γράφει ο Βασίλης Σ. Ε. Τσίχλης, Ιστορικός, δικηγόρος Πειραιώς
Η ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδος την 28ηΟκτωβρίου 1940, παρά τη μεγάλη σημασία που έχει για τη χώρα μας, αποτελεί για τους ξένους ιστορικούς ένα γεγονός ελάσσονος σημασίας, γι’ αυτό άλλωστε οι περισσότερες ξένες μελέτες αναφέρονται σε αυτή ακροθιγώς. Η Γερμανία φαίνεται ότι δεν γνώριζε τη σχεδιαζομένη επίθεση καθώς δεν έβλεπε τον λόγο να επεκταθεί ο πόλεμος στη βαλκανική χερσόνησο. Από τη στιγμή, όμως, που η Ιταλία ενεπλάκη, έπρεπε οπωσδήποτε να νικήσει, ειδάλλως ο Άξονας διέτρεχε τον κίνδυνο να μετατραπεί η Ελλάδα σε βρετανική στρατιωτική βάση. Το θέμα ήταν ζωτικής σημασίας για τη Γερμανία διότι η Κρήτη αποτελούσε το νοτιότερο σημείο από το οποίο τα συμμαχικά βομβαρδιστικά μπορούσαν να απογειωθούν για να πλήξουν τις ρουμανικές πετρελαιοπηγές, τη βασική πηγή καυσίμων του Ράιχ.
Την αποτυχημένη ιταλική εισβολή ακολούθησε η γερμανική που σύντομα κατέβαλε τον ήδη κουρασμένο ελληνικό στρατό. Συνήθως λέγεται ότι η ελληνική αντίσταση καθυστέρησε τη γερμανική επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, προσφέροντας πολύτιμο χρόνο στους Σοβιετικούς και φέρνοντας πιο κοντά τον βαρύ ρωσικό χειμώνα. Εν τούτοις, η ελληνική αντίσταση στην ίδια την ιταλική επίθεση επηρέασε την εξέλιξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου; Αυτό είναι ένα ερώτημα με το οποίο δεν φαίνεται να ασχολήθηκε κανείς αλλά απασχόλησε τον Χίτλερ. Όταν ο Μουσολίνι συνελήφθη από τους παρτιζάνους, ανάμεσα στα έγγραφά του βρέθηκε και μια επιστολή του Χίτλερ προς αυτόν του Δεκεμβρίου 1944. Στην ενδιαφέρουσα αυτή επιστολή, ο Χίτλερ σχολιάζει πως θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί ο πόλεμος αν οι Ιταλοί δεν είχαν εισβάλει στην Ελλάδα.
Ο Χίτλερ έως τον Ιανουάριο του 1941 επιθυμούσε να ελέγξει απολύτως τη δυτική Μεσόγειο. Αυτό δεν ήταν δύσκολο διότι εκτός από την Ισπανία και τις βρετανικές κτήσεις του Γιβραλτάρ και Μάλτας, η υπόλοιπη δυτική Μεσόγειος ήδη ελεγχόταν από τον Άξονα. Γράφει μάλιστα ότι είχε έρθει σε κάποια συνεννόηση με τον Φράνκο, χωρίς περισσότερες λεπτομέρειες. Η Ισπανία, αν και τελικώς παρέμεινε ουδέτερη, ήταν φιλικά διακείμενη στον Άξονα. Στόχο του Χίτλερ λοιπόν, αποτελούσαν οι βρετανικές κτήσεις και κυρίως το Γιβραλτάρ που ήλεγχε την είσοδο της Μεσογείου. Εν τούτοις, οι ελληνικές νίκες επί των Ιταλών ενθάρρυναν τους Βρετανούς να αντεπιτεθούν στη Λιβύη, νικώντας και αυτοί τους Ιταλούς. Από εκείνο το σημείο και ύστερα, εξακολουθεί ο Χίτλερ στην επιστολή του, ο Φράνκο έγινε διστακτικός. Πλην του γεγονότος ότι οι Ιταλοί έχαναν και στα δύο μέτωπα που οι ίδιοι άνοιξαν, γινόταν σαφές ότι δεν υπήρχε συντονισμός μεταξύ των γερμανικών και ιταλικών κινήσεων, γεγονός που μάλλον προβλημάτιζε τους Ισπανούς.
Η τελευταία φορά που η Γερμανία προσπάθησε να πείσει τον Φράνκο ήταν την άνοιξη του 1941.
Έκτοτε, η εμπλοκή της στη Σοβιετική Ένωση δεν της επέτρεψε να ασχοληθεί με τη δυτική Μεσόγειο. Πάντως, την άνοιξη του 1941 ο Χίτλερ πίστευε ότι ήταν τόσο ισχυρός που μπορούσε να επιτεθεί στο Γιβραλτάρ ακόμη και χωρίς ισπανική βοήθεια. Για την ευόδωση του σχεδίου του όμως, χρειαζόταν η πλήρης συνδρομή της Ιταλίας (υλική και διπλωματική), που δεν υπήρχε εκείνη τη στιγμή. Και ο Χίτλερ ολοκληρώνει την επιστολή του γράφοντας: «Αν το 1941 η Ιταλία, αντί να μάχεται στην Ελλάδα είχε από κοινού με τη Γερμανία επιλύσει το ισπανικό ζήτημα, η εξέλιξη του πολέμου ίσως ήταν διαφορετική». Αυτήν την πρόταση της επιστολής, ο Μουσολίνι την υπογράμμισε δύο φορές. Τι ακριβώς εννοεί ο Χίτλερ με τον όρο «ισπανικό ζήτημα», δεν γίνεται σαφές στην επιστολή του. Αν όμως ο Άξονας είχε καταφέρει να καταλάβει το Γιβραλτάρ, θα προκαλούσε ασφυξία στις βρετανικές δυνάμεις στην Αίγυπτο, που κάλυπταν τις πετρελαιοπηγές της Μέσης Ανατολής. Από την επιστολή φαίνεται ότι ο Χίτλερ διαμαρτύρεται (διακριτικώς) διότι αναγκάσθηκε από την πολιτική του Μουσολίνι να εισβάλει στην Ελλάδα και αντί να επενδύσει στην κατάληψη του Γιβραλτάρ να αναλώσει τους αλεξιπτωτιστές του στην Κρήτη.
Είναι δύσκολο να απαντήσουμε κατά πόσον οι ελληνικές νίκες πράγματι αποθάρρυναν τους Ισπανούς. Εν τούτοις, είναι προφανές ότι για να διατυπώνει την εικασία αυτή ο Χίτλερ, το ζήτημα απασχόλησε τους Γερμανούς.
Τα σχετικά αποσπάσματα της επιστολής του Χίτλερ προς τον Μουσολίνι (μαζί με μερικά σχόλια) παραθέτει ο Raymond Klibansky που επιμελήθηκε την έκδοση των αναμνήσεων του Μουσολίνι («Mussolini memoirs»,Phoenix Press, Λονδίνο 2000, σελ. 282-84).
Η ιταλική επίθεση κατά της Ελλάδος την 28ηΟκτωβρίου 1940, παρά τη μεγάλη σημασία που έχει για τη χώρα μας, αποτελεί για τους ξένους ιστορικούς ένα γεγονός ελάσσονος σημασίας, γι’ αυτό άλλωστε οι περισσότερες ξένες μελέτες αναφέρονται σε αυτή ακροθιγώς. Η Γερμανία φαίνεται ότι δεν γνώριζε τη σχεδιαζομένη επίθεση καθώς δεν έβλεπε τον λόγο να επεκταθεί ο πόλεμος στη βαλκανική χερσόνησο. Από τη στιγμή, όμως, που η Ιταλία ενεπλάκη, έπρεπε οπωσδήποτε να νικήσει, ειδάλλως ο Άξονας διέτρεχε τον κίνδυνο να μετατραπεί η Ελλάδα σε βρετανική στρατιωτική βάση. Το θέμα ήταν ζωτικής σημασίας για τη Γερμανία διότι η Κρήτη αποτελούσε το νοτιότερο σημείο από το οποίο τα συμμαχικά βομβαρδιστικά μπορούσαν να απογειωθούν για να πλήξουν τις ρουμανικές πετρελαιοπηγές, τη βασική πηγή καυσίμων του Ράιχ.
Την αποτυχημένη ιταλική εισβολή ακολούθησε η γερμανική που σύντομα κατέβαλε τον ήδη κουρασμένο ελληνικό στρατό. Συνήθως λέγεται ότι η ελληνική αντίσταση καθυστέρησε τη γερμανική επίθεση στη Σοβιετική Ένωση, προσφέροντας πολύτιμο χρόνο στους Σοβιετικούς και φέρνοντας πιο κοντά τον βαρύ ρωσικό χειμώνα. Εν τούτοις, η ελληνική αντίσταση στην ίδια την ιταλική επίθεση επηρέασε την εξέλιξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου; Αυτό είναι ένα ερώτημα με το οποίο δεν φαίνεται να ασχολήθηκε κανείς αλλά απασχόλησε τον Χίτλερ. Όταν ο Μουσολίνι συνελήφθη από τους παρτιζάνους, ανάμεσα στα έγγραφά του βρέθηκε και μια επιστολή του Χίτλερ προς αυτόν του Δεκεμβρίου 1944. Στην ενδιαφέρουσα αυτή επιστολή, ο Χίτλερ σχολιάζει πως θα μπορούσε να είχε εξελιχθεί ο πόλεμος αν οι Ιταλοί δεν είχαν εισβάλει στην Ελλάδα.
Ο Χίτλερ έως τον Ιανουάριο του 1941 επιθυμούσε να ελέγξει απολύτως τη δυτική Μεσόγειο. Αυτό δεν ήταν δύσκολο διότι εκτός από την Ισπανία και τις βρετανικές κτήσεις του Γιβραλτάρ και Μάλτας, η υπόλοιπη δυτική Μεσόγειος ήδη ελεγχόταν από τον Άξονα. Γράφει μάλιστα ότι είχε έρθει σε κάποια συνεννόηση με τον Φράνκο, χωρίς περισσότερες λεπτομέρειες. Η Ισπανία, αν και τελικώς παρέμεινε ουδέτερη, ήταν φιλικά διακείμενη στον Άξονα. Στόχο του Χίτλερ λοιπόν, αποτελούσαν οι βρετανικές κτήσεις και κυρίως το Γιβραλτάρ που ήλεγχε την είσοδο της Μεσογείου. Εν τούτοις, οι ελληνικές νίκες επί των Ιταλών ενθάρρυναν τους Βρετανούς να αντεπιτεθούν στη Λιβύη, νικώντας και αυτοί τους Ιταλούς. Από εκείνο το σημείο και ύστερα, εξακολουθεί ο Χίτλερ στην επιστολή του, ο Φράνκο έγινε διστακτικός. Πλην του γεγονότος ότι οι Ιταλοί έχαναν και στα δύο μέτωπα που οι ίδιοι άνοιξαν, γινόταν σαφές ότι δεν υπήρχε συντονισμός μεταξύ των γερμανικών και ιταλικών κινήσεων, γεγονός που μάλλον προβλημάτιζε τους Ισπανούς.
Η τελευταία φορά που η Γερμανία προσπάθησε να πείσει τον Φράνκο ήταν την άνοιξη του 1941.
Έκτοτε, η εμπλοκή της στη Σοβιετική Ένωση δεν της επέτρεψε να ασχοληθεί με τη δυτική Μεσόγειο. Πάντως, την άνοιξη του 1941 ο Χίτλερ πίστευε ότι ήταν τόσο ισχυρός που μπορούσε να επιτεθεί στο Γιβραλτάρ ακόμη και χωρίς ισπανική βοήθεια. Για την ευόδωση του σχεδίου του όμως, χρειαζόταν η πλήρης συνδρομή της Ιταλίας (υλική και διπλωματική), που δεν υπήρχε εκείνη τη στιγμή. Και ο Χίτλερ ολοκληρώνει την επιστολή του γράφοντας: «Αν το 1941 η Ιταλία, αντί να μάχεται στην Ελλάδα είχε από κοινού με τη Γερμανία επιλύσει το ισπανικό ζήτημα, η εξέλιξη του πολέμου ίσως ήταν διαφορετική». Αυτήν την πρόταση της επιστολής, ο Μουσολίνι την υπογράμμισε δύο φορές. Τι ακριβώς εννοεί ο Χίτλερ με τον όρο «ισπανικό ζήτημα», δεν γίνεται σαφές στην επιστολή του. Αν όμως ο Άξονας είχε καταφέρει να καταλάβει το Γιβραλτάρ, θα προκαλούσε ασφυξία στις βρετανικές δυνάμεις στην Αίγυπτο, που κάλυπταν τις πετρελαιοπηγές της Μέσης Ανατολής. Από την επιστολή φαίνεται ότι ο Χίτλερ διαμαρτύρεται (διακριτικώς) διότι αναγκάσθηκε από την πολιτική του Μουσολίνι να εισβάλει στην Ελλάδα και αντί να επενδύσει στην κατάληψη του Γιβραλτάρ να αναλώσει τους αλεξιπτωτιστές του στην Κρήτη.
Είναι δύσκολο να απαντήσουμε κατά πόσον οι ελληνικές νίκες πράγματι αποθάρρυναν τους Ισπανούς. Εν τούτοις, είναι προφανές ότι για να διατυπώνει την εικασία αυτή ο Χίτλερ, το ζήτημα απασχόλησε τους Γερμανούς.
Τα σχετικά αποσπάσματα της επιστολής του Χίτλερ προς τον Μουσολίνι (μαζί με μερικά σχόλια) παραθέτει ο Raymond Klibansky που επιμελήθηκε την έκδοση των αναμνήσεων του Μουσολίνι («Mussolini memoirs»,Phoenix Press, Λονδίνο 2000, σελ. 282-84).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου