Στην Κύπρο έχουμε πια ξεπεράσει τα όρια. Έχουμε λησμονήσει πως «η ανώτατη αρετή δεν είναι να ’σαι λεύτερος, παρά να μάχεσαι για την ελευθερία»
Μακρύς ο κατάλογος των αγνοουμένων. Από τότε πένθιμα τα καλοκαίρια μας, που νομίζουμε πως τα ζήσαμε. Πώς όμως τα ζήσαμε; Μόνη μας έγνοια η επιβίωση, έτσι χωρίς πυξίδα, χωρίς πολικό αστέρα, με τον φόβο του θανάτου να ορίζει τις μέρες μας, με το βλέμμα του ηττημένου να εξουθενώνει τα χρόνια μας. Βέβαια η οδυνηρή εμπειρία μάς έχει διδάξει πως η ζωή είναι πιο μεγάλη από την αγάπη και πρέπει να τη ζήσουμε. Γιατί μας δόθηκε για να τη νοηματοδοτήσουμε, να της επιδαψιλεύσουμε όλη μας τη δύναμη, να φωτίσουμε με τον χρωστήρα της αγάπης τις σκοτεινές και άθλιες πλευρές της.
Τρεμάμενη η φωνή του δημοσιογράφου στο ραδιόφωνο να φτάνει σε μένα σαν κραυγή. Διαβάζει τα ονόματα 91 ηρώων της τουρκικής εισβολής. Παιδιά 18 και 19 χρονών, που έμειναν εκεί στην αγαπημένη γη και αγωνίστηκαν για την ελευθερία της, κάνοντας πράξη το θουκυδίδειο «το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον κρίναντες μη περιοράσθε τους πολεμικούς κινδύνους». Διαβάζει μόνο τα ονόματά τους και τον τόπο καταγωγής τους. Στο μυαλό μου, όμως, μέσα σε εκκωφαντική ησυχία γράφονται τα ονόματα και οι μορφές των γονιών τους, βλέπω τα αδέλφια τους να
παίζουν μαζί τους κάτω από την κληματαριά, βλέπω την πρώτη τους αγάπη να τους περιμένει στο ακροθαλάσσι, βλέπω όσους πολέμησαν μαζί τους να στέκουν όρθιοι με αιμάσσουσες, όμως, τις ψυχές!
Βλέπω όσα δεν πρόλαβαν να ζήσουν… Αγνοούμενους τους ονομάσαμε, ενώ γνωρίζαμε πως είναι ήρωες. Και συνεχίζουμε να το ξεχνούμε και ζούμε τη ζωή μας αδιάφορα, ενώ κάθε βδομάδα κηδεύουμε τα απομεινάρια λειψάνων αυτών των ηρώων. Τους δολοφόνησαν οι Τούρκοι τo 1974, τους «δολοφονούμε» και εμείς σήμερα με τη συνηθισμένη πλέον αδιαφορία της κυπριακής κοινωνίας.
Αφήνουμε μόνους τους γέρους γονείς, αν δεν έφυγαν με τον καημό, τα αδέλφια και τα εγγόνια μπροστά σε ένα μικρό κουτί, που είναι πολύ μικρό για να χωρέσει τη θυσία τους. Τους αφήνουμε μόνους μέσα σε μια σχεδόν άδεια εκκλησία να παρακολουθούν αμίλητοι, με συντροφιά τον ασίγαστο πόνο, τις τιμές που τους αποδίδει τυπικά μια χρεοκοπημένη πολιτεία, να ακούν την ξύλινη και ανούσια γλώσσα των πολιτικών επικήδειων - «επιτήδειων;»- και όχι λόγια που να αξίζουν σε ήρωες. Λόγια που να μιλούν για ανδρεία -«άνδρες;»-, όπως το ομηρικό «Αιέν αριστεύειν και υπείροχον έμμεναι άλλων, μηδέ γένος πατέρων αισχυνέμεν», για αξιοπρέπεια, για την αγάπη στην πατρίδα, για τον αγώνα για απελευθέρωση της γης μας, για όλες εκείνες τις αλήθειες που σήμερα έχασαν τον προορισμό τους και αναζητούν εναγωνίως την αρχική τους κοιτίδα.
Και θα είμαστε πραγματικά πολύ μικροί, αν νομίζουμε πως η αλήθεια είναι υποκειμενική και διαφοροποιείται ανάλογα με το πολιτικό και κομματικό κατεστημένο, τις καθημερινές μας μικρότητες, τον πνευματικό μας νανισμό, την ανοησία μας να πιστεύουμε πως πατρίδα είναι τα οικόπεδά μας, που τα ξεπουλούμε χωρίς αιδώ στον κατακτητή, αυτόν που δολοφόνησε τα παιδιά μας που σήμερα θάβουμε «με τιμές». Λυπούμαι γιατί υποχρεώνομαι να χρησιμοποιήσω δηκτική γλώσσα, αλλά πρέπει να κατανοήσουμε όλοι πως όταν διασαλευθεί η ηθική τάξη, θα ακολουθήσει η Νέμεσις. Και στην Κύπρο έχουμε πια ξεπεράσει τα όρια. Έχουμε λησμονήσει πως «η ανώτατη αρετή δεν είναι να ’σαι λεύτερος, παρά να μάχεσαι για την ελευθερία». Δεν έχουμε, λοιπόν, άλλη επιλογή! Αυτό επιτάσσει η θυσία των ηρώων του 361 Τάγματος Πεζικού.
ΜΑΡΙΑ ΙΩΑΝΝΙΔΟΥ
Φιλόλογος
Φιλόλογος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου