Σελίδες

Τετάρτη 11 Σεπτεμβρίου 2013

Ένας και μόνο νόμος Πώς τα χρόνια της τρομοκρατίας μετέβαλαν τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών

Αναμορφώνοντας τον πόλεμο κατά των ναρκωτικών για να υποστηρίξουν πιο αποτελεσματικά τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρήκαν έναν καλύτερο τρόπο για να καταπολεμήσουν και τα δύο προβλήματα.

του Malcolm Beith
Από το ξεκίνημά του το 1971, ο πόλεμος των ΗΠΑ κατά των ναρκωτικών δεν ήταν ποτέ τόσο αντιδημοφιλής όσο είναι σήμερα. Ομάδες υπέρ των πολιτικών ελευθεριών επικρίνουν την αδικία της σύλληψης περίπου 1,5 εκατομμυρίων ανθρώπων κάθε χρόνο για αδικήματα που σχετίζονται με τα ναρκωτικά. Οι υποστηρικτές των πολιτικών δικαιωμάτων υπογραμμίζουν ότι οι Αφρο-αμερικανοί σηκώνουν το κύριο βάρος των ισχυόντων κανόνων, καθώς τους έχει επιβληθεί το 55% του συνόλου των καταδικαστικών αποφάσεων για κατοχή ναρκωτικών και το 74% του συνόλου των ποινών φυλάκισης για κατοχή ναρκωτικών. Εξέχοντες πολιτικοί αξιωματούχοι, μεταξύ των οποίων πολλοί πρόεδροι χωρών τής Λατινικής Αμερικής, τάσσονται υπέρ των νέων προσπαθειών για νομιμοποίηση της χρήσης μαριχουάνας. Και ψηφοφόροι στο Κολοράντο και την Ουάσιγκτον έχουν υποστηρίξει επίσης τέτοια μέτρα.

Ωστόσο, ο πόλεμος συνεχίζεται, κυρίως επειδή είχε μεγαλύτερη επιτυχία από όσο συνειδητοποιούν οι περισσότεροι άνθρωποι. Ο λόγος έχει αρκετά απρόσμενα να κάνει με τον «πόλεμο κατά της τρομοκρατίας» του προέδρου των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους για τον οποίο στρατολόγησε επίσης την Υπηρεσία Καταπολέμησης Ναρκωτικών (DEA, Drug Enforcement Administration). Η αλλαγή αυτή ωφέλησε πάρα πολύ τους πολέμιους των ναρκωτικών στην Ουάσιγκτον. Η DEA, η οποία είχε λιγότερα από 3.000 στελέχη το 1972, απασχολεί σήμερα προσωπικό πάνω από 10.000 άτομα που εργάζονται σε 312 γραφεία σε

67 χώρες. Και ο ετήσιος προϋπολογισμός της έχει αυξηθεί από τα 65 εκατομμύρια δολάρια, σε περισσότερα από 2 δισεκατομμύρια δολάρια το 2012. Μετά την 11η Σεπτεμβρίου, οι διευθύνοντες την DEA πίεσαν για πρόσθετη χρηματοδότηση από το Ταμείο Αντιτρομοκρατίας του υπουργού Δικαιοσύνης ώστε να ενισχύσουν τις δυνατότητες της Υπηρεσίας να συλλέγει πληροφορίες, ιδίως την ικανότητά της να παρακολουθεί τηλεπικοινωνίες με στόχο την υποστήριξη των υπηρεσιών αντιτρομοκρατίας στις Ηνωμένες Πολιτείες και στο εξωτερικό.

Τα αποτελέσματα ήταν ιδιαίτερα θετικά. Με την αναμόρφωση του πολέμου κατά των ναρκωτικών προκειμένου να υποστηριχθεί ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας, οι Ηνωμένες Πολιτείες βρήκαν έναν καλύτερο τρόπο για να αγωνίζονται ενάντια και στους δύο. Ένα παράδειγμα είναι η αύξηση των διώξεων των εμπόρων ναρκωτικών κατά την τελευταία δεκαετία. Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1990, οι Ηνωμένες Πολιτείες κατάφεραν να τους εκδοθούν μόνο μια χούφτα φερόμενων εμπόρων ναρκωτικών από το Μεξικό. Από το 2001, η κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει φέρει για να δικαστούν στη βόρεια πλευρά των συνόρων εκατοντάδες υπεύθυνους διακίνησης ναρκωτικών. Σε πολλές από αυτές τις δίκες, οι κατηγορούμενοι ήταν και μέλη τρομοκρατικών οργανώσεων. Το 2001, για παράδειγμα, οι ομοσπονδιακοί εισαγγελείς των ΗΠΑ κατηγόρησαν τον Tomás Molina Caracas, έναν φερόμενο ως διοικητή των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων της Κολομβίας (FARC), για συνωμοσία με σκοπό την παραγωγή και διακίνηση κοκαΐνης στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Με το να αντιμετωπίσουν τον FARC ως τρομοκρατική οργάνωση που δραστηριοποιείται επίσης στην εμπορία ναρκωτικών, η υπόθεση αποτέλεσε πρότυπο για μελλοντικές διώξεις. Εκείνη την εποχή, ο τότε υπουργός Δικαιοσύνης, Τζον Άσκροφτ δήλωσε ότι το κατηγορητήριο αντιπροσώπευε «τη σύγκλιση δύο από τις κορυφαίες προτεραιότητες του υπουργείου Δικαιοσύνης - την πρόληψη της τρομοκρατίας και τη μείωση της χρήσης παράνομων ναρκωτικών - σε μια ενιαία πράξη δικαιοσύνης». Το 2006, ένα ενιαίο κατηγορητήριο που κατατέθηκε στο Περιφερειακό Δικαστήριο των ΗΠΑ για την Περιφέρεια της Κολούμπια κατονόμασε 50 υψηλόβαθμα στελέχη του FARC, και ισχυρίστηκε ότι διακινούσαν πάνω από το 60% της παγκόσμιας παραγωγής κοκαΐνης. Οι εισαγγελείς υπογράμμισαν εκ νέου τη σχέση μεταξύ ναρκωτικών και τρομοκρατίας.

Τα στελέχη της DEA πέτυχαν επίσης να διεισδύσουν στα διεθνή δίκτυα όπου η διακίνηση ναρκωτικών συναντά τις τρομοκρατικές δραστηριότητες. Μεταξύ Νοεμβρίου του 2007 και Μαρτίου του 2008, εμπιστευτικές πηγές που συνεργάζονταν με την DEA και παρίσταναν τα μέλη του FARC, κανόνισαν να αγοράσουν οπλισμό αξίας εκατομμυρίων δολαρίων από τον διεθνή έμπορο όπλων, Βίκτορ Μπουτ [1], δήθεν για να τον χρησιμοποιήσουν εναντίον αμερικανικών ελικοπτέρων στην Κολομβία. Τα όπλα περιελάμβαναν 800 βλήματα επιφανείας-αέρος, πάνω από 20.000 AK-47, και πέντε τόνους πλαστικά εκρηκτικά C-4. Το 2009, ένα άλλο σύνολο εμπιστευτικών πηγών – επίσης παρουσιαζόμενο ως μέλη της FARC - κανόνισε μια συμφωνία με μια τριμελή ομάδα διακινητών και παραστρατιωτικών από το Μαλί για να μεταφέρουν κοκαΐνη μέσω της Δυτικής και της Βόρειας Αφρικής, και να χρησιμοποιήσουν τα κέρδη για να υποστηρίξουν τις δραστηριότητες της Αλ Κάιντα στο ισλαμικό Μαγκρέμπ. Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι συνέλαβαν γρήγορα τους εμπόρους, και τους εξέδωσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες για να δικαστούν. Επιπλέον, ήταν μια εμπιστευτική πηγή της DEA που αποκάλυψε πρώτη μια πιθανή ιρανική συνωμοσία για τη δολοφονία του πρέσβη της Σαουδικής Αραβίας στην Ουάσιγκτον, στις 11 Οκτωβρίου του 2011. Παριστάνοντας το μέλος του μεξικανικού καρτέλ ναρκωτικών Los Zetas, η πηγή ισχυρίστηκε ότι είχε συζητήσει την εκτέλεση του σχεδίου για λογαριασμό του Ιρανού πράκτορα Manssor Arbabsiar.

Η DEA επωφελήθηκε από ευρύτερες αλλαγές στις αμερικανικές διαδικασίες συλλογής πληροφοριών μέσω του Ειδικού Τμήματος Επιχειρήσεων της DEA, το οποίο αποτελείται από καμιά εικοσιπενταριά συγγενικές υπηρεσίες, συμπεριλαμβανομένου του FBI, της CIA, της NSA και του IRS. Σε διεθνές επίπεδο, η DEA έχει αποκομίσει οφέλη από την αυξημένη ευελιξία που παρέχουν τα συνεργαζόμενα κράτη όσον αφορά την υποκλοπή τηλεφωνικών συνδιαλέξεων. Σε ορισμένες περιπτώσεις, ωστόσο, οι δραστηριότητές της στο έργο της παρακολούθησης έχουν προκαλέσει διπλωματικές διαμάχες που αφορούν ξένους πολιτικούς που συνδέονται με το εμπόριο ναρκωτικών.

ΕΤΟΙΜΟΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΓΙΑ ΔΟΥΛΕΙΕΣ
Κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά της τρομοκρατίας, οι επικριτές των αμερικανικών πρακτικών για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας έχουν επικεντρωθεί στην CIA, το Πεντάγωνο και τους προέδρους των ΗΠΑ, Μπους και Ομπάμα, για τη συνέχιση αντιλαϊκών πρακτικών ανάκρισης, πληγμάτων από μη επανδρωμένα αεροσκάφη και πολιτικές κράτησης στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική. Η DEA, εν τω μεταξύ, απέφυγε διακριτικά τη δημόσια έκθεση. Ωστόσο, ακόμη και σε χώρες όπως το Αφγανιστάν, υπήρξε εξαιρετικά ενεργή - και αποτελεσματική – στο να αποδιοργανώνει τμήματα των τρομοκρατικών δικτύων που ήταν στόχοι και των στρατιωτικών της ομολόγων.

Το 2003, η DEA ξανάνοιξε το γραφείο της στην Καμπούλ (το οποίο είχε κλείσει όταν η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στο Αφγανιστάν το 1979). Η Υπηρεσία έχει έκτοτε επεκτείνει σταθερά την παρουσία της στο Αφγανιστάν, από τα 13 στα 95 γραφεία. Μεταξύ 2001 και 2013, εξάλλου, η DEA αύξανε τον προϋπολογισμό της για την χώρα κατά περίπου 6 εκατομμύρια δολάρια κάθε χρόνο. Τέλος, η DEA έχει εντείνει την εκπαίδευση των Αφγανών της δίωξης ναρκωτικών. Κάθε τέσσερις μήνες, η Υπηρεσία αντικαθιστά τους ξένους συμβούλους στη χώρα με νέους.

Χάρη σε αυτές τις προσπάθειες, η DEA έχει διερευνήσει και συλλάβει αρκετούς βασικούς παράγοντες του αφγανικού εμπορίου ναρκωτικών. Το 2005, οι αφγανικές Αρχές, με τη βοήθεια της DEA, συνέλαβαν τον βαρόνο των ναρκωτικών Haji Mohammad Baz [2], και τον εξέδωσαν στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο Mohammad, αρχηγός μιας σημαντικής διεθνούς εγκληματικής οργάνωσης διακίνησης ηρωίνης από το 1990, διατηρούσε στενούς δεσμούς με τους Ταλιμπάν. Ήταν ο πρώτος Αφγανός που εκδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες για να διωχθεί ποινικά σύμφωνα με τον νόμο Foreign Narcotics Kingpin Designation Act, ο οποίος στοχεύει να σταματήσει την πρόσβαση «σημαντικών» ξένων λαθρέμπορων ναρκωτικών στο χρηματοπιστωτικό σύστημα των ΗΠΑ, και να επιτρέψει στις αμερικανικές Αρχές και τους ομολόγους τους να κυνηγήσουν τους αρχηγούς των εγκληματικών οργανώσεων διακίνησης ναρκωτικών. Η DEA συνέλαβε επίσης τον Mohammad Khan, έναν μεγάλο έμπορο ναρκωτικών ο οποίος βοήθησε τους Ταλιμπάν σε ένα σχέδιο επίθεσης κατά του αμερικανικού αεροδρομίου στην Τζαλαλαμπάντ. Το 2006, ένας ομοσπονδιακός δικαστής στην Ουάσιγκτον καταδίκασε τον Mohammad σε φυλάκιση δις ισόβια.

Την ίδια στιγμή, η DEA έχει σφυρηλατήσει ισχυρές σχέσεις με τους Αφγανούς και τους Πακιστανούς εταίρους της. Όταν οι πακιστανικές Αρχές συνέλαβαν τον Αφγανό λαθρέμπορο ναρκωτικών Haji Baghcho με κατηγορίες που δεν σχετίζονταν με το εμπόριο ναρκωτικών, τον έστειλαν άμεσα, μέσω των αφγανικών Αρχών, στα χέρια της DEA.

ΚΑΝΕΝΑ ΣΗΜΑΔΙ ΠΑΡΑΙΤΗΣΗΣ
Την ίδια στιγμή, οι πρόσφατες επιτυχίες της DEA - στο Αφγανιστάν και αλλού - έχουν τα όριά της. Η παραγωγή ναρκωτικών στο Αφγανιστάν έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2001 και σήμερα καλύπτει το 93% του παγκόσμιου εμπορίου ναρκωτικών. Οι εκκλήσεις για τον τερματισμό του πολέμου των ναρκωτικών, σε συνδυασμό με την κριτική κατά των πολιτικών που ακολουθούν οι ΗΠΑ στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας, έχουν απλώς ενισχυθεί περισσότερο. Ακόμη και ο σημερινός «τσάρος των ναρκωτικών» στις ΗΠΑ (στμ: ο Διευθυντής του Γραφείου Εθνικών Πολιτικών Ελέγχου των Ναρκωτικών), Gil Kerlikowske, απηύθυνε έκκληση για τον τερματισμό του πολέμου των ναρκωτικών.

Ο Kerlikowske υποστήριξε επανειλημμένα ότι η κυβέρνηση Ομπάμα προσπάθησε να ασχοληθεί με το εμπόριο ναρκωτικών με τρόπους που υπερβαίνουν την παραδοσιακά περιοριστική προσήλωση της αμερικανικής κυβέρνησης στην ποινική δικαιοσύνη. Ακόμα κι έτσι, υπάρχουν λίγες ενδείξεις για οποιαδήποτε πραγματική αλλαγή στρατηγικής, ίσως επειδή οι εναλλακτικές λύσεις είναι ελάχιστα ελκυστικές. Τα επιχειρήματα υπέρ της νομιμοποίησης της μαριχουάνας αψηφούν την απλή λογική: σε ένα τέτοιο σενάριο, οι εγκληματικές οργανώσεις διακίνησης ναρκωτικών της Λατινικής Αμερικής θα μπορούσαν απλά να υπονομεύσουν μια κρατικά ρυθμιζόμενη αγορά, και να στρέψουν τους χρήστες σε ένα φθηνότερο προϊόν. Με ετήσια κέρδη που κυμαίνονται από 19 δισεκατομμύρια ως 40 δισεκατομμύρια δολάρια, τα καρτέλ της Λατινικής Αμερικής θα μπορούσαν εύκολα να αντέξουν οικονομικά τη μείωση των τιμών τους. Μια μεγαλύτερη έμφαση στην επέκταση της πρόσβασης σε θεραπεία για εθισμό στα ναρκωτικά θα μπορούσε να βοηθήσει μερικούς, αλλά δεν υπάρχουν πολλά στοιχεία που να δείχνουν ότι η θεραπεία μειώνει σημαντικά την κατανάλωση. Τα δικαστήρια ανηλίκων για ναρκωτικά σε πόλεις όπως το Σικάγο είναι πηγή κάποιας ελπίδας, όμως τα αποτελέσματά τους θα ήταν πολύ μικρά και πολύ αργά: οι στατιστικές δείχνουν ότι αυξάνεται ο αριθμός των εφήβων στο Σικάγο που στρέφονται στα σκληρά ναρκωτικά, συμπεριλαμβανομένης της ηρωίνης.

Προς το παρόν, η DEA επιδιώκει τη μόνη βιώσιμη πορεία προς τα εμπρός. Ο πόλεμος κατά των ναρκωτικών ίσως να μην μπορεί να κερδηθεί, αλλά τουλάχιστον οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν βρει επιτέλους έναν τρόπο να σημειώσουν κάποια πρόοδο.

Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.

Δεν υπάρχουν σχόλια: