβωνος ο ίδιος, «το ελληνικόν πνεύμα ελαξεύθη εις το μάρμαρον, εσμιλεύθη εις τους θριγκούς των ναών, εχαράχθη εις τον πάπυρον, έλαμψεν εις τας δέλτους της Ιστορίας, εκράτησε τας επάλξεις του πολιτισμού, περιεσώθη διά της παραδόσεως και κρύπτεται ακόμη εις τα σπλάγχνα της γης αναμένον την σκαπάνην του αρχαιολόγου».
Ο Χρυσόστομος συνένωνε μέσα του σαν δύο άξεδιάλυτα στοιχεία τον ελληνικό λόγο και το χριστιανικό πνεύμα και διαμόρφωνε ένα ελληνοχριστιανικό ήθος, με κύριο συστατικό την αρετή, υπό την διττήν αυτής έννοια, ήτοι την αρχαιοελληνική που δηλώνει την τάση προς ανδροπρεπή τελείωση, αυτό που ο λαός μας λέει «λεβεντιά», και την χριστιανική, που δηλώνει τη διαρκή και σταθερή τάση του να θέλεις και να πράττεις το αγαθόν. Και πέρ' από αυτό: ο Χρυσόστομος εξέφραζε και το ομηρικό ιδεώδες του «λόγων μεν ρητήρ, έργων δε πρηκτήρ». Εξαίρετος ομιλητής αλλά και εκτελεστής. Δεν ήταν άνθρωπος μόνο των ωραίων λόγων αλλά και των ωραιων έργων. Η φύση ακόμη τον είχε προικίσει και με άλλα χαρίσματα: υψηλό και επιβλητικό παράστημα, ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια. Η μορφή του είχε, όταν έγινε κληρικός, κάτι το ιεροπρεπές και αρχαιοπρεπές.
Αλλά και η τύχη δεν υπήρξε φειδωλή απέναντί του. Το 1887 επισκέφθηκε τη Σχολή της Χάλκης ο μητροπολίτης Μυτιλήνης Κωνσταντίνος Βαλιάδης και εζήτησε να γνωρίσει τον πρωτεύοντα σε επιδόσεις σπουδαστή. Ο Γερμανός Γρηγοράς του παρουσίασε τον Χρυσόστομο. Έκτοτε ο μητροπολίτης Μυτιλήνης έγινε εγγυητής, ήτοι κηδεμόνας του Χρυσοστόμου. Εκάλυπτε τα έξοδά του και παρακολουθούσε τις επιδόσεις του. Ο Χρυσόστομος τελείωσε τις σπουδές του με «άριστα».
Ο Μητροπολίτης Κωνσταντίνος τον χειροτόνησε διάκονο μέσα στη Σχολή και αμέσως τον προσέλαβε ως αρχιδιάκονο στη Μητρόπολη Μυτιλήνης και μετά στη Μητρόπολη Εφέσου, όπου μετατέθηκε. Κοντά στον μητροπολίτη Κωνσταντίνο ό Χρυσόστομος εδιδάχθη πολλά. Πέρα από τις χριστιανικές αρετές, καλλιέργησε το οργανωτικό πνεύμα και απέκτησε διοικητική πείρα, στοιχεία που αργότερα τον βοήθησαν σημαντικά. Η θεολογική κατάρτιση αλλά και το επιθετικό πνεύμα του έλαμψαν για πρώτη φορά δημοσίως το 1896. Οι καθολικοί καλόγεροι της Μονής των Λαζαριστών της Σμύρνης, αυτοί που κατά την ίδια περίοδο με τον διαβόητο Φαβαιριάλ δημιουργούσαν το «κουτσοβλαχικό ζήτημα» στη Μακεδονία, θέλοντας να προσελκύσουν και να προσηλυτίσουν το χριστιανικό στοιχείο της Ιωνίας, αγόρασαν κοντά στην Έφεσο μια τοποθεσία που λεγόταν Καπουλή-Παναγιά και διέδωσαν ότι βρήκαν εκεί τον τάφο της Παναγίας! Ο αρχιδιάκονος Χρυσόστομος τους κατετρόπωσε επιστημονικά, με σειρά δημοσιευμάτων του που εκδόθηκαν σε βιβλίο, με αποτέλεσμα οι Λαζαριστές να υποχωρήσουν και να υποστηρίξουν ότι δεν πρόκειται περί του τάφου αλλά περί του οίκου της Θεοτόκου*.Αρκούσαν στο Χρυσόστομο μερικές περικοπές από εκκλησιαστικούς συγγραφείς για να τους κάνει καταγέλαστους, πράγμα που επέτρεψε στόν Μητροπολίτη Σμύρνης Βασίλειο να πεισει τον Ρώσο πρεσβευτή Ζηνόβιεφ να παρέμβει στην Πύλη και να ματαιώσει το θεατρικό προσκύνημα ενός συρφετού θρησκομανών Καθολικών, υπό την ηγεσία τριών Καρδιναλίων!
Αλλ' ο νεαρός Χρυσόστομος δεν επαναπαύθηκε στις χλωρές δάφνες τής πρώτης θεολογικής επιτυχίας του. Μετά από λίγο εκδίδει ένα δίτομο έργο αποτελούμενο από 1.110 σελίδες με τίτλο «Περί Εκκλησίας»! Το έργο χωρίζεται σε 4 βιβλία. Το πρώτο πραγματεύεται τις διαφορές Ορθοδοξίας, Καθολικισμού και Προτεσταντισμού. Το δεύτερο, την Ομολογία του Πέτρου Μογίλα, ήτοι ανάλυση της Ορθοδόξου Πίστεως, το τρίτον έλεγχο του Προτεσταντισμού και το τέταρτο τις πλάνες του Καθολικισμού. Το ογκώδες αυτό σύγγραμμα αποδεικνύει όχι μόνο τη φιλομάθεια, το ερευνητικό πνεύμα, την πλήρη γνώση των Γραφών, αλλά και την ανεξάντλητη αντοχή του νεαρού Ιεροδιακόνου. Όμως εκεί όπου περισσότερο ανεδείχθη και μέχρι της τελευταίας πνοής ελαμπρύνθη ο Χρυσόστομος ήταν το κήρυγμα. Κήρυγμα αρμονικό, με λόγο μεστό από υψηλά θρησκευτικά, ηθικά και εθνικά νοήματα. Μετέτρεψε τον άμβωνα σε έπαλξη. Υπήρξε ο δεύτερος, μετά τον συνώνυμό του Μεγάλο Πατέρα, «χρυσορρόας ποταμός» της Εκκλησίας μας. Ένας νεώτερος Δημοσθένης, αλλά χωρίς την πολιτική μυωπία του αρχαίου. Ο Χρυσόστομος έβλεπε και μακριά και ψηλά.
Στις 2 Απριλίου 1897 ο Μητροπολίτης Εφέσου Κωνσταντίνος ανεκηρύχθη Οικουμενικός Πατριάρχης. Και στις 18 Μαΐου του αυτού έτους με δική του εισήγηση προς την Ιερά Σύνοδο χειροτονείται πρεσβύτερος ο Χρυσόστομος και αμέσως χειροθετείται σε μέγα πρωτοσύγκελλο του οικουμενικού θρόνου. Αξίωμα σημαντικό και πλήρες ευθυνών, ιδίως κατά την περίοδο αυτή που έχει εκσπάσει η Κρητική Επανάσταση, ο ατυχής πόλεμος του 1897, τό επιδρομικό μένος των Βουλγάρων κομιτατζήδων κατά της Μακεδονίας και έχει άρχισει ν' αναπτύσσεται η δράση των ρουμανιζόντων και της ουνίας. Από την άλλη, «ή πανσλαβιστική παλαιστίνειος εταιρεία υπό τον Ποπεδονότσεφ επεζήτη εις μεν την Βαλκανικήν να αλλοιώση τον ελληνικόν χαρακτήρα του Αγίου Όρους, εις δε την Ασίαν να μεταβάλη το απ' αιώνων εθνολογικόν πνεύμα των θρόνων Αντιοχείας και Ιεροσολύμων» .
Ο Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε', προ της δυσμενούς για τον Ελληνισμό και την Ελληνική Ορθοδοξία τροπής, επέδειξε αξιόλογη διπλωματική επιδεξιότητα και τόλμη. Το Πατριαρχείο επί αιώνες, λόγω πολιτιστικής και θρησκευτικής συγγενείας, είχε μια φιλορρωσική απόκλιση. Αλλ' η Ρωσία, αφ' ότου ενηγκαλίσθη τη Βουλγαρία και η εξωτερική πολιτική της περιήλθε στα χέρια των πανσλαβιστών, άρχισε να ενεργεί εις βάρος των συμφερόντων του Πατριαρχείου και του Ελληνισμού. Ο Πατριάρχης Κωνσταντίνος Ε' αναγκάσθηκε τότε να στραφεί προς την Αγγλικανική Εκκλησία, η οποία είχε θέσει σε σύνοδο επισκόπων της το θέμα της ενώσεως των Εκκλησιών (Ιούλιος 1897 στο Labeth).
Επωφελούμενος από το γεγονός αυτό ο Πατριάρχης ετόλμησε να συγκαλέσει επιτροπή από Έλληνες και Άγγλους κληρικούς υπό την προεδρία του πρωτοσύγγελου Χρυσοστόμου για να μελετήσει το ζήτημα της ενώσεως (3) Παράλληλα, η συμμετοχή του Πατριαρχείου στο πένθος για το θάνατο της βασίλισσας Βικτωρίας εξασφάλισε ένα ισχυρό αντιστήριγμα στη χειμαζόμενη Ελληνική Εκκλησία. Ο άγγλος πρεσβευτής O'Konnor βοήθησε σημαντικά τον Πατριάρχη στήν επίλυση πολλών εκκρεμών προβλημάτων.
Παρά τα πολλαπλά και δυσανάλογα για την ηλικία του καθήκοντα, ο τριακονταετής πρωτοσύγκελλος Χρυσόστομος ουδέποτε ελησμόνησε τα θρησκευτικά του καθήκοντα, κυρίως δε το κήρυγμα. Κλασικά υποδείγματα θρησκευτικού λόγου είναι οι 6 επιμνημόσυνοι λόγοι που εξεφώνησε κατά τα έτη 1900-1902 και ιδιαίτερα ο λόγος προς τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τέως Κωνσταντινουπόλεως Σωφρόνιο, που ήταν πνευματικός πατέρας του Κωνσταντινου Ε', και ο λόγος προς τον Εσταυρωμένο, τον οποίο εξεφώνησε την Μεγάλη Παρασκευή του 1901. Ο βιογράφος του Χρυσοστόμου Σπυρίδων Λοβέρδος, που έζησε επί έτη πολλά πλησίον του, αφού εξαίρει το ρητορικό τάλαντο του Χρυσοστόμου, παρατηρεί: «Επί του άμβωνος ο Χρυσόστομος είναι χριστιανός προετοιμάζων μάρτυρας, αλλ' είναι περισσότερον παιδαγωγός χαλυβδώνων καρδίας προς μεγάλας και ηρωικάς πράξεις». Και αυτό το θείο χάρισμα της παιδαγωγίας εις ηρωισμόν επεσφράγισε ο Χρυσόστομος με τον ηρωικό θάνατό του. Κι αυτό ακριβώς είναι που λείπει από τα σχολεία μας σήμερα: ή παιδαγωγία εις ηρωισμόν. Γι' αυτό τα παιδιά μας λατρεύουν, όπως το έγραψε στο άρθρο του ο σεβ. Δημητριάδος, τους ήρωες που δεν έχουν ηρωικό ήθος ή κάποιες τενεκεδεκρόταλες δόξες.
Το 1901 απομακρύνεται από τον Οικουμενικό Θρόνο ο μετριοπαθής Κωνσταντίνος Ε' και ανέρχεται για δεύτερη φορά στο πατριαρχικό αξίωμα ο δυναμικός Ιωακείμ Γ', που δίνει στην πολιτική του Πατριαρχείου έντονο ελληνικό χαρακτήρα και επιθετικό προσανατολισμό. Αξιοποιεί ό,τι πιό δυναμικό και φλογερό διαθέτει ή Μεγάλη Εκκλησία και το στέλλει στις περιοχές που κρίνεται η τύχη του Ελληνισμού. Π.χ. τον εθνομάρτυρα Φώτιο Καλπίδη (1868-1906)**, στην Κορυτσά, τον εθνομάρτυρα Αιμιλιανό στα Γρεβενά*** και τον Χρυσόστομο, παρ' όλο που ανήκε στον κύκλο των αντιπάλων του, προβλέποντας και προλέγοντας την εξέλιξή του, τον κάνει Μητροπολίτη Δράμας. Η εκλογή του τριακονταπενταετούς Χρυσοστόμου έγινε παμψηφεί στις 23 Μαΐου 1902. Όταν πήγε ν' αποχαιρετίσει και ν' ασπασθεί τον Πατριάρχη, αφού άκουσε τις πατρικές συμβουλές του, απάντησε: «Εν όλη τή καρδία και εν όλη τη διανοία θα υπηρετήσω την Εκκλησίαν και το Γένος, και η μίτρα, την οποίαν αι άγιαι χείρες σου εναπέθεσαν επί της κεφαλής μου, εάν πέπρωται να απολέση ποτέ την λαμπηδόνα των λίθων της, θα μεταβληθή εις ακάνθινον στέφανον μάρτυρος ιεράρχου» Ούτω και εγένετο μετά 20 έτη στις 27 Αυγούστου 1922 (με το παλιό ήμερολόγιο).
Σημειώσεις:

*Πρώτοι αντέδρασαν στη θρησκευτική αγυρτεία των Λαζαριστών ο Μητροπολίτης Ηλιουπόλεως Ταράσιος και ο καθηγητής Διαμαντόπουλος.
** Δολοφονήθηκε από βουλγαρο-αλβανική συμμορία.
*** Δολοφονήθηκε από συμμορία ρουμανιζόντων στο Σνίχοβο (νυν Δεσπότης).
2. Σπυρίδων Λοβέρδος: «Ο Μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος», Αθήναι 1929, σς. 13-14.
3. Ιω. Δρούλιας: «Ο Εθνομάρτυρας Σμύρνης Χρυσόστομος και η ενότητα των Εκκλησιών», Έκδοσις Ι. Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης, Αθήναι 1988.
_______________________________________

Μητροπολίτης Δράμας
Η μητρόπολη Δράμας ήταν η πιο ταραγμένη, βασανισμένη και διαρκώς απειλούμενη επαρχία της Μακεδονίας. Ο Χρυσόστομος έφθασε στην πόλη στις 22 Ιουλίου 1902 κι έγινε δεκτός με μεγάλο ενθουσιασμό από τον τοπικό πληθυσμό. Με το πρώτο κήρυγμά του έδωσε πνοή ηρωικού ήθους στο
ποίμνιό του, που είδε στο πρόσωπό του ηγέτη χαρισματικό και εμπνευσμένο. Μία μικρή περικοπή αρκεί για να φανεί το μεγαλείο και το πλούσιο λεκτικό μεγαλείο της θείας εκείινης φωνής και πνοής:
«Την αποστολήν μου αυτήν εν μέσω υμών θα επιτελέσω κατά τους νόμους της θείας αρμονίας, εάν λειτουργών εμπνεύσω την κατάνυξιν της καρδίας και ουχί απλώς την προσευχήν των χειλέων, εάν εμφυσήσω το θάρρος και την ελπίδα και ουχί την ανίαν και το δέος, εάν ανασύρω τους μαργαρίτας, τους οποίους εγκλείει εις το βάθος πάσα ελληνική καρδία, εάν ανοίξω τους κρουνούς της αγάπης, εάν δώσω παλμόν θάρρους, υπερηφανίας και θυσίας εις όλας τας ψυχάς, εάν συντονίσω τα αισθήματα και ωθήσω εις έργα φωτός» (Λοβέρδος, ένθ.αν. σελ. 65).
Ακολούθως ο Χρυσόστομος συγκεντρώνει λεπτομερώς στοιχεία και με αναρίθμητα υπομνήματα ενημερώνει το Πατριαρχείο για τις βουλγαρικές
αγριότητες στη Μακεδονία: καταλήψεις εκκλησιών και σχολείων, δολοφονίες προκρίτων, ιερέων, δασκάλων. Παράλληλα ενημερώνει και τις τουρκικές
αρχές. Αλλά οι εκθέσεις και τα υπομνήματα μένουν νεκρό κεφάλαιο, όταν στην εγκληματική δράση δεν υπάρχει αντίδραση. Ο Χρυσόστομος σπάει τον κλοιό του φόβου και κηρύσσει την αντίσταση στη βία. Γράφει στο Πατριαρχείο: «Απεφασίσαμεν και ημείς μετά της δημογεροντίας να μετέλθωμεν εν ανάγκη και το έσχατον μέσον της αυτοδικίας, αμυνόμενοι των δικαίων μας, άλλως κινδυνεύομεν να ίδωμεν απογυμνουμένην την μητρόπολιν εκκλησιών και τας κοινότητας σχολείων και τα χωρία κατοίκων υπό την θύελλαν του πυρός και του σιδήρου, την οποίαν εξαπέλυσε το μακεδονικόν κομιτάτον τη ανοχή των τουρκικών αρχών» (Ένθ.αν. σελ. 74).
Ακολούθως αρχίζει τις περιοδείες και το κήρυγμα στα χωριά που ολικώς ή μερικώς είχαν προσχωρήσει στην εξαρχία. Ο Βόλακος, ή Κλεπούσνα, η Κουμπάλιστα, η Προσωτσάνη, το Ζύρνοβο και άλλα χωριά επανέρχονται στο Παριαρχείο. Ακόμη και η βουλγαρόφωνη Σκρίτζοβα. Σε άλλα χωριά ανοίγει σχολεία και εκκλησίες που είχαν κλείσει μέ την τρομοκρατία οι κομιτατζήδες. Ο Χρυσόστομος για τη δράση του αποσπά τους θερμούς επαίνους του Πατριάρχη.
Σ' ένα δυσεύρετο σήμερα βιβλίο, που τυπώθηκε στις Σέρρες τό 1924, με τίτλο «Η Δράμα και η Δραβήσκος»(4), διαβάζουμε το ακόλουθο εγκώμιο για τον Χρυσόστομο:
«Εις δε την προσήκουσαν εξύμνησιν του φιλοστοργοτάτου πατρός και ποιμένος του Αποστολικού Θρόνου Φιλίππων και Δράμας και είτα Σμύρνης αειμνήστου Χρυσοστόμου δεν θα εξαρκέση ο ασθενής ημών κάλαμος. Οι παλμοί των καρδιών απαξαπάντων των εν Δράμα και Σμύρνη επαρχιωτών
αυτού pάλλουσαι εκ σεβασμού και στοργής προς τον αοίδιμον και ηρωικόν Ιεράρχην και μέγαν άνδρα του έθνους τονίζουσιν εναρμόνιον μέλος λατρείας προς Αυτόν εκ σεβασμού. Η εκκλησία ανέγραψεν ηδη αυτόν εις την πάγχρυσον στήλην των τροπαιοφόρων μεγαλομαρτύρων, η δε ιστορία περιέλαβε εις το δαφνοστεφές ηρώον των μεγάλων του έθνους αγωνιστών».
Και ο Δραμηνός ιστορικός τελειώνει το εγκώμιο προς τον Χρυσόστομο λέγοντας ότι στην Ευρώπη πάνω στον τάφο των μεγάλων καλλιτεχνών χαράσσεται λατινιστί ο χαρακτηρισμός «circumspectus», που σημαίνει «περίβλεπτος». Και αυτόν τον προσφυά τίτλο απονέμει στον Χρυστόστομο. Και επιλέγει: «Ούτως και εν απάση τη επαρχία Δράμας μέχρι και του ασημοτέρου ζευγηλατείου τα πάντα φωνούσι "Χρυσόστομος"».
Ο Χρυσόστομος γίνεται αμέσως Απόστολος της Μακεδονικής Ιδέας. Όταν η βουλγαρική προπαγάνδα επιτηδείως επιρρίπτει ευθύνες στους Έλληνες ίεράρχες για τη δράση των ελληνικών ανταρτικών σωμάτων στή Μακεδονία, ο Χρυσόστομος εξεγείρεται και συντάσσει ένα μνημειώδες έγγραφο προς τον Πατριάρχη με το οποίο κατακεραυνώνει την εγκληματικότητα αλλά και τη
δολιότητα των Βουλγάρων και παράλληλα εξυμνεί το σθένος, την εγκαρτέρηση και την μαχητικότητα του μακεδονικού λαού. «Αρκεί να είπωμεν, γράφει, ότι τα θύματα κατισχύουσι των δημίων των, ότι το αίμα των εθνομαρτύρων της μακεδονικής γης εγένετο σπορά παράγουσα υπεράφθονον βλάστησιν». Εδραία πεποίθηση του Χρυσοστόμου είναι πως η Μακεδονία δεν πρόκειται, παρά τις τρομερές δοκιμασίες, να χάσει ποτέ την ελληνικότητά της. Γιατί όμως; Ο Χρυσόστομος γράφει:
«Διά τον απλούστατον λόγον, ότι η κυρίως Μακεδονία ην και εστί και έσται χώρα καθαρώς ελληνική, ήτις, ίνα καταστή βουλγαρική, απαιτείται ουδέν ολιγώτερον ή αφ' ενός μεν να στραγγαλισθή η Ιστορία και η εθνογραφία, αφ' ετέρου δε να εξολοθρευθώσι τα τρία τέταρτα του λοιπού πληθυσμού αυτής και να κατασκαφώσιν όλα τα σχολεία και αι εκκλησίαι και σύμπασαι, μηδεμιάς εξαιρουμένης, αι κεντρικαί πόλεις της Μακεδονίας και επί τέλους να παραδοθώσιν εις το πυρ και τας φλόγας όλα τά μνημεία αρχαία, βυζαντινά, νεώτερα, μηδενός εξαιρουμένου, χωρίς να φεισθή τις μηδ' αυτών των εν τοις σπλάγχνοις της γης κρυπτομένων, άτινα η σκαπάνη των αρχαιολόγων πολυάριθμα καθ' εκάστην ανασύρει εκ των εγκάτων της γης και άτινα πάντα είναι ελληνικά, και τότε, αλλά μόνον τότε, όταν σβεσθώσι όλα τα φώτα της Ιστορίας και της Στατιστικής, της Γεωγραφίας και της Επιστήμης, τότε, όταν ή Μακεδονία καταστή απ' άκρου εις άκρον εν μέγα κοιμητήριον νεκρών, μία άγρια έρημος, μία χώρα ερέβους άνευ ιστορίας, άνευ παρελθόντος, άνευ παρόντος, άνευ μέλλοντος, θα καταστή και χώρα βουλγαρική». (Λοβέρδος, ένθ' αν. σσ. 85-86).
Λόγω των ανωμάλων συνθηκών που επικρατούσαν τότε στην Μακεδονία, προεκλήθη παρέμβαση των Μεγάλων Δυνάμεων, που υποχρέωσε την Πύλη να προβεί σε ορισμένες μεταρρυθμίσεις. Την εποπτεία των μεταρρυθμίσεων ανέλαβαν Άγγλοι, Γάλλοι, Ρώσοι και Ιταλοί αξιωματικοί με επικεφαλής τον Ιταλό στρατηγό Δε Τζώρτζη πασά, που η έδρα του ήταν στη Θεσσαλονίκη. Η Μακεδονία διαιρέθηκε σε τέσσερις ζώνες και κάθε μία από τιςενδιαφερόμενες δυνάμεις ανέλαβε τη διοικητική οργάνωση μιας από τις ζώνες αυτές. «Κατά κακή σύμπτωσι, γράφει ο Κ. Πολίτης στο βιβλίο του «Χρυσόστομος ο Σμύρνης»(5), την περιφέρεια της Δράμας ανέλαβαν οι Άγγλοι, τους οποίους επηρέαζε απολύτως ο βουλγαρόφιλος ανταποκριτής των "Τάιμς" Μπάουτσερ. Αυτός κατηύθυνε την "μεταρρυθμιστική" πολιτική, ένδιαφερόμενος ζωηρότατα διά την προστασία των βουλγαρικών διεκδικήσεων. Ο Μπάουτσερ ήτο συμπαθής και στους Τούρκους και γι' αυτό η προσπάθειά του ήταν κατοχυρωμένη απ' όλες τις πλευρές.
Δεν είχε λοιπόν ο Χρυσόστομος ν' αντιμετωπίση τον βουλγαρικό μονάχα κίνδυνο. Άπειρα προσκόμματα παρεμβάλλοντο στον δρόμο του, τα οποία αντιμετώπιζε με καρτερία και σθένος» (σσ. 25-26).
Αλλά για τον Χρυσόστομο Ορθοδοξία σημαίνει Ορθοπραξία. Πέρα από τα θρησκευτικά του καθήκοντα, πέρα από την εθνική του δράση, καταστρώνει και εκπληρώνει ένα πλήρες πρόγραμμα κοινωνικής προνοίας και εκπαιδευτικής πολιτικής. Προτού, όμως, αναφερθούμε σ' αυτό, κρίνουμε σκόπιμο να τονίσουμε μια ιδιαίτερη πλευρά της προσωπικότητος του μεγαλόπνευστου Ιεράρχη: την αγάπη του, προς την αθλούμενη νεολαία. Αυτός ο ζηλωτής των ασκητών, ήταν λάτρης της γυμναστικής. Ήθελε μιαν αθλούμενη και εύρωστη νεολαία, ανθεκτική στους μόχθους και τους κόπους, με σώμα υγιές που να ενοικεί σ' αυτό υγιές πνεύμα. Κάθε χρόνο συνεκέντρωνε στο κεντρικό γυμναστήριο της Δράμας 3.000 μαθητές, άριστα γυμνασμένους, και απένεμε ο ίδιος, ως νέος Ελλανοδίκης, τα βραβεία στους νικητές, ευλογώντας και εκφωνώντας θεσπέσιους λόγους που θύμιζαν τα εγκώμια προς τους αθλητές του Πινδάρου. Εκάλυψε όλη την επαρχία του με γυμναστήρια και τα εφοδίασε όλα με τα πιο σύγχρονα όργανα γυμναστικής. Ήθελε να βλέπει νειάτα γεμάτα λεβεντιά κι όχι κακομοιριά.
Και μετά, αναρίθμητα έργα ευποιίας: Ανήγειρε τον περικαλλή μητροπολιτικό ναό της Δράμας, αρρεναγωγείο και παρθεναγωγείο, δύο ευρύχωρα κτήρια κατεργασίας καπνού με τις πιο σύγχρονες προδιαγραφές της υγιεινής, νοσοκομείο, φιλανθρωπικό σύλλογο κυριών, νεκροκταφείο κ.λπ. Ανάλογα έπραξε και στα γύρω χωριά, την Τσατά Ατζά, το μαρτυρικό Δοξάτο, την Πρωσοτσάνη, το Ροδολείβος.
Στο Κιούπκιοϊ, πατρίδα του Πατριάρχη Νεοφύτου Η' και του Προέδρου Κ. Καραμανλή έκτισε εκκλησία, σχολείο και γυμναστήριο. Στην Αλιστράτη, δεύτερη έδρα της επαρχίας, έκτισε μητρόπολη, γυμναστήριο και ορφανοτροφείο για τα παιδιά που οι γονείς τους σφαγιάστηκαν από τις βουλγαρικές συμμορίες. Στη Μονή Εικοσιφοινίσσης του Παγγαίου ίδρυσε γεωργική σχολή και κάλεσε ειδικό γεωπόνο από την Ιταλία για να διδάξει τους νέους της περιοχής σύγχρονες μεθόδους καλλιεργείας. Στη διάρκεια των 8 έτων που έμεινε στη Δράμα, ο Χρυσόστομος έπραξε πολλαπλάσια των όσων έπραξε το ελληνικό κράτος σε τριπλάσια χρόνια. Ο αριθμός των 34 σχολείων που ίδρυσε είναι επαρκής απόδειξη.
Για ν' ανακτήσει σωματικές και ψυχικές δυνάμεις ο Χρυσόστομος το 1906 επισκέπτεται τα Ιεροσόλυμα. Ο ιερός χώρος τον εμπνέει. Κατά την επιστροφή παρακολουθεί στην Αθήνα τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1906. Οι θεατές τον αποθεώνουν ως αθλητή των εθνικών αγώνων. Οι ελληνικές επιτυχίες τον γεμίζουν ελπίδα για το πεπρωμένο της φυλής. Γυρίζει στη Δράμα με αναπτερωμένο ηθικό. Και συνεχίζει με νέο ενθουσιασμό. Και για να προβάλει όχι την Μητρόπολή του αλλά τη Μακεδονία γενικώτερα, ίδρυσε στους Φιλίππους ναΰδριο πάνω στα ερείπια αρχαίου ναού, για να υπενθυμίσει στους Χριστιανούς όλης της υφηλίου ότι στα χώματα της Μακεδονίας, στους Φιλίππους ειδικά, ο Απόστολος Παύλος ίδρυσε την πρώτη χριστιανική εκκλησία της Ευρώπης. Και όταν οι Βούλγαροι άρχισαν την εξόντωση και εκρίζωση των Ελλήνων της Αν. Ρωμυλίας το 1906 (καταστροφή Αγχιάλου, Στενημάχου κ.λπ.), η Μητρόπολη Δράμας έγινε καταφύγιο των διωκομένων. Οι Βούλγαροι στο πρόσωπό του αναγνωρίζουν έναν επικίνδυνο αντίπαλο. Τον διαβάλλουν στην τουρκική διοίκηση και πείθουν τον βαλή (=νομάρχη) της Θεσσαλονίκης Ρεούφ να εκδώσει διαταγή στις 26 Απριλίου 1907, με την οποία απαγορεύεται στο Χρυσόστομο να κάνει περιοδείες. Όμως ο απτόητος Μητροπολίτης μεταβαίνει στο Ροδολείβος, για να χοροστατήσει στην κηδεία δολοφονηθέντος από Βουλγάρους Έλληνα πατριώτη. Ο μουτεσαρίφης Δράμας Ζια Πασάς του απαγορεύει να πάει στην Τσατάλτζα, για να εγκαινιάσει τη νέα εκκλησία. Ο Χρυσόστομος του απαντά αγέρωχα: εντολές λαμβάνω μόνο από τον Οικουμενικό Πατριάρχη.
Ο ανυπότακτος ιεράρχης κρίνεται επικίνδυνος. Οι Τούρκοι προσπαθούν να μειώσουν τις δικαιοδοσίες του (τον κατηγορούν στην Ιερά Σύνοδο και τον αποβάλλουν από το Διοικητικό Συμβούλιο που υπό την προεδρία του μουτεσαρίφη ρυθμίζει τις τοπικές υποθέσεις). Ο Χρυσόστομος προσφεύγει στη διπλωματία. Απευθύνεται ώς Μητροπολίτης της πρώτης ευρωπαϊκής χριστιανικής εκκλησίας προς τον πρωθιεράρχη της Αγγλίας, τον αρχιεπίσκοπο της Κανταβρυγίας. Παράλληλα, επειδή φοβείται μετάθεση σε κάποια απόμακρη επισκοπή της Ανατολής, απευθύνεται προς τον Αρμάνδο Ποττέν, επιτετραμμένο της Ελλάδος στην Πόλη και του ζητεί, σε περίπτωση μεταθέσεως, να τοποθετηθεί στη Μητρόπολη Αδριανουπόλεως, «όπως δυνηθώ, γράφει, να αγωνισθώ εκ νέου εις την πρώτην γραμμήν του πυρός και εν η περιπτώσει ήθελον πέσει, να πέσω ως αετός και ουχί να αποθάνω αδρανών εις τινα ορνιθώνα της Ανατολής. Ζητώ Σταυρόν, μεγάλον Σταυρόν, επί του οποίου θα δοκιμάσω την ευχαρίστησιν καθηλούμενος και μη έχων έτερόν τι να δώσω προς σωτηρίαν της ημετέρας λατρευτής πατρίδος, να δώσω τό αίμα μου*».
Στην κρίσιμη αυτή ερίοδο έπεσε στα χέρια των Τούρκων το απόρρητο βιβλίο αντιγραφής των επιστολών του Χρυσοστόμου. Ήταν η χρυσή ευκαιρία που περίμεναν οι Τούρκοι, για ν' αποδείξουν την ανατρεπτική δραστηριότητά του. Ο μέγας Βεζύρης απαίτησε από το Πατριαρχείο την βίαιη απέλασή του. Ο υπουργός των εξωτερικών της Αγγλίας σερ Εδουάρδος Γκρέυ υπέδειξε και αυτός ανάκληση του Χρυσοστόμου ως εμψυχωτή του Μακεδονικού Αγώνος. Στις 25 Αυγούστου 1907 ο αρχιαστυνόμος Δράμας παρουσιάζεται στον Μητροπολίτη και τον πληροφορεί ότι κατά διαταγή του Μεγάλου Βεζύρη οφείλει εντός 20 ωρών να εγκαταλείψει την πόλη και ν' αναχωρήσει για Θεσσαλονίκη. «Διαταγάς λαμβάνω μόνον από tο Οικουμενικόν Πατριαρχείον της Κωνσταντινονπόλεως», απάντησε ο Χρυσόστομος. Αλλά και το Πατριαρχείο βρέθηκε προ τετελεσμένου γεγονότος.
Έτσι στις 30 Αυγούστου ο Χρυσόστομος αναγκάσθηκε ν' αποχωρισθή το ποιμνιό του. Προηγουμένως έκανε λειτουργία στο μητροπολιτικό ναό. Όλος ο χριστιανικός πληθυσμός της πόλης και των πέριξ χωριών είχε συγκεντρωθεί εντός και εκτός του ναού.
Ο Χρυσόστομος εξεφώνησε θερμόν ενθαρρυντικό λόγο**. Εν τω μεταξύ είχαν φθάσει Τούρκοι αστυνομικοί για να τον συνοδεύσουν μέχρι του τραίνου. Ο Χρυσόστομος μ' ένα περιφρονητικό νεύμα και με μια απλή κίνηση τους υπέδειξε να σηκώσουν τις αποσκευές του και τους μετέτρεψε σε αχθοφόρους του. Ο ίδιος, περικυκλωμένος, για λόγους προστασίας, από τις δασκάλες και τις μαθήτριες και συνοδευόμενος από πλήθη λαού, έφθασε μέχρι του σταθμού. Τη στιγμή του αποχαιρετισμού ο δημογέροντας Νίκας του είπε δυνατά μια φράση που επιγραμματοποιεί την όλη πατριωτική συνεισφορά του Χρυσοστόμου:
- Δέσποτα, μας παρέλαβες λαγούς και μας έκανες λιοντάρια. Μένε ήσυχος. Θα γίνη το θέλημά σου...
Ο Γεώργιος Σουρής, τον οποίον οι νεώτερες γενιές στο βαθμό που τον γνωρίζουν, τον γνωρίζουν σαν σατιρογράφο και αγνοούν ότι παράλληλα υπήρξε και εθνικός βάρδος, αφιέρωσε στον Χρυσόστομο πολύστιχο ποίημα με το οποίο εγκωμιάζει τη γενναιότητα του «Ιστορικού Ιεράρχη», όπως τον ονομάζει, και παράλληλα καυτηριάζει την ηττοπαθή στάση του ελληνικού κράτους. Παραθέτουμε την αρχή και το τέλος του ποιήματος:
«Στέφανος και για τον Δράμας
τον παπά τον ήρωά μας.
Άφοβος, ανδρειωμένος
για την Πίστι για το Γένος
δείχνει στήθος μαχητού
μπρος στις λόγχες του στρατού
.....................................
.....................................
Και με τούτον τον Παπά κάθε φρόνημα ψηλώνει
Κι εγώ βλέπω κάποιο χέρι
με σταυρό και με μαχαίρι
που το Γένος ευλογεί
και το κράτος φασκελώνει(6).
_________________________________
Σημειώσεις
*Με το ίδιο πνεύμα είναι γραμμένη και η επιστολή την οποία έστειλε στον Μεγάλο Χαρτοφύλακα των Πατριαρχείων Μ. Γεδεών στις 14 Σεπτεμβρίου 1906 μόλις πληροφορήθηκε τη δολοφονία του Μητροπολίτη Κορυτσάς Φωτίου: «Τις οίδεν και οπόσους άλλους αδελφούς και ίσως και τον γράφοντα αυτά, αναμένει η αυτή τύχη ».
** Προηγουμένως είχε γράψει ενθαρρυντική επιστολή προς τους δημογέροντες της Δράμας. Σε αυτή μεταξύ των άλλων γράφει: «Όλαι αι πληγαί μας είναι εις το στήθος το οποίον αντετάξαμεν εις τους εχθρούς. Ουδεμίαν πληγήν έχομεν επί των νώτων, ώστε να αισχυνώμεθα. Θα βαδίσωμεν, όπου αν ο δάκτυλος της Θείας Προνοίας μας οδηγήση...»

4. Ευάγγελος Γ. Στρατής: «Η Δράμα και η Δραβήσκος», Σέρραι 1924, σς. 39-40.
5. Κ. Πολίτης: «Ο Χρυσόστομος Σμύρνης» (Έκδοσις της εφημερίδος «Πατρίς», Αθήναι 1434, σς. 25-26).
6. «Ρωμηός, φύλλο της 8ης Σεπτε3μβρίου 1907
___________________________________

H πρώτη εξορία του Χρυσόστομου
Στις 31 Αυγούστου 1907 ο Χρυσόστομος φθάνει στη Θεσσαλονίκη, όπου ο λαός του επεφύλαξε αποθεωτική υποδοχή. Εδώ θ' αναμείνει την απόφαση του Πατριαρχείου. Μερικοί συνοδικοί έχουν ταχθεί αναφανδόν υπέρ αυτού και απαιτούν την αποκατάστασή του. Ο Μητροπολίτης Πελαγονίας γράφει: «Ανέγνων και έγνων μετά θαυμασμού τον ζήλον, την αυτοθυσίαν, την αντοχήν και την καρτερίαν εν τοις διωγμοίς του αληθούς τούτου ποιμένος της Δράμας». Η Ιερά Σύνοδος κάμπτεται προ της ωμής πιέσεως της Πύλης. Ο Χρυσόστομος διατάσσεται να μεταβεί στην ιδιαίτερη πατρίδα του, την Τρίγλια. Κατ' εντολή του Μεγάλου Βεζύρη ο διοικητής Θεσσαλονίκης του ανακοινώνει ότι πρέπει ν' αναχωρήσει όσο γίνεται γρηγορώτερα.
Τόσο επικίνδυνος κρίνεται. Αποχαιρετά με ενθαρρυντική επιστολή τους κατοίκους της Δράμας*, προς δε τον Πατριάρχη στέλλει επιστολή με την οποία του ανακοινώνει το ακόλουθο συγκινητικό περιστατικό: μετά την δολοφονική προ τετραετίας απόπειρα κατά της ζωής του, εκ μέρους του αρχικομιτατζή Χατζηγεώργιεφ, ο Χρυσόστομος έκανε μία ασφάλεια ζωής υπέρ της Θεολογικής σχολής της Χάλκης σε δύο από τις καλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες του κόσμου. Και επιλέγει: «Αν δε θέλημα Θεού ήτο να πέσω καγώ νεκρός, ως ο αείμνηστος Κορυτσάς Φώτιος, εν ταις αγκάλαις μεν του καθήκοντος, αλλά χωρίς να προλάβω να υπηρετήσω την Εκκλησίαν μου εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της ισχύος και εξ όλης της διανοίας μου, τότε αι είκοσι πέντε χιλιάδες φράγκων, δι' ας έκτοτε πληρώνω ασφάλιστρα,να περιέλθωσιν εις την Ιεράν Θεολογικήν Σχολήν, προς ην τόσα οι τρόφιμοί της χρεωστούμεν».
Ο Χρυσόστομος αφού έφθασε στην Πόλη και υπέβαλε τα σέβη του στον Πατριάρχη,ανεχώρησε αμέσως για την γενέτειρά του. Αφού ετέλεσε μνημόσυνο υπέρ των αποθανόντων πρό δωδεκαετίας γονέων του, επιδόθηκε αμέσως σε δημιουργικό έργο: έκτισε σχολείο αρρένων και θηλέων, ωραίο ναό, νεκροταφείο και, όπως έκανε παντού, γυμναστήριο. Ακόμη ίδρυσε τουρκικό σχολείο για τα παιδιά των Μουσουλμάνων, έφτιαξε μεταξουργείο με όλες τις προδιαγραφές υγιεινής, φιλόπτωχο άδελφότητα και μουσικό σύλλογο με πλήρη ορχήστρα, κι ακόμη λιμενοβραχίονα μήκους 80 μέτρων. Όλα τα κτίσματα αυτά, εκτός από χρήματα, χρειάζονταν και άμμο που περιέργως εσπάνιζε στην Τρίγλια. Αλλά μια πρωία, λόγω αμπώτιδος, απεκαλύφθη στο γιαλό μεγάλη έκταση άμμου και τότε ο Χρυσόστομος έδωσε εντολή να κτυπήσουν οι καμπάνες, να συγκεντρωθούν οι άνθρωποι και με φτυάρια να μαζέψουν το πολύτιμο υλικό. Ο Μητροπολίτης πρώτος μ' ένα φτυάρι στο χέρι έδινε το παράδειγμα. Αλλά πάντα στη σκέψη του είχε τη Δράμα και το δράμα της Μακεδονίας**.
_________________________
* «Πλήν ταχέως θα παρέλθωσιν αι βαρείαι ημέραι και θα έλθη ο τρυγητός και εν αγαλλιάσει αίροντες και υψούντες τα δράγματα θα χαρώμεν και θα δοξασθώμεν».
** Ζώντας από μακρά την αγωνία της Μακεδονίας, απέστειλε στον αρχιεπίσκοπο της Κανταβρυγίας πολυσέλιδη επιστολή, και υπό το πρόσχημα ότι διακατέχεται από αγωνία, γιατί επί μία δεκαετία δεν προχώρησε το έργο της ενώσεως Ανατολικής και Αγγλικής Εκκλησίας, δράττεται της ευκαιρίας να του γράψει και τα εξής περί Μακεδονίας: «Τανύν έτι εν ταις Μακεδονικαϊς επαρχίαις του Τουρκικού Κράτους πολλαί πληγαί διατηρούνται ανοικταί εν τω σώματι της Εκκλησίας και φιλάνθρωπός τις Σαμαρείτης δέν φαίνεται όδεύων κατά την άγουσαν προς τους δεινοπαθούντας, ίνα επιδέση τας πληγάς των εμττεσόντων εις τους ληστάς εκλεκτών τέκνων του Θεού, επιχέων οίνον σωτηρίου και ελαίου αγαλλιάσεως επί τας πληγάς της Εκκλησίας, και ούτως αφέθημεν έρμαιον δεινών και βαρυτάτων δοκιμασιών...» (βλ. Κ. Πολίτη: «Χρυσόστομος ό Σμύρνης», Αθήνα, 1934, σελ. 65. Όλη η επιστολή με μικρά στοιχεία καλύπτει έκταση 8 ττερίπου σελίδων του βιβλίου 65-72).

______________________________________

Και πάλι στη Δράμα
Μετά την επανάσταση των Νεοτούρκων (3 Ιουλίου 1908)
και την παροχή γενικής αμνηστίας (24 Ιουλίου 1908), ο Χρυσόστομος έσπευσε να επανέλθει στη Δράμα. Στην υποδοχή του παρευρέθη μέχρι κι ό Τούρκος σωματάρχης! Αλλά τις πρώτες μέρες ευφορίας διεδέχθησαν ημέρες πικρίας. Οι Νεότουρκοι ήσαν φανατικώτεροι από τους Παλαιοτούρκους. Στόχος τους ο βίαιος εκτουρκισμός. Ο διοικητής Σερρών απαγορεύει στο Χρυσόστομο να περιοδεύει στα χωριά. Οι Βούλγαροι, χωρίς να υπάρχει μόνιμο βουλγαρικό στοιχείο στη Δράμα, άνοιξαν δικό τους σχολείο. Στις διαμαρτυρίες του Χρυσοστόμου, οι Τούρκοι απαντούν με διατύπωση νέων κατηγοριών εναντίον του. Στο τουρκικό κοινοβούλιο ο Έλλην βουλευτής Κοσμίδης διαμαρτύρεται για τις διώξεις του Μητροπολίτη. Ο υπουργός Εσωτερικών, ο διαβόητος Χιλμή Πασάς, που το 1903 είχε διορισθεί γενικός επιθεωρητής Μακεδονίας, κατηγορεί τον Χρυσόστομο, για υπονομευτική δράση. Ο αλύγιστος Ιεράρχης με επιστολή του προς τον πρόεδρο της τουρκικής βουλής κατηγορεί τον Χιλμή ότι προβάλλει «έκ δυσμενούς προθέσεως εώλους σπερμολογίας ως αληθή γεγονότα». Τα πράγματα παίρνουν δυσάρεστη τροπή, όταν ο Βούλγαρος Πανίτσα* σκότωσε στην Ξάνθη τον Ηλία Χατζηγεώργιεφ, πρόεδρο του βουλγαρικού κομιτάτου Δράμας και οι Βούλγαροι βερχοβιστές επέρριψαν την ευθύνη στους Έλληνες, και μάλιστα στον επικήδειο λόγο που εκφώνησε ο διερμηνέας του βουλγαρικού προξενείου κατηγόρησε σαν ηθικό αυτουργό τον Χρυσόστομο!
Ο Μητροπολίτης για ν' αποφύγει την έκρηξη του φυλετικού μίσους αποσύρθηκε δήθεν για λουτροθεραπεία στην Καβάλα. Από εκεί διατάχθηκε να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη, όπου φιλοξενήθηκε στα Πατριαρχεία. Αυτή είναι η δεύτερη εξορία του. Εν τω μεταξύ απέθανε ο Μητροπολίτης Σμύρνης Βασίλειος και η Ιερά Σύνοδος εξέλεξε παμψηφεί διάδοχό του τον Χρυσόστομο (11 Μαρτίου 1910).
__________________
* Ο Πανίτσα ήταν υπαρχηγός του διαβόητου κομιτατζή Σαντάσκη, που πρώτος έριξε το σύνθημα για ενιαία και
ανεξάρτητη Μακεδονία. Οι Βούλγαροι αντιφρονούντες δολοφόνησαν τον Σαντάσκη το 1908. Τον διαδέχθηκε ο Πανίτσα, που κατά την περίοδο
1923 είχε επαφές με τον Γεν. Γραμματέα του Κ.Κ.Ε. Ελευθ. Σταυρίδη στην
Θεσσαλονίκη και Αθήνα, για να εξασφαλισθή η ανοχή της ελληνικής
κυβερνήσεως για μια επίθεση κομιτατζήδων από τη μεριά των ελληνικών συνόρων
τα της δικτατορικής κυβερνήσεως της Σόφιας.
Στην Αθήνα ο Πανίτσα έμενε στο ξενοδοχείο «Μέγας Αλέξανδρος» της Ομονοίας!
___________________________________


Μητροπολίτης Σμύρνης
Ο μετέπειτα περιπετειώδης βίος του Χρυσοστόμου άρχισε με το ταξίδι του. Επιβιβάστηκε στο γαλλικό ατμόπλοιο «Νίγηρ», αλλ' αυτό, λόγω συγκρούσεως, υπέστη ρήγμα 6 μέτρων στην πρώρα. Ο ατρόμητος μητροπολίτης, για να μην προκληθεί πανικός, συγκέντρωσε τους επιβάτες στο κατάστρωμα και τους διάβασε κεφάλαια του Ευαγγελίου που αναγιγνώσκονται τη Μ. Πέμπτη*. Το «Νίγηρ» προσορμίστηκε στην Καλλίπολη. Μετά από δύο ημέρες τό αιγυπτιακό πλοίο «Μίνια» παρέλαβε και μετέφερε τον Χρυσόστομο στη Σμύρνη, όπου του επιφυλάχθηκε υποδοχή ηγέτη.
Η Μητρόπολη Σμύρνης ανήκει στις 7 αρχαιότερες Εκκλησίες της Ασίας. Έμβλημά της είναι ο λόγος του Ιωάννη από την Αποκάλυψη: «Πιστός άχρι θανάτου». Πρώτος ετήρησε τη ρήση αυτή ο Μητροπολίτης Σμύρνης, ο Άγιος Πολύκαρπος που κάηκε επί της πυράς κατά τους διωγμούς του 2ου αιώνος. Ο Χρυσόστομος, ως τελευταίος Μητροπολίτης Σμύρνης, επέπρωτο να την επισφραγίσει με το δικό του μαρτυρικό θάνατο.
Στην πρωτεύουσα της Ιωνίας ο Χρυσόστομος έφθασε στις 10 Μαΐου 1910. Ήταν 43 ετών. Στην ακμή της πνευματικής και σωματικής ηλικίας του.
Ο ακμαίος Ελληνισμός της περιοχής δεν αναζητούσε έναν απλό δεσπότη; αναζητούσε ηγέτη. Στο πρόσωπο του υψηλόκορμου, υψηλόφρονος, μεγαλόφρονος Χρυσοστόμου τον βρήκε. Ο νέος Ιεράρχης είναι μια σύνθεση αγαθών αντιθέσεων. Βαθύτατα Έλλην αλλά και Χριστιανός που γοητεύεται από την ιδέα του διεθνισμού για την πραγμάτωση του οικουμενικού ιδεώδους. Είναι οραματιστής και πραγματιστής. Πιστεύει πως ήλθε η ώρα της πραγματώσεως των προφητειών της Αποκαλύψεως; αλλά δεν τις αναμένει παθητικώς. Αυστηρός προς τους απαθείς και αδρανείς, είναι πράος και γλυκύς σαν μικρό παιδί προς τους αδυνάτους και ασθενείς. Παρορμητικός σαν τον Παπαφλέσσα, με πολιτικό στοχασμό Γρηγορίου Ε'. Μαχητής και ανακαινιστής. Κράμα προοδευτισμού και συντηρητισμού. «Χαλαστής και κτίστης», όπως θα έλεγε ο ποιητής. Ήταν μία φλεγόμενη από χριστιανικό και ελληνικό πάθος προσωπικότητα. Γράφει ο βιογράφος του: «Αποστρέφεται την ονειροπόλησιν, αποστέργει την παθητικήν ενατένισιν, αποκρούει την εν απραξία ηροσδοκίαν. Κίνησις είναι το κύριον χαρακτηριστικόν της ιδιοσυγκρασίας του, αφού η πάλη είναι ο κλήρος του ανθρώπου επί της γης». (Ένθ. αν. σ. 137).
Αλλ' ο Χρυσόστομος δεν ήταν μέγας ως Ιεράρχης, ως πολιτικός και ως άνθρωπος. Ήταν μέγας και ως παιδαγωγός. Επίστευε στην ανάσταση του Γένους, στο ζωντάνεμα του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, αλλά αυτά δεν θα έρχονταν ως μάννα εξ ουρανού αλλά διά της παιδείας που, πέρα από γνώσεις, πρέπει να καλλιεργεί τον έρωτα για δράση, τον ενθουσιασμό για τα υψηλά έργα, που θα διώχνει τη δειλία και το ραγιαδισμό και θα εμφυσά στα παιδιά φρόνημα πατριωτικής γενναιότητος και χριστιανικής αλληλεγγύης. Με την αγάπη θέλει να θανατώσει τον εγωισμό, με τη γυμναστική θέλει να δημιουργήσει μια εύρωστη νεολαία, ικανή και για τα έργα του πολέμου και για τα έργα της ειρήνης. Ο Χρυσόστομος βλέπει την άθληση ως άθληση ήθους και παράλληλα ως στοιχείο αναβιώσεως των αρετών του Γένους. Αποστρέφεται την κακομοιριά. Σιχαίνεται τη ζητιανιά. Ο δυνάμενος πρέπει να εργάζεται. Ο ανήμπορος να περιθάλπεται, χωρίς ν' απλώνει το χέρι για ελεημοσύνη. «Το παλαιόν σύστημα της απλουμένης χειρός είναι έωλος και εσκωριασμένη συνήθεια, η οποία μόνο την επαγγελματικήν επαιτείαν ευνοεί και αναπτύσσει», λέγει σ' ένα κήρυγμά του.
Η πολιτική του Χρυσοστόμου στηρίζεται στο διώνυμο: από τα λόγια στα έργα. Πρώτη ενέργειά του η κατεδάφιση του σαθρού και χαμηλού οικίσκου, ο οποίος στέγαζε τα γραφεία της Μητροπόλεως. Στη θέση του έκτισε επιβλητικό μητροπολιτικό μέγαρο, όχι για να προβάλει τον εαυτό του αλλά το ποίμνιό του, μια και το Μέγαρο αυτό θα γίνει από εδώ και μπρος η καρδιά και ο νους του Μικρασιατικού Ελληνισμού. Αποκαθαίρει τον κλήρο από ανάξια στοιχεία και εισάγει στα κατώτερα σχολεία το Φρεβελιανό σύστημα. Στις 16 Μαΐου καλεί στο στάδιο τους αθλητές του «Πανιωνίου», του αρχαιοτέρου ελληνικού αθλητικού σωματείου, και με έκπληξη είδε να παρελαύνει μπροστά του μια εκατοντάδα νυσταλέων και μαλθακών μαθητών. Αμέσως καθιερώνει στα σχολεία τη γυμναστική ως μάθημα υποχρεωτικό και το επόμενο έτος είδε στις γυμναστικές επιδείξεις 1.500 καλογυμνασμένους μαθητές. Έκτοτε οί γυμναστικοί αγώνες του Πανιωνίου έγιναν η μεγαλύτερη γιορτή της Σμύρνης. Ακολούθως ανεμόρφωσε και τον άλλο γυμναστικό σύλλογο, τον «Απόλλωνα».
Ακολουθούν η ανακαίνιση του Ομηρείου Κεντρικού Παρθεναγωγείου, του Βρεφοκομείου, του Γηροκομείου, του Ταμείου Πτωχών. Συνιστά συσσίτιο μαθητών, άσυλα αστέγων, ενοριακά συσσίτια πτωχών και Πολιτιστικό Κέντρο για μορφωτικές εκδηλώσεις. Ανεγείρει το μέγαρο της «Αδελφότητος Ευσεβείας» και ακόμη ανασυγκρότησε την γεραρά «Ευαγγελική Σχολή» που είχε κτισθεί επί πατριαρχείας Γαβριήλ Γ’ ** (1702-1707) -και περνούσε μιά περίοδο κρίσεως- και της έδωσε την παλιά αίγλη της. Κατά τα ειωθότα, καθιέρωσε ως υποχρεωτικό μάθημα τη γυμναστική. Οι ανακαινιστικές πρωτοβουλίες του εμψύχωναν το ποίμνιό του, από την άλλη όμως εξόργιζαν την τουρκική διοίκηση. Την οργή τους υπεδαύλιζαν οι Λαζαριστές, που μετέφεραν στις τουρκικές αρχές πληροφορίες ότι στη γιορτή του Αγίου Γεωργίου ο Χρυσόστομος ύψωσε στους ναούς ελληνικές σημαίες, ότι διορίζει στα σχολεία Έλληνες δασκάλους, ότι δεν επέτρεψε στους Έλληνες μαθητές να μετάσχουν στην εορτή της αναρρήσεως του σουλτάνου κ.λπ.
Παράλληλα παραπονιέται και το Πατριαρχείο, γιατί ο Χρυσόστομος βάζει στα έγγραφα της μητροπόλεώς του το πατριαρχικό έμβλημα του δικεφάλου αετού. Ιδού η απάντηση του «αετού της Ρωμηοσύνης» προς τον Πατριάρχη:
«Αλλά και εις τον ομφαλόν της πλακός του ναού τής Αγίας Φωτεινής, όπως και σχεδόν όλων των παλαιών εκκλησιών, επί πλακός μαρμαρίνης φέρεται ανάγλυφον το σεπτόν και πλήρες και μεγάλων αναμνήσεων έμβλημα τούτο, όπερ άποτελεί τον εξωτερικόν συνεκτικόν δεσμόν, τον συνενούντα τας μητροπόλεις και τας καθ' έκαστον εκκλησίας προς το Οικουμενικόν Πατριαρχείον και τούτο προς τον αρχαιότερον βυζαντινόν κόσμον».
Και επιλέγει ότι μόνο αν με το πλήρωμα του χρόνου αναβιώσει η Χριστιανική Αυτοκρατορία της Ελληνικής Ανατολής και αναφανεί ο διάδοχος των Βυζαντινών Αυτοκρατόρων, τότε και μόνο τότε ο πατριάρχης, που είναι σήμερα Εθνάρχης, θα αφαιρέσει από τη δική του κεφαλή τον Δικέφαλο και θα τον επιθέσει επί της κεφαλής του βασιλέως. Ο Χρυσόστομος εύχεται, και προσεύχεται και εργάζεται ακαταπονήτως, για να έλθει η ευλογημένη ώρα της Αναστάσεως του Γένους. Πιστεύει στους θρύλους και στις παραδόσεις, αρκεί ο λαός να 'ναι άξιος να τους σαρκώσει. Η ανάσταση έρχεται, όταν το Γένος προετοιμάζεται να τη δεχθεί, γαλουχημένο πνευματικά και ηθικά με τις αξίες της ελληνοχριστιανικής παραδόσεως. Γι' αυτό το 1911 εκδίδει το εβδομαδιαίο περιοδικό «Ιερός Πολύκαρπος», με ποικίλη ύλη, θρησκευτική, ιστορική, φιλοσοφική, με πλήρη ενημέρωση για τα τρέχοντα γεγονότα της εποχής. Το περιοδικό «Ιερός Πολύκαρπος» αποτελεί σταθμό για τη νεώτερη ελληνική γραμματεία. Και όταν την 1η Οκτωβρίου 1911 ο εθνομάρτυς Μητροπολίτης Γρεβενών Αιμιλιανός εσφαγιάσθη από τους κομιτατζήδες*** στό χωριό Σνίχοβο (νυν Δεσπότης), ο Χρυσόστομος ετόλμησε να του αφιερώσει ειδικό τεύχος στο οποίο ο ίδιος ευτόλμως έγραψε:
«Όταν αρχιερείς καίωσιν εαυτούς ως λαμπάδας ενώπιον του ειδώλου της πατρίδος, ο δε μαρτυρικός θάνατός των γίνεται ζωής και δόξης υπόθεσις και θεμέλιον αγιωτέρου βίου, το μνημόσυνόν των δεν εναρμονίζεται με δάκρυα και θλίψιν, αλλά με υπερηφάνειαν και αγαλλίασιν. Ημίν εξ όλων εχαρίσθη όχι μόνον το εις Χριστόν ορθώς πιστεύειν, αλλά και το υπέρ Αυτού αγογγύστως πάσχειν, γενναίως μαρτυρείν και ενδόξως θρήσκειν»****
Δεν τα έγραψε απλώς αλλά και τα υπέγραψε με το αίμα του. Και δεν ξέρω γιατί δεν θα έπρεπε από πολλού ο Χρυσόστομος να έχει ανακηρυχθεί άγιος. Στο κάτω-κάτω, η διπλωματία θα καθορίζει ποιους θα τιμώμεν ως αγίους; Ως πότε θα αρνούμεθα την αγιότητα σ' αυτούς που είναι ενοχλητικοί στη «φίλη» και «σύμμαχο» Τουρκία; Ο Χρυσόστομος διά του βίου, των λόγων, των έργων και διά του μαρτυρικού θανάτου του υπήρξεν άγιος. Θέλησε ν' ανέβει ψηλά. Όχι σε αξιώματα, αλλά στο Σταυρό. Ο δικός του δρόμος ήταν ο δρόμος Εκείνου: ο Γολγοθάς. Γράφει στον «Ιερό Πολύκαρπο»: «Έκαστος τόπος και εκάστη σπιθαμή γης, όπου εκηρύχθη η χριστιανική θρησκεία, έχει και τον εαυτής Γολγοθάν». Και για τη χριστιανική Σμύρνη Κρανίου τόπος «είναι το Στάδιον, όπου εμαρτύρησε ο έσχατος και μέγιστος των αποστολικών ανδρών ιερός Πολύκαρπος».
Προσωπικά, την αγιότητα του Χρυσοστόμου δεν την βρίσκω στα όσα υπέρ των Ελλήνων έπραξε. Παρ' όλο που ήταν εθνικόφρων, με την άρτια του όρου σημασία, παρ' όλο που είχε γνωρίσει από κοντά την τουρκική θηριωδία, εν τούτοις όταν κηρύχθηκε ο Βαλκανικός πόλεμος και πλήθη Μουσουλμάνων συνέρρεαν στην Μ. Ασία και δη στην Ιωνία, ο φωτισμένος ιεράρχης εφώτισε και μερίμνησε και για τη δική τους περίθαλψη, παρ' όλο που προ ενός έτους και πλέον οι Τούρκοι της Ιωνίας είχαν κηρύξει μποϋκοτάζ κατά του ελληνικού εμπορίου.
Τη χαρά του Χρυσοστόμου για τις νίκες του Ελληνικού Στρατού, που επαλήθευαν τις παλαιές προφητείες και έκαναν τις ελπίδες του ένσαρκο όραμα, εσκίασε ο θάνατος του Πατριάρχη Ιωακείμ Γ' στις 13 Νοεμβρίου 1912. Κατά την γενόμενη πρώτη εκλογή ο Χρυσόστομος πήρε 13 ψήφους. Θα έπαιρνε περισσότερες, αν οι εκλέκτορες δεν ήξεραν την αποστροφή των Τούρκων προς το πρόσωπό του. Άλλωστε τον διέγραψαν ως ανεπιθύμητο από τον πρώτο κατάλογο. Έτσι στις 5 Φεβρουαρίου εξελέγη Πατριάρχης ο Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Γερμανός (Γερμανός Ε'). Αλλ' ο Χρυσόστομος δεν είχε καιρό για πικρίες. Στίφη Τούρκων της Βαλκανικής κατακλύζουν την Ιωνία. Συμμορίες τσετών υπό την καθοδήγηση του Ραχμή Βέη κάνουν επιδρομές σε ελληνικά χωριά της Ερυθραίας και του Αδραμυτικού κόλπου και διώχνουν τον πληθυσμό, για να εγκατασταθεί μουσουλμανικός. Τότε κατεστράφησαν ακμαία ελληνικά κέντρα, όπως η Παλαιά Φώκαια, η Πέργαμος, η Κρήνη, η Μαινεμένη. Απτόητος ο Χρυσόστομος οργανώνει σταυροφορία διασώσεως, περιθάλψεως και καταγγελίας της τουρκικής θηριωδίας. Καταλύματα, συσσίτια, ιατρική βοήθεια για τους πρόσφυγες. Ειδικά πλοιάρια να τους περισυλλέγουν από τις βραχώδεις ακτές που είχαν καταφύγει. Ο «στρατός της σωτηρίας», όπως ονομάστηκε, αποτελούμενος από κληρικούς και λαϊκούς, στέλλεται στους χώρους επιδρομής. Ειδικό συνεργείο φωτογραφίζει και καταγράφει όλα τα στοιχεία της καταστροφής, για να ενημερωθεί η κοινή γνώμη της Ευρώπης. Ο ίδιος ο Χρυσόστομος περιφέρεται από διοικητηρίου εις προξενεία, στους αρχηγούς των ξένων εκκλησιών και ιεραποστολών; ενημερώνει και ζητεί επικουρία και συνδρομή. Καλεί στη Σμύρνη τους διερμηνείς των ξένων πρεσβειών και θέτει υπόψη τους όλα τα στοιχεία για το διωγμό των 10.000 Ελλήνων του εσωτερικού που είχαν καταφύγει στη Σμύρνη και των 80.000 που είχαν ζητήσει προστασία στις παραλιακές περιοχές. Μέχρι και αιμόστικτα ρόπαλα τους επέδειξε. Οι διερμηνείς έμειναν άφωνοι.
Αλλά δεν αρκείται σ' αυτό. Γράφει επιστολές και υποβάλλει υπομνήματα παντού. Επειδή κουράζεται το δεξί του χέρι μαθαίνει να γράφει και με το αριστερό. Τρείς δακτυλογράφοι μόλις επαρκούν για τη διεκπεραίωση της αλληλογραφίας του. Και δεν λησμονεί να ευχαριστήσει τον Οθωμανό Νταμάτ Φερήδ πασά και την Οθωμανίδα λογία Χαλιδέ Εδίπ Χανούμ, που τόλμησαν να υψώσουν τη φωνή τους και να καταγγείλουν τις τουρκικές αρχές για τη βάναυση συμπεριφορά τους έναντι των Ελλήνων. Συγκινητική είναι η επιστολή του προς τον δήμο Μασσαλίας, όταν καταστράφηκε η Φώκαια, η αρχαία Μητρόπολη της Μασσαλίας: «Δεν είναι δυνατόν, γράφει, να ανεχθή τοιαύτην κηλίδωσιν του γενεαλογικού δένδρου της η ένδοξος θυγάτηρ Μασσαλία και να ίδη διαγραφομένην από προσώπου της γης την τριών χιλιετηρίδων ιστορικόν βίον αριθμούσαν μητρόπολιν Φώκαιαν και τους ευσεβείς Φωκαείς, απογόνους των παλαιών οικιστών της, αντικαθισταμένους από αγρίους γιουρούκους, πομάκους, βασιβουζούκους και ζεϊμπέκας». Και κλείνει με τον ξακουστό στίχο του Ουγκώ από την «Καταστροφή της Χίου»: «Les Turcs out passe la, tout est ruine et deuil», που ο Παλαμάς το απέδωσε έξοχα: «Τούρκοι περάσαν απ' εδώ, θάνατος πέρα ως πέρα». Και ο Δήμος Μασσαλίας ανταποκρίνεται στην έκκληση και στέλνει παντοδαπή βοήθεια.
Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς στον Ιεράρχη αυτόν; Το ακατάβλητο σθένος του, την ανεξάντλητη εργατικότητά του, την απέραντη μόρφωση και την πολυσχιδή δραστηριότητά του; Θα σταθώ σε μια κατ' εξοχήν χριστιανική ιδιότητα: την πίστη. Γράφει προς τον Πατριάρχη: «Εάν επέτρεψεν ο Θεός τοιαύτας ερημώσεις; τας επέτρεψε, διότι θέλει εκ των ερειπείων των κατεστραμμένων τούτων ελληνικών πόλεων να αναθάλη καθαρώτερος, υψηλότερος, νέος ελληνικός κόσμος». Εδώ ας δώσουμε τον λόγο στον Γερμανό πρεσβευτή Βόλφ Μέττερνιχ που στ' απομνημονεύματά του έγραψε ότι ο Χρυσόστομος ύψωσε τον ελληνικό κλήρο υπεράνω του αγγλικανικού (που τον θεωρούσε σαν τον καλύτερο του κόσμου) και ότι είχε το θάρρος να εξαπολύσει τις φλογερές διαμαρτυρίες του στα τέσσερα σημεία του ορίζοντος, «ενώ εγνώριζε ότι ίστατο επί ηφαιστείου».
Οι διαμαρτυρίες, οι καταγγελίες είναι αυτές που έκαναν τον διοικητή Σμύρνης Ραχμή Βέη να ζητήσει την εκουσία αποχώρηση του Χρυσοστόμου, για να μην μεταχειρισθεί βία. Του υποσχόταν μάλιστα καλύτερη Μητρόπολη! Αλλά ο Χρυσόστομος με Λεωνίδειον γλώσσα αποκρίνεται: «Η εκουσία αναχώρησις είναι λιποταξία, η δε αποδοχή της υττοσχέσεως ποταπότης αναξία Έλληνος κληρικού. Ας με διώξη βιαίως διά των οργάνων του». Και ο νομάρχης τον έδιωξε, επιστρατεύοντας στίφη αστυνομικών οργάνων. Και ο Χρυσόστομος έφυγε για το Φανάρι στις 20 Αυγούστου, προπεμπόμενος από χιλιάδες πιστούς, υποσχόμενος ταχείαν επάνοδον. Αυτή είναι η τρίτη εξορία του.
________________________
Σημειώσεις
*Συναρπαστική περιγραφή του συμβάντος μας δίνει ο ίδιος ο Χρυσόστομος σε επιστολή του προς τον Πατριάρχη. (Βλ. Κ. Πολίτη: Ένθ' αν. σ.83).
** Είχε γεννηθεί στη Σμύρνη από γονείς Ανδριώτες.
*** Που ήσαν όργανα του νεοτουρκικού κομιτάτου.
**** Την γενναιότητά του απέδειξε για μιαν ακόμη φορά ο Χρυσόστομος, όταν η τουρκική βουλή, εξ αιτίας της κρητικής εμπλοκής εψήφισε νόμο, διά τον οττοίον τταραχωρούνταν πολλές ελληνικές εκκλησίες της Μακεδονίας στους Βουλγάρους. Ο Χρυσόστομος εξεγέρθηκε και συγκάλεσε το λαό της Σμύρνης σε συλλαλητήριο. Ο Βαλής (νομάρχης) έστειλε τον αρχιαστυνόμο και ζήτησε από τον Μητροπολίτη να ματαιώσει την εκδήλωση. Ο Χρυσόστομος αρνήθηκε και το συλλαλητήριο έγινε. Αλλ' ο κύριος ομιλητής, ο ιστορικός Παύλος Καρολίδης, που ήταν μέλος της τουρκικής βουλής, μίλησε υττοτονικά. Το πλήθος ζητούσε επιτακτικά τον Χρυσόστομο. Και ο ηγέτης-ιεράρχης πήρε το λόγο και στιγμάτισε τις ενέργειες του τουρκικού κοινοβουλίου. «Πρέπει να βροντοφωνήσωμεν ότι τα οστά τωιν πατέρων μας, τα οποία αναπαύονται εις τους παραδοθέντας ναούς, δεν θα τα αφήσωμεν εις χείρας των εχθρών μας». Η εφημερίδα «Πατρίς» των Αθηνών την επαύριο του συλλαλητηρίου έγραφε: «Συνεπής προς τας πατροπαραδότους αυτής έξεις υπήρξεν η Μητρόπολις του Ιωνικού Ελληνισμού υψώσασα χθες πρώτη την ισχυράν φωνήν της κατά της αδικίας και της επιβουλής του Μακεδονικού Ελληνισμού. Δεν υπάρχει αμφιβολία, ότι αν παραστή ανάγκη μεταπτώσεως αττό των λόγων εις έργα, η Σμύρνη, η Γκιαούρ Σμύρνη, θα είναι η πρώτη πόλις του αλύτρωτου Ελληνισμού η οποία θα επιτελέση ευόρκως το καθήκον της προς την Μητέρα Εκκλησίαν...». (Βλ. Κ. Πολίτη: Ένθ. αν. σσ. 93-94 και 100).

_________________________________


Η τρίτη εξορία του Χρυσοστόμου
Εν τω μεταξύ η Ελλάς υπό την ηγεσία του Ελευθ. Βενιζέλου έχει εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό των δυνάμεων της Αντάντ. Βούλγαροι και Τούρκοι βρίσκονται στο αντίπαλο στρατόπεδο. Μία νίκη των Συμμάχων προοιωνίζεται την σάρκωση των προαιώνιων εθνικών πόθων. Ο Χρυσόστομος και επτά άλλοι συνοδικοί θεωρούν χαλαρή την πολιτική του Πατριάρχη Γερμανού. Αλλ' όταν αυτός πραξικοπηματικά τους απέλυσε από συνοδικούς, οι μητροπολίτες περιορίστηκαν σε μία συγκρατημένη διαμαρτυρία, αναμετρώντας τις κρίσιμες εθνικές στιγμές. Κι εδώ μπορούμε να διαγνώσουμε την ευεργετική επίνοια του Χρυσοστόμου που θέλει, κατά τη μεγάλη στιγμή, τις κορυφαίες δυνάμεις του έθνους ενωμένες.
Αλλ' ο Χρυσόστομος πίστευε πως ελάχιστα από τα εθνικά αιτήματά μας θα δικαιωθούν, εάν δεν έχεις με το μέρος σου την διεθνή κοινή γνώμη. Δεν αρκεί να έχεις δίκαιο, πρέπει να το αποδεικνύεις. Να πείθεις για το δίκαιό σου. Γι' αυτό εκ νέου επιδίδεται στη συγγραφή. Συγγράφει τα έργα του στη γαλλική και τα εκδίδει σε χιλιάδες αντίτυπα, για να γνωρίσονν οι Ευρωπαίοι τις ωμότητες των Τούρκων εις βάρος των χριστιανών. Το πρώτο βιβλίο έχει τον ενδεικτικό τίτλο «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας και η Νέα Τουρκία». Μετά την ιστορική εισαγωγή και την ψυχογράφηση των δύο λαών, εκθέτει με λεπτομερή ακρίβεια όλους τους διωγμούς που υπέστη το ελληνικό στοιχείο από της συστάσεως του νεοτουρκικού κομιτάτου μέχρι του 1914. Το δεύτερο βιβλίο κι αυτό στη γαλλική έχει τίτλο: «Οί διωγμοί τών Χριστιανών. Αυθεντική έκθεσις και στατιστικοί πίνακες υπό του αρχιεπισκόπου μητροπολίτου Σμύρνης σεβασμιωτάτου Χρυσοστόμου. Τόμος Πρώτος. Εισαγωγή».Αποτελείται από 270 σελίδες και περιλαμβάνει όλα τα εγκλήματα
των Τούρκων μετά την είσοδό τους στον πόλεμο στο πλευρό της Γερμανίας, όταν υπό την καθοδήγηση και τον τεχνοκρατικό σχεδιασμό του Γερμανού στρατηγού Λίμαν φον Σάντερς, με τα διαβόητα «αμελέ ταμπουρού» (=τάγματα έργασίας) εφάρμοσαν τη πολιτική της γενοκτονίας*.
Το τρίτο βιβλίο εκδόθηκε τον Νοέμβριο του 1918 και επιγράφεται «Εκκλησιαστικόν Πρόγραμμα». Με αυτό επιδιώκει την αναμόρφωση της Εκκλησίας όχι με την εισαγωγή άσκοπων και άστοχων καινοτομιών αλλά με την αποκατάσταση του αρχαίου τυπικού που εναρμονίζεται περισσότερο προς τις ανάγκες του νέου αιώνος. Ζητεί την αποκατάσταση της αρχαίας δημοκρατικής παραδόσεως στη διοίκηση της Εκκλησίας. Απαιτούνται, λέγει, μεταρρυθμίσεις, γιατί, κατά τον Ιερό Φώτιο, «τα εκκλησιαστικά είωθε συμμεταβάλλεσθαι τοις πολιτικοίς». Ζητεί ν' αποκατασταθεί η παλαιά βυζαντινή μελωδία που είχε κατακαλυφθεί από μια νεωτερίζουσα
ευρωπαϊκότροπη νοθογενή σχοινοτενή υμνωδία. Να ανυψωθεί το κήρυγμα, να μελετηθεί το εύρος των νηστειών και ο αριθμός των εορτών-αργιών, η αμφίεση των κληρικών (επάνοδος στην προσουλτανική αμφίεση) και η κόμωση των κληρικών, στηριζόμενοςσ' αυτό που λέγει ο Παύλος: «Το κομάν άνδρα αισχρότερον ή το μη κομάν γυναίκα». Και, τέλος, γράφει για την ανάγκη της ανασυγκροτήσεως της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, ώστε να γίνει φυτώριο των μεγάλων κληρικών και θεολόγων που έχει ανάγκη ένα μεγάλο έθνος». Γιατί τον Νοέμβριο του 1918 όλα έδειχναν πως η Ελλάς έμπαινε στη χορεία των μεγάλων εθνών και κρατών.

* Αυτό άλλωστε ήταν μέσα στο πρόγραμμα των Νεοτούρκων. Σε συνέδριο που έγινε το 1911 στη Θεσσαλονίκη αποφασίστηκε: «Πρέπει να εμποδίσουμε την ανάπτυξη των χριστιανικών πληθυσμών και γενικά όλων των μειονοτήτων. Πρέπει να φροντίσουμε να τους ελαττώσουμε αριθμητικά και τελικά να τους εξοντώσουμε».

_____________________________________


Η νίκη των Συμμάχων και η επάνοδος στη Σμύρνη
Ο Χρυσόστομος, ανεξάρτητα από συμπάθειες προς ορισμένα πολιτικά πρόσωπα, δεν είχε κομματική αλλ' εθνική ιδεολογία. Πίστευε σε μια πολιτική εθνικής συνοχής που θα συσπείρωνε όλες τις δυνάμεις του Ελληνισμού, ώστε να καταστεί εφικτή η εκμετάλλευση όλων των ευκαιριών που προσέφερε η εμπλοκή της Τουρκίας στον πόλεμο στο πλευρό των Κεντρικών Αυτοκρατοριών. Όπως και ο Βενιζέλος, πιστεύει κι αυτός στη νίκη των δυνάμεων της Αντάντ και επιθυμεί να δει την Ελλάδα να μάχεται στο πλευρό τους. Το 1915 συντάσσει υπόμνημα προς τον βασιλέα Κωνσταντίνο, κάνοντας έκκληση προς αυτόν να εξέλθει από την ουδετερότητα. Στο υπόμνημα γράφει:
«Συ ει ο ερχόμενος ή έτερον προσδοκώμεν; Απευθύνομεν το τεταραγμένον τούτο ερώτημα προς Σε, τον προσδοκώμενον από τόσων αιώνων, ως τον Μεσσίαν του στενάζοντος υπό σκληροτάτην δουλείαν Γένους ημών...»
Δυστυχώς, η έκκληση του Χρυσοστόμου δεν εισακούσθηκε. Επακολούθησε ό Διχασμός και η Ελλάς μπήκε στον πόλεμο διαιρεμένη. Έτσι τα πολιτικά και στρατιωτικά τρόπαια που δρέψαμε είχαν μέσα τους το σπέρμα της ανατροπής τους: τον διχασμό. Όμως εκείνη τη στιγμή των μεγάλων εθνικών θριάμβων, των πιο μεγάλων του Ελληνισμού από την εποχή του Αλεξάνδρου, ελάχιστοι έβλεπαν τα πυκνούμενα νέφη στα βάθη της Ανατολής.
Μετά την ήττα των Κεντρικών Αυτοκρατοριών και την υπογραφή της ανακωχής του Μούδρον* (17/30 Οκτωβρίου) πάνω στο αγγλικό πλοίο «Αγαμέμνων», τα ελληνικά πολεμικά με επικεφαλής τον θρυλικό «Αβέρωφ» εισπλέουν στον Κεράτιο. Έλλην αρμοστής εγκαθίσταται στην ΚΠολη, ελληνικά αγήματα μαζί με συμμαχικά αποβιβάζονται στις κυριώτερες τουρκικές πόλεις. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία καταρρέει και από την τέφρα της νέα δύναμη πέπρωται ν' αναγεννηθεί: ο χριστιανικός Ελληνισμός της Ανατολής. Οι προφητείες -στις οποίες πίστευε ακράδαντα ο Χρυσόστομος- παίρνουν σάρκα και οστά. «Τα όνειρα παίρνουνε εκδίκηση», όπως λέει ο ποιητής. Ο βαλής Σμύρνης Ραχμή βέης εκδιώκεται ως οργανωτής των σφαγών της Ερυθραίας και στην Σμύρνη φθάνει θριαμβευτής ο Χρυσόστομος. Γεύεται την πιο γλυκειά ώρα της ζωής του. Κι όμως ο μεγάθυμος αρχιερέας δεν ζητεί εκδίκηση, ζητεί ομόνοια, συναδέλφωση με τους σύνοικους πληθυσμούς. Αλλ' οι Τούρκοι απέστεργαν μίαν τέτοια πολιτική. Στο κήρυγμα της αγάπης απάντησαν με το κήρυγμα του φυλετικού μίσους. Ο νέος βαλής Σμύρνης, ο εθνικιστής και υπερφίαλος Νουρεντίν, λόγω της στρατιωτικής επιτυχίας που είχε σημειώσει κατά των Άγγλων στο Κοντ-έλ-'Αμάρ, συνεργάζεται με μυστικές εθνικιστικές οργανώσεις, διενεργεί στρατολογία, μοιράζει όπλα και εισπράττει πιεστικά βαρείς πολεμικούς φόρους. Ο Χρυσόστομος διαμαρτύρεται για τις παρανομίες του βαλή και με εκτενή έκθεση των παρανομιών του πρός τους αρμοστές των Δυνάμεων Κατοχής πέτυχε την ανάκλησή του. Ο Νουρεντίν δεν λησμόνησε την προσβολή αυτή. Την ανταπέδωσε στο Χρυσόστομο με τη συνήθη τουρκική θηριωδία.
______________________________
* Η ανακωχή τον Μούδρου αφορούσε στη συνθηκολόγηση της Τουρκίας με ταπεινωτικούς όρους, τους οποίους υτταγόρευσε ο Άγγλος ναύαρχος Άρθουρ Κάλθορπ.

_________________________________


Η μεγάλη μέρα
Την 1η Μαΐου ο κυβερνήτης του ελλιμενισμένου στο λιμάνι της Σμύρνης θωρηκτού «Αβέρωφ» Ηλ. Μαυρουδής έπαιρνε το τηλεγράφημα του πρωθυπουργού Βενιζέλου, το οποίο επί αιώνες; ως ευαγγελισμό, περίμεναν οι Πανέλληνες: ελληνικός στρατός κατοχής αποβιβάζεται την επαύριο στην Σμύρνη. Με άλλο τηλεγράφημα ο Βενιζέλος ειδοποιούσε τον Χρυσόστομο. Ο Μητροπολίτης εκάλεσε στις 4 μ.μ. δημογέροντες, εφόρους και προκρίτους για να τελέσει μεγάλον εσπερινό και ν' αναγγελθεί το χαρμόσυνο γεγονός. Αλλά αφήνουμε την Ιστορία του Γενικού Επιτελείου Στρατού να εκθέσει με την ψυχρή στρατιωτική γλώσσα τον κραδασμό και τον παλμό της μεγάλης εκείνης ώρας.
«Η είδησις της επικειμένης καταλήψεως της Σμύρνης εκ μέρους του ελληνικού στρατού ανεκοινώθη μόλις την 16.00 υπό του Αρχηγού της ελληνικής αποστολής εις την αίθουσαν της Μητροπόλεως. Ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος και οι λοιποί ιεράρχαι της Μικράς Ασίας εφαίνοντο βαθύτατα συγκεκινημένοι. Έξω εις τον περίβολον της Αγίας Φωτεινής, ο ελληνικός πληθυσμός αγωνιωδώς ανέμενεν ν' ακούση ειδήσεις (...) Η συγκίνησις και ο ενθουσιασμός, άτινα επεκράτησαν μετά το πέρας του διαγγέλματος, είναι ανώτερα πάσης περιγραφής»(7)
Το μήνυμα του πρωθυπουργού άρχιζε με τη φράση: «Το πλήρωμα του χρόνου ήλθεν». Ο Χρυσόστομος το εξέλαβε ως ευαγγελισμόν. Δακρυσμένος σηκώθηκε και ανέπεμψε προσευχή κι ύστερα μίλησε στο εκκλησίασμα με τον τρόπο που εκείνος ήξερε να ομιλεί, να συγκινεί, να ενθουσιάζει, χωρίς όμως να φανατίζει και να οχλοποιεί. Απεναντίας έδωσε στην αποστολή του Ελληνισμού άλλη ιστορική διάσταση, λέγοντας ότι το ιστορικό έργο και χρέος του Ελληνισμού «μας καλεί να αρθώμεν ημείς εδώ οι κατ' ανατολάς Έλληνες υπέρ το πνεύμα του αιώνος, το οποίον είναι ακόμη εθνικιστικόν, να αρθώμεν εις το πνεύμα των αιώνων, το όποίον είναι αιώνιον και όπου καταργούνται αι διαιρέσεις και αι διαφοραί ανθρώπου από άνθρωπον και έθνους από έθνος.»
Η αποβίβαση του ελληνικού στρατού έγινε στην αποβάθρα της Πούντας την 7ην πρωινή της 2ας Μαΐου 1919. Πρώτα το ευζωνικό του ταγματάρχη Σταυριανόπουλου και μετά το πεζικό του ταγματάρχη Κ.Τζαβέλα. Ακολούθησε ο Διοικητής συνταγματάρχης Ν. Ζαφειρίου με τους επιτελείς του. Ο Χρυσόστομος έπεσε γονυπετής και ευλόγησε με λυγμούς τις σημαίες. Το χαρμόσυνο γεγονός αμαύρωσε το γνωστό περιστατικό: ο στρατός εβάδιζε προς στρατωνισμό στή λεγόμενη Καραντίνα. Ένα τάγμα ευζώνων άλλαξε κατεύθυνση και προχώρησε προς τους τουρκικούς στρατώνες. Εναντίον του έπεσαν αρκετοί πυροβολισμοί, από πολλές κατευθύνσεις. Οι εύζωνοι με εφ' όπλου λόγχη εξουδετέρωσαν τους κρυπτομένους. Ποιοι όμως κρύπτονταν πίσω από αυτούς; Η επίσημη ιστορία του Γ.Ε.Σ. λέγει ότι την παραμονή ο ιταλικός στρατός κατοχής άνοιξε τις φυλακές των ποινικών, άφησε ελεύθερους τους εγκληματίες και τους μοίρασε οπλισμό. Την Σμύρνη για κακή μας τύχη διεκδικούσαν και οι Ιταλοί, που είχαν κάθε λόγο να σκηνοθετήσουν τα
«έκτροπα» και να μας εκθέσουν στις άλλες δυνάμεις ως δήθεν ανικάνους να εμπεδώσουμε την τάξη.
Ο Χρυσόστομος, για να κατευνάσει τα πνεύματα και να επιβάλει ειρήνη, περιέτρεξε όλα τα κρατητήρια και πέτυχε την απόλυση εκατοντάδων Τούρκων που είχαν συλληφθεί σαν ύποπτοι και ενδεχομένως ήσαν. Πολλοί μάλιστα έντρομοι Τούρκοι, που κατέφυγαν στήν Μητρόπολη, βρήκαν κοντά του προστασία και περίθαλψη. Κι ακόμη μέσα στην έξαψη των παθών επισκέφθηκε την τουρκική συνοικία, προσφέροντας φάρμακα, τρόφιμα, ενδύματα στους αναξιοπαθούντες. Ακόμη, ως εκπρόσωπος του μικρασιατικού Ελληνισμού, στέλνει επιστολές προς τους κορυφαίους πολιτικούς, θρησκευτικούς και πνευματικούς, ταγούς της εποχής και ζητεί συνδρομή, για να περιληφθεί και η μικρασιατική παραλία στα εδάφη, που πρόκειται να επιδικασθούν στην Ελλάδα. Στό διάσημο συγγραφέα Ανατόλ Φράνς (Anatole France) που είχε δημοσιεύσει θερμό φιλελληνικό άρθρο, ο Χρυσόστομος γράφει: «Με δάκρυα πόνου διά προσφάτους συμφοράς δουλείας και ανεκλαλήτου χαράς διά την παλινοστήσασαν Ελευθερίαν ευχαριστουσι πάντες οι λυτρούμενοι χριστιανοί Μικρασιάται τον μέγαν συγγραφέα, ανάστημα και θρέμμα της πάλαι Ιωνίας».
Στίς 28 Ιουλίου (π.η.) 1920 υπογράφεται η Συνθήκη των Σεβρών που εκχωρεί την Αν. Θράκη, τα Δωδεκάνησα και ουσιαστικά την παραλία της Μ. Ασίας στην Ελλάδα. Το απίστευτο γίνεται πραγματικότητα: δημιουργείται η Ελλάς των δύο ηπείρων και των 5 θαλασσών. Ο Τούρκος βαλής της Σμύρνης Μπασήμ βέης υπογράφει πρωτόκολλο και παραδίδει την διοίκηση της πόλεως στους Έλληνες. Ο Ύπατος `Αρμοστής Αριστείδης Στεργιάδης 1861-1950) εγκαθιστά πλήρες σύστημα ελληνικής διοικήσεως. Οι σχέσεις Χρυσοστόμου-Στεργιάδη δεν υπήρξαν αρμονικές*. Από πολλούς ο Στεργιάδης χαρακτηρίζεται «αινιγματικός» άνθρωπος. Δέν θέλω να εκφράσω εδώ την δική μου άποψη, που την έχω εκφράσει αλλού (8), γιατί είναι σκληρή. Θα αρκεσθώ σ' αυτό που γράφει ο γνωστός μαρξιστής ιστορικός Γιάννης Κορδάτος (9), που έζησε από κοντά τα γεγονότα:
«Ο Στεργιάδης ήταν Κρητικός και προσωπικός φίλος του Βενιζέλου. Είχε τον τίτλο "Ύπατος Αρμοστής" και από την πρώτη μέρα έδειξε πως είχε σκοπό να παίξει το ρόλο Τούρκου πασά».
__________________________
Σημειώσεις
* Πόσο δυσχερής ήταν η συνεργασία Χρυσοστόμου-Στεργιάδη φαίνεται από το ακόλονθο έγγραφο που απέστειλε στις 18 Νοεμβρίου 1919 ττρος τον Ύπατο Αρμοστή ο Μητροπολίτης. Γράφει προοιμιακά:
«Εξοχώτατε,
Από δεκαπενθημέρου, ακριβώς, έχω να ίδω την Υμετέραν εξοχότητα. Ηλθον εξάκις κατά το διάστημα τούτο εις το μέγαρόν σας, αλλά δεν εστάθη δυνατόν να εισαχθώ παρ' αυτή...»
7. Γ.Ε.Σ. (Διεύθυνσις Ιστορίας Στρατού): «Επίτομος Ιστορία της εις Μικράν Ασίαν εκστρατείας» (Αθήναι 1967) σσ. 16-17.
8. Σαράντος Ι. Καργάκος: «Μικρασιατικός Πόλεμος», εκδόσεις Gutenberg, Αθήνα 1984, σελ. 17 κυρίως σελ. 65.
9. Γιάνης Κορδάτος: «Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας», εκδ. «20ος αιώνας», τομ. Ε', σελ. 529.

_________________________________

Οι εκλογές του 1920
Την 1η Νοεμβρίου (π.ή.) 1920 έγιναν εκλογές. Ο Βενιζέλος, παρά πάσαν προσδοκία, ηττήθηκε. Οι αντιβενιζελικοί ηγέτες (Δημ. Γούναρης, Νικόλαος Στράτος, Δημ. Ράλλης) επανέφεραν με δημοψήφισμα τον βασιλιά Κωνσταντίνο και παρ' όλο που είχαν υποσχεθεί προεκλογικά κατάπαυση του πολέμου και ειρήνευση, απεναντίας συνέχισαν σε ευρύτερη έκταση τον πόλεμο. Ο Νικόλαος Στράτος βρήκε και μία θαυμάσια λεκτική «φόρμουλα» για να δικαιολογήσει την παλινωδία: «Εκπεράτωσις και επαύξησις του έργου»!
Το δυσάρεστο είναι ότι ο κομματισμός έπληξε κυρίως και καιρίως το μαχόμενο τμήμα του έθνους. Οι Βενιζελικοί αξιωματικοί των ανωτάτων βαθμίδων αντικαταστάθηκαν από τους βασιλικούς. Ο Χρυσόστομος νοιώθει πως αυτό αποτελεί τη ρωγμή που θα φέρει την κατάρρευση του όλου οικοδομήματος. Θέλοντας να διατηρήσει την εθνική ομοψυχία, κάλεσε στη Μητρόπολη όλους τους ανώτερους αξιωματικούς, και των δύο πολιτικών μερίδων, και τους μίλησε πατρικά και πατριωτικά σαν νεώτερος Νέστωρ: «Τέκνα ευλογημένα, οι μεν από υμάς ηρχίσατε έργον μέγα, πατριωτικόν και ένδοξον, υμείς δε οι νεωστί ελθόντες αδελφοί έχετε να το συμπληρώσετε διά να είναι κοινή η υπερηφάνεια και η δόξα και κοινή εφ' όλων η ευλογία του Θεού και αι ευχαί τόσων μαρτύρων αδελφών μας. Δοξάζω τον Θεόν ότι με ηξίωσε να επιζήσω εν μέσω υμών τας ιστορικάς αυτάς ημέρας, ότε τέκνα της μεγαλυνθείσης Ελλάδος ανάπτουσι με την πυρίτιδα την σβεσθείσαν δάδα εις την ιεράν αυτήν κοιτίδα του ελληνικού πολιτισμού και της χριστιανικής διδασκαλίας» (Λοβέρδος: "Ενθ' αν. σσ. 88-89).
Ο πόλεμος γενικεύθηκε. Ο ελληνικός στρατός καταλαμβάνει με σκληρούς αγώνες τη γραμμή Εσκί Σεχίρ-Κιουτάχεια- Αφιόν Καραχισάρ. Στη σύσκεψη της Κιουτάχειας (Μάρτιος 1921) αποφασίζεται η μοιραία προέλαση κατά της Αγκύρας, για να δοθεί το οριστικό πλήγμα στον Κεμάλ. Ο ελληνικός στρατός περνά το Σαγγάριο, προελαύνει ως τις παρυφές της Αγκύρας; αλλά εδώ φθάνει στα όρια της εξαντλήσεως. Η Ελλάς εγκαταλείπεται οικονομικά και διπλωματικά από τους συμμάχους της. Πάντες εκδηλώνονται υπέρ του Κεμάλ, που αναδιοργανώνεται και προετοιμάζει τη δική του επίθεση. Ο Χρυσόστομος διαβλέπει τον κίνδυνο. Αρνείται να εμπλακεί στις ενδοθρησκευτικές διαμάχες για την εκλογή νέου Πατριάρχη και αγωνίζεται με σθένος κατά των αυθαιρέτων ενεργειών του Στεργιάδη. Παρ' όλο που θεωρεί την εκλογή του Μελετίου Μεταξάκη αντικανονική, την αποδέχεται για να διατηρηθεί η ενότητα της Εκκλησίας*. Από την άλλη βλέποντας την ανικανότητα των ελληνικών κυβερνήσεων και της αρμοστείας να κυβερνήσουν σωστά την Μικρασία, εργάζεται για τη σύσταση «Παμμικρασιατικής Αμύνης». Ο Ξενοφών Στρατηγός, ένας από αυτούς που δικάσθηκαν ως υπεύθυνοι της καταστροφής, γράφει ότι στις 6/19 Φεβρουαρίου 1922 το «Ανατολικόν Πρακτορείον» τηλεγραφούσε από την Άγκυρα:
«Επαναστατικόν κίνημα οργανούται εν Σμύρνη κατ' ενδεχομένης εκκενώσεως Μ.Ασίας. Μητροπολίτης Χρυσόστομος αντίθετος αρχικώς προς κίνημα, συνετάχθη κατόπιν προς τους οργανωτάς αυτού...» (10). Ο Στεργιάδης αντέδρασε στο κίνημα κι έτσι η Σμύρνη, στην έσχατη ώρα, δεν είχε καμμιά οχυρωματική οργάνωση ούτε ένα σχέδιο άμυνας**. Στις κρίσιμες για τον Ελληνισμό στιγμές ο ακαταπόνητος Μητροπολίτης δεν ενδιαφέρεται μόνο για τις στρατιωτικές και πολιτικές εξελίξεις, ενδιαφέρεται και για τα βαθύτερα προβλήματα του Ελληνισμού. Τόν Μάρτιο του 1921 καλείται από τον καθηγητή Νεοκλή Καζάζη να τιμήσει με την παρουσία του το συνέδριο της Εταιρείας «Ελληνισμός»(11). Στην απαντητική επιστολή αποδέχεται το κεντρικό σύνθημα του Συνεδρίου ότι η Ελλάς ελευθερώθηκε, αλλ' ο Έλλην δεν ελευθερώθηκε ούτε ως πολίτης, ούτε ως κοινωνία, ούτε ως πολιτεία. Και αποδίδει την ιδιότυπη αυτή δουλεία στην υποδούλωση του Έλληνος στον κακό εαυτό του, στα πάθη και στις αδυναμίες του, στον αχαλίνωτο εγωισμό του.
Όταν το Μάρτιο του 1922 οι αντιπρόσωποι των Μεγάλων Δυνάμεων συνήλθαν στο Παρίσι και πρότειναν ανακωχή με όρους δυσμενείς για τον μικρασιατικό Ελληνισμό, ο Χρυσόστομος διαμαρτύρεται ως πνευματικός εκπρόσωπος των χριστιανών της Μικράς Ασίας: «Δια την Σμύρνην δε η σκληρά απόφασις των Δυνάμεων ως μόνην συνέπειαν θα είχε να προστεθή νέον ερυθρόν έτος εις τα αιματηρά έτη 1770,1797 και 1821, ότε τα κύματα της θαλάσσης μας επορφυρώθησαν από το ρεύσαν εις χειμάρρους χριστιανικόν αίμα». Αλλά δεν αρκείται σε εκκλήσεις και διαμαρτυρίες. Κινητοποιείται και κινητοποιεί. Συγκαλεί σύνοδο επισκόπων, προκρίτων, δημογερόντων και εφόρων. Ζητεί καθολική επιστράτευση, βαρειά φορολογία για την αμυντική θωράκιση των ερεισμάτων του Ελληνισμού. Ο κλήρος προσφέρει και τον τελευταίο του οβολό. Τάματα και κανδήλια και άλλα τιμαλφή των εκκλησιών προσφέρονται για να γίνουν το πρώτο κεφάλαιο του κοινού για την άμυνα ταμείου.
Αλλ' η δραστηριότητα ενός Ιεράρχη δεν μπορεί ν' αποτρέψει ή να καλύψει τα λάθη της πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας μας ή ν' αναχαιτίσει τη δύναμη ενός μαινόμενου και καλά διευθυνόμενου στρατού. Ο Κεμάλ Ατατούρκ εξαπολύει την επίθεσή του στις 13 Αυγούστου 1922. Το μέτωπο σπάει στο ΑΦιόν Καραχισάρ. Ο μέχρι τότε νικητής στρατός μας διαλύεται. Ο αρχιστράτηγος Χατζανέστης αντικαθίσταται, ο νέος αρχιστράτηγος Ν. Τρικούπης παραδίδεται με 10.000 αξιωματικούς και στρατιώτες, ο διάδοχός του, ο «πλωτός στρατηγός» Πολυμινάκος, διευθύνει τις επιχειρήσεις από το ατμόπλοιο «Κύκνος» που είναι ελλιμενισμένο στο λιμάνι της Σμύρνης. Χιλιάδες πρόσφυγες και στίφη στρατού συρρέουν στα παράλια. Ο Στεργιάδης εξαπατά τον πληθυσμό, καλλιεργώντας την ψευδή εντύπωση ότι δεν υπάρχει κίνδυνος. Ο Χρυσόστομος όμως προβλέπει τη συμφορά, αλλ' ελπίζει***. Στις 21 Αυγούστου 1922 κάνει έκκληση στον Κωνσταντίνο ν' αναθέσει σχηματισμό κυβερνήσεως στο Βενιζέλο και την ανασυγκρότηση του στρατού στους εκδιωχθέντες αξιωματικούς της «Αμύνης» (Βενιζελικούς), αφού φυσικά διώξει τον Χατζανέστη και τον Στεργιάδη, ο οποίος φρόντισε με αγγλικό πολεμικό πλοίο να εγκαταλείψει τη Σμύρνη τρεις μέρες νωρίτερα προ της εισόδου των Τούρκων.
Συγκλονιστική είναι η επιστολή που ο Εθνάρχης έστειλε στις 25 Αυγούστου (δύο ημέρες προ του θανάτου του) στο Βενιζέλο με τον κυβερνήτη του αντιτορπιλικού «Λήμνος».Αντιγράφουμε μερικές ενδεικτικές φράσεις που μοιάζουν με έκρηξη ηφαιστείου:
«Ο Ελληνισμός της Μ. Ασίας, το Ελληνικόν κράτος, αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος καταβαίνει εις τον Άδην, από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθή να το αναβιβάση και το σώση . Της αφαντάστου ταύτης καταστροφής, βεβαίως αίτιοι είναι οι πολιτικοί και προσωπικοί Σας εχθροί, πλην και Υμείς φέρετε μέγιστον της ευθύνης βάρος, διά δύο πράξεις σας.
Πρώτον, διότι απεστείλατε εις Μ. Ασίαν ως Ύπατον Αρμοστήν ένα τουτ' αυτό παράφρονα και εγωιστήν, φλύαρον, απερροφημένον εν τω αυτοθαυμασμώ και καταφρονούντα και υβρίζοντα και δέροντα και εξορίζοντα και φυλακίζοντα όλα τα υγιή και σώφρονα στοιχεία του τόπου, διότι εν τω φρενοκομείω του βεβαίως δεν είχον τόπον, και εις το τέλος αποδώσαντα αυτούς τους αγλαούς καρπούς της τελείας του Μικρασιαστικού λαού καταστροφής, τους οποίους νυν θερίζομεν.
Και δεύτερον, διότι πριν αποπερατώσητε το έργον Σας και θέσητε την κορωνίδα και το επιστέγασμα επί του αναγερθέντος αφαντάστως ωραίου και μεγαλοπρεπούς δημιουργήματός Σας, της καταθέσεως των θεμελίων της περικλεεστάτης ποτέ Βυζαντινης μας Αυτοκρατορίας, είχατε την ατυχή και ένοχον έμπνευσιν να διατάξητε εκλογάς κατ' αυτάς ακριβώς τας παραμονάς της εισόδου Σας εις Κωνσταντινούπολιν και της καταλήψεως αυτής υπό του Ελληνικού Στρατού προς εκτέλεσιν των όρων της -οίμοι- δια παντός καταστραφείσης συνθήκης των Σεβρών.
Ο Χρυσόστομος με λόγους συγκινητικούς καλεί τον Βενιζέλο ν' αναδραστηριοποιηθεί και να σώσει ό,τι είναι δυνατόν νά σωθεί. Όσο για τον εαυτό του προβλέπει:
«Ζήτημα είναι εάν, όταν το παρόν γράμμα αναγιγνώσκεται υφ' Υμών, ημείς πλέον υπάρχωμεν εν ζωή, προοριζόμενοι -τις οίδε- εις θυσίαν και μαρτύριον»(12).
Όντως, όταν η επιστολή έφθασε εις τον Βενιζέλο, ο Χρυσόστομος είχε οδηγηθεί στη θυσία και στο μαρτύριο.
____________________________
Σημειώσεις
* Γράφει σχετικά προς τους επτά συνοδικούς που συνήλθαν στη Θεσσαλονίκη για ν' αντιδράσουν κατά της εκλογής του Μελετίου Μεταξάκη: «Τώρα αντί να αρχίση αγών προσωπικής κατισχύσεως ταύτης ή εκείνης της μερίδος του Παύλου ή του Κηφά ή του Απολλώ ωσεί να εμερίσθη ο Χριστός και η Εκκλησία του, άρχεται δι' ημάς νέα περίοδος μελέτης και περισυλλογής και σοφής και κανονικής διαρρυθμίσεως των εκκλησιαστικών πραγμάτων ανοίγονται προ ημών νέοι ορίζοντες και κόσμοι νέας εποχής και πάντες καλούμεθα να συνεισφέρωμεν ει τι έκαστος έχει πολύτιμον εις μάθησιν, εις κανονικήν άκρίβειαν, είς εκκλησιαστικόν ζήλον, εις αυταπάρνησιν και αυτοθυσίαν να το προσφέρωμεν ως οφειλετικήν σπονδήν και θυσίαν επί του ιερού βωμού και θυσιαστηρίου της πίστεως ημών και της πατρίδος». (Επιστολή 1ης Δεκεμβρίου 1921. Από το βιβλίο του Κ. Πολίτη: «Χρυσόστομος ο Σμύρνης» σσ. 252-253).
** Το μοναδικό σχέδιο της οργανώσεως του Μικρασιατικού Ελληνισμού συντεταγμένο από το Χρυσόστομο στις 16 Φεβρουαρίου 1922 δημοσιεύεται στο βιβλίο του Κ. Πολίτη (ένθ. αν. σσ. 259-267).
*** Στο υπ' αριθμ. 737 τεύχος του περιοδικού «Πολιτικά Θέματα» (2-9 Ιουνίου 1989, σελ. 37), ο Λ. Πολενάκης δημοσίευσε ανέκδοτη επιστολή την οποία έστειλε στις 20 Αυγούστον (7 ημέρες πριν από το μαρτυρικό θάνατό του) ο Χρυσόστομος προς τον δημογέροντα Σμύρνης Δημήτριον Δουρουδόγλου. Στις λίγες γραμμές της επιστολής αποτυπώνονται: α) Η αγωνία για την επικείμενη καταστροφή. β) Η εμμονή στην ιδέα μιας αποφασιστικής αντιστάσεως. γ) Η ελπίδα πως ο Θεός θα έλθει ττάλιν αρωγός στο χειμαζόμενο Γένος. Ιδού εκτενές απόσπασμα:
«...Σας γράφω υπό το κράτος μεγάλης ταραχής. Τα μέχρι τούδε αήττητα αναδειχθέντα Ελληνικά όπλα εκάμφθησαν προ των υπερτέρων και κολοσσιαίων ιδίως εις υλικόν πυροβολικού και αεροπλάνων και αυτοκινήτων αλλά και ανδρών προμηθειών του εχθρού.
Διερχόμεθα ημέρας κρισιμωτάτας, μία και μόνη ελπίς υπάρχει: να τηρήσωμεν άμυναν προ των υψωμάτων της Φιλαδελφείας. Εάν τούτο κατορθωθή, η κατάστασις οπωσούν σώζεται, άλλως τα πράγματα θα ακολουθήσωσι σκοτεινήν και ολεθρίαν οδόν. Είθε ο δυνατός εν πολέμω Θεός των Χριστιανών και δη των Ελλήνων Ορθοδόξων να επιφανή ημίν ίλεως την τελευταίαν ώραν, ίνα ούτω το όλον κατόρθωμα θεωρηθή καθαρόν έργον του αγαπώντος το Γένος μας Θεού...»
10. Ξενοφών Στρατηγός: «Η Ελλάς εν Μικρά Ασία», Αθήνησι 1925, σελ 349.
11. Θάνος Αναγνωστόπουλος-Παλαιολόγος: «Δύο ανέκδοτες επιστολές του εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Χρυσοστόμου Σμύρνης προς τον καθηγητή Νεοκλή Καζάζη»
[ ανάτυπον εκ του ΛΒ' (1990) του περιοδ. «Παρνασσός» (Αθήναι 1990), σσ. 333-334].
12. Χρήστος Σολωμονίδης: « Ο Σμύρνης Χρυσόστομος», Αθήνα 1971, Β', σσ. 116-118.

__________________________________


Το μαρτύριον
Σ' ένα βιβλίο μας για τον μικρασιατικό πόλεμο, αναφερόμενοι στον μαρτυρικό θάνατο του Χρυσοστόμου, είχαμε γράψει: «Ο Χρυσόστομος δίκαια ανήκει στους μεγαλομάρτυρες του έθνους, που κρατούν ψηλά την περηφάνειά του, όταν την τσακίζουν με τη δειλία τους και την αβελτηρία τους οι πολιτικοί μας ηγέτες» (Ένθ.αv. σσ. 75-76). Στην απροστάτευτη Σμύρνη, που όλοι οι στρατιωτικοί και πολιτικοί παράγοντες την εγκαταλείπουν προστρέχει να βρει καταφύγιο όλος ο άμαχος πληθυσμός της Μ. Ασίας. Ο μόνος που δεν την εγκαταλείπει είναι ο Χρυσόστομος. Όταν ο αρχιεπίσκοπος των Καθολικών την υστάτη ώρα, στις 25 Αυγούστου, του εξασφαλίζει θέση επί αναχωρούντος ατμοπλοίου και τον εξορκίζει να εγκαταλείψει την καταδικασμένη πόλη για να γλυτώσει από την οργή των Τούρκων, ο Μητροπολίτης ατάραχος απαντά: «Παράδοσις του ελληνικού κλήρου αλλά και χρέος του καλού ποιμένος είναι να παραμείνη με το ποίμνιόν του». Είναι η στιγμή που ο Χρυσόστομος περνά στο χώρο της αθανασίας και συγκαταλέγεται στο χορό των μαρτύρων και των αγίων του Γένους. Η ώρα του Γολγοθά επλησίασε. Είναι μόνος, αυτός και το ποίμνιό του. Ο τελευταίος επίσημος Έλληνας που έφυγε, είναι ο μεγάλος μαθηματικός Κωνσταντίνος Καραθεοδωρής, πρύτανις του Ιωνικού πανεπιστημίου.
Στις 27 Αυγούστου γίνεται η πρώτη εμφάνιση Τούρκων «τσετών» (=ατάκτων) υπό τον Κιορ (=μονόφθαλμος) Μπεχλιβάν στη Σμύρνη. Τρομοκρατία απλώνεται στην πόλη. Τα πλήθη συρρέουν στη Μητρόπολη. Ο Χρυσόστομος, βοηθούμενος από τον αδελφό του Ευγένιο, κάνει ό,τι μπορεί για να βοηθήσει. Την επομένη τελεί λειτουργία στην Αγία Φωτεινή. Είναι κάτωχρος από τη νηστεία και την αγρύπνια. Όταν όμως βγαίνει στην Ωραία Πύλη γονατίζει και προσεύχεται σαν ταπεινός λευίτης και εγείρεται ως άγιος. Είναι το τελευταίο κήρυγμά του «Η Θεία Πρόνοια, λέγει, δοκιμάζει την πίστιν μας και το θάρρος μας και την υπομονή μας την ώραν αυτήν. Αλλ' ο Θεός δεν εγκαταλείπει τους χριστιανούς. Εις τας τρικυμίας αναφαίνεται ο καλός ναυτικός και εις τας δοκιμασίας ο καλός Χριστιανός. Προσεύχεσθε και θα παρέλθη το ποτήριον τούτο. Θα ίδωμεν πάλιν καλάς ημέρας και θα ευλογήσωμεν τον Θεόν. Θαρρείτε ως εμπρέπει εις καλούς χριστιανούς».
Την ίδια μέρα εισήλθε στη Σμύρνη και ο ορκισμένος εχθρός του, ο στρατηγός Νουρεντίν πασάς. Πρώτη ενέργεια του άλλοτε σφαγέα της Ιωνίας ήταν να εκδώσει προκήρυξη με την οποία καλούσε να παραδοθούν όλοι οι Έλληνες και Αρμένιοι από ηλικίας 18 έως 45 ετών, «διότι, όπως λέγει η προκήρυξη, έλαβον επισήμως τα όπλα εναντίον της πατρίδος, διότι κατετάγησαν εις τον εχθρικόν στρατόν, διότι...»(13) Δεύτερη ενέργεια του Νουρεντίν ήταν να ταπεινώσει και να εξοντώσει τον αλύγιστο δεσπότη. Είχε τελειώσει η λειτουργία, όταν ένας υπαστυνόμος τον πληροφόρησε ότι ο φρούραρχος Σαλή Ζεκή βέης τον ζητά στο φρουραρχείο. Γαλήνιος ο Χρυσόστομος αποχαιρετά το πλήθος, και ανεχώρησε με τον «καβάση» (κλητήρα) του, Θωμά Βούλτσιο. Από την κατάθεση του τελευταίου αποσπώμε τις πιο έγκυρες πληροφορίες. Ο φρούραρχος δέχτηκε τον Χρυσόστομο, του προσέφερε βυσσινάδα και του υπαγόρευσε μια διαταγή. Μ' ένα αυτοκίνητο που τους παρεχώρησαν Αμερικανοί αξιωματικοί επέστρεψαν στη Μητρόπολη. Ο Μητροπολίτης αντέγραψε και κοινοποίησε στο λαό τη διαταγή του φρουράρχου: να παραδοθούν τα όπλα και όλοι να μείνουν στα σπίτια τους. Στις οκτώ το βράδυ ήλθε ο ίδιος αστυνόμος με δύο οπλισμένους στρατιώτες. Για τα παρακάτω αφήνουμε να μιλήσει ο Θωμάς Βούλτσιος που έμεινε επί μία 20ετία κοντά στον Χρυσόστομο:
«...Ήλθαν να πάρουν το δεσπότη πως τον ζητά ο νομάρχης, δεν είπαν το όνομα, να πάη στο διοικητήριο με τρείς δημογέροντες. Επήραμε τον Τσουρουκτζόγλου και τον Κλιμάνογλου και εμπήκαν οι τρείς και οι αστυνομικοί στο αυτοκίνητο, για μένα δεν είχε θέσι και μούπε ο δεσπότης να περιμένω στη μητρόπολι. Στας δέκα το βράδυ ένας από τους στρατιώτες, που ήλθαν το απόγευμα, έφερε μία κάρτα του δεσπότη για τον αδελφό του Ευγένιο. Του έγραφε: «Αγαπητέ αδελφέ, Μας εκράτησαν απόψε εμέ ως πρόεδρον της Μικρασιατικής αμύνης, τους άλλους ως μέλη. Μην ανησυχήτε». Ο Ευγένιος άρχισε να κλαίη. Το άλλο πρωί, Κυριακή, στας 8 με στέλλει να μάθω για το δεσπότη. Ευρήκα το Ζαδέ της τραπέζης. Πριν μισή ώρα συνάντησε τον υπαστυνόμο που είχε πάει τό δεσπότη. Αυτός του είπε πως το δεσπότη τον χάλασαν, καθώς και τους δύο δημογέροντες. Έτσι έγιναν. Ως την Τετάρτη που έφυγα δεν μπόρεσα να μάθω τίποτα άλλο».
Για την ιστορία, αξίζει να σημειώσουμε πως οι Τούρκοι «χάλασαν» και τον πιστό Ευγένιο. Τον κράτησαν φυλακή επί 6 μήνες και μετά τον απηγχόνισαν. Όμως αυτά που δεν έμαθε ο Θωμάς Βούλτσιος, για τις τελευταίες στιγμές του Χρυσοστόμου, τα μάθαμε από άλλον, από μία απροσδόκητη και έγκυρη πηγή. Πρόκειται για το βιβλίο του Αμερικανού προξένου George Horton, «Η κατάρα της Ασίας». Ο Χόρτον έζησε από κοντά το δράμα της Σμύρνης, βοήθησε τον πληθυσμό της και την τραγούδησε στα ποιήματά του. Αλλά προτού δώσουμε το λόγο σ' αυτόν, ας δούμε τι έγραψε για τη συνάντηση Νουρεντίν-Χρυσοστόμου ο συγγραφέας Μιχ. Ροδάς, που είχε υπηρετήσει ως διευθυντής του Γραφείου Τύπου της Αρμοστείας. Ο Νουρεντίν, μόλις μπήκε στο γραφείο του ο Χρυσόστομος, έβγαλε έναν ογκώδη φάκελο που έγραφε «Φάκελος Χρυσοστόμου». Τον άνοιξε κι έδειξε όλα τα αποκόμματα εφημερίδων που περιείχαν λόγους του Χρυσοστόμου και τον ερώτησε:
-Είναι δικοί σου οι λόγοι αυτοί;
-Ναι, απάντησε ο Δεσπότης, με αξιοπρέπεια ανθρώπου, που εγνώριζε τι εσήμαιναν τα ερωτήματα του Τούρκου στρατηγού(14).
Ακολούθως ο Ροδάς γράφει ότι ο Νουρεντίν «διέταξε να τον πάρουν και να τον προσφέρουν στον λαό, για να κορέση την εκδίκησί του. Πραγματικά, τον κατέβασαν ως την πόρτα και τον έσπρωξαν προς το έξαλλο πλήθος. Πρόσωπα που είδαν την σκηνή αυτή, λένε ότι το πλήθος του εξέσκισε τα ράσα, του έκοψε τα γένεια και τα μαλλιά, του πήρε το εγκόλπιο και το χρυσό του Σταυρό, τον έσυρε ως το Τιρκιλίκ, τον Τουρκομαχαλά, και εκεί ένας μελαψός Τούρκος της Συρίας του έδωσε μια μαχαιριά και τον αποτελείωσε. Το μέρος που ετάφη παρέμεινε άγνωστο, αv και έγιναν αργότερα έρευνες, για να εξακριβωθούν τα περιστατικά του θανάτου του. Η θυσία του Σμύρνης Χρυσοστόμου εφώτισε όλο το μικρασιατικό δράμα. Γιατί αυτός στάθηκε ο μοναδικός ήρωας».
Και τώρα ο λόγος στον Αμερικανό Ζώρζ Χόρτον. Γράφει στις σσ. 93-94 του βιβλίου του (ελληνική μετάφραση) τα ακόλουθα: «Όπως λέγουν, (ο Νουρεντίν) είχε υιοθετήσει τη μεσαιωνική ιδέα να παραδώση τον Μητροπολίτη στον φανατικό όχλο, για να τον κάνει ό,τι ήθελε. Δεν υπάρχουν επαρκείς αποδείξεις της ορθότητος αυτής της διαπιστώσεως, είναι όμως βέβαιο, ότι ο Μητροπολίτης θανατώθηκε απ' τον όχλο. Εβιαιοπράγησαν επάνω του, του ξερίζωσαν την γενειάδα του, τον εχτύπησαν με ρόπαλα και με μαχαιριές, ωσότου πέθανε, και ύστερα τον έσυραν σβαρνίζοντάς τον επάνω στους δρόμους. Το μοναδικό του φταίξιμο ήταν ότι ήταν ένας Έλλην με μεγάλο πατριωτισμό και ευγλωττία που επιθυμούσε την πρόοδο της φυλής του και εργαζόταν για το σκοπό αυτό»(15)
Ο Χόρτον, πέρα από τα μαρτύριο του Χρυσοστόμου, μας δίνει και συγκλονιστικά στιγμιότυπα από την καταστροφή της Σμύρνης, που έδωσε το πρότυπο στον Χίτλερ για την καταστροφή της Βαρσοβίας*.
Αλλ' υπάρχει και μία άλλη -ελληνική αυτή τη φορά-μαρτυρία, που δεν ξέρω για ποιους λόγους αγνοείται. Πρόκειται για το φυλλάδιο που τύπωσε το 1925 (τρία χρόνια μετά την καταστροφή) ο πολεμικός ανταποκριτής Κώστας Μισαηλίδης(16) και το οποίο αναφέρεται στις τελευταίες ημέρες της Σμύρνης. Οι πληροφορίες που δίνει για το μαρτύριο του Χρυσοστόμου είναι συγκλονιστικές. Γράφει:
«Λίγο πριν το μεσημέρι της Κυριακής, έβγαλαν το Μητροπολίτη από το φρουραρχείο.
- Να οι δικαστές σου και οι τζελάτηδές σου (δήμιοι), του είπεν ο φρούραρχος συνταγματάρχης Σαλήχ Ζακήμ Εφέντης.
Και τον παρέδωσε στον μαινόμενον όχλο που αποβραδύς ξημερώθηκε εκεί -βαλμένος, από τον Νουρεδίν- να τον προσμένη.
Κι αρχινά το μαρτύριο.
Ο δρόμος απ' την Πλατεία του Διοικητηρίου ως την πλατεία του Ικί Τσεσμέ -
Τούρκικη συνοικία της Σμύρνης- αγρίεψε από το μαρτύριο του καινούργιου αυτού Εθνομάρτυρα.
Του έβγαλαν με ξιφολόγχη τα μάτια, του έκοψαν τ' αυτιά και τη γλώσσα. Τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά. Γύρω απ' το σώμα του έστησεν η απάνθρωπη, η αφάνταστα βάρβαρη τουρκική μανία τον πιο φρικτό χορό. Δεν άφησαν τίποτε το
σκληρό και το εξευτελιστικό που να μην το κάμουν στο αφανισμένο και μισοσκοτωμένο κορμί του Χρυσοστόμου.
Κι εσύρθηκεν έτσι, ως τους Ικί-Τσεσμέ, ο γέρων Μητροπολίτης Σμύρνης, κατακομματιασμένος. Από το κορμί του, εκεί, το μεθυσμένο από κτηνωδία πλήθος πήρε ένα κομμάτι της σάρκας του Χρυσοστόμου για φυλακτό ματωμένο. Το κεφάλι του με βγαλμένα τα μάτια, κομμένα τ' αυτιά και τη γλώσσα, με τα γένεια ξερριζωμένα και μαύρο από το ξύλο, αιματοστάλαχτο το έμπηξαν στην πατερίτσα του και η πομπή μαινόμενη από βλαστήμιες και σαρκασμό, το περιέφερε στους Τουρκομαχαλάδες.
Την ίδια ώρα ο Τσουρουκτσόγλου και ο Κλιμάνογλου μαρτυρούσαν, δεμένοι από τα πόδια, πίσω από ένα αυτοκίνητο που ακολουθούσε τον όχλο που τυραννούσε τον Μητροπολίτη»**.
Σημειώσεις
* Ο Γιάννης Κορδάτος, παρά την ψυχρότητα που χαρακτηρίζει τη γραφή του και τη μηχανιστική σκέψη του, γράφει για την καταστροφή:
«Στις 8 Σ/βρη (ν.η.) οι Τούρκοι μπήκαν στη Σμύρνη και την έκαψαν. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Σωστή κόλαση. Ο ελληνικός πληθυσμός έτρεξε στην παραλία. Άλλοι με βάρκες και άλλοι κολυμπώντας πήγαιναν στα πολεμικά της Γαλλίας, Αγγλίας και Ιταλίας, ζητώντας άσυλο.
Αλλά οι ναύτες τους πετούσαν στη θάλασσα, όταν σκαρφάλωναν στα πλοία, και ακόμα τους έκοβαν τα χέρια ή τους κλωτσούσαν. Οί Τούρκοι έσφαξαν το Μητροπολίτη Χρυσόστομο και πολλούς Σμυρνιούς.
Θρήνος και κλαυθμός. Οι φλόγες είχαν υψωθεί ως τον ουρανό και το αίμα έτρεχε στους δρόμους της γκιαούρ Σμύρνης που ήταν πολλά χρόνια η εμπορική και βιοτεχνική πρωτεύουσα της Μικρασίας. Στο λιμάνι μέρες έπλεαν τά πτώματα». (Ιστορία της Νεώτερης Ελλάδας; τόμ: Ε', σελ. 577).
** Κάποιοι θέλησαν να μετριάσουν τις ευθύνες ή ν' απαλλάξουν από ευθύνες τον
Νουρεντίν για το μαρτύριο του Χρυσοστόμου. Όμως και σ' ένα από τα σχολαστικώτερα βιβλία που κυκλοφόρησαν κατά την τελευταία 10ετία διαβάζουμε: «Αλλά το απαισιώτερον εξ όλων έγκλημα υπήρξε χωρίς άλλο, η κατακρεούργηση και διαπόμπευση του εθνομάρτυρος Μητροπολίτου Χρυσοστόμου, από τουρκικό όχλο, με προτροπή του στρατηγού Νουρεντίν»(17).
13. Φάνη Καμπάνη: «Έτσι χάσαμε τη Μικρασία», σσ 178-179.
14. Μιχαήλ Ροδάς: «Η Ελλάς στη Μικράν Ασίαν».
15. George Horton «Η κατάρα της Ασίας» (ελλ. Μετάφραση Γ.Δ.Τσελίκα), σσ. 72 και 93-94.
16. Κώστας Μισαηλίδης: «Η καταστροφή και οι τελευταίες ημέρες της Σμύρνης», Αθήνα 1925, Β’ έκδοση, σσ. 25-26.
17. Λούκιος Νοταράς: «Πώς χάσαμε Μικρασία και Κωνσταντινούπολη», Αθήνα 1983, σελ. 434.
_______________________________


Η μαρτυρία του Rene Ρuaux(18)
Η περιγραφή του Μισαηλίδη εγκυρώνεται με τα όσα γράφει στο βιβλίο του «Ο θάνατος της Σμύρνης»* (La mort de Smyrne) ο Γάλλος δημοσιογράφος και ιστορικός Rene Ρυaυx (1878-1937), που είχε επισκεφθεί τη Σμύρνη ως απεσταλμένος της εφημερίδας «Le Temps» κατά το 1919. Το βιβλίο του Πυώ εκδόθηκε στο Παρίσι το 1922, τον ίδιο χρόνο της καταστροφής, σαν απάντηση στις προπαγανδιστικές ψευδολογίες των Τούρκων και των τουρκόφιλων γαλλικών πολιτικών και δημοσιογραφικών κύκλων, που διέδιδαν πως ο ελληνικός στρατός έκαψε κατά την υποχώρησή του τη Σμύρνη!
Ο Ρενέ Πυώ, αναφερόμενος στο μαρτύριο του Χρυσοστόμου, αρνείται να δώσει «συγχωροχάρτι» στην τουρκική στρατιωτική και πολιτική ηγεσία και να ρίξει την ευθύνη στο μαινόμενο τουρκικό όχλο. Ιδού τι γράφει στο βιβλίο του:
Ο στρατηγός Νουρεντίν πασάς τον αναζήτησε με ανθρώπους του στη Μητρόπολη. Όταν τον έφεραν μπροστά του, τον εξύβρισε με αισχρό τρόπο και τον κατηγόρησε για τη φιλελληνική του στάση, αφότου αποβιβάστηκε ο ελληνικός στρατός στη Σμύρνη. Τελικά του γνωστοποίησε ότι το επαναστατικό δικαστήριο της Άγκυρας τον είχε καταδικάσει από καιρό πριν σε θάνατο, και πρόσθεσε ότι η επόμενη ενέργειά του ήταν να τον παραδώσει στη λαϊκή κρίση.
«Ο Χρυσόστομος, λοιπόν, παραδόθηκε στον μανιασμένο μουσουλμανικό όχλο. Του ξερίζωσαν τη γενειάδα, τον μαχαίρωσαν, διαμέλισαν και έσυραν το σώμα του μέχρι την τουρκική συνοικία, όπου και τον πέταξαν στα σκυλιά».
Παρακάτω ο Πυώ γράφει ότι οι γαλλικές εφημερίδες απέκρυψαν τις λεπτομέρειες του φρικιαστικού γεγονότος, μερικές μάλιστα έγραψαν ότι ο Χρυσόστομος ήταν σώος και αβλαβής! Αργότερα αρνήθηκαν να δημοσιεύσουν και τις επίσημες εκθέσεις. Ο Πυώ συγκέντρωσε μαρτυρίες αυτοπτών. Ως πιο έγκυρη θεωρεί την μαρτυρία «ενός Γάλλου προστατευομένου» που για λόγους προστασίας τον ονομάζει «κ. Μ...». Ο άνθρωπος αυτός, που ο Πυώ θεωρεί αμερόληπτο και αυτόπτη, μεταξύ των άλλων, αναφέρει ότι μετά την αποχώρηση των ελληνικών αρχών (7 Σεπεμβρίου [ν.ή.]1922) σχηματίστηκε από διαφόρους ξένους πολίτες και Γάλλους ομάδα πολιτοφυλάκων για την τήρηση της τάξης. Μεταξύ αυτών και ο κ. Μ... Ένας καθολικός ιερέας, ιταλικής καταγωγής, ο πατήρ Scaliarino, ζήτησε εσπευσμένα τη βοήθεια της πολιτοφυλακής για την προστασία του Χρυσοστόμου.
«Μία γαλλική περίπολος από είκοσι άνδρες, τους οποίους συνόδευα μαζί μ' έναν άλλο πολιτοφύλακα, κατευθύνθηκε αμέσως στη Μητρόπολη, με σκοπό να πεισθεί ο μητροπολίτης να έλθει και να παραμείνει στην εκκκλησία της Sacre-Cœur ή στο Γαλλικό Προξενείο. Ο μητροπολίτης Χρυσόστομος δέ δέχθηκε, λέγοντας ότι σαν καλός ποιμένας είχε χρέος να μείνει κοντά στο ποίμνιό του. Όταν η περίπολος έβγαινε από τη Μητρόπολη, ένα αυτοκίνητο στο οποίο επέβαιναν ένας Τούρκος αξιωματικός και δύο στρατιώτες, με τις λόγχες πάνω στα όπλα, σταμάτησε μπροστά από το μητροπολιτικό κτίριο. Ο αξιωματικός ανέβηκε επάνω και διέταξε το μητροπολίτη να τον ακολουθήσει στον Νουρεντίν πασά, το στρατιωτικό διοικητή. Βλέποντας ότι απάγεται ο μητροπολίτης, είπα στους άνδρες της περιπόλου να πάρουμε από πίσω το αυτοκίνητο. Φθάσαμε μπροστά στο Μεγάλο Στρατώνα, όπου βρισκόταν ο στρατιωτικός διοικητής, ο στρατηγός Νουρεντίν. Ο αξιωματικός που συνόδευε το Χρυσόστομο, τον οδήγησε μπροστά στον Νουρεντίν. Σε δέκα λεπτά, και ενώ ο Χρυσόστομος κατέβαινε, βγήκε στο μπαλκόνι του κτιρίου ο Νουρεντίν πασάς, ο οποίος απευθύνθηκε στους χίλιους με χίλιους πεντακόσιους μουσουλμάνους, άνδρες και γυναίκες, που βρίσκονταν στην πλατεία, τους είπε ότι τους παραδίδει το μητροπολίτη, προσθέτοντας χαρακτηριστικά τις φράσεις: «Αν σας έκανε καλό, να του το ανταποδώσετε, αν σας έκανε κακό, να του κάνετε και σεις κακό!» Ο όχλος άρπαξε χωρίς χρονοτριβή το μητροπολίτη και τον οδήγησε λίγο πιο πέρα, μπροστά στο κομμωτήριο του Ismail ενός Ιταλού προστατευόμενου, εκεί σταμάτησαν και τον έντυσαν με μια άσπρη μπλούζα που πήραν από τον κομμωτή, άρχισαν αμέσως να τον χτυπούν λυσσασμένα με γροθιές και με ξύλα, και να τον φτύνουν στο πρόσωπο, του τρύπησαν με μαχαιριές το σώμα, του ξερίζωσαν τη γενειάδα, του έβγαλαν τα μάτια, του έκοψαν τη μύτη και τα αυτιά.
«Πρέπει να σημειώσουμε ότι η γαλλική περίπολος παρακολούθησε τα γεγονότα μέχρι τη σκηνή που περιγράψαμε. Οι άνδρες που την αποτελούσαν (επρόκειτο για ναύτες) είχαν βγεί έξω από τα ρούχα τους, έτρεμαν χωρίς υπερβολή από την αγανάκτηση και ήθελαν να επέμβουν. Ο επικεφαλής, όμως, αξιωματικός, με το περίστροφο στο χέρι, ακολουθούσε τις διαταγές που τους είχαν δοθεί, και τους εμπόδισε να κάνουν οποιαδήποτε κίνηση. Στη συνέχεια, δεν είδαμε πια το μητροπολίτη, που τον αποτελείωσαν σε μικρή απόσταση πιο πέρα.
»Κατεβαίνοντας με την περίπολο προς την Ευρωπαϊκή συνοικία, συναντήσαμε ένα αυτοκίνητο και πίσω του δεμένον τόν κ. Τσουρουκταόγλου, το διευθυντή της εφημερίδας La Reforme. Δεμένον απ' τα πόδια, ράκος πραγματικό, τον τράβαγε το αυτοκίνητο, ενώ το κεφάλι του σερνόταν πάνω στό λιθόστρωτο».
____________________________
Σημειώσεις
*Τό βιβλίο του Πυώ, κατά μετάφραση της Άννας Καρρά και με κατατοπιστικά σχόλια του παλιού μαθητή μου Νίκου Βικέτου, εκδόθηκε πρόσφατα από τον εκδοτικό οίκο «Ειρμός»
18. Renι Puaux: “La mort de Smyrne” (Ο θάνατος της Σμύρνης). Ελλην. Μεταφρ. Άννας Καρρά, σχόλια Ν. Βικέτου, εκδ. «Ειρμός»
___________________________


Η μαρτυρία του ακαδημαϊκού Γ. Μυλωνά
Από παλαιούς κατοίκους της Σμύρνης, που έζησαν την τραγωδία της Καταστροφής, είχαμε πολλές διηγήσεις για το μαρτύριο του Χρυσοστόμου. Όμως υπήρχε πάντα μια επιφύλαξη ως προς την ακρίβεια των εξιστορουμένων. Ο πόνος και το μέγεθος της συμφοράς μεγεθύνουν ως την υπερβολή τα εξιστορούμενα. Προσωπικά όλες οι επιφυλάξεις μου παραμερίσθηκαν, όταν στις 14 Δεκεμβρίου 1982, με την ευκαιρία της συμπληρώσεως 60 χρόνων από την καταστροφή, σε έκτακτη συνεδρίαση της Ακαδημίας Αθηνών, ο διαπρεπής ακαδημαϊκός Γ. Μυλωνάς, τελείωσε την ομιλία του με μία συγκλονιστική -ίσως την πιο συγκλονιστική απ' όσες έχουμε- περιγραφή του μαρτυρίου και της θανατώσεως του Χρυσοστόμου. Ο Γ. Μυλωνάς ήταν από τη Σμύρνη, μετείχε στην αθλητική και πνευματική ζωή της πόλης και γνώρισε από κοντά τον Χρυσόστομο, από την πρώτη μέρα που έφθασε στην Ιωνία ως τις τελευταίες ώρες της μεγάλης αγωνίας. Η σοβαρότητα, η εγκυρότητα και η διεθνής αναγνώριση της επιστημονικής βαρύτητος του Γ. Μυλωνά, δίνουν στην μαρτυρία του αξία ντοκουμέντου. Την παραθέτουμε:
«Θα μου επιτρέψετε να τελειώσω την ομιλία μου με μία προσωπική μαρτυρία, που για πρώτη φορά εξομολογούμαι.
»Κατά τις τελευταίες ημέρες του Σεπτεμβρίου 1922 μια ομάδα φοιτητών του International College της Σμύρνης και εγώ βρεθήκαμε φυλακισμένοι σε απαίσιο υπόγειο, σ' ένα από τα μπουντρούμια του Διοικητηρίου της Σμύρνης. Σ' αυτό ήταν ασφυκτικά στριμωγμένοι Έλληνες Χριστιανοί αιχμάλωτοι, μάλλον άνθρωποι προωρισμένοι για θάνατο. Τις βραδυνές ώρες φύλακες μ' επικεφαλής Τουρκοκρήτα παρελάμβανον θύματα που ετυφεκίζοντο. Στις 5 το απόγευμα της τελευταίας ημέρας του θλιβερού Σεπτεμβρίου, ο Τουρκοκρής εκείνος με διέταξε να τον ακολουθήσω στην αυλή. Είσαι δάσκαλος» με ρωτά. "Αυτήν την τιμή είχα" του απαντώ. "Και οι άλλοι που ήσαν μαζί σου είναι φοιτητές;" -"Ναί", του λέγω. "Γρήγορα μάζεψέ τους και φέρε τους εδώ". - "Ελάτε μαζί μου έξω", λέγω στους συντρόφους μου. "Φαίνεται ότι ήρθε η ώρα μας. Εμπρός με θάρρος". Ποια ήταν η έκπληξή μας όταν ακούσαμε τον Τουρκο-Κρητικό να λέει: "Δεν θα σας σκοτώσω, θα σας σώσω. Απόψε θα θανατωθούν όλοι όσοι είναι στο μπουντρούμι, γιατί έφεραν και άλλους που δεν έχουμε χώρο να τους στοιβάξουμε. Θα σας σώσω σήμερα, γιατί ελπίζω αυτό να με βοηθήσει νά λησμονήσω μια τρομερή σκηνή που αντίκρυσαν τα μάτια μου, σκηνή στην οποία έλαβα μέρος". Και συνέχισε "Παρακολούθησα το χάλασμα του Δεσπότη σας. Ήμουν μ' εκείνους που τον τύφλωσαν, που του 'βγάζαν τα μάτια και αιμόφυρτο, τον έσυραν από τα γένεια και τα μαλλιά στα σοκάκια του Τουρκομαχαλά, τον ξυλοκοπούσαν, τον έβριζαν και τον πετσόκοβαν. Βαθειά εντύπωση μου έκανε και αξέχαστος παραμένει η στάση του. Στα μαρτύρια που τον υπέβαλαν δεν απήντα με φωνές, με παρακλήσεις, με κατάρες.
» Το πρόσωπό του το κατάχλωμο, το σκεπασμένο με το αίμα των ματιών του, το πρόσωπό του είχε εστραμμένο προς τον Ουρανό και διαρκώς κάτι ψιθύριζε που δεν ηκούετο πέρα από την περιοχή του. Ξέρεις εσύ, δάσκαλε, τι έλεγε;" - "Ναι ξέρω" του απήντησα. "Έλεγε: Πάτερ Άγιε, άφες αυτοίς, ου γάρ οίδασι τί ποιούσι". - "Δεν σε καταλαβαίνω, δάσκαλε, μα δεν πειράζει. Από καιρού σε καιρό, όταν μπορούσε, ύψωνε κάπως το δεξί του χέρι και ευλογούσε τους διώκτες του. Κάποιος πατριώτης μου αναγνωρίζει την χειρονομία της ευλογίας, μανιάζει, μανιάζει και με το τρομερό μαχαίρι του κόβει και τα δυό χέρια του Δεσπότη. Εκείνος σωριάστηκε στη ματωμένη γη με στεναγμό που φαινόταν ότι ήταν μάλλον στεναγμός ανακουφίσεως παρά πόνου. Τόσο τον λυπήθηκα τότε που με δύο σφαίρες στο κεφάλι τον αποτελείωσα. Αυτή είναι η ιστορία μου. Τώρα που σας την είπα ελπίζω πως θα ησυχάσω. Γι' αυτό σας χάρισα τη ζωή ". "Και πού τον έθαψαν;" Ρώτησα με αγωνία. "Κανείς δεν ξέρει πού έρριξαν το κομματιασμένο του κορμί"»*.
Και μόνο η περιγραφή αυτή αρκεί για την κατάρριψη κάποιων ενδοιασμών ή δισταγμών ως προς την αγιότητα του Χρυσοστόμου. Ο Χρυσόστομος πέθανε ευλογώντας τους βασανιστές και δημίους του.
________________________
* Ο ίδιος Τουρκοκρητικός πολύ αργότερα επανέλαβε την περιγραφή αυτή σε Έλληνα Ιεράρχη που είχε επισκεφθεί την Σμύρνη.
______________________________


Γιατί δολοφονήθηκε ο Χρυσόστομος;
Εύλογα, όμως, διερωτάται κανείς, γιατί οι Τούρκοι θανάτωσαν και μάλιστα με τρόπο τόσο φρικιαστικό, τον Χρυσόστομο, μολονότι ήξεραν ότι η πράξη τους θα στιγμάτιζε το περίφημο «κίνημά» τους, μια και ο Χρυσόστομος ήταν μία προσωπικότητα με οικουμενική ακτινοβολία; Θα ήταν αφελές ν' αποδώσουμε την δολοφονία στην εκδικητικότητα του Νουρεντίν ή στη θηριωδία του τουρκικού όχλου. Επρόκειτο για πράξη πολιτική. Η εξόντωση του Χρυσοστόμου ήταν προσχεδιασμένη.
Δεν τον τιμώρησαν για όσα έπραξε αλλά για όσα θα έπραττε εναντίον τους, αν φυσικά επιζούσε. Σκότωσαν τον μελλοντικό Ηγέτη της Ελλάδος. Τον άνθρωπο -τον μόνο άξιον- προς τον οποίο θα προσέβλεπε σύσσωμο το Έθνος μετά την Καταστροφή, τον Ηγέτη που σε καμμιά περίπτωση δεν θα εγκατέλειπε την Αν. Θράκη, που θα ενοποιούσε σε βραχύ χρόνο τον προσφυγικό και ελλαδικό πληθυσμό, που με την πυρέσσουσα δραστηριότητά του θ' ανόρθωνε ηθικά και υλικά το κράτος και σε καμμιά περίπτωση δεν θα επέτρεπε να παγιωθεί ως πολιτική νοοτροπία η αντίληψη περί «χαμένων πατρίδων». Σκότωσαν τον άνθρωπο που δεν θα επέτρεπε και νέο διχασμό, τον άνθρωπο που ενδεχομένως θα απέτρεπε -αν ζούσε- και τον Εμφύλιο. Οι Τούρκοι εξόντωσαν τον Χρυσόστομο, γιατί στο πρόσωπό του έβλεπαν τον πιο επίφοβο αντίπαλο, σκότωσαν τον άνθρωπο που την επαύριο της καταστροφής, θα γινόταν ο νέος πολιτικός και εν ταυτώ θρησκευτικός ηγέτης του Ελληνισμού. Εύλογα θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς στη σκέψη αυτή το ερώτημα: μα ήταν δυνατό οι Τούρκοι να κάνουν τόσο περίτεχνους μακιαβελλικούς σχεδιασμούς και μάλιστα μακράς προοπτικής; Η πείρα, παλαιά και πρόσφατη, μας έχει διδάξει ότι η Τουρκία δεν σχεδιάζει, προσχεδιάζει*. Όπως σήμερα δεν φοβάται την «φρόνιμη» και «πειθήνια» Ελλάδα του δόγματος «δεν διεκδικούμε τίποτα» αλλά την αυριανή αφυπνισμένη εθνικά πολιτική ηγεσία μας, έτσι και τότε δεν φοβόταν κανέναν Έλληνα στρατιωτικό ή πολιτικό: Φοβόταν τον Χρυσόστομο. Και τον φοβάται. Και έχει δίκιο. Το φάσμα του Χρυσοστόμου θα αιωρείται απειλητικό πάντα πάνω από τα κεφάλια των Τούρκων πολιτικών. Σκότωσαν τόν άνδρα και τον έκαναν ιδέα. Και οι ιδέες ούτε πεθαίνουν ούτε νικιούνται ποτέ. Αύριο-μεθαύριο ο Χρυσόστομος είναι αυτός που θα εμπνέει και θα κατευθύνει τον βηματισμό της νέας γενιάς που κάποτε -επί τέλους- θα έλθει. Αρκεί εμείς να μην σκοτώσουμε στην ψυχή των παιδιών μας αυτή την ιδέα.
____________________
*Άλλωστε ο Ρενέ Πυώ το λέγει σαφώς: η εκτέλεση του Χρυσόστομου ήταν προαποφασισμένη.

_______________________


Eπίλoγoς
Ο Αμερικανός πρόξενος Τζώρτζ Χόρτον στο βιβλίο του «Η κατάρα της Ασίας», που προαναφέραμε, γράφει εν είδει requiem για τον Χρυσόστομο:
«Πέθανε σαν μάρτυρας και αξίζει να του απονεμηθούν ύψιστες τιμές από την Ελληνική Εκκλησία και την Ελληνική Κυβέρνηση...»
Είναι καιρός πια. Πέρασαν εβδομήντα χρόνια από τον φρικτό θάνατο του Χρυσοστόμου και των άλλων εκατοντάδων Μικρασιατών εθνο-ιερομαρτύρων. Η Ελληνική Εκκλησία πρέπει να τολμήσει και να προχωρήσει στην επισημοποίηση της αγιότητος του Χρυσοστόμου. Οι περί μασσονίας ψίθυροι έχουν από καιρό αποδειχθεί έωλα και ανυπόστατα post mortem κατασκευάσματα. (Για το θέμα αυτό βλ. επίμετρο). Ξέρουμε ότι μια τέτοια ενέργεια θα ενοχλήσει τους Τούρκους και θα φέρει σε δύσκολη θέση το Πατριαρχείο που λειτουργεί μέσα στό στόμα του λύκου. Όμως σε καιρούς ακόμη πιο χαλεπούς η εκκλησία μας ανεκήρυξε άγιο τον μάρτυρα Πατριάρχη Γρηγόριο Ε'. Την ώρα που η Τουρκία προσπαθεί να εξαπλωθεί στρατιωτικά και πολιτικά στην Ευρώπη και να μας κυκλώσει από Βορρά και Ανατολή, έχουμε χρέος έναντι των προγόνων και απογόνων μας να υψώσουμε αυτούς που στις πιο τραγικές στιγμές ύψωσαν την υπερηφάνεια και την τιμή του Γένους. Αν η Ευρώπη και η Τουρκία -λόγω προτέρου ατίμου βίου- προσποιούνται ότι δεν θυμούνται, εμείς έχουμε χρέος να θυμόμαστε, να μνημονεύουμε, να τιμάμε. Γιατί άν δεν τιμάμε τους ήρωες, τους μάρτυρες και τους αγίους μας, θα γίνουμε ένα άτιμον γένος.
Όμως υπάρχουν και λόγοι εσωτερικοί που καθιστούν επιτακτική την με κάθε τρόπο προβολή του Χρυσοστόμου. Την ώρα που τα νέφη ποικίλων απειλών πυκνώνουν πάνω από τον ελληνικό ουρανό, οι Έλληνες εμφανιζόμαστε βαθειά διχασμένοι, έτοιμοι για νέο εμφύλιο σπαραγμό. Κάποτε από τους κόλπους της χειμαζομένης αλλά διαρκώς μαχομένης Εκκλησίας μας ανεδείχθη ένας Άγιος, που εκήρυσσε στην Κρήτη και στη Λακωνία το «Μετανοείτε». Είναι ο πολιούχος Άγιος της Σπάρτης ο Όσιος Νίκων ο Μετανοείτε. Σήμερα χρειαζόμαστε έναν καινούργιο Άγιο που να κηρύσσει το «Ομονοείτε». Ο Άγιος αυτός υπάρχει. Είναι ο εθνομάρτυς Χρυσόστομος Σμύρνης, που εκήρυσσε διαρκώς το «ομονοείτε»,γιατί ήθελε δεμένες σφικτά τις πολιτικές, στρατιωτικές, εκκλησιαστικές και πνευματικές δυνάμεις του Γένους. Είναι η στιγμή που όλοι βάλλουν εναντίον μας. Ελπίδα και δύναμη μπορούμε να βρούμε στον εαυτό μας, αν τόν υψώσουμε πάνω από τις διαφορές μας. Ο Εθνομάρτυς Χρυσόστομος; Πέρα από το πνεύμα της θυσίας, της εθνικής ομοψυχίας, μπορεί να προσφέρει και στη χειμαζόμενη από την έξαψη του εθνικισμού Ευρώπη ένα μήνυμα χριστιανικής ενότητος. Αυτός ο βαθύτατος Έλλην σ' ένα κείμενό του έγραφε ότι πρέπει να ξεφύγουμε από το πνεύμα των καιρών, «το οποίον είναι ακόμη εθνικιστικόν, να αρθώμεν εις το πνεύμα των αιώνων το οποίον είναι αιώνιον και όπου καταργούνται αι διαιρέσεις και αι διαφοραί ανθρώπου από άνθρωπον και έθνους από έθνος». Ο Χρυσόστομος δεν ήταν απλώς ένας απόστολος του χριστιανικού Ελληνισμού, ήταν αληθής Απόστολος των Εθνών.
__________________________

Επίμετρο
Ο Χρυσόστομος θα είχε προ πολλού ανακηρυχθεί Άγιος από την Ελληνική Εκκλησία, αν επιτηδείως δεν διεδίδετο ότι ήτο Μασσόνος. Πράγματι στο «Τεκτονικό Δελτίο» Ιανουαρίου-Απριλίου 1969 (αριθμ. 83-84, σελ. 26) αναγράφεται ότι μεταξύ άλλων εγκρίτων Σμυρναίων, Ελλήνων αξιωματικών και διοικητικών υπαλλήλων μετείχε της μασσονικής στοάς «Ιωνία» και ο Χρυσόστομος, κατά την τριετία 1919-1922. Όμως ο Π.Γ. Κρητικός, επιφανής Έλλην μασσόνος, αφού ερεύνησε επισταμένως το ζήτημα, σε μία ομιλία του (30/1/1969) που δημοσιεύθηκε στον τόμο «Εκατονταετηρίς της σεπτής στοάς "Μέλης"» (Αθήναι 1969) κατέληξε σε αρνητικά αποτελέσματα. Στη σελ. 73 του προαναφερθέντος τόμου ο Π.Γ. Κρητικός γράφει για τον Χρυσόστομο τα ακόλουθα:
«Και διά το θέμα τούτο, ατυχώς, τα αποτελέσματα της ερεύνης, με σκοπόν να συγκεντρώσωμεν πλείονας πληροφορίας, υπήρξαν αρνητικά.
Έρευναι ειδικαί γενόμεναι εν προκειμένω, διά λογαριασμόν μας, υπό τον αδελφόν Rιnι de Vriθze, τόσον εις τα Αρχεία της Μεγάλης Ανατολής, όσον και εις εκείνα της Εθνικής Βιβλιοθήκης, ακόμη και πληροφορίαι από αξιωματικούς του Ναυτικού, οίτινες, κατά την καταστροφήν της Σμύρνης, επέβαινον των εκεί γαλλικών πολεμικών, απέμειναν, μέχρις ώρας, άνευ αποτελέσματος, ως ο ίδιος μας πληροφορεί δι' επιστολής του, της 2.11.68.
Προσωπική μας παλαιοτέρα αλληλογραφία μετά της Μεγάλης Ανατολής της Γαλλίας, επί του θέματος, δεν απέληξεν επίσης εις αποτέλεσμα. Ο Μέγας Καγκελάριος, φίλτ. αδ. Legrand, εις φιλόφρονα άδελφικόν του πίνακα, δι' ο και τον ευχαριστώ, με επληροφόρησε και πάλιν, ότι ουδέν έχει να με πληροφορήση σχετικώς πλην μιας διαμαρτυρίας, γενομένης τότε υπό επιτροπής, υπό τον αείμνηστον Σιμιτόπουλον, αντίτυπον της οποίας και μοι απέστειλε και εις ην αναφέρεται απλώς και ο Εθνομάρτυς ούτος, ως εν των θυμάτων της Μικρασιατικής Καταστροφης(22)». Στην παραπομπή 22 γράφει:
«Τα ανωτέρω αναφέρω ίνα βεβαιώσω τον Σεβάμιον Σ.Σ. "Μέλης" φίλτατον αδελφόν Φάλμπον, ότι επί μακρόν προσπαθήσαμε να διερευνήσωμεν τα δύο ως άνω θέματα, δι' α τελευταίως ωμίλησεν, άνευ θετικωτέρου ατυχώς αποτελέσματος».
Σαράντος Ι. Καργάκος Βέροια Λακωνίας-Άγιος Ιωάννης Πηλίου (Ιούλιος-Αύγουστος1992)

Δεν υπάρχουν σχόλια: