Καθώς οι Ηνωμένες Πολιτείες ετοιμάζονται να εγκαταλείψουν το Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν αγωνίζονται να συσπειρώσουν τους υποστηρικτές τους. Παρά το γεγονός ότι η οργάνωση δεν θα χάσει όλους τους μαχητές της, η ηγεσία της μπορεί, ωστόσο, να βρεθεί να υποστηρίζει έναν πόλεμο που έχει χάσει τον λόγο ύπαρξής του.
του Michael Semple
Στις 24 Μαΐου, μια ομάδα μαχητών Ταλιμπάν επιτέθηκαν σε ένα φυλάκιο της αφγανικής αστυνομίας και του στρατού στην περιοχή Syed Karam της επαρχίας Πακτιά, κοντά στα σύνορα με περιοχές φυλών του Πακιστάν. Οι στρατιώτες που ήταν μέσα αντιστάθηκαν, με τη βοήθεια αεροπορικής υποστήριξης. Μέχρι το τέλος τής μάχης, τέσσερις μαχητές Ταλιμπάν είχαν σκοτωθεί: λίγα επιπλέον θύματα στην κλιμάκωση της βίας που συγκλόνισε φέτος το Αφγανιστάν, καθώς συνεχίζονται οι προσπάθειες για την έναρξη διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ταλιμπάν και της κυβέρνησης του Χαμίντ Καρζάι, αλλά και καθώς εξυφαίνεται η αποχώρηση του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, πάνω από 3.000 άμαχοι σκοτώθηκαν κατά τους πρώτους πέντε μήνες του 2013 - αύξηση σχεδόν 25% σε σχέση με το παρελθόν έτος.
Παρ’ όλα αυτά, οι τέσσερις μαχητές Ταλιμπάν – οι Sebghatullah, Sherif, Gul Ahmad, και Gul Padshah - ήταν κάτι παραπάνω από στατιστική. Ήταν επίσης η αιτία και το αποτέλεσμα των προσπαθειών τής ηγεσίας των Ταλιμπάν να συντηρήσουν τον σημερινό πόλεμο και να προσελκύσουν υποστηρικτές, παρά το γεγονός ότι ο λόγος ύπαρξής του, η δυτική παρουσία στο Αφγανιστάν, υποχωρεί. Ο θάνατός τους αποκαλύπτει τόσο την αντοχή όσο και την
ευπάθεια της ρητορικής των Ταλιμπάν ανάμεσα στους πιο ανθεκτικούς μαχητές και στις κοινότητες και από τις δύο πλευρές των συνόρων Αφγανιστάν-Πακιστάν, όπου οι Ταλιμπάν στρατολογούν νέους μαχητές.
ΜΙΑ ΚΗΔΕΙΑ ΤΑΛΙΜΠΑΝ
Μετά από δώδεκα χρόνια πολέμου, οι Ταλιμπάν δεν έχουν καμία αξιόπιστη στρατηγική για τον τερματισμό της σύγκρουσης με τις δυτικές δυνάμεις και την αφγανική κυβέρνηση - μόνο μια ιδεολογία για να συνεχίσουν έναν φαινομενικά ατελείωτο πόλεμο. Αυτή η σύγκρουση μεταξύ των πολεμικών στόχων και του δόγματος των Ταλιμπάν ήταν έκδηλη στις κηδείες των τεσσάρων μαχητών που σκοτώθηκαν σην Syed Karam. Μετά την επίθεση, συναγωνιστές τους Ταλιμπάν πήραν τις τέσσερις σωρούς και τις μετέφεραν στην περιοχή καταγωγής τους στην περιφέρεια Zurmat, επίσης στην επαρχία Πακτιά. Σε όλους έγιναν ήσυχες κηδείες στα χωριά τους. Τρεις θάφτηκαν στο Sak, και ο πιο γνωστός από τους τέσσερις άνδρες, ο Sebghatullah, παρεδόθη στην οικογένειά του στο χωριό Qala Sarkari. Ο Sebghatullah θάφτηκε από τον πατέρα του, Mawlvi Abdul Manan, πρώην σύντροφο του χαρισματικού Maulvi Nasrullah Mansoor, ο οποίος ηγήθηκε μιας φατρίας μαχητών κληρικών στην Τζιχάντ κατά των Σοβιετικών στη δεκαετία του 1980. Οι πολίτες στην Paktia είναι αμφίθυμοι σχετικά με τους νεκρούς μαχητές Ταλιμπάν και ανήσυχοι ότι θα αποκτήσουν πρόβλημα με την υπηρεσία πληροφοριών επειδή έρχονται σε επαφή μαζί τους, κάτι που οδήγησε στο να μην γίνουν πιο περίτεχνες κηδείες στα χωριά καταγωγής των νεκρών μαχητών στο Αφγανιστάν.
Η πραγματική τελετή για την μνήμη του μάρτυρα της Syed Karam πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες αργότερα, τετρακόσια μίλια ανατολικά, πέρα από τα σύνορα, στο Πακιστάν. Ο αδελφός του Sebghatullah διοργάνωσε μια προσευχή που την παρακολούθησαν περίπου 350 συγγενείς και σύντροφοι Ταλιμπάν. Μια τέτοια συγκέντρωση Αφγανών στα περίχωρα της πακιστανικής πόλης εξηγεί το πώς η τζιχάντ εκτείνεται πέρα από αυτά τα σύνορα. Η υπόθεση σηματοδότησε επίσης την μακρά σχέση τής οικογένειας του Sebghatullah με τζιχαντιστικούς κύκλους στο νοτιοανατολικό Αφγανιστάν και στο βόρειο Πακιστάν. Αποδεικνύοντας τους δεσμούς μεταξύ των διασυνοριακών κοινοτήτων και των χωριών στην πατρίδα, ο αδελφός του Sebghatullah έκανε επίσης ένα επιδεικτικό τηλεφώνημα στον πατέρα του στην Paktia, έτσι ώστε η παλιά τζιχάντ να μπορέσει να πάρει μέρος στην συγκέντρωση έστω και με αυτόν τον τρόπο. Μεταξύ των επτά κύριων ομιλητών και των επισκεπτών ήταν λίγοι διάσπαρτοι πρώην υπουργοί των Ταλιμπάν, νυν διοικητές και αξιωματούχοι. Η συγκέντρωση για να τιμήσουν έναν πεσόντα μαχητή γρήγορα έγινε μια πολιτική συνάντηση στην οποία οι ρήτορες της κηδείας άρθρωσαν τα επιχειρήματα των Ταλιμπάν για τη συνέχιση του πολέμου.
Για τέσσερις ώρες, διαδοχικά, ηγέτες και κληρικοί Ταλιμπάν έδιναν διάλεξη στους πενθούντες σχετικά με το σκοπό τού πολέμου των Ταλιμπάν και την αξία της θυσίας τού Sebghatullah. Ο πιο ζωηρός ομιλητής στο μνημόσυνο, ένας γιος του Mansoor, ανέπτυξε την κλασική εξήγηση της τζιχάντ ως ιερό καθήκον για όλους τους μουσουλμάνους, είτε συμμετέχουν άμεσα πολεμώντας είτε έμμεσα βοηθώντας τους μουτζαχεντίν. Οι επόμενοι ομιλητές περιέγραψαν τη σημερινή μάχη κατά της κυβέρνησης στην Καμπούλ και του ΝΑΤΟ σαν να είναι ουσιαστικά η ίδια με εκείνη του πολέμου των πατέρων τους κατά των Σοβιετικών, τρεις δεκαετίες πριν. Η νομιμότητα αυτού του αγώνα είναι ένα ζήτημα πίστης στις περισσότερες περιοχές της υπαίθρου τού Αφγανιστάν και οι ομιλητές προσπάθησαν να δανειστούν κάποια από την ισχύ αυτής της πίστης για τον σκοπό τους. Εν τω μεταξύ, τόσο ο γιος του Mansoor όσο και ο αδελφός τού Sebghatullah απαριθμούσαν τους μάρτυρες των οικογενειών τους, υποσχόμενοι ότι θα παρέμεναν δεσμευμένοι στην τζιχάντ και προσευχόμενοι να γίνουν και αυτοί μάρτυρες.
Οι ομιλητές επίσης περιέγραψαν αυτό που πιστεύουν ότι πάει λάθος στο Αφγανιστάν και τι επιδιώκουν οι Ταλιμπάν να αλλάξει. Όπως και άλλοι ισλαμιστές μαχητές, επικαλέστηκαν το φάσμα τού κινδύνου για το Ισλάμ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέβαλαν στο Αφγανιστάν, είπαν, επειδή δεν μπορούσαν να ανεχθούν την σοβαρή εφαρμογή τού ισλαμικού νόμου από τους Ταλιμπάν. Επιπλέον, εξήγησαν ότι η παρουσία των ξένων στρατευμάτων είναι μια άδικη κατοχή. «Οι εισβολείς έχουν πάρει τη γη μας και θα πρέπει να αγωνιστούμε για να την απελευθερώσουμε», επέμεινε ένας ομιλητής - ένα ζήτημα που επαναλήφθηκε από πολλούς άλλους. Περιέγραψαν την καταπίεση που συνδέεται με την κατοχή από αλλοδαπούς - αυθαίρετες συλλήψεις, δολοφονίες, παρενοχλήσεις από τους ξένους και τους τοπικούς Αφγανούς συμμάχους τους. Με ένα βαθμό απόλαυσης, οι ομιλητές ξεχώρισαν το τρίτο παράπονό τους, περιγράφοντας την ηθική διαφθορά που υποτίθεται ότι είναι διαδεδομένη στην Καμπούλ και τις «επιρροές των απίστων» στο Αφγανιστάν. Η σεμνότητα καμιάς Αφγανής δεν είναι ασφαλής απέναντι στην ασέλγεια τής κατεχόμενης Καμπούλ, είπαν. Με νοσταλγία, οι ομιλητές υπενθύμισαν την περίοδο του Ισλαμικού Εμιράτου από το 1996 ως το 2001, μια εποχή που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, ο νόμος του Θεού επιβλήθηκε και οι πολίτες απολάμβαναν ασφάλεια.
Η τζιχαντιστική ρητορική περιορίστηκε μόνο όταν σερβιρίστηκε το μεσημεριανό γεύμα. Επιφανείς αξιωματούχοι των Ταλιμπάν, τζιχαντιστές και ομιλητές κλείστηκαν σε ένα δωμάτιο, ενώ όλοι οι άλλες οι επισκέπτες έφαγαν στην shamiana, την μεγάλη σκηνή από φανταχτερά υφάσματα και χοντρούς στύλους από μπαμπού – κάτι τυπικό για γάμους και κηδείες σε όλο το Πακιστάν - που είχε στηθεί για την συγκέντρωση. Η ρητορική έγερνε χαρακτηριστικά πολύ υπέρ της ιδεολογίας και ελάχιστα σχετικά με την στρατηγική. Οι ομιλητές τόνισαν τη νομιμότητα του ένοπλου αγώνα, αλλά απέφυγαν τυχόν συγκεκριμένους πολεμικούς στόχους ή ένα σενάριο με το οποίο ο πόλεμος θα τελειώσει. Όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με δύσκολα διλήμματα, οι Ταλιμπάν έχουν την τάση να επιστρέφουν στο να ακολουθούν τους ηγέτες τους, ανεξάρτητα από την πορεία.
Καθ’ όλη την τελετή για τον Sebghatullah, δεν υπήρχε ελεύθερος διάλογος, ούτε ήταν δυνατό να μετρηθούν με ακρίβεια οι αντιδράσεις στην πύρινη ρητορική ή στην έλλειψη πραγματικής στρατηγικής. Οι ρήτορες στην κηδεία αντιπροσώπευαν την εξουσία – ο γιος του Mansoor εκμεταλλεύθηκε τα συναισθήματα του πλήθους, προκαλώντας δάκρυα καθώς συνέδεσε το μαρτύριο τού Sebghatullah με εκείνο των «ηρώων τής τζιχάντ, του Mansoor και του Οσάμα Μπιν Λάντεν». Το δικό τους κυρίαρχο πνεύμα τής τζιχάντ εξασφάλισε ότι οποιοσδήποτε είχε επιφυλάξεις σχετικά με αυτά που άκουσε, θα ήταν απίθανο να μιλήσει.
Ωστόσο, πολλοί απλοί συμμετέχοντες παρέμειναν βαθιά δύσπιστοι. Καθώς η συγκέντρωση συνεχίστηκε, οι άνδρες γκρίνιαζαν ότι είχαν έρθει για να θρηνήσουν έναν νεαρό άνδρα, όχι να ασχοληθούν με την πολιτική. Κατά το γεύμα, διακριτικά μεταξύ φίλων, ένας από τους πενθούντες παραπονέθηκε, «Φυσικά και πιστεύουμε στην ιδέα της τζιχάντ, αλλά μέχρι πότε; Αυτοί οι άνθρωποι φαίνεται να μας προσκαλούν σε μια τζιχάντ που δεν έχει ξεκάθαρο τέλος». Άλλοι ήταν ακόμη πιο απορριπτικοί, κατηγορώντας τους Ταλιμπάν ότι έχουν διπλά κίνητρα. «Αυτή η ρητορική είναι όλη πολύ καλή, αλλά γνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα υπηρετεί την ατζέντα κάποιας υπηρεσίας πληροφοριών, και δεν κινητοποιούνται από αυτά τα επιχειρήματα που παρουσιάζουν», είπε ένας άνθρωπος. Τέτοια κλασική, κωδικοποιημένη γλώσσα στο Αφγανιστάν χρησιμοποιούν όταν κατηγορούν συμπατριώτες τους ότι είναι στο μισθολόγιο του πακιστανικού κράτους. Όταν η τελετή για τον Sebghatullah τελείωσε, αυτές οι αμφιβολίες και οι επικρίσεις παρέμειναν. Για πολλούς Αφγανούς, η πολεμοχαρής γλώσσα των Ταλιμπάν έχει ξεπεραστεί από τα γεγονότα.
ΠΟΛΕΜΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Η ρητορική στο μνημόσυνο οικοδόμησε μια επιχειρηματολογία για τον πόλεμο που εξαρτιόνταν από την υπερβολική απεικόνιση τής κατάστασης στο Αφγανιστάν, την οποία οι Ταλιμπάν χρησιμοποιούν για να στρατολογήσουν νέους άνδρες κατά μήκος των συνόρων Αφγανιστάν-Πακιστάν. Τέτοιες διαστρεβλώσεις βασίζονται όχι μόνο σε ομιλίες, αλλά και σε προπαγάνδα, με τη μορφή της Lahya (το οποίο κυριολεκτικά ένα εγχειρίδιο κανόνων), που παρέχει οδηγίες σχετικά με την κατάλληλη συμπεριφορά για έναν μουτζαχεντίν. Έχοντας παραχθεί από την Πολιτιστική Επιτροπή των Ταλιμπάν, η τελευταία έκδοση του εγχειριδίου ενημέρωνε τους διοικητές για τον πόλεμο μέσα στο 2013. Οι διοικητές παρέδωσαν το βιβλίο σε μαχητές όπως ο Sebghatullah, για καθοδήγηση. Η ρητορική του είναι τόσο μακριά από την αντικειμενική πραγματικότητα, όπως ήταν και οι ομιλίες στην μνημόσυνη τελετή. Μπορεί να συσπειρώνει νέους υποστηρικτές στον πόλεμο, αλλά υπογραμμίζει πόσο λίγη καθοδήγηση προσφέρουν οι Ταλιμπάν για την ρεαλιστική πολιτική δράση και τους στόχους αφότου τελειώσει ο πόλεμος.
Πάρτε για παράδειγμα, ένα ολόκληρο κεφάλαιο αφιερωμένο στο ερώτημα για το πώς να χειριστεί κανείς την παράδοση των κυβερνητικών δυνάμεων. Ουσιαστικά, η ηγεσία των Ταλιμπάν λέει στους μαχητές της ότι είναι στην πλευρά των νικητών, ακόμη και στα πρόθυρα της νίκης, και έτσι θα πρέπει να είναι έτοιμοι να υποδεχθούν μαζικές αποστασίες. Ωστόσο, μόνο ένας μικρός αριθμός από το αφγανικό κυβερνητικό προσωπικό πηγαίνει όντως στους Ταλιμπάν. Η Lahya υποστηρίζει, επίσης, την έλλειψη νομιμότητας του εχθρού κάνοντας πολλές αναφορές στις «δυνάμεις των απίστων» αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων και το «καθεστώς σκλαβιάς» του Χαμίντ Καρζάι στην Καμπούλ. Περιγράφει την αποκατάσταση του Ισλαμικού Εμιράτου ως πραγματικό και θεμιτό στόχο, του οποίου η διοικητική πυραμίδα, που εκτείνεται μέχρι τον ιμάμη ή τον ανώτατο ηγέτη, πρέπει να εισακούεται και οι κανόνες τής οποίας έχουν την ισχύ νόμου. Παπαγαλίζει συνηθισμένη ρητορική των Ταλιμπάν για το Ισλαμικό Εμιράτο ως τη μόνη νόμιμη αρχή του κράτους στο Αφγανιστάν, ένα θέμα που σταμάτησε, προς στιγμήν, τις πρόσφατες καινοφανείς ειρηνευτικές συνομιλίες στο Κατάρ.
Αλλά η επικείμενη απουσία των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων από το πεδίο τής μάχης θα καταστήσει ολοένα και πιο δύσκολο στους Ταλιμπάν να πείσουν τους οπαδούς τους ότι απελευθερώνουν την γη τους από ξένους κατακτητές. Μετά το 2014, οι περισσότερες στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ταλιμπάν θα διεξάγονται σε βάρος αφγανικών στόχων. Αν και οι Ταλιμπάν έχουν πολεμήσει αμφότερες τις ξένες στρατιωτικές δυνάμεις και τις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας, η προπαγάνδα όπως αυτή της Lahya συγχέει αυτά τα δύο σε έναν ενιαίο εχθρό. Με την πιθανότητα να μην υπάρχουν ορατές ξένες δυνάμεις, η ταμπέλα «καθεστώς σκλαβιάς» για την κυβέρνηση στην Καμπούλ θα πάψει να είναι ελκυστική μεταξύ των Αφγανών πολιτών και των δυνητικών μαχητών. Τα τελευταία χρόνια, οι τοπικές πολιτοφυλακές, με τη μορφή τής αφγανικής Τοπικής Αστυνομίας έχουν αναδυθεί για να πολεμήσουν τους Ταλιμπάν στις επαρχίες τής ενδοχώρας των Ταλιμπάν, απόδειξη ότι το κίνημα χάνει την επίδρασή του στην φαντασία των Παστούν. Παρά αυτές τις εξελίξεις, η παρουσία ξένων στρατευμάτων αποτελεί ακόμα τον θεμέλιο λίθο όλων των επιχειρημάτων των Ταλιμπάν υπέρ του πολέμου, τα οποία κυμαίνονται από την υπεράσπιση του Ισλάμ ως την αντίσταση «στις αισχρολογίες και την ηθική διαφθορά που έρχεται από τη Δύση».
Το μόνο επιχείρημα των Ταλιμπάν που θα μπορούσε φαινομενικά να επιβιώσει από την αποχώρηση του ΝΑΤΟ είναι η μοναδική απαίτηση για την αποκατάσταση του Ισλαμικού Εμιράτου. Αλλά αυτός ο μάλλον απίθανος στόχος έχει τα δικά του προβλήματα. Κατ’ αρχάς, η επιδίωξη ενός εμιράτου συνεπάγεται την εκχώρηση της απόλυτης εξουσίας στον ηγέτη των Ταλιμπάν, κάτι που αποκλείει κάθε συμβιβασμό με άλλες αφγανικές ομάδες. Τέτοιες ρητορικές διακινδυνεύουν την ενοποίηση των αντι-Ταλιμπάν δυνάμεων σε μια ευρεία ζώνη της αφγανικής κοινωνίας που είναι εχθρικά αντίθετη σε μια επιστροφή τής κυριαρχίας των Ταλιμπάν όπως στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Η αποκατάσταση του εμιράτου θα μπορούσε να υποχρεώσει επίσης τους Ταλιμπάν να φέρουν τον εμίρη τους, τον Μουλά Ομάρ, έξω από την κρυψώνα του για να αναλάβει την θέση του στην κορυφή τής στρατιωτικής ιεραρχίας που καθορίζεται στην Lahya. Έτι περαιτέρω, παρά την επιμονή τους για την αποκατάσταση του Ισλαμικού Εμιράτου, οι Ταλιμπάν δεν έχουν μελετήσει το τι θα μπορούσε να προσφέρει ή να περιλαμβάνει ένα τέτοιο σύστημα, πέραν των γενικών υποσχέσεων περί Ισλάμ και ασφάλειας.
ΜΕΤΑ ΤΟ 2014
Παρά το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ της ρητορικής και της πραγματικότητας στο Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν δεν θα είναι το πρώτο μαχητικό πολιτικό κίνημα που θα προσπαθήσει να διατηρήσει τον ένοπλο αγώνα με ξεπερασμένες και λανθασμένες ιδέες. Θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι πολεμά τους Αμερικανούς, ακόμη και αφότου οι διεθνείς δυνάμεις θα έχουν αποχωρήσει, ή ότι αγωνίζεται για ένα Ισλαμικό Εμιράτο χωρίς να φαίνεται κανένα σημάδι τού εμίρη του. Η ηγεσία θα μπορούσε να εκδίδει ανακοινώσεις στο όνομά του και να δίνει διαβεβαιώσεις ότι είναι ασφαλής. Η ηγεσία θα εναποθέσει τις ελπίδες της σε στρατιωτικά οφέλη, όπως η κατάληψη απομακρυσμένων περιοχών ή το κλείσιμο αυτοκινητοδρόμων. Η εντύπωση της δυναμικής μπορεί να τονώσει το ηθικό και να αντισταθμίσει το οποιοδήποτε μειωμένο δέλεαρ της ιδεολογικής αφήγησης.
Εναλλακτικά, οι μαχητές των Ταλιμπάν θα μπορούσαν να αναπτύξουν μια νέα και διχαστική ρητορική, περισσότερο προσαρμοσμένη σε έναν εμφύλιο πόλεμο. Αυτό συνεπάγεται την ανάδειξη άλλων αφγανικών ομάδων ως εχθρούς του Ισλάμ. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την θρησκευτική ρητορική εναντίον των Σιιτών Χαζάρα και να επανέλθουν σε μια εκδοχή του παλιού επιθετικού προσδιορισμού τους για τους βόρειους – «sharaf fasad», ή αλλιώς διασπορείς τής διαφθοράς. Σε κάθε περίπτωση, οι στρατιωτικοποιημένοι θρησκευτικοί ηγέτες των Ταλιμπάν, οι οποίοι οφείλουν το κύρος τους (και, συνεπώς, τα όπλα και τους πόρους τους) στη φήμη τους ως υπερασπιστές τού Ισλάμ, μπορεί να αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να αρθρώνουν τα βασικά επιχειρήματα της τζιχάντ ως ιερό καθήκον, ανεξάρτητα από τον τρέχοντα εχθρό ή τις πηγές παραπόνων.
Αλλά ένας εμφύλιος πόλεμος θα μπορούσε να είναι ακριβώς το πράγμα που θα ανατρέψει την ισορροπία κατά των Ταλιμπάν. Όπως και οι σκεπτικιστές στο μνημόσυνο του Sebghatullah, πολλοί Αφγανοί επικρίνουν τους Ταλιμπάν επειδή τους έσυραν σε έναν εμφύλιο πόλεμο, ακόμη και αν πολλοί παραμένουν σε γενικές γραμμές συμπαθούντες την έννοια της ιερής τζιχάντ. Η αφγανική κοινή γνώμη κρίνει αυστηρά οποιονδήποτε είναι υπαίτιος υπόθαλψης ενδοαφγανικής φραξιονιστικής διαμάχης. Βάζοντας κατά μέρος την προπαγάνδα των Ταλιμπάν, η λαϊκή αφήγηση στο Αφγανιστάν κάνει διάκριση μεταξύ της νομιμοποιημένης αντισοβιετικής τζιχάντ της δεκαετίας του 1980 και της μη νομιμοποιημένης φατριαστικής πάλης της δεκαετίας του 1990. Καθώς η σύγκρουση μετατρέπεται σε μια υπονόμευση Αφγανού προς Αφγανό, οι επικριτικές φωνές θα γίνουν πιο δυνατές, ένα κοινό έτοιμο, ανοιχτό σε νέα ρητορική που λέει ότι ο χρόνος για την ένοπλη πάλη έχει περάσει. Μία από αυτές τις αναδυόμενες φωνές είναι ο πρώην υπουργός Οικονομικών των Ταλιμπάν, Agha Jan Motasim, ο οποίος έδωσε μια σειρά συνεντεύξεων ζητώντας από το κίνημα να προχωρήσει πέρα από τον ένοπλο αγώνα.
Η μάχη των ιδεών στο Αφγανιστάν έχει πραγματικές συνέπειες - και όχι μόνο για το πόσοι πολλοί περισσότεροι νέοι Αφγανοί, όπως ο Sebghatullah είναι έτοιμοι να πεθάνουν επιτιθέμενοι στην κυβέρνηση του Αφγανιστάν μετά το 2014. Για την ηγεσία των Ταλιμπάν, η συντήρηση του ένοπλου αγώνα μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ είναι ένα τυχερό παιχνίδι περισσότερο από όσο αναγνωρίζεται συχνά. Η μακρά παράδοση τής τζιχάντ στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν σημαίνει ότι η ομάδα δεν θα χάσει όλους τους μαχητές της. Όμως, οι Ταλιμπάν μπορεί να χάσουν την ευρεία αποδοχή που είχαν κάποτε και την οποία χρησιμοποίησαν για να εξαπολύσουν μια αξιόπιστη απειλή προς την κεντρική κυβέρνηση. Προς το παρόν, οι πιο μαχητικοί ηγέτες των Ταλιμπάν έχουν το πάνω χέρι. Αλλά με το να μένουν μακριά από κάθε μορφή πολιτικής διευθέτησης πριν από το 2014, οι Ταλιμπάν μπορεί και πάλι να βρεθούν ξεπερασμένοι από την πολιτική και κάτω από κατηγορίες για άσκοπη παράταση μιας σύγκρουσης που έχει χάσει τη λογική της.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
του Michael Semple
Στις 24 Μαΐου, μια ομάδα μαχητών Ταλιμπάν επιτέθηκαν σε ένα φυλάκιο της αφγανικής αστυνομίας και του στρατού στην περιοχή Syed Karam της επαρχίας Πακτιά, κοντά στα σύνορα με περιοχές φυλών του Πακιστάν. Οι στρατιώτες που ήταν μέσα αντιστάθηκαν, με τη βοήθεια αεροπορικής υποστήριξης. Μέχρι το τέλος τής μάχης, τέσσερις μαχητές Ταλιμπάν είχαν σκοτωθεί: λίγα επιπλέον θύματα στην κλιμάκωση της βίας που συγκλόνισε φέτος το Αφγανιστάν, καθώς συνεχίζονται οι προσπάθειες για την έναρξη διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ταλιμπάν και της κυβέρνησης του Χαμίντ Καρζάι, αλλά και καθώς εξυφαίνεται η αποχώρηση του ΝΑΤΟ. Σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη, πάνω από 3.000 άμαχοι σκοτώθηκαν κατά τους πρώτους πέντε μήνες του 2013 - αύξηση σχεδόν 25% σε σχέση με το παρελθόν έτος.
Παρ’ όλα αυτά, οι τέσσερις μαχητές Ταλιμπάν – οι Sebghatullah, Sherif, Gul Ahmad, και Gul Padshah - ήταν κάτι παραπάνω από στατιστική. Ήταν επίσης η αιτία και το αποτέλεσμα των προσπαθειών τής ηγεσίας των Ταλιμπάν να συντηρήσουν τον σημερινό πόλεμο και να προσελκύσουν υποστηρικτές, παρά το γεγονός ότι ο λόγος ύπαρξής του, η δυτική παρουσία στο Αφγανιστάν, υποχωρεί. Ο θάνατός τους αποκαλύπτει τόσο την αντοχή όσο και την
ευπάθεια της ρητορικής των Ταλιμπάν ανάμεσα στους πιο ανθεκτικούς μαχητές και στις κοινότητες και από τις δύο πλευρές των συνόρων Αφγανιστάν-Πακιστάν, όπου οι Ταλιμπάν στρατολογούν νέους μαχητές.
ΜΙΑ ΚΗΔΕΙΑ ΤΑΛΙΜΠΑΝ
Μετά από δώδεκα χρόνια πολέμου, οι Ταλιμπάν δεν έχουν καμία αξιόπιστη στρατηγική για τον τερματισμό της σύγκρουσης με τις δυτικές δυνάμεις και την αφγανική κυβέρνηση - μόνο μια ιδεολογία για να συνεχίσουν έναν φαινομενικά ατελείωτο πόλεμο. Αυτή η σύγκρουση μεταξύ των πολεμικών στόχων και του δόγματος των Ταλιμπάν ήταν έκδηλη στις κηδείες των τεσσάρων μαχητών που σκοτώθηκαν σην Syed Karam. Μετά την επίθεση, συναγωνιστές τους Ταλιμπάν πήραν τις τέσσερις σωρούς και τις μετέφεραν στην περιοχή καταγωγής τους στην περιφέρεια Zurmat, επίσης στην επαρχία Πακτιά. Σε όλους έγιναν ήσυχες κηδείες στα χωριά τους. Τρεις θάφτηκαν στο Sak, και ο πιο γνωστός από τους τέσσερις άνδρες, ο Sebghatullah, παρεδόθη στην οικογένειά του στο χωριό Qala Sarkari. Ο Sebghatullah θάφτηκε από τον πατέρα του, Mawlvi Abdul Manan, πρώην σύντροφο του χαρισματικού Maulvi Nasrullah Mansoor, ο οποίος ηγήθηκε μιας φατρίας μαχητών κληρικών στην Τζιχάντ κατά των Σοβιετικών στη δεκαετία του 1980. Οι πολίτες στην Paktia είναι αμφίθυμοι σχετικά με τους νεκρούς μαχητές Ταλιμπάν και ανήσυχοι ότι θα αποκτήσουν πρόβλημα με την υπηρεσία πληροφοριών επειδή έρχονται σε επαφή μαζί τους, κάτι που οδήγησε στο να μην γίνουν πιο περίτεχνες κηδείες στα χωριά καταγωγής των νεκρών μαχητών στο Αφγανιστάν.
Η πραγματική τελετή για την μνήμη του μάρτυρα της Syed Karam πραγματοποιήθηκε λίγες ημέρες αργότερα, τετρακόσια μίλια ανατολικά, πέρα από τα σύνορα, στο Πακιστάν. Ο αδελφός του Sebghatullah διοργάνωσε μια προσευχή που την παρακολούθησαν περίπου 350 συγγενείς και σύντροφοι Ταλιμπάν. Μια τέτοια συγκέντρωση Αφγανών στα περίχωρα της πακιστανικής πόλης εξηγεί το πώς η τζιχάντ εκτείνεται πέρα από αυτά τα σύνορα. Η υπόθεση σηματοδότησε επίσης την μακρά σχέση τής οικογένειας του Sebghatullah με τζιχαντιστικούς κύκλους στο νοτιοανατολικό Αφγανιστάν και στο βόρειο Πακιστάν. Αποδεικνύοντας τους δεσμούς μεταξύ των διασυνοριακών κοινοτήτων και των χωριών στην πατρίδα, ο αδελφός του Sebghatullah έκανε επίσης ένα επιδεικτικό τηλεφώνημα στον πατέρα του στην Paktia, έτσι ώστε η παλιά τζιχάντ να μπορέσει να πάρει μέρος στην συγκέντρωση έστω και με αυτόν τον τρόπο. Μεταξύ των επτά κύριων ομιλητών και των επισκεπτών ήταν λίγοι διάσπαρτοι πρώην υπουργοί των Ταλιμπάν, νυν διοικητές και αξιωματούχοι. Η συγκέντρωση για να τιμήσουν έναν πεσόντα μαχητή γρήγορα έγινε μια πολιτική συνάντηση στην οποία οι ρήτορες της κηδείας άρθρωσαν τα επιχειρήματα των Ταλιμπάν για τη συνέχιση του πολέμου.
Για τέσσερις ώρες, διαδοχικά, ηγέτες και κληρικοί Ταλιμπάν έδιναν διάλεξη στους πενθούντες σχετικά με το σκοπό τού πολέμου των Ταλιμπάν και την αξία της θυσίας τού Sebghatullah. Ο πιο ζωηρός ομιλητής στο μνημόσυνο, ένας γιος του Mansoor, ανέπτυξε την κλασική εξήγηση της τζιχάντ ως ιερό καθήκον για όλους τους μουσουλμάνους, είτε συμμετέχουν άμεσα πολεμώντας είτε έμμεσα βοηθώντας τους μουτζαχεντίν. Οι επόμενοι ομιλητές περιέγραψαν τη σημερινή μάχη κατά της κυβέρνησης στην Καμπούλ και του ΝΑΤΟ σαν να είναι ουσιαστικά η ίδια με εκείνη του πολέμου των πατέρων τους κατά των Σοβιετικών, τρεις δεκαετίες πριν. Η νομιμότητα αυτού του αγώνα είναι ένα ζήτημα πίστης στις περισσότερες περιοχές της υπαίθρου τού Αφγανιστάν και οι ομιλητές προσπάθησαν να δανειστούν κάποια από την ισχύ αυτής της πίστης για τον σκοπό τους. Εν τω μεταξύ, τόσο ο γιος του Mansoor όσο και ο αδελφός τού Sebghatullah απαριθμούσαν τους μάρτυρες των οικογενειών τους, υποσχόμενοι ότι θα παρέμεναν δεσμευμένοι στην τζιχάντ και προσευχόμενοι να γίνουν και αυτοί μάρτυρες.
Οι ομιλητές επίσης περιέγραψαν αυτό που πιστεύουν ότι πάει λάθος στο Αφγανιστάν και τι επιδιώκουν οι Ταλιμπάν να αλλάξει. Όπως και άλλοι ισλαμιστές μαχητές, επικαλέστηκαν το φάσμα τού κινδύνου για το Ισλάμ. Οι Ηνωμένες Πολιτείες εισέβαλαν στο Αφγανιστάν, είπαν, επειδή δεν μπορούσαν να ανεχθούν την σοβαρή εφαρμογή τού ισλαμικού νόμου από τους Ταλιμπάν. Επιπλέον, εξήγησαν ότι η παρουσία των ξένων στρατευμάτων είναι μια άδικη κατοχή. «Οι εισβολείς έχουν πάρει τη γη μας και θα πρέπει να αγωνιστούμε για να την απελευθερώσουμε», επέμεινε ένας ομιλητής - ένα ζήτημα που επαναλήφθηκε από πολλούς άλλους. Περιέγραψαν την καταπίεση που συνδέεται με την κατοχή από αλλοδαπούς - αυθαίρετες συλλήψεις, δολοφονίες, παρενοχλήσεις από τους ξένους και τους τοπικούς Αφγανούς συμμάχους τους. Με ένα βαθμό απόλαυσης, οι ομιλητές ξεχώρισαν το τρίτο παράπονό τους, περιγράφοντας την ηθική διαφθορά που υποτίθεται ότι είναι διαδεδομένη στην Καμπούλ και τις «επιρροές των απίστων» στο Αφγανιστάν. Η σεμνότητα καμιάς Αφγανής δεν είναι ασφαλής απέναντι στην ασέλγεια τής κατεχόμενης Καμπούλ, είπαν. Με νοσταλγία, οι ομιλητές υπενθύμισαν την περίοδο του Ισλαμικού Εμιράτου από το 1996 ως το 2001, μια εποχή που, σύμφωνα με τους ισχυρισμούς τους, ο νόμος του Θεού επιβλήθηκε και οι πολίτες απολάμβαναν ασφάλεια.
Η τζιχαντιστική ρητορική περιορίστηκε μόνο όταν σερβιρίστηκε το μεσημεριανό γεύμα. Επιφανείς αξιωματούχοι των Ταλιμπάν, τζιχαντιστές και ομιλητές κλείστηκαν σε ένα δωμάτιο, ενώ όλοι οι άλλες οι επισκέπτες έφαγαν στην shamiana, την μεγάλη σκηνή από φανταχτερά υφάσματα και χοντρούς στύλους από μπαμπού – κάτι τυπικό για γάμους και κηδείες σε όλο το Πακιστάν - που είχε στηθεί για την συγκέντρωση. Η ρητορική έγερνε χαρακτηριστικά πολύ υπέρ της ιδεολογίας και ελάχιστα σχετικά με την στρατηγική. Οι ομιλητές τόνισαν τη νομιμότητα του ένοπλου αγώνα, αλλά απέφυγαν τυχόν συγκεκριμένους πολεμικούς στόχους ή ένα σενάριο με το οποίο ο πόλεμος θα τελειώσει. Όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με δύσκολα διλήμματα, οι Ταλιμπάν έχουν την τάση να επιστρέφουν στο να ακολουθούν τους ηγέτες τους, ανεξάρτητα από την πορεία.
Καθ’ όλη την τελετή για τον Sebghatullah, δεν υπήρχε ελεύθερος διάλογος, ούτε ήταν δυνατό να μετρηθούν με ακρίβεια οι αντιδράσεις στην πύρινη ρητορική ή στην έλλειψη πραγματικής στρατηγικής. Οι ρήτορες στην κηδεία αντιπροσώπευαν την εξουσία – ο γιος του Mansoor εκμεταλλεύθηκε τα συναισθήματα του πλήθους, προκαλώντας δάκρυα καθώς συνέδεσε το μαρτύριο τού Sebghatullah με εκείνο των «ηρώων τής τζιχάντ, του Mansoor και του Οσάμα Μπιν Λάντεν». Το δικό τους κυρίαρχο πνεύμα τής τζιχάντ εξασφάλισε ότι οποιοσδήποτε είχε επιφυλάξεις σχετικά με αυτά που άκουσε, θα ήταν απίθανο να μιλήσει.
Ωστόσο, πολλοί απλοί συμμετέχοντες παρέμειναν βαθιά δύσπιστοι. Καθώς η συγκέντρωση συνεχίστηκε, οι άνδρες γκρίνιαζαν ότι είχαν έρθει για να θρηνήσουν έναν νεαρό άνδρα, όχι να ασχοληθούν με την πολιτική. Κατά το γεύμα, διακριτικά μεταξύ φίλων, ένας από τους πενθούντες παραπονέθηκε, «Φυσικά και πιστεύουμε στην ιδέα της τζιχάντ, αλλά μέχρι πότε; Αυτοί οι άνθρωποι φαίνεται να μας προσκαλούν σε μια τζιχάντ που δεν έχει ξεκάθαρο τέλος». Άλλοι ήταν ακόμη πιο απορριπτικοί, κατηγορώντας τους Ταλιμπάν ότι έχουν διπλά κίνητρα. «Αυτή η ρητορική είναι όλη πολύ καλή, αλλά γνωρίζουμε ότι στην πραγματικότητα υπηρετεί την ατζέντα κάποιας υπηρεσίας πληροφοριών, και δεν κινητοποιούνται από αυτά τα επιχειρήματα που παρουσιάζουν», είπε ένας άνθρωπος. Τέτοια κλασική, κωδικοποιημένη γλώσσα στο Αφγανιστάν χρησιμοποιούν όταν κατηγορούν συμπατριώτες τους ότι είναι στο μισθολόγιο του πακιστανικού κράτους. Όταν η τελετή για τον Sebghatullah τελείωσε, αυτές οι αμφιβολίες και οι επικρίσεις παρέμειναν. Για πολλούς Αφγανούς, η πολεμοχαρής γλώσσα των Ταλιμπάν έχει ξεπεραστεί από τα γεγονότα.
ΠΟΛΕΜΙΚΟΙ ΚΑΝΟΝΕΣ
Η ρητορική στο μνημόσυνο οικοδόμησε μια επιχειρηματολογία για τον πόλεμο που εξαρτιόνταν από την υπερβολική απεικόνιση τής κατάστασης στο Αφγανιστάν, την οποία οι Ταλιμπάν χρησιμοποιούν για να στρατολογήσουν νέους άνδρες κατά μήκος των συνόρων Αφγανιστάν-Πακιστάν. Τέτοιες διαστρεβλώσεις βασίζονται όχι μόνο σε ομιλίες, αλλά και σε προπαγάνδα, με τη μορφή της Lahya (το οποίο κυριολεκτικά ένα εγχειρίδιο κανόνων), που παρέχει οδηγίες σχετικά με την κατάλληλη συμπεριφορά για έναν μουτζαχεντίν. Έχοντας παραχθεί από την Πολιτιστική Επιτροπή των Ταλιμπάν, η τελευταία έκδοση του εγχειριδίου ενημέρωνε τους διοικητές για τον πόλεμο μέσα στο 2013. Οι διοικητές παρέδωσαν το βιβλίο σε μαχητές όπως ο Sebghatullah, για καθοδήγηση. Η ρητορική του είναι τόσο μακριά από την αντικειμενική πραγματικότητα, όπως ήταν και οι ομιλίες στην μνημόσυνη τελετή. Μπορεί να συσπειρώνει νέους υποστηρικτές στον πόλεμο, αλλά υπογραμμίζει πόσο λίγη καθοδήγηση προσφέρουν οι Ταλιμπάν για την ρεαλιστική πολιτική δράση και τους στόχους αφότου τελειώσει ο πόλεμος.
Πάρτε για παράδειγμα, ένα ολόκληρο κεφάλαιο αφιερωμένο στο ερώτημα για το πώς να χειριστεί κανείς την παράδοση των κυβερνητικών δυνάμεων. Ουσιαστικά, η ηγεσία των Ταλιμπάν λέει στους μαχητές της ότι είναι στην πλευρά των νικητών, ακόμη και στα πρόθυρα της νίκης, και έτσι θα πρέπει να είναι έτοιμοι να υποδεχθούν μαζικές αποστασίες. Ωστόσο, μόνο ένας μικρός αριθμός από το αφγανικό κυβερνητικό προσωπικό πηγαίνει όντως στους Ταλιμπάν. Η Lahya υποστηρίζει, επίσης, την έλλειψη νομιμότητας του εχθρού κάνοντας πολλές αναφορές στις «δυνάμεις των απίστων» αμερικανικών και ΝΑΤΟϊκών στρατευμάτων και το «καθεστώς σκλαβιάς» του Χαμίντ Καρζάι στην Καμπούλ. Περιγράφει την αποκατάσταση του Ισλαμικού Εμιράτου ως πραγματικό και θεμιτό στόχο, του οποίου η διοικητική πυραμίδα, που εκτείνεται μέχρι τον ιμάμη ή τον ανώτατο ηγέτη, πρέπει να εισακούεται και οι κανόνες τής οποίας έχουν την ισχύ νόμου. Παπαγαλίζει συνηθισμένη ρητορική των Ταλιμπάν για το Ισλαμικό Εμιράτο ως τη μόνη νόμιμη αρχή του κράτους στο Αφγανιστάν, ένα θέμα που σταμάτησε, προς στιγμήν, τις πρόσφατες καινοφανείς ειρηνευτικές συνομιλίες στο Κατάρ.
Αλλά η επικείμενη απουσία των ξένων στρατιωτικών δυνάμεων από το πεδίο τής μάχης θα καταστήσει ολοένα και πιο δύσκολο στους Ταλιμπάν να πείσουν τους οπαδούς τους ότι απελευθερώνουν την γη τους από ξένους κατακτητές. Μετά το 2014, οι περισσότερες στρατιωτικές επιχειρήσεις των Ταλιμπάν θα διεξάγονται σε βάρος αφγανικών στόχων. Αν και οι Ταλιμπάν έχουν πολεμήσει αμφότερες τις ξένες στρατιωτικές δυνάμεις και τις αφγανικές δυνάμεις ασφαλείας, η προπαγάνδα όπως αυτή της Lahya συγχέει αυτά τα δύο σε έναν ενιαίο εχθρό. Με την πιθανότητα να μην υπάρχουν ορατές ξένες δυνάμεις, η ταμπέλα «καθεστώς σκλαβιάς» για την κυβέρνηση στην Καμπούλ θα πάψει να είναι ελκυστική μεταξύ των Αφγανών πολιτών και των δυνητικών μαχητών. Τα τελευταία χρόνια, οι τοπικές πολιτοφυλακές, με τη μορφή τής αφγανικής Τοπικής Αστυνομίας έχουν αναδυθεί για να πολεμήσουν τους Ταλιμπάν στις επαρχίες τής ενδοχώρας των Ταλιμπάν, απόδειξη ότι το κίνημα χάνει την επίδρασή του στην φαντασία των Παστούν. Παρά αυτές τις εξελίξεις, η παρουσία ξένων στρατευμάτων αποτελεί ακόμα τον θεμέλιο λίθο όλων των επιχειρημάτων των Ταλιμπάν υπέρ του πολέμου, τα οποία κυμαίνονται από την υπεράσπιση του Ισλάμ ως την αντίσταση «στις αισχρολογίες και την ηθική διαφθορά που έρχεται από τη Δύση».
Το μόνο επιχείρημα των Ταλιμπάν που θα μπορούσε φαινομενικά να επιβιώσει από την αποχώρηση του ΝΑΤΟ είναι η μοναδική απαίτηση για την αποκατάσταση του Ισλαμικού Εμιράτου. Αλλά αυτός ο μάλλον απίθανος στόχος έχει τα δικά του προβλήματα. Κατ’ αρχάς, η επιδίωξη ενός εμιράτου συνεπάγεται την εκχώρηση της απόλυτης εξουσίας στον ηγέτη των Ταλιμπάν, κάτι που αποκλείει κάθε συμβιβασμό με άλλες αφγανικές ομάδες. Τέτοιες ρητορικές διακινδυνεύουν την ενοποίηση των αντι-Ταλιμπάν δυνάμεων σε μια ευρεία ζώνη της αφγανικής κοινωνίας που είναι εχθρικά αντίθετη σε μια επιστροφή τής κυριαρχίας των Ταλιμπάν όπως στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Η αποκατάσταση του εμιράτου θα μπορούσε να υποχρεώσει επίσης τους Ταλιμπάν να φέρουν τον εμίρη τους, τον Μουλά Ομάρ, έξω από την κρυψώνα του για να αναλάβει την θέση του στην κορυφή τής στρατιωτικής ιεραρχίας που καθορίζεται στην Lahya. Έτι περαιτέρω, παρά την επιμονή τους για την αποκατάσταση του Ισλαμικού Εμιράτου, οι Ταλιμπάν δεν έχουν μελετήσει το τι θα μπορούσε να προσφέρει ή να περιλαμβάνει ένα τέτοιο σύστημα, πέραν των γενικών υποσχέσεων περί Ισλάμ και ασφάλειας.
ΜΕΤΑ ΤΟ 2014
Παρά το αυξανόμενο χάσμα μεταξύ της ρητορικής και της πραγματικότητας στο Αφγανιστάν, οι Ταλιμπάν δεν θα είναι το πρώτο μαχητικό πολιτικό κίνημα που θα προσπαθήσει να διατηρήσει τον ένοπλο αγώνα με ξεπερασμένες και λανθασμένες ιδέες. Θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι πολεμά τους Αμερικανούς, ακόμη και αφότου οι διεθνείς δυνάμεις θα έχουν αποχωρήσει, ή ότι αγωνίζεται για ένα Ισλαμικό Εμιράτο χωρίς να φαίνεται κανένα σημάδι τού εμίρη του. Η ηγεσία θα μπορούσε να εκδίδει ανακοινώσεις στο όνομά του και να δίνει διαβεβαιώσεις ότι είναι ασφαλής. Η ηγεσία θα εναποθέσει τις ελπίδες της σε στρατιωτικά οφέλη, όπως η κατάληψη απομακρυσμένων περιοχών ή το κλείσιμο αυτοκινητοδρόμων. Η εντύπωση της δυναμικής μπορεί να τονώσει το ηθικό και να αντισταθμίσει το οποιοδήποτε μειωμένο δέλεαρ της ιδεολογικής αφήγησης.
Εναλλακτικά, οι μαχητές των Ταλιμπάν θα μπορούσαν να αναπτύξουν μια νέα και διχαστική ρητορική, περισσότερο προσαρμοσμένη σε έναν εμφύλιο πόλεμο. Αυτό συνεπάγεται την ανάδειξη άλλων αφγανικών ομάδων ως εχθρούς του Ισλάμ. Θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν την θρησκευτική ρητορική εναντίον των Σιιτών Χαζάρα και να επανέλθουν σε μια εκδοχή του παλιού επιθετικού προσδιορισμού τους για τους βόρειους – «sharaf fasad», ή αλλιώς διασπορείς τής διαφθοράς. Σε κάθε περίπτωση, οι στρατιωτικοποιημένοι θρησκευτικοί ηγέτες των Ταλιμπάν, οι οποίοι οφείλουν το κύρος τους (και, συνεπώς, τα όπλα και τους πόρους τους) στη φήμη τους ως υπερασπιστές τού Ισλάμ, μπορεί να αναμένεται ότι θα συνεχίσουν να αρθρώνουν τα βασικά επιχειρήματα της τζιχάντ ως ιερό καθήκον, ανεξάρτητα από τον τρέχοντα εχθρό ή τις πηγές παραπόνων.
Αλλά ένας εμφύλιος πόλεμος θα μπορούσε να είναι ακριβώς το πράγμα που θα ανατρέψει την ισορροπία κατά των Ταλιμπάν. Όπως και οι σκεπτικιστές στο μνημόσυνο του Sebghatullah, πολλοί Αφγανοί επικρίνουν τους Ταλιμπάν επειδή τους έσυραν σε έναν εμφύλιο πόλεμο, ακόμη και αν πολλοί παραμένουν σε γενικές γραμμές συμπαθούντες την έννοια της ιερής τζιχάντ. Η αφγανική κοινή γνώμη κρίνει αυστηρά οποιονδήποτε είναι υπαίτιος υπόθαλψης ενδοαφγανικής φραξιονιστικής διαμάχης. Βάζοντας κατά μέρος την προπαγάνδα των Ταλιμπάν, η λαϊκή αφήγηση στο Αφγανιστάν κάνει διάκριση μεταξύ της νομιμοποιημένης αντισοβιετικής τζιχάντ της δεκαετίας του 1980 και της μη νομιμοποιημένης φατριαστικής πάλης της δεκαετίας του 1990. Καθώς η σύγκρουση μετατρέπεται σε μια υπονόμευση Αφγανού προς Αφγανό, οι επικριτικές φωνές θα γίνουν πιο δυνατές, ένα κοινό έτοιμο, ανοιχτό σε νέα ρητορική που λέει ότι ο χρόνος για την ένοπλη πάλη έχει περάσει. Μία από αυτές τις αναδυόμενες φωνές είναι ο πρώην υπουργός Οικονομικών των Ταλιμπάν, Agha Jan Motasim, ο οποίος έδωσε μια σειρά συνεντεύξεων ζητώντας από το κίνημα να προχωρήσει πέρα από τον ένοπλο αγώνα.
Η μάχη των ιδεών στο Αφγανιστάν έχει πραγματικές συνέπειες - και όχι μόνο για το πόσοι πολλοί περισσότεροι νέοι Αφγανοί, όπως ο Sebghatullah είναι έτοιμοι να πεθάνουν επιτιθέμενοι στην κυβέρνηση του Αφγανιστάν μετά το 2014. Για την ηγεσία των Ταλιμπάν, η συντήρηση του ένοπλου αγώνα μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ είναι ένα τυχερό παιχνίδι περισσότερο από όσο αναγνωρίζεται συχνά. Η μακρά παράδοση τής τζιχάντ στο Αφγανιστάν και το Πακιστάν σημαίνει ότι η ομάδα δεν θα χάσει όλους τους μαχητές της. Όμως, οι Ταλιμπάν μπορεί να χάσουν την ευρεία αποδοχή που είχαν κάποτε και την οποία χρησιμοποίησαν για να εξαπολύσουν μια αξιόπιστη απειλή προς την κεντρική κυβέρνηση. Προς το παρόν, οι πιο μαχητικοί ηγέτες των Ταλιμπάν έχουν το πάνω χέρι. Αλλά με το να μένουν μακριά από κάθε μορφή πολιτικής διευθέτησης πριν από το 2014, οι Ταλιμπάν μπορεί και πάλι να βρεθούν ξεπερασμένοι από την πολιτική και κάτω από κατηγορίες για άσκοπη παράταση μιας σύγκρουσης που έχει χάσει τη λογική της.
Copyright © 2002-2012 by the Council on Foreign Relations, Inc.
All rights reserved.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου