της Σούλας Αντωνίου
«Κανείς ποτέ δεν επιτρέπεται να συνάψει ειρήνη με τη φτώχεια… πρέπει να διατηρεί τις αισθήσεις του άγρυπνες για κάθε ταπείνωση που υφίσταται και να τις κρατά σε πειθαρχεία μέχρι ο πόνος του να πάψει να παίρνει τον κατήφορο της θλίψης και να διανοίξει αντιφορικά το δρόμο της εξέγερσης»
Walter Benjiamin
Μια από τις μέγιστες αντιφάσεις της (μετά) νεωτερικότητας είναι ότι υπονόμευσε με τις πρακτικές της και σχετικοποίησε με το πλέγμα ιδεών της ότι αισιόδοξο και ελπιδοφόρο κόμιζε για τον άνθρωπο και την κοινωνία στη πνευματική του αποσκευή το κίνημα του Διαφωτισμού. Ο Διαφωτισμός, έχοντας ως πλοηγό της πορείας του το πρόσταγμα του αρχηγέτη του J.Kant, όπως αυτό συμπυκνώνεται στη φράση “Sapere aude”, υποδείκνυε τον τρόπο εξόδου του ανθρώπου από το καθεστώς της ανωριμότητας του από το σκότος της αμάθειας και το έρεβος της ακρισίας του νου. Ταυτόχρονα ευαγγελίζονταν της έλευση μιας ορθολογικά και δίκαια οργανωμένης κοινωνίας.
Ο Max Weber, προερχόμενος από το πνευματικό περιβάλλον του νεοκαντιανισμού, θιασώτης του αστικού ήθους και πολιτισμού, θα εξετάσει την κοινωνία ως ιστορικότητα του πολιτισμού, έχοντας ως γνώμονα της ανάλυσης του την αρχή της «αξιολογικής ουδετερότητας» (Wertfreiheit). Η επικράτηση της λογικής κατάφασης της ζωής έθεσε σε κίνηση τη διαδικασία «εξορθολογισμού» (Rationalisierung) της κοινωνίας και την ανάδυση στη Δύση του πνεύματος του καπιταλισμού με άξονα αναφοράς την «προτεσταντική ηθική». Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του νεότερου δυτικού πολιτισμού οφείλεται κατά τον Weber στην «απομάγευση του κόσμου» (Entzauberung der Welt), πράγμα που σημαίνει την απογύμνωση της ζωής από κάθε μυθικό, μεταφυσικό, εθιμικό, θρησκευτικό και ανορθολογικό στοιχείο, όπως μας έδειξε στο κλασσικό στο είδος έργο του F.Tonnes “Geneinschaft und Gesellschaft” (Κοινότητα και Κοινωνία).
Το αστικο-καπιταλιστικό φαινόμενο που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στη Δύση, συνέπεια των δύο μεγάλων επαναστάσεων, της Βιομηχανικής και της Γαλλικής, επέφερε μια σειρά
αλλαγών. Η δυναμική των αλλαγών, με φορέα την αστική τάξη, μετασχημάτισε τη Μεσαιωνική Δύση από “societas christiana” σε κοσμική Ευρώπη, σ’ ένα σύνολο εθνοκρατικών οντοτήτων και ιδιαιτεροτήτων.
Η Ευρώπη ως νέα και ορθολογικά οργανωμένη πραγματικότητα, αναπαριστούσε στον αντιληπτικό ορίζοντα των ανθρώπων το καινούργιο και το προοδευτικό και προοιώνιζε, λόγω των επιστημονικών της επιτευγμάτων και της απελευθέρωσης των κοινωνικών της δυνάμεων από το καθεστώς της ακινησίας και της κλειστότητας των φεουδαρχικών δομών, ένα ελπιδοφόρο μέλλον.
Ήδη από τον 19ο αιώνα, η αισιόδοξη αυτή αντίληψη για τα επιτεύγματα της τεχνικής και της εκτεταμένης εφαρμογής της στην παραγωγική διαδικασία άρχισε, με την επιτάχυνση των ρυθμών εξορθολογισμού της ζωής και την πίεση των παρενεργειών που προκαλούσε ο ψυχοφθόρος μηχανισμός της αυτοματοποίησης στη βιομηχανία, να κλονίζεται. Η πολλά υποσχόμενη ιδέα της προόδου άρχισε να αντιμετωπίζεται κριτικά, καθώς έμπαινε σε κίνηση ο νόμος της «ετερογονίας των σκοπών».
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η κριτική του κινήματος του Ρομαντισμού και το αίτημα του για ολοκλήρωση της χειραφέτησης με την υπέρβαση των αστικών προϋποθέσεων της, όπως, επίσης, και η κριτική του K.Marx, ο οποίος, στην προσπάθεια του να συλλάβει σε βάθος την πραγματικότητα της εποχής του, διέκρινε την ανάπτυξη του ψυχοκοινωνικού φαινόμενου της «αλλοτρίωσης» στις σχέσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της καπιταλιστικής κοινωνίας. Δηλωτικό της πολλαπλής αποξένωσης των ανθρώπων και της αντιμετώπισης των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους ως σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα.
Η αποθέωση της ιδέας της προόδου και των συμπαρομαρτούντων ιδεών του ορθολογισμού, του θετικισμού και του οικονομικού φιλελευθερισμού, πάνω στις οποίες στήριξε η Ευρώπη το μεγαλεπήβολο κοινωνικό- οικονομικό της οικοδόμημα.
Αποδείχθηκε για την ασθμαίνουσα συνείδηση της, ότι ήταν μια ψευδαίσθηση, μια μεγάλη απάτη. Την αυταπάτη αυτή ανέδειξε το αιρετικό πνεύμα του F.Nietzche με τη σιβυλλική και τη συμβολική φράση “Cott ist tott”.
Η αναγγελία του θανάτου, η απουσία του από την ζωή του ανθρώπου, άφησε ανερμάτιστο και ολομόναχο το νεωτερικό υποκείμενο, το έφερε σε τραγική σύγκρουση με τον εαυτό του. Το έθεσε μπροστά στο μηδέν και το χάος, στο βαθμό που μέρα με την μέρα, συνειδητοποιούσε τη βαρβαρότητα της νέας κοινωνικής συνθήκης, η ύπαρξη της οποίας διατάραξε την ισορροπία της ανθρώπινης φύσης. Το αίτημα για κάθαρση και η νοσταλγία για μια εσωτερική συλλογικότητα μετατράπηκε ανεπίγνωστα σε μαζική σφαγή. Ο προφητικός λόγος του Nietzche προανήγγειλε την έλευση του αιώνα των δολοφόνων, που θα έσβηναν τα φώτα του πολιτισμού πάνω στο στερέωμα της Ευρώπης. Η πρόρρηση του δε θα αργήσει να επαληθευτεί.
Τον 20ο αιώνα, ο ιστορικός ορίζοντας της Ευρώπης θα αμαυρωθεί από πολέμους και θα συγκλονιστεί από καταστροφές. Πάνω στην πυρπολημένη γη της θα σωριαστούν ερείπια και η ατμόσφαιρα θα διαπεραστεί από οιμωγές μαζικών θανάτων. Η βαρβαρότητα του ολοκληρωτισμού θα είναι πλέον πραγματικότητα. Η ιστορία, ως πραγματικότητα και συνείδηση, θα αποκτήσει τραγικό χαρακτήρα. Και όπως έλεγε ο James Joyce «η Ιστορία θα προβάλει σαν εφιάλτης, από τον οποίο προσπαθεί ο άνθρωπος να ξυπνήσει από τον ύπνο του». Αφυπνισμένος, στα μέσα του 20ου αιώνα, ο άνθρωπος από τον ύπνο του και ζαλισμένος από την αποφορά του ζοφερού περιβάλλοντος του θα θέσει σε λειτουργία τους μηχανισμούς της υπεραναπλήρωσης του.
Η απαίτηση της καθημαγμένης ψυχής για ειρήνη στο κόσμο, για ατομική ευτυχία, οικονομική ευημερία και ανεμπόδιστη ελευθερία, ως επιγενόμενα ψυχολογικών αναγκών, οδήγησαν το νεωτερικό υποκείμενο να ιππεύσει πάνω στις χαίτες χιμαιρικών ονειροπολήσεων και να ακολουθήσει ομιχλώδεις ατραπούς. Τον καθήλωσαν «στα σκότη του στιγμιαίως ζήν» (Ernst Bloch). Η απονοηματοδοτημένη ελευθερία του μετατράπηκε σε άκρατο ατομικισμό, σε φιλάρεσκο εγωισμό και σε αδιαφορία για τη συλλογική του μοίρα. Η επιθυμία του για ευζωΐα και ευδαιμονία βρήκε διέξοδο σε εφήμερες απολαύσεις, στον αισθησιασμό του θεάματος, που του προσέφερε απλόχερα η «πολιτιστική βιομηχανία» (T.Adorno) και του παρείχε πλουσιοπάροχα με τα ερεθιστικά της προϊόντα η αγορά , μεταμορφώνοντας τον με το μαγικό της ραβδί σε αδηφάγο καταναλωτή.
Στη βάση αυτών των προϋποθέσεων, ο γιγάντιος και πολύμορφος καπιταλιστικός μηχανισμός, οργανωμένος, με στόχο την ικανοποίηση των μαζικών (ψευδο) αναγκών, σαν αθέατος ιστός, θα κρατήσει δέσμιους τους ανθρώπους στην αέναη ροή της κατανάλωσης.
Το αυθύποτακτο του μεταπολεμικού ανθρώπου στα κελεύσματα των απρόσωπων δυνάμεων της αγοράς έγινε η πρώτη ύλη για την παραγωγή και αναπαραγωγή «εκατομμυρίων αντιτύπων» (Κ. Καστοριάδης), «ετεροκατευθυνόμενων» (D.Riesmann), ευκολοχειραγωγούμενων και πνευματικά εκπτωχευμένων ατόμων.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, ο άνθρωπος απώλεσε τη βούληση του, την ιδιαιτερότητα της ύπαρξης τους, την ευκρασία των συναισθημάτων του για τους συνανθρώπους του, αποξήρανε το εύχυμο της ψυχοδομής του, περιόρισε το βλέμμα του στο άμεσο παρόν και τις απαιτήσεις του στο «εδώ και τώρα».
Η προβολική αναφορικότητα στον εαυτό του τον εμπόδισε να λάβει μέρος στις μεγάλες αγωνίες και τις συγκινησιακές διεργασίες που συνωθούνται στο υπόστρωμα του κοινωνικού «είναι», ως προοίμιο κάθε ανατροπής.
Η ιδιώτευση, ως ταπεινωτικός και περιθωριακός τρόπος ζωής, σε συνδυασμό με τον εγκλωβισμό του υποκειμένου σε συστημικές λογικές, επέφεραν την «αποικιοποίηση του κοινωνικού βιόκοσμου» (J. Habermas), πίσω από την οποία υποκρύπτονται οι μηχανισμοί της πιο αμείλικτης εξουσίας (M. Foucault). Συνέχεια της διαδικασίας εξορθολογισμού της ζωής και κορύφωσης της είναι η «εργαλειοποίηση της λογικής».
Στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα και μπρος στην ανυπαρξία αντίπαλου δέους προβάλλει το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας της αγοράς, που προωθούν οι δομήτορες της «νέας τάξης πραγμάτων», δηλαδή το μετασχηματισμένο από βιομηχανικό σε χρηματοπιστωτικό και εμπορικό κεφάλαιο, με τις αποεδαφικοποιημένες επιχειρήσεις – νομάδες του και τη συνδρομή των ψηφιακών τεχνολογιών των επικοινωνιών.
Αποδεσμευμένη η παγκοσμιοποιημένη αγορά από εθνοκρατικούς ελέγχους και απαλλαγμένη από ηθικούς φραγμούς με τον εξαπλούμενο και χωρίς αντίπαλο στον κόσμο δυναμισμό της, επιχειρεί να οργανώσει τον πλανήτη ως ενιαίο, πολιτισμικά ομογενοποιημένο και να τον κάνει κοινωνικά αδρανοποιημένο, αποψιλώνοντας τον από τη ζωντάνια των κοινωνικών αντιθέσεων και των πολιτικών αντιπαραθέσεων.
Πρόκειται για ένα εφιαλτικό σενάριο που η εκτύλιξη του βρίσκεται στις παρυφές της πραγματικότητας, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι οι απρόσωπες δυνάμεις της αγοράς, με τα δίκτυα επικοινωνίας και (επιλεκτικής) πληροφόρησης που διαθέτουν, προβάλλουν και προωθούν ιδεολογικά μηνύματα, τα οποία ανεπαισθήτως δημιουργούν πρότυπα συμπεριφοράς και εθισμούς. Διαμορφώνουν γούστα και στυλ (lifestyle) κατασκευάζουν περιεχόμενα ζωής. Τα πάντα αναθεωρούνται κάτω από το πρίσμα των απαιτήσεων της παγκοσμιοποιημένης αγοράς για να καταλήξουν στην ολοκλήρωση του τέρατος του ολοκληρωτισμού. Η μέχρι τώρα πορεία του κατασκευασμένου και συσκευασμένου για κατανάλωση μετανεωτερικού πολιτισμού έδειξε τη μετάλλαξη της ιδιότητας του πολίτη σε πειθήνιο πελάτη και τη μετατροπή του σε άθυρμα των χρηματοπιστωτικών στρατηγικών του κεφαλαίου.
Η κρισιογόνος και μεταβατική αυτή περίοδος που διανύουμε τόσο εμείς, όσο και άλλοι λαοί, και που ελπίζω να είναι προσωρινή, ήρθε από το ένα μέρος να διαψεύσει την προσταγή του Kant, που αξίωνε με τα εμβληματικά του λόγια από τον άνθρωπο «να μεταχειρίζεται το νου του χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου». Και από το άλλο μέρος να επαληθεύσει τα λόγια του για το ρόλο που παίζουν οι πάσης φύσεως κηδεμόνες:
«Αφού πρώτα αποβλάκωσαν τα κατοικίδια ζώα τους, φρόντισαν επιμελώς να μην επιτρέπεται σ’ αυτά τα ήσυχα πλάσματα να αποτολμήσουν έστω και ένα βήμα έξω από την κλούβα, στην οποία τα έχουν κλείσει, τους επισημαίνουν ύστερα τον κίνδυνο που τα απειλεί, αν δοκιμάσουν αν περπατήσουν μόνα τους.»
Η κατάσταση αυτή του κομφορμισμού της ετερονομίας και της ακρισίας του νου προβάλλει στην ιστορία ως μια ακόμα οπισθοδρόμηση, τα στοιχεία της οποίας είναι η ηθική ένδεια, η οικονομική εξαθλίωση, η ψυχική ερήμωση, η ταπείνωση, η βουλησιακή απραξία, η αποπολιτικοποίηση και η αποδιοργάνωση της συλλογικής ζωής. Περιττό να λεχθεί ότι το κατασκευασμένο, κάτω από την καταλυτική οικονομική και πολιτική στρατηγική του κεφαλαίου, παρόν μας, μυρίζει ολοκληρωτισμό. Και θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, τη μετάθεση του κέντρου βάρους των επιθυμιών, αναγκών και ενορμήσεων των ανθρώπων προς το πρόσωπο του αρχηγού- κηδεμόνα, σύμφωνα με το σύνθημα του ναζισμού που έλεγε: “mein Fuher denkt fur mich” (ο Αρχηγός μου σκέπτεται για εμένα).
Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι οι πάσης φύσεως απρόσωποι εξουσιαστές ή εμπρόσωποι «αρχηγοί», «κηδεμόνες», «πατερούληδες» εμφανίζονται στην ιστορία - όταν σταματάει η κριτική ικανότητα του νου, όταν αποσυντίθενται όλες οι αναγκαίες για τον άνθρωπο αξίες και ιδέες, εκεί που επικρατεί η άγνοια και η δειλία – για να επιβάλουν με την βία την «τάξη» και να προασπίσουν δήθεν την «ασφάλεια», υποθηκεύοντας την ανθρώπινη ελευθερία, κατακερματίζοντας ανθρώπους και συλλογικότητες. Και όπως λέει ο Manuel Castells: «Το παγκόσμιο αυτόματο καταπίνει τα κράτη- θαλασσοπόρους και μετατρέπει τις κοινωνίες σε εκβράσματα ενός ιστορικού ναυαγίου.»
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εικόνα αυτής της κοινωνίας, είτε εκ προθέσεως είτε εξ αποτελέσματος, έχει τους θεωρητικούς απολογητές της, Θεωρητικός εκφραστής της «μεταμοντέρνας κατάστασης» (condition metamoderne), με εισηγητή του όρου του Francois Lyotard, είναι η μεταμοντέρνα σκέψη, η οποία με τις αποδομητικές και εθνονιχιλιστικές ιδέες που πλασάρει και τη νέα υποκειμενικότητα που προωθεί, έρχεται να βάλει τη σφραγίδα της όχι μόνο στις «μεγάλες (αυτοδιαψευσθείς) αφηγήσεις», αλλά κυρίως στον εκπεσμό του λόγου, στην έκλειψη του υποκειμένου, στη διόγκωση της εγωτικότητας, στην κονιορτοποίηση του συλλογικού εαυτού, στον κατακερματισμό των ταυτοτήτων, στην «ρευστοποίηση» (Z. Baumann), είτε κάθε αποκτημένης από γονική παροχή, είτε κατακτημένης από προσωπικό αγώνα ιδιότητας του ανθρώπου, με τη μεταβολή του σε «άνθρωπο χωρίς ιδιότητες» (R.Musil).
Τα ερωτήματα που προκύπτουν με τα απ’ όλα αυτά είναι:
Ο άνθρωπος…
- θα υποκύψει στο παιχνίδι της αυτοκαταστροφής του, που διεξάγεται με αυτόν, αλλά χωρίς αυτόν; Θα αφεθεί αμαχητί να του εκμηδενίσουν ολοσχερώς των προσωπικότητα του και τις υπαρκτικές δυνατότητες του; Ή θα αποφασίσει, με τους έμφυτους μηχανισμούς ανάδρασης που διαθέτει, να δράσει ως ιστορικό υποκείμενο, αφυπνίζοντας τις δυνάμεις που βρίσκονταν εν ύπνωσει εντός του, κάνοντας τις να θριαμβεύσουν, αναστρέφοντας τη ροή των πραγμάτων;
- θα δώσει την ευκαιρία στον εαυτό του, με μια κίνηση αυθυπέρβασης , να αναχαιτίσει τις προκατασκευασμένες αναγκαιότητες και το ιδεολογικό σύστημα ιδεών, που προπαγανδίζει την εξουσία της μιας και μοναδικής σκέψης και δράσης, διαρρηγνύοντας το άτυπο συμβόλαιο που έχει συνάψει με την αγορά, δοκιμάζοντας με την συμπεριφορά του τα όρια της μαξιμαλιστικής γεωγραφίας της εξουσίας της αγοράς;
- θα επιδιώξει, σε μια προσπάθεια ενδοσκόπησης του να αναζητήσει το «κατ’ αλήθειαν ζην», αντλώντας δυνάμεις από τα αποθέματα των μη πραγματοποιημένων δυνατοτήτων του, με το υλικό των οποίων θα αυτοπραγματωθεί, πραγματώνοντας με τα ενεργειακά κοιτάσματα που διαθέτει, ένα περιεκτικό σχήμα βίου; Βίος που εξ’ ορισμού συμπεριλαμβάνει τους ανθρώπους σ’ ένα «εμείς», σε μια νέα οντολογία του συλλογικού, δίνοντας τους το αίσθημα της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης, μέσα από αναγνωριστικές χειραψίες, εξομολογητικές, τελετουργίες, πνευματικές μεθέξεις και μετακενώσεις του ενός προς τον άλλο ενός πλούτου βιωμάτων, εμπειριών και αποσταγμάτων αγάπης;
Η διάχυτη στον ορίζοντα κρίση, ως συνέπεια τόσο της απουσίας ενός κόσμου χωρίς σταθερό κέντρο αναφοράς και με ρευστά όρια, όσο και λόγω της αντιφατικής σχέσης που έχουμε δημιουργήσει εμείς οι Έλληνες με την παραπαίουσα σήμερα Δυτική Ευρώπη. Την Ευρώπη των συγγνωστών ή ασύγγνωστων προσδοκιών μας, των ματαιώσεων και διαψεύσεων μας – μας παρέχει ευκαιρίες αναστοχασμού. Η αυτογνωσία καθίσταται επιτακτική ανάγκη. Τα αποτελέσματα μιας αυτογνωσιακής διεργασίας θα φανούν όχι στο επίπεδο της βραχείας χρονικότητας, των ανακόλουθων κινήσεων, των σπασμωδικών χειρονομιών και των βραχνών φωνασκιών, αλλά στην βασανιστική κλίμακα του χρόνου. Τότε ωριμάζουν οι συνειδήσεις και οξύνονται οι αντιφάσεις, τότε οι αφηρημένες ιδέες γίνονται κατευθυντήριοι άξονες ζωής, κοινωνικές πράξεις, που εμπεριέχουν το σπέρμα της ανατροπής.
Το στοίχημα του νεωτερικού υποκειμένου με την ιστορία θα κριθεί στο νήμα, στο τεντωμένο σκοινί της ακροβασίας.
Εκεί δοκιμάζεται η προετοιμασία του ακροβάτη.
Εκεί παραμονεύει η απροσδιοριστία της αρχέγονης ορμής.
Εκεί βρίσκεται το ανθρώπινο απρόβλεπτο.
Εκεί ελλοχεύει η ποιητική της επ-ανάστασης που εξυφαίνεται πάνω στον καμβά των διαλεκτικών σχέσεων παρελθόντος- παρόντος και μέλλοντος.
Εκεί, στην βαθιά κατάνυξη στους εαυτούς μας, εγκαταβιώνει το αυθόρμητο, το πηγαίο και το άδολο.
Εκεί ενεδρεύει το πυρίμαχο φορτίο που φέρει ο κάθε άνθρωπος μέσα στον πυρακτωμένο εαυτό του, έτοιμος να το εκτινάξει, για να διαλάμψει η σκοτεινότητα των ιστορικών του στιγμών.
Εκεί μας περιμένει για να μας λυτρώσει ο “Angelus Novus” (W.Benjamin) της ιστορίας, διανοίγοντας με τις απελευθερωτικές φτερούγες του, ως καλός σκαπανέας νέους δρόμους διέλευσης της υπαρξιακής μας σημαντικής, ανευρίσκοντας νέους βιότοπους, μια ευ-τοπία, για να εναποθέσουμε το σκεύος της ζωής μας, τις νοσταλγίες και τις ελπίδες μας, γιατί όπως λέει ο ποιητής F. Holderlin «εκεί που μεγαλώνει ο κίνδυνος, εκεί και η σωτηρία μας».
«Ας μη καθυστερούμε τη δουλειά,
χρόνο και χέρι ας μη τα σπαταλάμε!
Ας βγάλουμε πηλό από την οπή,
ας πριονίσουμε την πέτρα.
Να μη σβηστεί το πυρ μες στο καμίνι»
T.S.Eliot
«Κανείς ποτέ δεν επιτρέπεται να συνάψει ειρήνη με τη φτώχεια… πρέπει να διατηρεί τις αισθήσεις του άγρυπνες για κάθε ταπείνωση που υφίσταται και να τις κρατά σε πειθαρχεία μέχρι ο πόνος του να πάψει να παίρνει τον κατήφορο της θλίψης και να διανοίξει αντιφορικά το δρόμο της εξέγερσης»
Walter Benjiamin
Μια από τις μέγιστες αντιφάσεις της (μετά) νεωτερικότητας είναι ότι υπονόμευσε με τις πρακτικές της και σχετικοποίησε με το πλέγμα ιδεών της ότι αισιόδοξο και ελπιδοφόρο κόμιζε για τον άνθρωπο και την κοινωνία στη πνευματική του αποσκευή το κίνημα του Διαφωτισμού. Ο Διαφωτισμός, έχοντας ως πλοηγό της πορείας του το πρόσταγμα του αρχηγέτη του J.Kant, όπως αυτό συμπυκνώνεται στη φράση “Sapere aude”, υποδείκνυε τον τρόπο εξόδου του ανθρώπου από το καθεστώς της ανωριμότητας του από το σκότος της αμάθειας και το έρεβος της ακρισίας του νου. Ταυτόχρονα ευαγγελίζονταν της έλευση μιας ορθολογικά και δίκαια οργανωμένης κοινωνίας.
Ο Max Weber, προερχόμενος από το πνευματικό περιβάλλον του νεοκαντιανισμού, θιασώτης του αστικού ήθους και πολιτισμού, θα εξετάσει την κοινωνία ως ιστορικότητα του πολιτισμού, έχοντας ως γνώμονα της ανάλυσης του την αρχή της «αξιολογικής ουδετερότητας» (Wertfreiheit). Η επικράτηση της λογικής κατάφασης της ζωής έθεσε σε κίνηση τη διαδικασία «εξορθολογισμού» (Rationalisierung) της κοινωνίας και την ανάδυση στη Δύση του πνεύματος του καπιταλισμού με άξονα αναφοράς την «προτεσταντική ηθική». Ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του νεότερου δυτικού πολιτισμού οφείλεται κατά τον Weber στην «απομάγευση του κόσμου» (Entzauberung der Welt), πράγμα που σημαίνει την απογύμνωση της ζωής από κάθε μυθικό, μεταφυσικό, εθιμικό, θρησκευτικό και ανορθολογικό στοιχείο, όπως μας έδειξε στο κλασσικό στο είδος έργο του F.Tonnes “Geneinschaft und Gesellschaft” (Κοινότητα και Κοινωνία).
Το αστικο-καπιταλιστικό φαινόμενο που γεννήθηκε και αναπτύχθηκε στη Δύση, συνέπεια των δύο μεγάλων επαναστάσεων, της Βιομηχανικής και της Γαλλικής, επέφερε μια σειρά
αλλαγών. Η δυναμική των αλλαγών, με φορέα την αστική τάξη, μετασχημάτισε τη Μεσαιωνική Δύση από “societas christiana” σε κοσμική Ευρώπη, σ’ ένα σύνολο εθνοκρατικών οντοτήτων και ιδιαιτεροτήτων.
Η Ευρώπη ως νέα και ορθολογικά οργανωμένη πραγματικότητα, αναπαριστούσε στον αντιληπτικό ορίζοντα των ανθρώπων το καινούργιο και το προοδευτικό και προοιώνιζε, λόγω των επιστημονικών της επιτευγμάτων και της απελευθέρωσης των κοινωνικών της δυνάμεων από το καθεστώς της ακινησίας και της κλειστότητας των φεουδαρχικών δομών, ένα ελπιδοφόρο μέλλον.
Ήδη από τον 19ο αιώνα, η αισιόδοξη αυτή αντίληψη για τα επιτεύγματα της τεχνικής και της εκτεταμένης εφαρμογής της στην παραγωγική διαδικασία άρχισε, με την επιτάχυνση των ρυθμών εξορθολογισμού της ζωής και την πίεση των παρενεργειών που προκαλούσε ο ψυχοφθόρος μηχανισμός της αυτοματοποίησης στη βιομηχανία, να κλονίζεται. Η πολλά υποσχόμενη ιδέα της προόδου άρχισε να αντιμετωπίζεται κριτικά, καθώς έμπαινε σε κίνηση ο νόμος της «ετερογονίας των σκοπών».
Στο πλαίσιο αυτό εντάσσεται η κριτική του κινήματος του Ρομαντισμού και το αίτημα του για ολοκλήρωση της χειραφέτησης με την υπέρβαση των αστικών προϋποθέσεων της, όπως, επίσης, και η κριτική του K.Marx, ο οποίος, στην προσπάθεια του να συλλάβει σε βάθος την πραγματικότητα της εποχής του, διέκρινε την ανάπτυξη του ψυχοκοινωνικού φαινόμενου της «αλλοτρίωσης» στις σχέσεις που αναπτύσσονται στο εσωτερικό της καπιταλιστικής κοινωνίας. Δηλωτικό της πολλαπλής αποξένωσης των ανθρώπων και της αντιμετώπισης των σχέσεων ανάμεσα στους ανθρώπους ως σχέσεις ανάμεσα σε πράγματα.
Η αποθέωση της ιδέας της προόδου και των συμπαρομαρτούντων ιδεών του ορθολογισμού, του θετικισμού και του οικονομικού φιλελευθερισμού, πάνω στις οποίες στήριξε η Ευρώπη το μεγαλεπήβολο κοινωνικό- οικονομικό της οικοδόμημα.
Αποδείχθηκε για την ασθμαίνουσα συνείδηση της, ότι ήταν μια ψευδαίσθηση, μια μεγάλη απάτη. Την αυταπάτη αυτή ανέδειξε το αιρετικό πνεύμα του F.Nietzche με τη σιβυλλική και τη συμβολική φράση “Cott ist tott”.
Η αναγγελία του θανάτου, η απουσία του από την ζωή του ανθρώπου, άφησε ανερμάτιστο και ολομόναχο το νεωτερικό υποκείμενο, το έφερε σε τραγική σύγκρουση με τον εαυτό του. Το έθεσε μπροστά στο μηδέν και το χάος, στο βαθμό που μέρα με την μέρα, συνειδητοποιούσε τη βαρβαρότητα της νέας κοινωνικής συνθήκης, η ύπαρξη της οποίας διατάραξε την ισορροπία της ανθρώπινης φύσης. Το αίτημα για κάθαρση και η νοσταλγία για μια εσωτερική συλλογικότητα μετατράπηκε ανεπίγνωστα σε μαζική σφαγή. Ο προφητικός λόγος του Nietzche προανήγγειλε την έλευση του αιώνα των δολοφόνων, που θα έσβηναν τα φώτα του πολιτισμού πάνω στο στερέωμα της Ευρώπης. Η πρόρρηση του δε θα αργήσει να επαληθευτεί.
Τον 20ο αιώνα, ο ιστορικός ορίζοντας της Ευρώπης θα αμαυρωθεί από πολέμους και θα συγκλονιστεί από καταστροφές. Πάνω στην πυρπολημένη γη της θα σωριαστούν ερείπια και η ατμόσφαιρα θα διαπεραστεί από οιμωγές μαζικών θανάτων. Η βαρβαρότητα του ολοκληρωτισμού θα είναι πλέον πραγματικότητα. Η ιστορία, ως πραγματικότητα και συνείδηση, θα αποκτήσει τραγικό χαρακτήρα. Και όπως έλεγε ο James Joyce «η Ιστορία θα προβάλει σαν εφιάλτης, από τον οποίο προσπαθεί ο άνθρωπος να ξυπνήσει από τον ύπνο του». Αφυπνισμένος, στα μέσα του 20ου αιώνα, ο άνθρωπος από τον ύπνο του και ζαλισμένος από την αποφορά του ζοφερού περιβάλλοντος του θα θέσει σε λειτουργία τους μηχανισμούς της υπεραναπλήρωσης του.
Η απαίτηση της καθημαγμένης ψυχής για ειρήνη στο κόσμο, για ατομική ευτυχία, οικονομική ευημερία και ανεμπόδιστη ελευθερία, ως επιγενόμενα ψυχολογικών αναγκών, οδήγησαν το νεωτερικό υποκείμενο να ιππεύσει πάνω στις χαίτες χιμαιρικών ονειροπολήσεων και να ακολουθήσει ομιχλώδεις ατραπούς. Τον καθήλωσαν «στα σκότη του στιγμιαίως ζήν» (Ernst Bloch). Η απονοηματοδοτημένη ελευθερία του μετατράπηκε σε άκρατο ατομικισμό, σε φιλάρεσκο εγωισμό και σε αδιαφορία για τη συλλογική του μοίρα. Η επιθυμία του για ευζωΐα και ευδαιμονία βρήκε διέξοδο σε εφήμερες απολαύσεις, στον αισθησιασμό του θεάματος, που του προσέφερε απλόχερα η «πολιτιστική βιομηχανία» (T.Adorno) και του παρείχε πλουσιοπάροχα με τα ερεθιστικά της προϊόντα η αγορά , μεταμορφώνοντας τον με το μαγικό της ραβδί σε αδηφάγο καταναλωτή.
Στη βάση αυτών των προϋποθέσεων, ο γιγάντιος και πολύμορφος καπιταλιστικός μηχανισμός, οργανωμένος, με στόχο την ικανοποίηση των μαζικών (ψευδο) αναγκών, σαν αθέατος ιστός, θα κρατήσει δέσμιους τους ανθρώπους στην αέναη ροή της κατανάλωσης.
Το αυθύποτακτο του μεταπολεμικού ανθρώπου στα κελεύσματα των απρόσωπων δυνάμεων της αγοράς έγινε η πρώτη ύλη για την παραγωγή και αναπαραγωγή «εκατομμυρίων αντιτύπων» (Κ. Καστοριάδης), «ετεροκατευθυνόμενων» (D.Riesmann), ευκολοχειραγωγούμενων και πνευματικά εκπτωχευμένων ατόμων.
Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες, ο άνθρωπος απώλεσε τη βούληση του, την ιδιαιτερότητα της ύπαρξης τους, την ευκρασία των συναισθημάτων του για τους συνανθρώπους του, αποξήρανε το εύχυμο της ψυχοδομής του, περιόρισε το βλέμμα του στο άμεσο παρόν και τις απαιτήσεις του στο «εδώ και τώρα».
Η προβολική αναφορικότητα στον εαυτό του τον εμπόδισε να λάβει μέρος στις μεγάλες αγωνίες και τις συγκινησιακές διεργασίες που συνωθούνται στο υπόστρωμα του κοινωνικού «είναι», ως προοίμιο κάθε ανατροπής.
Η ιδιώτευση, ως ταπεινωτικός και περιθωριακός τρόπος ζωής, σε συνδυασμό με τον εγκλωβισμό του υποκειμένου σε συστημικές λογικές, επέφεραν την «αποικιοποίηση του κοινωνικού βιόκοσμου» (J. Habermas), πίσω από την οποία υποκρύπτονται οι μηχανισμοί της πιο αμείλικτης εξουσίας (M. Foucault). Συνέχεια της διαδικασίας εξορθολογισμού της ζωής και κορύφωσης της είναι η «εργαλειοποίηση της λογικής».
Στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα και μπρος στην ανυπαρξία αντίπαλου δέους προβάλλει το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης της οικονομίας της αγοράς, που προωθούν οι δομήτορες της «νέας τάξης πραγμάτων», δηλαδή το μετασχηματισμένο από βιομηχανικό σε χρηματοπιστωτικό και εμπορικό κεφάλαιο, με τις αποεδαφικοποιημένες επιχειρήσεις – νομάδες του και τη συνδρομή των ψηφιακών τεχνολογιών των επικοινωνιών.
Αποδεσμευμένη η παγκοσμιοποιημένη αγορά από εθνοκρατικούς ελέγχους και απαλλαγμένη από ηθικούς φραγμούς με τον εξαπλούμενο και χωρίς αντίπαλο στον κόσμο δυναμισμό της, επιχειρεί να οργανώσει τον πλανήτη ως ενιαίο, πολιτισμικά ομογενοποιημένο και να τον κάνει κοινωνικά αδρανοποιημένο, αποψιλώνοντας τον από τη ζωντάνια των κοινωνικών αντιθέσεων και των πολιτικών αντιπαραθέσεων.
Πρόκειται για ένα εφιαλτικό σενάριο που η εκτύλιξη του βρίσκεται στις παρυφές της πραγματικότητας, αν λάβει κανείς υπόψη του ότι οι απρόσωπες δυνάμεις της αγοράς, με τα δίκτυα επικοινωνίας και (επιλεκτικής) πληροφόρησης που διαθέτουν, προβάλλουν και προωθούν ιδεολογικά μηνύματα, τα οποία ανεπαισθήτως δημιουργούν πρότυπα συμπεριφοράς και εθισμούς. Διαμορφώνουν γούστα και στυλ (lifestyle) κατασκευάζουν περιεχόμενα ζωής. Τα πάντα αναθεωρούνται κάτω από το πρίσμα των απαιτήσεων της παγκοσμιοποιημένης αγοράς για να καταλήξουν στην ολοκλήρωση του τέρατος του ολοκληρωτισμού. Η μέχρι τώρα πορεία του κατασκευασμένου και συσκευασμένου για κατανάλωση μετανεωτερικού πολιτισμού έδειξε τη μετάλλαξη της ιδιότητας του πολίτη σε πειθήνιο πελάτη και τη μετατροπή του σε άθυρμα των χρηματοπιστωτικών στρατηγικών του κεφαλαίου.
Η κρισιογόνος και μεταβατική αυτή περίοδος που διανύουμε τόσο εμείς, όσο και άλλοι λαοί, και που ελπίζω να είναι προσωρινή, ήρθε από το ένα μέρος να διαψεύσει την προσταγή του Kant, που αξίωνε με τα εμβληματικά του λόγια από τον άνθρωπο «να μεταχειρίζεται το νου του χωρίς την καθοδήγηση ενός άλλου». Και από το άλλο μέρος να επαληθεύσει τα λόγια του για το ρόλο που παίζουν οι πάσης φύσεως κηδεμόνες:
«Αφού πρώτα αποβλάκωσαν τα κατοικίδια ζώα τους, φρόντισαν επιμελώς να μην επιτρέπεται σ’ αυτά τα ήσυχα πλάσματα να αποτολμήσουν έστω και ένα βήμα έξω από την κλούβα, στην οποία τα έχουν κλείσει, τους επισημαίνουν ύστερα τον κίνδυνο που τα απειλεί, αν δοκιμάσουν αν περπατήσουν μόνα τους.»
Η κατάσταση αυτή του κομφορμισμού της ετερονομίας και της ακρισίας του νου προβάλλει στην ιστορία ως μια ακόμα οπισθοδρόμηση, τα στοιχεία της οποίας είναι η ηθική ένδεια, η οικονομική εξαθλίωση, η ψυχική ερήμωση, η ταπείνωση, η βουλησιακή απραξία, η αποπολιτικοποίηση και η αποδιοργάνωση της συλλογικής ζωής. Περιττό να λεχθεί ότι το κατασκευασμένο, κάτω από την καταλυτική οικονομική και πολιτική στρατηγική του κεφαλαίου, παρόν μας, μυρίζει ολοκληρωτισμό. Και θυμίζει, τηρουμένων των αναλογιών, τη μετάθεση του κέντρου βάρους των επιθυμιών, αναγκών και ενορμήσεων των ανθρώπων προς το πρόσωπο του αρχηγού- κηδεμόνα, σύμφωνα με το σύνθημα του ναζισμού που έλεγε: “mein Fuher denkt fur mich” (ο Αρχηγός μου σκέπτεται για εμένα).
Έτσι, δεν είναι τυχαίο ότι οι πάσης φύσεως απρόσωποι εξουσιαστές ή εμπρόσωποι «αρχηγοί», «κηδεμόνες», «πατερούληδες» εμφανίζονται στην ιστορία - όταν σταματάει η κριτική ικανότητα του νου, όταν αποσυντίθενται όλες οι αναγκαίες για τον άνθρωπο αξίες και ιδέες, εκεί που επικρατεί η άγνοια και η δειλία – για να επιβάλουν με την βία την «τάξη» και να προασπίσουν δήθεν την «ασφάλεια», υποθηκεύοντας την ανθρώπινη ελευθερία, κατακερματίζοντας ανθρώπους και συλλογικότητες. Και όπως λέει ο Manuel Castells: «Το παγκόσμιο αυτόματο καταπίνει τα κράτη- θαλασσοπόρους και μετατρέπει τις κοινωνίες σε εκβράσματα ενός ιστορικού ναυαγίου.»
Αξίζει να σημειωθεί ότι η εικόνα αυτής της κοινωνίας, είτε εκ προθέσεως είτε εξ αποτελέσματος, έχει τους θεωρητικούς απολογητές της, Θεωρητικός εκφραστής της «μεταμοντέρνας κατάστασης» (condition metamoderne), με εισηγητή του όρου του Francois Lyotard, είναι η μεταμοντέρνα σκέψη, η οποία με τις αποδομητικές και εθνονιχιλιστικές ιδέες που πλασάρει και τη νέα υποκειμενικότητα που προωθεί, έρχεται να βάλει τη σφραγίδα της όχι μόνο στις «μεγάλες (αυτοδιαψευσθείς) αφηγήσεις», αλλά κυρίως στον εκπεσμό του λόγου, στην έκλειψη του υποκειμένου, στη διόγκωση της εγωτικότητας, στην κονιορτοποίηση του συλλογικού εαυτού, στον κατακερματισμό των ταυτοτήτων, στην «ρευστοποίηση» (Z. Baumann), είτε κάθε αποκτημένης από γονική παροχή, είτε κατακτημένης από προσωπικό αγώνα ιδιότητας του ανθρώπου, με τη μεταβολή του σε «άνθρωπο χωρίς ιδιότητες» (R.Musil).
Τα ερωτήματα που προκύπτουν με τα απ’ όλα αυτά είναι:
Ο άνθρωπος…
- θα υποκύψει στο παιχνίδι της αυτοκαταστροφής του, που διεξάγεται με αυτόν, αλλά χωρίς αυτόν; Θα αφεθεί αμαχητί να του εκμηδενίσουν ολοσχερώς των προσωπικότητα του και τις υπαρκτικές δυνατότητες του; Ή θα αποφασίσει, με τους έμφυτους μηχανισμούς ανάδρασης που διαθέτει, να δράσει ως ιστορικό υποκείμενο, αφυπνίζοντας τις δυνάμεις που βρίσκονταν εν ύπνωσει εντός του, κάνοντας τις να θριαμβεύσουν, αναστρέφοντας τη ροή των πραγμάτων;
- θα δώσει την ευκαιρία στον εαυτό του, με μια κίνηση αυθυπέρβασης , να αναχαιτίσει τις προκατασκευασμένες αναγκαιότητες και το ιδεολογικό σύστημα ιδεών, που προπαγανδίζει την εξουσία της μιας και μοναδικής σκέψης και δράσης, διαρρηγνύοντας το άτυπο συμβόλαιο που έχει συνάψει με την αγορά, δοκιμάζοντας με την συμπεριφορά του τα όρια της μαξιμαλιστικής γεωγραφίας της εξουσίας της αγοράς;
- θα επιδιώξει, σε μια προσπάθεια ενδοσκόπησης του να αναζητήσει το «κατ’ αλήθειαν ζην», αντλώντας δυνάμεις από τα αποθέματα των μη πραγματοποιημένων δυνατοτήτων του, με το υλικό των οποίων θα αυτοπραγματωθεί, πραγματώνοντας με τα ενεργειακά κοιτάσματα που διαθέτει, ένα περιεκτικό σχήμα βίου; Βίος που εξ’ ορισμού συμπεριλαμβάνει τους ανθρώπους σ’ ένα «εμείς», σε μια νέα οντολογία του συλλογικού, δίνοντας τους το αίσθημα της συντροφικότητας και της αλληλεγγύης, μέσα από αναγνωριστικές χειραψίες, εξομολογητικές, τελετουργίες, πνευματικές μεθέξεις και μετακενώσεις του ενός προς τον άλλο ενός πλούτου βιωμάτων, εμπειριών και αποσταγμάτων αγάπης;
Η διάχυτη στον ορίζοντα κρίση, ως συνέπεια τόσο της απουσίας ενός κόσμου χωρίς σταθερό κέντρο αναφοράς και με ρευστά όρια, όσο και λόγω της αντιφατικής σχέσης που έχουμε δημιουργήσει εμείς οι Έλληνες με την παραπαίουσα σήμερα Δυτική Ευρώπη. Την Ευρώπη των συγγνωστών ή ασύγγνωστων προσδοκιών μας, των ματαιώσεων και διαψεύσεων μας – μας παρέχει ευκαιρίες αναστοχασμού. Η αυτογνωσία καθίσταται επιτακτική ανάγκη. Τα αποτελέσματα μιας αυτογνωσιακής διεργασίας θα φανούν όχι στο επίπεδο της βραχείας χρονικότητας, των ανακόλουθων κινήσεων, των σπασμωδικών χειρονομιών και των βραχνών φωνασκιών, αλλά στην βασανιστική κλίμακα του χρόνου. Τότε ωριμάζουν οι συνειδήσεις και οξύνονται οι αντιφάσεις, τότε οι αφηρημένες ιδέες γίνονται κατευθυντήριοι άξονες ζωής, κοινωνικές πράξεις, που εμπεριέχουν το σπέρμα της ανατροπής.
Το στοίχημα του νεωτερικού υποκειμένου με την ιστορία θα κριθεί στο νήμα, στο τεντωμένο σκοινί της ακροβασίας.
Εκεί δοκιμάζεται η προετοιμασία του ακροβάτη.
Εκεί παραμονεύει η απροσδιοριστία της αρχέγονης ορμής.
Εκεί βρίσκεται το ανθρώπινο απρόβλεπτο.
Εκεί ελλοχεύει η ποιητική της επ-ανάστασης που εξυφαίνεται πάνω στον καμβά των διαλεκτικών σχέσεων παρελθόντος- παρόντος και μέλλοντος.
Εκεί, στην βαθιά κατάνυξη στους εαυτούς μας, εγκαταβιώνει το αυθόρμητο, το πηγαίο και το άδολο.
Εκεί ενεδρεύει το πυρίμαχο φορτίο που φέρει ο κάθε άνθρωπος μέσα στον πυρακτωμένο εαυτό του, έτοιμος να το εκτινάξει, για να διαλάμψει η σκοτεινότητα των ιστορικών του στιγμών.
Εκεί μας περιμένει για να μας λυτρώσει ο “Angelus Novus” (W.Benjamin) της ιστορίας, διανοίγοντας με τις απελευθερωτικές φτερούγες του, ως καλός σκαπανέας νέους δρόμους διέλευσης της υπαρξιακής μας σημαντικής, ανευρίσκοντας νέους βιότοπους, μια ευ-τοπία, για να εναποθέσουμε το σκεύος της ζωής μας, τις νοσταλγίες και τις ελπίδες μας, γιατί όπως λέει ο ποιητής F. Holderlin «εκεί που μεγαλώνει ο κίνδυνος, εκεί και η σωτηρία μας».
«Ας μη καθυστερούμε τη δουλειά,
χρόνο και χέρι ας μη τα σπαταλάμε!
Ας βγάλουμε πηλό από την οπή,
ας πριονίσουμε την πέτρα.
Να μη σβηστεί το πυρ μες στο καμίνι»
T.S.Eliot
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου