Σελίδες

Δευτέρα 22 Ιουλίου 2013

Η ΜΥΣΤΙΚΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ Η ΝΕΑ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΤΑΞΗ

Δρ Νικόλαος Λάος
(Συγγραφέας)

Copyright: www.rieas.gr

Σημείωση (Το παρόν άρθρο βασίζεται στο βιβλίο του συγγραφέα με τίτλο «The Hesychastic Illuminism and the Theory of the Third Light – Metaphysics, Metapolitics and Ethics», που θα εκδοθεί από τον αγγλικό εκδοτικό οίκο White Crane Publishing Ltd το Φθινόπωρο του 2013.)

Η Διπλωματία της Πίστης (Faith-Based Diplomacy) ως αντικείμενο επιστημονικής διερεύνησης αποτελεί ένα καινούργιο πεδίο της διπλωματίας, το οποίο γεννήθηκε στις αρχές του 21ου αιώνα μέσα από ερευνητικά ιδρύματα των ΗΠΑ τα οποία μελέτησαν μεθοδικώς τη διαλεκτική μεταξύ θρησκείας και πολιτικής και την ιδιαιτερότητα των συγκρούσεων στις οποίες πρωταγωνιστικό ρόλο διαδραματίζει η διαφορά πολιτιστικών και ειδικώς θρησκευτικών ταυτοτήτων μεταξύ των αντιμαχομένων πλευρών. Η διπλωματία της πίστης είναι εγκεντρισμένη στην έννοια του θείου. Στο πλαίσιο της διπλωματίας της πίστης, το όραμα που κατευθύνει την πολιτική πράξη, οι θεμελιώδεις υποθέσεις που γίνονται σχετικά με τη φύση του ανθρώπου και της πολιτικής τάξης, και οι κανόνες που διέπουν την πολιτική συμπεριφορά αναλύονται ως συνέπειες του τρόπου με τον οποίο η εκάστοτε ανθρώπινη κοινότητα κατανοεί τη φύση και τη δράση του θείου.

Η θρησκεία διαδραματίζει κεντρικό ρόλο στη δόμηση της ταυτότητας των ανθρώπων και δίδει νόημα στις ζωές των ανθρώπων. Εξ ου και η θρησκεία διαδραματίζει σημαντικό ρόλο για την ατομική πρόοδο και ψυχική υγεία των ανθρώπων, εφόσον επηρεάζει το εννοιολογικό και συμβολικό σύμπαν, τα αρχέτυπα και τις αξίες των ανθρώπων. Ο Ζμπίγκνιεβ Μπρεζίνσκι (Zbigniew Brzezinski), πρώην σύμβουλος εθνικής ασφαλείας του Αμερικανού Προέδρου Κάρτερ, έγραψε το 1993 στο βιβλίο του Out of Control (New York: Collier Books, σελ. 131) τα εξής σχετικά με τη θρησκεία ως παράγοντα της Ευρωπαϊκής ενότητας και βεβαίως ταυτότητας: «Παρ’ ότι η επίδραση της θρησκείας επί της Ευρωπαϊκής κουλτούρας έχει σε μεγάλη έκταση εξασθενίσει, και η Ευρώπη σήμερα –και ακόμη περισσότερο η Αμερική– είναι ουσιαστικά μια εκκοσμικευμένη κοινωνία, η επίδραση της κοινής Χριστιανικής παράδοσης παραμένει. Προσδίδει στην Ευρώπη τα υποστυλώματα ενός
κοινού ηθικού συστήματος και συγχρόνως εφοδιάζει την Ευρωπαϊκή κουλτούρα με μια οικουμενική φιλοσοφική απήχηση».

Επίσης, η θρησκεία κατέχει κεντρική θέση στις πολιτικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων σε εθνικό και διεθνές επίπεδο, ειδικώς δε σε συγκρούσεις που έχουν να κάνουν με διαφορές στις ταυτότητες των συγκρουομένων πλευρών. Σχεδόν όλες οι διεθνείς συγκρούσεις που λαμβάνουν χώρα στα τέλη του 20ού αιώνα και στις αρχές του 21ου αιώνα –π.χ. Αφγανιστάν, Κόσοβο, Ινδονησία, Νιγηρία, Τσετσενία, Κασμίρ, Σουδάν, Σρι Λάνκα– δείχνουν πόσο σημαντική είναι η θρησκευτική συνιστώσα στις εχθροπραξίες. Tον Οκτώβριο του 2010, το Κέντρο για την Πολιτική Ασφαλείας (Center for Security Policy), στην Ουάσινγκτον, ολοκλήρωσε μια μελέτη άνω των 300 σελίδων υπό τον τίτλο Σαρία –Η Απειλή για την Αμερική (Shariah –The Threat to America), στην οποία δείχνει μεθοδικώς τους τρόπους με τους οποίους η θρησκεία του Ισλάμ μπορεί να αποτελέσει κορυφαίο πρόβλημα εθνικής ασφαλείας για τις ΗΠΑ.

Επίσης, η θρησκεία διαδραματίζει αποφασιστικό ρόλο στον τρόπο με τον οποίο ορίζονται η ψυχική υγεία και η ψυχική ασθένεια του ανθρωπίνου προσώπου καθώς και η ευτυχία αυτού. Παρ’ ότι «η θρησκεία έχει υπάρξει μια από τις σημαντικότερες δυνάμεις σε ολόκληρη την ανθρώπινη ιστορία» –όπως έγραψε το 1998 ο Χάρολντ Πίνκους (Harold Pincus), Αναπληρωτής Ιατρικός Διευθυντής του Γραφείου Ερευνών του Αμερικανικού Ψυχιατρικού Συνδέσμου (American Psychiatric Association)– «τα επαγγέλματα υγείας και ψυχιατρικής δεν έχουν γενικά αναγνωρίσει αυτήν τη δύναμη» (Harold Alan Pincus, M.D., στον πρόλογο του βιβλίου «Handbook of Religion and Mental Health», ed. Harold G. Koening, Academic Press, San Diego, CA, 1998, σελ. xxv). Ιδιαιτέρως διακεκριμένη θέση μεταξύ των επιστημόνων που προωθούν τον διάλογο μεταξύ θρησκείας και επιστήμης κατέχει μια ομάδα επιστημόνων από το Πανεπιστήμιο Duke, οι οποίοι έχουν εργαστεί μεθοδικά για να συγκεντρώσουν συστηματικές εκτιμήσεις που αφορούν στη σχέση μεταξύ θρησκείας και υγείας, ειδικότερα δε της ψυχικής υγείας. Δεν είναι τυχαίο λοιπόν το γεγονός ότι δύο από τους συγγραφείς του πρωτοποριακού βιβλίου «Handbook of Religion and Health», που πραγματεύεται τον δεσμό μεταξύ θρησκείας και επιστημών υγείας, το οποίο εκδόθηκε το 2001, ήταν επαγγελματίες της υγείας συνδεδεμένοι με το Πανεπιστήμιο Ντιούκ: ο Χάρολντ Κένιγκ (Harold Koenig), καθηγητής ψυχιατρικής και διευθυντής του Κέντρου για την Πνευματικότητα, τη Θεολογία και την Υγεία (Center for Spirituality, Theology and Health) του Πανεπιστημίου Ντιουκ και ο Ντέιβιντ Λάρσον (David B. Larson), καθηγητής ψυχιατρικής και επιστήμης της συμπεριφοράς στο Πανεπιστήμιο Ντιούκ (Harold G. Koenig, M.D., Michael E. McCullough, Ph.D., and David B. Larson, M.D., Handbook of Religion and Health, Oxford University Press, New York, 2001).

Τη σημασία της διπλωματίας της πίστης και το πώς την αντιμετωπίζει ο ατλαντικός παράγοντας καταδεικνύουν και αποκαλύπτουν τα ακόλουθα κέντρα ερευνών και σπουδών αυτού του επιστημονικού πεδίου:
Διεθνές Κέντρο για τη Θρησκεία και τη Διπλωματία (International Center for Religion and Diplomacy) ICRD: Αυτό το ερευνητικό κέντρο, γνωστό με το αρκτικόλεξο ICRD εδρεύει στην Ουάσινγκτον και είναι μια μη κυβερνητική οργάνωση η οποία δηλώνει ότι η αποστολή της είναι να αποτρέπει και να επιλύει συγρούσεις που έχουν να κάνουν με ζητήματα πολιτιστικής/θρησκευτικής ταυτότητας και υπερβαίνουν, ως εκ της φύσεώς τους, την εμβέλεια της παραδοσιακής διπλωματίας. Εξ ου και το ICRD αντιμετωπίζει τη θρησκεία ως μέρος της διαδικασίας επίλυσης συγκρούσεων. Η επιστημονική θεμελίωση και η μεθοδολογία του ICRD αναπτύσσονται στα εξής τρία βιβλία: 1) «Religion, the Missing Dimension of Statecraft» (Εκδ. Oxford University Press, 1995), 2) «Faith-based Diplomacy: Trumping Realpolitik» (Εκδ. Oxford University Press, 2008) και 3) «Religion, Terror, and Error: U.S. Foreign Policy and the Challenge of Spiritual Engagement» (Εκδ. Praeger, 2011), των οποίων συγγραφέας είναι ο Ντάγλας Τζόνστον (Douglas M. Johnston Jr), ο οποίος είναι ο ιδρυτής και πρόεδρος του ICRD. Αυτά τα τρία βιβλία ερευνούν τον θετικό ρόλο που μπορούν να παίξουν η θρησκεία και γενικά πνευματικοί παράγοντες τόσο στην πρόληψη και επίλυση συγκρούσεων καθώς όσο και στην πρόκληση επιθυμητών κοινωνικών αλλαγών ειδικά σχετικά με τα ζητήματα της δικαιοσύνης και της συμφιλίωσης. Επίσης τα προαναφερθέντα βιβλία τονίζουν την ανάγκη να ενσωματωθεί η θρησκεία στην πρακτική τής διεθνούς πολιτικής και παρέχουν συγκεκριμένες οδηγίες για το πώς μπορεί να γίνει αυτό.Το ICRD έχει αναπτύξει πρακτικά προγράμματα «διπλωματίας της πίστης» (Faith-based Diplomacy), όπως αποκαλεί τη σύνθεση της θρησκείας, της πνευματικότητας και της διπλωματίας, στο Αφγανιστάν, στο Ιράκ, στο Κασμίρ, στη Μέση Ανατολή, στη Σαουδική Αραβία, στο Πακιστάν και στις ΗΠΑ. Ο ιδρυτής και πρόεδρος του ICRD, Ντάγλας Τζόνστον, είναι απόφοιτος της Ακαδημίας του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ και διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Σε ηλικία 27 ετών ήταν ο νεότερος σε ηλικία διοικητής πυρηνικού υποβρυχίου στο Πολεμικό Ναυτικό των ΗΠΑ. Πριν αναλάβει την προεδρία του ICRD, ο Ντάγλας Τζόνστον ήταν αντιπρόεδρος του think-tank Center for Strategic and International Studies, το οποίο εδρεύει στην Ουάσινγκτον και στο διοικητικό του συμβούλιο συμμετέχουν κορυφαία στελέχη της ατλαντικής πολιτικής ελίτ, όπως ο Χένρι Κίσινγκερ και ο Ζμπίγκνιεβ Μπρζεζίνσκι. Το ICRD και ο Ντάγλας Τζόνστον προσωπικά έχουν δώσει ποικίλες εκπαιδευτικές διαλέξεις με θέμα τη διπλωματία της πίστης σε στελέχη των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών (CIA, NSA, κ.λπ.) και σε στελέχη των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Πρόγραμμα του Πανεπιστημίου Yale με θέμα «Πίστη και Παγκοσμιοποίηση» (Faith and Globalization): Σε συνεργασία με το «Ίδρυμα Πίστης Tony Blair», το οποίο έχει ιδρύσει ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, το Πανεπιστήμιο Yale μελετά την προαγωγή της συμφιλίωσης και του κομφορμισμού μέσα στην ιδρυμένη «Νέα Παγκόσμια Τάξη» των ατλαντιστών, με εργαλείο την πίστη. Αξίζει να σημειωθεί ότι, στα ερευνητικά και στα προχωρημένα μεταπτυχιακά προγράμματα του Πανεπιστημίου Yale, συμμετέχουν, ως καθηγητές και εποπτεύοντες, υψηλόβαθμα στελέχη των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών (κορυφαίο παράδειγμα ο John Negroponte) και των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων.
James A. Baker III Institute for Public Diplomacy του Rice University: Το Ινστιτούτο James A. Baker III για τη Δημόσια Διπλωματία του Πανεπιστημίου Rice (στο Χιούστον του Τέξας) έχει επίσης αναπτύξει ένα δυναμικό πρόγραμμα ερευνών και σπουδών με αντικείμενο τη διασύνδεση μεταξύ της διπλωματίας της πίστης, της δημόσιας πολιτικής και της διεθνούς ασφάλειας.
St. Elias Seminary and Graduate School: Αυτή η μη κερδοσκοπική θρησκευτική και εκπαιδευτική σχολή, που εδρεύει στην περιοχή Χάμιλτον της Βιρτζίνια, έχει αναπτύξει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα διδακτορικών σπουδών στη διπλωματία της πίστης, στο οποίο ο γράφων διετέλεσε ένας εκ των ιδρυτικών διαμορφωτών και καθηγητών (έχω μάλιστα την τιμή να παραμένω μέλος του διδακτικού προσωπικού αυτού του προγράμματος). Το συμβούλιο διοίκησης αυτής της Σχολής περιλαμβάνει τον Αμερικανό πρέσβη δρα Ronald L. Adolphi, στελέχη των αμερικανικών Ενόπλων Δυνάμεων και ιεράρχες της Συρο-ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, άρχισε δε τη λειτουργία του με σκοπό να εκπαιδευτούν στη διπλωματία της πίστης στρατιωτικοί ιεροίς και στελέχοι πολυεθνικών επιχείρησεων που εκτίθενται σε πολυπολιτισμικά και ιδίως πολυθρησκευτικά περιβάλλοντα.

Η πνευματική θεμελίωση μιας φιλελεύθερης και ανθρωπιστικής παγκοσμιότητας

Η θρησκεία είναι μια μεγάλη δύναμη, γεγονός που αποδεικνύεται τόσο συλλογιστικά, αν σκεφθούμε τη σημασία που παίζει στη διαμόρφωση συνειδήσεων και κοινωνικών στάσεων, όσο και πρακτικά, αν μελετήσουμε το ιστορικό γίγνεσθαι. H αλληλόδραση και η διασύνδεση μεταξύ πολιτισμού (civilization) και καλλιέργειας (culture) είναι άρρηκτη. Καθώς ο πολιτισμός αποτελείται από θεσμούς και τεχνολογία, η καλλιέργεια, ή κουλτούρα, έχει ως πυρήνα της τον μύθο και έχει να κάνει με την τέχνη, τη θρησκεία και τη φιλοσοφία. Κανένας πολιτισμός, δηλαδή κανένα σύστημα θεσμών και τεχνολογίας δεν είναι βιώσιμο αν δεν υποστηρίζεται από την κατάλληλη κουλτούρα.

Ειδικότερα η Βίβλος, η οποία βρίσκεται στα πνευματικά θεμέλια του Ευρωπαϊκού κόσμου, μπορεί να αποτελέσει το πνευματικό θεμέλιο ενός εναλλακτικού, ανθρωπιστικού μοντέλου φιλελεύθερης παγκοσμιότητας.

Και η Παλαιά Διαθήκη και η Καινή Διαθήκη διδάσκουν ότι δεν πρέπει να υποτάσσουμε την Αλήθεια ούτε την ανθρωπότητα, ως αξία, στην κυβέρνηση και στις εκάστοτε πολιτικές σκοπιμότητες των αρχόντων. Χαρακτηριστικά είναι τα ακόλουθα Βιβλικά χωρία:

- Έξοδος, 1: οι Εβραίοι παραβαίνουν το διάταγμα του Φαραώ περί εκτέλεσης των νεογνών τους.

- Ιησούς του Ναυή, 2: η Ραάβ ψεύδεται στον βασιλέα της Ιεριχούς σχετικά με τους Εβραίους κατασκόπους.

- Κριταί, 3: ο Εχούδ εξαπατά τους υπουργούς τού βασιλέως και σκοτώνει τον βασιλέα.

- Δανιήλ, 3 και 6: ο Δανιήλ, ο Σεδράχ, ο Μισάχ και ο Αβδενεγώ αρνούνται να συμμορφωθούν με τα διατάγματα του βασιλέως και σώθηκαν θαυματουργικώς δύο φορές.

- Κατά Ματθαίον, 2: Οι Μάγοι από την Ανατολή παρήκουσαν την εντολή που τους έδωσε ευθέως ο Ηρώδης.

- Πράξεις, 5: Ο Πέτρος και ο Ιωάννης επιλέγουν να υπακούσουν στον Θεό και όχι σε ανθρώπους.

Ένα ενδιαφέρον στοιχείο για το πώς αντιμετωπίζει η Βίβλος τη φύση του κράτους αναδύεται στην αφήγηση για τους Πειρασμούς του Ιησού Χριστού (Κατά Ματθαίον, 4:1-11, Κατά Λουκάν, 4:1-13). Σύμφωνα με το Κατά Ματθαίον, ο τρίτος πειρασμός του Χριστού ήταν «τα βασίλεια του κόσμου και η δόξα αυτών», τα οποία ο Σατανάς υπόσχεται να προσφέρει στον Ιησού εάν πέσει και τον προσκυνήσει. Παραδόξως, αν και ο Σατανάς αναφέρεται στην Καινή Διαθήκη ως «άρχων του κόσμου τούτου» (Κατά Ιωάννην, 12:31, 14:30, 16:11), δεν έχουν αναλυθεί επαρκώς αυτή η πονηρή προσφορά του Σατανά προς τον Χριστό και η πολιτική σημασία της.

Ένα από τα θέματα που επαναλαμβάνονται στα Ευαγγέλια, ειδικά στο Κατά Ματθαίον, είναι ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ένας βασιλέας που φέρνει τη Βασιλεία του Θεού μέσα στην ιστορία. Όμως ο ίδιος ο Ιησούς διευκρινίζει: «η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εκ του κόσμου τούτου...η βασιλεία η εμή ουκ έστιν εντεύθεν» (Κατά Ιωάννην, 18:36). Οι κανόνες του θείου βασιλείου, το οποίο ευαγγελίζεται ο Ιησούς Χριστός, σύμφωνα με την Επί του Όρους Ομιλία του, δεν έχουν καμία σχέση με οποιοδήποτε νομικό σύστημα έχει υπάρξει στην ιστορία, εφόσον αφορούν στο νόημα και ειδικότερα στην τελολογία της ιστορικότητας.

Τα ανθρώπινα βασίλεια βασίζονται στην ιστορική ισχύ και στη βία, ενώ η Βασιλεία του Θεού –ουσιαστικά το Πνεύμα Του και μέθεξη σε αυτό– βασίζεται στην ταπεινότητα (Κατά Ματθαίον, 18:4), στην υπηρεσία (Κατά Ματθαίον, 20:26) και στην αγάπη (Κατά Ιωάννην, 13:35). Παρ’ ότι δεν μπορούμε, ως ιστορικά όντα, να αποδεσμευθούμε από το γεγονός ότι είμαστε προσδεδεμένοι σε κάποια κρατική οντότητα, ωστόσο η Καινή Διαθήκη μάς τονίζει ότι «ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει» (Προς Φιλιππησίους, 3:20), δηλαδή είμαστε πολίτες μιας υπερβατικής πολιτείας, από την οποία απορρέουν το νόημα και ο εσχατολογικός προορισμός των πολιτειών που είναι ιστορικά εξαντικειμενισμένες. Αυτό το θέμα έθεσε στο πλαίσιο της ελληνικής φιλοσοφίας ο Πλάτων στα βιβλία του Πολιτεία (όπου περιγράφει μια αρχετυπική πολιτεία, όχι για να εφαρμοστεί στην πράξη καθαυτή αλλά για να λειτουργεί ως ιδεότυπος και κριτής τής πολιτικής πράξης) και Φαίδρος (όπου γράφει για τον «υπερουράνιο τόπο»).

Τόσο τα ανωτέρω Βιβλικά χωρία όσο και τα προαναφερθέντα Πλατωνικά συγγράμματα ανοίγουν τον δρόμο προς έναν οντολογικά θεμελιωμένο ανθρωπισμό, ο οποίος μπορεί να οδηγήσει σε μια νέα παγκοσμιότητα άξια της εντελέχειας του ανθρώπου.

Δεν υπάρχουν σχόλια: