του Κώστα Γουλιάμου*
Διαβάσαμε πριν από λίγες μέρες μια τρομακτική είδηση που παραπέμπει σε εργασιακό μεσαίωνα: η εθνική στατιστική υπηρεσία της Βρετανίας ανακοίνωσε ότι ο αριθμός των εργαζομένων με τις ευέλικτες «συμβάσεις μηδενικών ωρών» (zero-hours contracts) έχει αυξηθεί κατά 25%. Οι δε εργοδότες που απασχολούν αυτούς τους εργαζόμενους ξεπερνούν πλέον τους 1.000, μεταξύ των οποίων καταστήματα και μεγάλες αλυσίδες λιανικής, ξενοδοχεία, ταχυφαγεία αλλά και δεκάδες ακόμη επιχειρήσεις, κυρίως στον κλάδο της ψυχαγωγίας, της υγείας και της παιδείας. Στον κατάλογο των εργοδοτών βρίσκεται ακόμη και το Ανάκτορο του Μπάκιγχαμ. Στη συνέχεια διαβάσαμε πως στις συμβάσεις αυτές ο εργαζόμενος δεν έχει καμία απολύτως γνώση για το πόσες ώρες και ημέρες θα δουλέψει, δεν καλύπτεται από το νόμιμο κατώτερο μισθό, δεν έχει δικαίωμα επιδόματος ασθενείας ή, πολύ περισσότερο, αδείας. Πληρώνεται μόνο για τις ώρες που εργάζεται, και το χειρότερο είναι ότι για το υπόλοιπο διάστημα της εβδομάδας είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται σε καθεστώς αναμονής. Αυτός ακριβώς είναι ο πολιτικός εκσυγχρονισμός της Βρετανίας; Η επιστροφή στη μεσαιωνική κουλτούρα εργασίας μέσα από τις πρακτικές ενός αδηφάγου νεοφιλελευθερισμού; Πάντως η εν λόγω είδηση με έκανε να ξεθάψω ένα «ξεχασμένο»
δοκίμιο του Λέο Λόβενταλ. Στο εν λόγω δοκίμιο γίνεται, μεταξύ άλλων, αναφορά σε μια μελέτη του 16ου αιώνα, την οποία είχε κάνει ο Μισέλ ντε Μονταίν (Michel Eyquem de Montaigne). Σε εκείνη τη μελέτη του, ο μεγάλος ουμανιστής της Αναγέννησης εξέταζε με κριτικές παρατηρήσεις την κατάσταση των ανθρώπων ύστερα από την πτώση της φεουδαρχικής κουλτούρας. Ο Μονταίν είχε φοβηθεί ιδιαίτερα από το φαινόμενο της μοναξιάς σε ένα κόσμο χωρίς πίστη, όπου φοβερές πιέσεις ασκούνταν πάνω στον καθένα κάτω από τις συνθήκες μιας μεταφεουδαρχικής κοινωνίας. Εν πάση περιπτώσει, το βρετανικό καθεστώς των ευέλικτων «συμβάσεων μηδενικών ωρών» δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια καθαρή αγριότητα. Ένας μετανεωτερικός κανιβαλισμός του «πολιτισμένου» οικονομικού συστήματος των βρετανών. Μία από τις πανουργίες της καπιταλιστικής κουλτούρας. Δεν είναι τυχαίο πως ο αρθρογράφος Λάρι Έλιοτ, της βρετανικής εφημερίδας Guardian, στηλιτεύει την εργασιακή πολιτική των συμβάσεων διερωτώμενος μάλιστα με ειρωνικό τρόπο: «Γιατί να σταματήσουμε τις συμβάσεις μηδενικών ωρών; Ας αναβιώσουμε και την παιδική εργασία». Επιπλέον, και ανάμεσα σε άλλα σχόλια, ο Έλιοτ σημειώνει πως «είναι κρίμα που ο Καρλ Μαρξ δεν ζει για να σχολιάσει το γεγονός πως το 90% των εργαζομένων της επιχείρησης Sports Direct δουλεύουν υπό καθεστώς εργασιακής σύμβασης μηδενικών ωρών». Και συνεχίζει ο αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας Guardian: «Ο συγγραφέας του Κομμουνιστικού Μανιφέστου θα είχε επίσης πολλά να πει όσον αφορά στο ότι ένας στους τέσσερις ανθρώπους δουλεύουν υπό καθεστώς τυχαίας εργασίας». Επίσης συμπληρώνει με ειρωνεία πως «ο (υπουργός Επιχειρήσεων) Βινς Κέιμπλ θα μπορούσε να μηχανευτεί κι άλλους τρόπους ώστε να κάνει την εργασιακή αγορά ακόμη πιο «ευέλικτη»: για παράδειγμα, να επαναφέρει το Νόμο για τα Εργοστάσια του 1874, ο οποίος απαγόρευε σε παιδιά κάτω των δέκα ετών να εργάζονται σε αυτά ή τον προηγηθέντα Νόμο του Δεκάωρου του 1847, ο οποίος επέβαλε πως κανένα παιδί δεν θα εργάζεται για παραπάνω από δέκα ώρες την ημέρα. Ή να είναι ακόμη πιο τολμηρός και να ανακοινώσει πως το βρετανικό κοινοβούλιο έκανε λάθος όταν το 1841 ψήφισε να σταματήσει η εργασία σε υπόγειο χώρο για παιδιά κάτω των δέκα ετών». Δε έχει άδικο ο έγκριτος αρθρογράφος της Guardian. Αρκεί κανείς να λάβει σοβαρά υπόψη μια πρόσφατη μελέτη του βρετανικού Chartered Institute of Personnel and Development (Ινστιτούτο Προσωπικού κι Ανάπτυξης) που έδειξε πως ο πραγματικός αριθμός των εργαζομένων ξεπερνάει το ένα εκατομμύριο. Αριθμός που αναλογεί στο 4% του εργατικού δυναμικού της χώρας. Αναντίλεκτα η βρετανική αγριότητα – όπως βέβαια και η νεοφιλελεύθερη λογική του ιδιόμορφου καθεστώτος της Ελεύθερης Οικονομικής Ζώνης( ΕΟΖ) που έχουν καταγραφεί διεθνώς ( ειδικά στην Πολωνία) - επιβεβαιώνουν τις επισημάνσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την παραβίαση εργασιακών δικαιωμάτων που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών.
*Ο Κώστας Γουλιάμος είναι αντιπρόεδρος του ερευνητικού Ινστιτούτου «Προμηθέας» .
Διαβάσαμε πριν από λίγες μέρες μια τρομακτική είδηση που παραπέμπει σε εργασιακό μεσαίωνα: η εθνική στατιστική υπηρεσία της Βρετανίας ανακοίνωσε ότι ο αριθμός των εργαζομένων με τις ευέλικτες «συμβάσεις μηδενικών ωρών» (zero-hours contracts) έχει αυξηθεί κατά 25%. Οι δε εργοδότες που απασχολούν αυτούς τους εργαζόμενους ξεπερνούν πλέον τους 1.000, μεταξύ των οποίων καταστήματα και μεγάλες αλυσίδες λιανικής, ξενοδοχεία, ταχυφαγεία αλλά και δεκάδες ακόμη επιχειρήσεις, κυρίως στον κλάδο της ψυχαγωγίας, της υγείας και της παιδείας. Στον κατάλογο των εργοδοτών βρίσκεται ακόμη και το Ανάκτορο του Μπάκιγχαμ. Στη συνέχεια διαβάσαμε πως στις συμβάσεις αυτές ο εργαζόμενος δεν έχει καμία απολύτως γνώση για το πόσες ώρες και ημέρες θα δουλέψει, δεν καλύπτεται από το νόμιμο κατώτερο μισθό, δεν έχει δικαίωμα επιδόματος ασθενείας ή, πολύ περισσότερο, αδείας. Πληρώνεται μόνο για τις ώρες που εργάζεται, και το χειρότερο είναι ότι για το υπόλοιπο διάστημα της εβδομάδας είναι υποχρεωμένος να βρίσκεται σε καθεστώς αναμονής. Αυτός ακριβώς είναι ο πολιτικός εκσυγχρονισμός της Βρετανίας; Η επιστροφή στη μεσαιωνική κουλτούρα εργασίας μέσα από τις πρακτικές ενός αδηφάγου νεοφιλελευθερισμού; Πάντως η εν λόγω είδηση με έκανε να ξεθάψω ένα «ξεχασμένο»
δοκίμιο του Λέο Λόβενταλ. Στο εν λόγω δοκίμιο γίνεται, μεταξύ άλλων, αναφορά σε μια μελέτη του 16ου αιώνα, την οποία είχε κάνει ο Μισέλ ντε Μονταίν (Michel Eyquem de Montaigne). Σε εκείνη τη μελέτη του, ο μεγάλος ουμανιστής της Αναγέννησης εξέταζε με κριτικές παρατηρήσεις την κατάσταση των ανθρώπων ύστερα από την πτώση της φεουδαρχικής κουλτούρας. Ο Μονταίν είχε φοβηθεί ιδιαίτερα από το φαινόμενο της μοναξιάς σε ένα κόσμο χωρίς πίστη, όπου φοβερές πιέσεις ασκούνταν πάνω στον καθένα κάτω από τις συνθήκες μιας μεταφεουδαρχικής κοινωνίας. Εν πάση περιπτώσει, το βρετανικό καθεστώς των ευέλικτων «συμβάσεων μηδενικών ωρών» δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια καθαρή αγριότητα. Ένας μετανεωτερικός κανιβαλισμός του «πολιτισμένου» οικονομικού συστήματος των βρετανών. Μία από τις πανουργίες της καπιταλιστικής κουλτούρας. Δεν είναι τυχαίο πως ο αρθρογράφος Λάρι Έλιοτ, της βρετανικής εφημερίδας Guardian, στηλιτεύει την εργασιακή πολιτική των συμβάσεων διερωτώμενος μάλιστα με ειρωνικό τρόπο: «Γιατί να σταματήσουμε τις συμβάσεις μηδενικών ωρών; Ας αναβιώσουμε και την παιδική εργασία». Επιπλέον, και ανάμεσα σε άλλα σχόλια, ο Έλιοτ σημειώνει πως «είναι κρίμα που ο Καρλ Μαρξ δεν ζει για να σχολιάσει το γεγονός πως το 90% των εργαζομένων της επιχείρησης Sports Direct δουλεύουν υπό καθεστώς εργασιακής σύμβασης μηδενικών ωρών». Και συνεχίζει ο αρθρογράφος της βρετανικής εφημερίδας Guardian: «Ο συγγραφέας του Κομμουνιστικού Μανιφέστου θα είχε επίσης πολλά να πει όσον αφορά στο ότι ένας στους τέσσερις ανθρώπους δουλεύουν υπό καθεστώς τυχαίας εργασίας». Επίσης συμπληρώνει με ειρωνεία πως «ο (υπουργός Επιχειρήσεων) Βινς Κέιμπλ θα μπορούσε να μηχανευτεί κι άλλους τρόπους ώστε να κάνει την εργασιακή αγορά ακόμη πιο «ευέλικτη»: για παράδειγμα, να επαναφέρει το Νόμο για τα Εργοστάσια του 1874, ο οποίος απαγόρευε σε παιδιά κάτω των δέκα ετών να εργάζονται σε αυτά ή τον προηγηθέντα Νόμο του Δεκάωρου του 1847, ο οποίος επέβαλε πως κανένα παιδί δεν θα εργάζεται για παραπάνω από δέκα ώρες την ημέρα. Ή να είναι ακόμη πιο τολμηρός και να ανακοινώσει πως το βρετανικό κοινοβούλιο έκανε λάθος όταν το 1841 ψήφισε να σταματήσει η εργασία σε υπόγειο χώρο για παιδιά κάτω των δέκα ετών». Δε έχει άδικο ο έγκριτος αρθρογράφος της Guardian. Αρκεί κανείς να λάβει σοβαρά υπόψη μια πρόσφατη μελέτη του βρετανικού Chartered Institute of Personnel and Development (Ινστιτούτο Προσωπικού κι Ανάπτυξης) που έδειξε πως ο πραγματικός αριθμός των εργαζομένων ξεπερνάει το ένα εκατομμύριο. Αριθμός που αναλογεί στο 4% του εργατικού δυναμικού της χώρας. Αναντίλεκτα η βρετανική αγριότητα – όπως βέβαια και η νεοφιλελεύθερη λογική του ιδιόμορφου καθεστώτος της Ελεύθερης Οικονομικής Ζώνης( ΕΟΖ) που έχουν καταγραφεί διεθνώς ( ειδικά στην Πολωνία) - επιβεβαιώνουν τις επισημάνσεις της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας για την παραβίαση εργασιακών δικαιωμάτων που απορρέουν από διεθνείς συμβάσεις, συμπεριλαμβανομένων και των συνδικαλιστικών ελευθεριών.
*Ο Κώστας Γουλιάμος είναι αντιπρόεδρος του ερευνητικού Ινστιτούτου «Προμηθέας» .
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου