Σελίδες

Τρίτη 1 Οκτωβρίου 2013

Στα βήματα της εν δυνάμει λύσης


Δρ Γιάννος Χαραλαμπίδης

Μυστική διπλωματία για την ασφάλεια και χωριστές εγγυήσεις

Ο ρόλος και οι ευθύνες του διαπραγματευτή, η βάση των συνομιλιών και το «ευαγγέλιο» της 8ης Ιουλίου

ΤΟ ΒΡΕΤΑΝΙΚΟ προσύμφωνο για την ασφάλεια, η ΕΕ και το κεκτημένο

Και αίφνης προέκυψε συμφωνία μεταξύ Ελλάδος – Τουρκίας στη Νέα Υόρκη, με αντικείμενο το Κυπριακό. Όχι πάντως εκ του μηδενός. Το αίφνης έχει βεβαίως τη δική του δόση ειρωνείας. Διότι επί μακρόν συνεζητείτο, στο πλαίσιο της μυστικής διπλωματίας, η εκ παραλλήλου διαδικασία, με τους διαπραγματευτές της ελληνοκυπριακής και της τουρκοκυπριακής κοινότητας να συνομιλούν με τις μητέρες πατρίδες. Και ως εκ τούτου, γίνεται πλέον λόγος για μια οιονεί Τετραμερή, που θα βοηθήσει σε μιαν άλλη διευρυμένη Διεθνή Διάσκεψη.

Γίνεται ήδη συζήτηση για διάφορα νέα ευτράπελα, όπως είναι είτε η υποβάθμιση της Κυπριακής Δημοκρατίας σε κοινότητα, είτε η αναβάθμιση του ψευδοκράτους ως κοινότητας με διεθνή υπόσταση, που συνομιλεί με την Ελλάδα. Επί τούτων υπάρχουν διάφορα νομικά και άλλα επιχειρήματα εκατέρωθεν. Παραλλήλως, οι Βρετανοί κυρίως ευνοούν, στο πλαίσιο της μυστικής διπλωματίας, όπως προωθηθεί η επίλυση ζητημάτων που αφορούν τα θέματα της ασφάλειας. Εκτιμούν ότι έτσι θα βοηθηθεί η εν συνεχεία διεθνής διάσκεψη, χωρίς προβλήματα. Επί τη βάσει προσυμφώνου. Στο μυαλό τους πάντα έχουν μεταξύ άλλων το θέμα των χωριστών εγγυήσεων, το οποίο μελετά η Λευκωσία.

Οι διαμαρτυρίες και η ουσία

Εξ αφορμής των όσων συνέβησαν στη Νέα Υόρκη θα μείνουμε στην ουσία, η οποία αποτυπώνεται επί των εξής:

1. Γιατί διαμαρτύρονται οι υποστηρικτές της όποιας ομοσπονδίας, καλής, άσχημης, διζωνικής, πολυπερφερειακής, για τις συναντήσεις των διαπραγματευτών με τις «μητέρες πατρίδες» όταν, ούτως ή άλλως, στο νέο σύνθετο πολιτειακά σύστημα, που θα καταργεί το ενιαίο κράτος της Ζυρίχης, θα υπάρχουν τουλάχιστον δυο συνιστώντα κρατίδια. Συνεπώς, ή δράση διαπραγματευτών πέραν των κυπριακών συνόρων παραπέμπει αφενός σε μια μορφή τετραμερούς, αφετέρου είναι ενταγμένη στη λογική Χόλμπρουκ, δηλαδή της εν δυνάμει λύσης, που υποστηρίζει ότι:

Εφόσον τα μέρη συμφωνούν ότι ο Βορράς θα διοικείται από Τουρκοκυπρίους και ο νότος από Ελληνοκυπρίους θα πρέπει να γίνουν αμοιβαία βήματα αποδοχής (acknowledgment) του ενός από τον άλλο. Τα βήματα αυτά μπορούν να γίνουν μέσω ΜΟΕ αλλά και σε διεθνές πεδίο, ή και μέσω των μητέρων πατρίδων. Συνεπώς, το πρόβλημα δεν είναι μόνο εάν θα συναντηθούν ή όχι οι διαμεσολαβητές με τις μητέρες πατρίδες, αλλά εάν ο στόχος είναι ορθός ή όχι.

Εφόσον ο στόχος είναι η ομοσπονδία με δυο συνιστώντα κράτη ή «units» κλπ, τότε η διαδικασία που υιοθετείται σήμερα είναι ορθή. Γιατί; Διότι δεν οδηγεί σε πλήρη αμοιβαία μεταξύ των μερών αναγνώριση αλλά σε αποδοχή, δηλαδή acknowledgment. Υπό αυτές τις συνθήκες, γιατί διαμαρτύρονται οι όποιοι υποστηρικτές της ομοσπονδίας. Ο μεθοδολογία είναι ενταγμένη στην επίτευξη του ομοσπονδιακού στόχου.

2. Όσοι διαμαρτύρονται θα πρέπει να υποβάλουν ενώπιον του λαού εναλλακτική πρόταση. Η 8η Ιουλίου, την οποία όλοι επικαλούνται ως ευαγγέλιο, ακόμη και οι λεγόμενοι απορριπτικοί, προνοεί ότι η λύση του Κυπριακού θα είναι στη βάση της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας. Όση ευθύνη έχουν εκείνοι που σπρώχνουν την Κύπρο προς τη λύση της ομοσπονδίας, άλλη τόση ευθύνη έχουν και εκείνοι που αδυνατούν να απαγκιστρωθούν από την ομοσπονδιακή λύση από τη μια και διαμαρτύρονται χωρίς, όμως, αντιπρόταση από την άλλη.

Διότι και οι πρώτοι, με την ενεργητική τους δράση, και οι δεύτεροι, με τη στείρα απόρριψη, οδηγούν προς το ίδιο αποτέλεσμα: τη διχοτόμηση. Διότι η μεν ομοσπονδία είναι ο τουρκικός και βρετανικός διχοτομικός στόχος, ο οποίος σχεδιάστηκε από το 1956 και επιβλήθηκε με τοΝ γεωγραφικό, πληθυσμιακό και διοικητικό διαχωρισμό του νησιού, ο οποίος προέκυψε μέσω της εισβολής του 1974. Η δε δεύτερη στείρα απόρριψη δεν οδηγεί σε λύση, αλλά στη διαιώνιση της de facto διχοτομικής κατάστασης.

Ο θεσμός και η αξιοπιστία του διαπραγματευτή

Επί τη βάσει των ανωτέρω, το ζητούμενο δεν είναι μόνο εάν και πώς και κάτω από ποιες συνθήκες θα συζητήσει ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής με την Τουρκία, αλλά τι θα συζητήσει και τι θέλει να πετύχει; Και στο σημείο αυτό εγείρεται ένα άλλο θέμα προσωπικής και πολιτικής ηθικής. Εάν πιστεύει ή όχι ο διαπραγματευτής πρώτα στον στόχο και μετά στη μεθοδολογία. Εκτός και αν τον θέλουν να είναι αχυράνθρωπος, οπότε δεν κάνει για διαπραγματευτής.

Πάμε λοιπόν στο ψητό: Ο Ελληνοκύπριος διαπραγματευτής Ανδρέας Μαυρογιάννης υπηρέτησε από διευθυντής του γραφείου Υπουργού Εξωτερικών επί Κασουλίδη και διακυβέρνησης Κληρίδη και ώς το σχέδιο Ανάν 3, ως δεξί επίσης χέρι του Τάσσου Παπαδόπουλου, και αριστερό εν συνεχεία του Προέδρου Χριστόφια, ως Υφυπουργός Ευρωπαϊκών Υποθέσεων και ως εκ τούτου με αυτήν την πορεία είναι φυσιολογικό -θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος- να είναι κοινής αποδοχής.

Εγείρονται βεβαίως τα εξής ερωτήματα: Πώς μπορεί ένας διπλωμάτης να υπηρετεί σε θέσεις κλειδιά διαφορετικές πολιτικές κυβερνητικές φιλοσοφίες και ειδικότερα επί του Κυπριακού; Εκτός και αν είναι ιδιαιτέρως ικανός ή εάν τελικώς οι πολιτικές φιλοσοφίες των διαφόρων κυβερνήσεων επί της λύσης του Κυπριακού δεν διέφεραν επί της ουσίας. Ή εκτός και αν οι διαφορές ήταν σε επιμέρους θέματα και όχι επί της ουσίας, δηλαδή της ομοσπονδιακής λύσης. Αληθές, όμως, είναι και κάτι άλλο:

Η τακτική και η μέθοδος Τ. Παπαδόπουλου στη λύση, ακόμη και η μορφή της, ήταν διαφορετική από εκείνην του Γλ. Κληρίδη και σήμερα του Ν. Αναστασιάδη, όπως και από την προηγούμενη του Δημήτρη Χριστόφια. Με ποιες συμφωνεί ο διαπραγματευτής Α. Μαυρογιάννης; Είναι υποστηρικτής της ομοσπονδίας και ποιας απ’ όλες; Αυτής του Τάσσου, του του Κληρίδη, του Χριστόφια ή της ΕΔΕΚ; Συμφωνεί με όλες, τις μισές ή με καμιά; Είτε, λοιπόν, ο διαπραγματευτής θα πρέπει να έχει λόγο στη διαπραγμάτευση, είτε εάν δεν έχει λόγο θα συνιστά αχυράνθρωπο είτε του Προέδρου είτε του Εθνικού Συμβουλίου, το οποίο, όπως λέγεται, θα χαράσσει κοινή γραμμή, παρότι ο Πρόεδρος δεν το ρώτησε προτού αποφασίσει για τη φόρμουλα των συνομιλιών μεταξύ μητέρων πατρίδων και διαπραγματευτών.

Υπάρχει και κάτι άλλο, που πρέπει να μας απασχολεί: Τι θα συμβεί εάν ο διαμεσολαβητής – διαπραγματευτής διαφωνεί με τις εντολές που του δίδει ο Πρόεδρος ή η ηγεσία γενικότερα; Θα παραιτηθεί ή θα συνεχίσει; Εάν διαφωνεί και δεν παραιτηθεί, δικαίως ή όχι, θα μπορεί να ισχυριστεί κάποιος ότι υπάρχει έλλειμμα πολιτικής ηθικής και αρκετή δόση χαμαιλεοντισμού, από την οποία νοσεί γενικότερα το σύστημα; Ο διαπραγματευτής δεν μπορεί να είναι άτομο ουδέτερο, ούτε να ισχυρίζεται ότι άλλα προσωπικά πιστεύει και άλλα πράττει, διότι θα τελεί σε πολιτική και ηθική σύγκρουση με τον εαυτό του.

Τώρα, ο κ. Μαυρογάννης δεν είναι διπλωμάτης, είναι πολιτικό πρόσωπο με μέγιστη πολιτική ευθύνη. Και με προσωπικές θέσεις. Και κόκκινες, προφανώς, γραμμές. Πάνω, δε, από όλα θα πρέπει να πιστεύει στην πολιτική και τους στόχους κυρίως του Προέδρου Αναστασιάδη. Διαφορετικά, γιατί ανέλαβε; Και πρέπει, επίσης, να ξεκαθαριστεί πού είναι θεσμικά υπόλογος ως διαπραγματευτής; Εάν όμως πιστεύει στον νυν Πρόεδρο, πώς πίστευε και στον Τάσσο Παπαδόπουλο ή στον Χριστόφια; Εκτός και αν άλλαξαν τα πράγματα. Εάν αυτό συμβαίνει, ο λαός δικαιούται να γνωρίζει.

Αλλαγή διαδικασίας και ψευδαίσθηση για το κεκτημένο

ΜΕΤΑ τις εξελίξεις στη Νέα Υόρκη και τη συμφωνία Βενιζέλου-Νταβούτογλου, έχουμε στην ουσία μερική έστω αλλαγή της διαδικασίας στα εξής επίπεδα:

1. Δεν συνομιλούν πλέον οι ηγέτες των δυο κοινοτήτων, αλλά οι διαπραγματευτές:

α) Εντός Κύπρου στην παρουσία του ΓΓ του ΟΗΕ και

β) Εκτός Κύπρου με τις «μητέρες πατρίδες». Το θετικό είναι ότι μερικώς γλιτώνουμε από τις ζαβολιές του Ντάουνερ.

2. Βρίσκεται σε εξέλιξη και θα συνεχιστεί η μυστική διπλωματία με ένα εκ των κυρίων αντικειμένων την ασφάλεια.

3. Εμπλοκή της ΕΕ, ανεξαρτήτως πώς, αφού θα πρέπει να ληφθούν αποφάσεις που αφορούν στη συμβατότητα της λύσης με το κοινοτικό κεκτημένο, του οποίου όμως η εφαρμογή θα εξαρτηθεί από τη λύση.

Οι υφιστάμενες αποκλίσεις υπάρχουν διότι βρίσκεται σε ισχύ η Κυπριακή Δημοκρατία και το Πρωτόκολλο 10, που προνοεί καθολική ένταξη ενιαίου κράτους στην ΕΕ. Εάν γίνουν αναθεωρήσεις επί του Πρωτοκόλλου 10, τότε υπάρχει η πιθανότητα, οι υφιστάμενες αποκλίσεις που προκύπτουν από παραβιάσεις οι οποίες συμβαίνουν σε ένα ενιαίο κράτος να μην ισχύουν ή να παραβλέπονται σε ένα νέο πολιτειακά σύνθετο κράτος, δηλαδή σε μια ομοσπονδία, στη βάση της οποίας το ενιαίο κράτος θα διχοτομηθεί σε δυο συνιστώντα με μια κεντρική κυβέρνηση. Η οποία μπορεί να είναι ισχυρή, ανίσχυρη, χαλαρή, μετρίας δυνατότητας ώς και ουσιαστικά ανύπαρκτη.

Είναι δε, σαφές ότι ακόμη και οι αποκλίσεις συνιστούν τμήμα του κοινοτικού κεκτημένου, ειδικότερα όταν περιορίζονται σε τοπικό επίπεδο. Υπάρχουν, λοιπόν, συνταγές, που είναι, όπως είπε ο κ. Ρεν, ικανές να τετραγωνίσουν τον κύκλο! Ας μην υπάρχει η ψευδαίσθηση ότι η ΕΕ θα εμφανιστεί βασιλικότερη του βασιλέως, ειδικώς όταν αυτός δεν διεκδικεί και είναι γυμνός. Στη ουσία, η ΕΕ θα στηριχθεί στην έννοια του πρωτογενούς δικαίου, που στην περίπτωσή μας παραπέμπει στην παρθενογένεση για να είναι, έτσι, συμβατό το κοινοτικό κεκτημένο με τη λύση.

Ακόμη και αν οι αποκλίσεις δεν είναι μόνιμες, κανένας δεν πείθεται ότι δεν θα γίνουν μόνιμες.Άλλωστε, ουδέν μονιμότερον του προσωρινού. Εάν δηλαδή η κατάργηση μιας απόκλισης προκαλεί πολιτειακό ζήτημα, τι θα συμβεί; Θα απειληθεί η συνοχή του συστήματος για να γίνει το κράτος δημοκρατικότερο, αφού εκ της γενέσεώς του θα είναι αντιδημοκρατικό, έχοντας ως γενεσιουργό αιτία την εισβολή και τον ακρωτηριασμό θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων;

Υπό αυτές δε, τις συνθήκες, θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι η λύση δεν θα είναι βιώσιμη. Ή θα λαθροβιοί, που σημαίνει ότι η συνοχή της θα είναι συνάρτηση της τουρκικής απειλής ή θα στηριχθεί στη σταδιακή εξαφάνιση ή και πλήρη υποταγή του ελληνικού στοιχείου. Που σημαίνει ώς και απώλεια της εθνικής συνείδησης ως στοιχείου της βιωσιμότητας της λύσης.

Χωριστές εγγυήσεις και βάση συνομιλιών

ΕΚΤΟΣ του ζητήματος της αξιοπιστίας και της δράσης του διαπραγματευτή και του τρόπου διεξαγωγής των συνομιλιών, υπάρχουν ακόμη δυο ζητήματα: Α) Εκείνο της βάσης των συνομιλιών, το οποίο εγείρει ο Πρόεδρος και αφορά στη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία. Το θέμα αυτό είναι συναφές με τον τελικό στόχο. Ως εκ τούτου, το πρόβλημα της βάσης των συνομιλιών έγκειται στο ότι ο τελικός στόχος είναι αυτός της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας.

Και δυστυχώς δεν επιλύεται το ζήτημα της βάσης των συνομιλιών διότι: Κάθε κόμμα και πολιτικός στην Κύπρο ερμηνεύει διαφορετικά την ομοσπονδία. Όταν μεταξύ μας δεν τα βρίσκουμε, πώς θα τα βρούμε με την τουρκική πλευρά, η οποία δίδει τη δική της ερμηνεία; Αληθές είναι ότι η ομοσπονδία είναι τουρκικός και βρετανικός στόχος, οπότε δεν οδηγεί στην επανένωση. Άρα υπάρχει σύγκρουση μεταξύ του ρητορικού και του ουσιαστικού στόχου.

Εάν ο στόχος είναι η εξεύρεση μιας μορφής διχοτόμησης, τότε ας σπάσει η ηγεσία μας τα ταμπού και ας βρει, όσο οξύμωρο και αν ακούγεται αυτό, την καλύτερη μορφή διχοτόμησης. Το πρόβλημα της βάσης ξεκινά από το γεγονός ότι είναι λανθασμένος ο στόχος. Εκτός και αν τελικώς ο στόχος είναι η διχοτόμηση. Β) Εκείνο της ασφάλειας, που είναι συναφές με τις ξένες εγγυήσεις και τα επεμβατικά δικαιώματα.

Οι Βρετανοί θέλουν τη διαδικασία αυτή να μείνει ώς τη διεθνή διάσκεψη στο πλαίσιο της μυστικής διπλωματίας, λόγω του ότι είναι ευαίσθητα τα θέματα και επειδή θέλουν να υπάρχει προσύμφωνο πριν από τη διεθνή διάσκεψη. Το χωριστό δικαίωμα εγγυήσεων είναι μια βρετανική επινόηση, που δεν αλλάζει τον αντιδημοκρατικό χαρακτήρα του ζητήματος. Τι λέει, λοιπόν, η λογική των χωριστών εγγυήσεων;

Οτι η Ελλάδα θα εγγυηθεί το ελληνοκυπριακό συνιστών κράτος και η Τουρκία το τουρκοκυπριακό. Και είναι η φόρμουλα αυτή επικίνδυνη για τους εξής λόγους:

1. Υποδηλοί ότι θα υπάρχουν δυο χωριστές οντότητες στην Κύπρο.

2. Ούτως ή άλλως οι όποιες εγγυήσεις δημιουργούν πολιτειακό σύστημα υπό κηδεμονία και προτεκτοράτο.

3. Η Τουρκία μπορεί να εγγυηθεί τους Τουρκοκυπρίους σε αντίθεση με την Ελλάδα, η οποία όταν κλήθηκε να το πράξει αποδείχθηκε αναξιόπιστη.

Εκτός του ότι η Άγκυρα έχει το στρατηγικό πλεονέκτημα της απόστασης και ότι δεν είναι δυνατό σύγχρονα κράτη να τελούν υπό ξένη στρατιωτική επιτήρηση. Συνεπώς, η όποια φόρμουλα εγγυήσεων δεν οδηγεί σε ελεύθερο και ανεξάρτητο πολιτειακό σύστημα, είτε αυτό είναι ενιαίο είτε είναι ομόσπονδο.

Εναλλακτική επιλογή και ουτοπική λύση

ΕΠΕΙΔΗ πολλάκις από αυτές τις στήλες έχουμε διαφωνήσει και με την ομοσπονδία, που είναι μια μορφή διχοτόμησης, καθώς και με τη στείρα απόρριψη που διαιωνίζει την υφιστάμενη de facto διχοτόμηση, επιγραμματικά καταθέτουμε εναλλακτική πρόταση, πράγμα που δεν γίνεται για πρώτη φορά. Και επικεντρώνεται μεταξύ άλλων στα εξής:

1. Καθορισμός στόχου και νέα στρατηγική. Η διατήρηση του ενιαίου κράτους της ΚΔ ως μέλους της ΕΕ και ο διαχωρισμός του σε έξι ζώνες, εκ των οποίων σε τοπικό και μόνο επίπεδο θα διοικούνται από δυο Τούρκους και τέσσερις Έλληνες Επάρχους, χωρίς κανέναν περιορισμό και ακρωτηριασμό των δημοκρατικών αρχών και αξιών, καθώς και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

2. Εφαρμογή της αρχής ένας άνθρωπος μια ψήφος με προεδρικό σύστημα και δικαίωμα οποιουδήποτε πολίτη της Κυπριακής Δημοκρατίας να εκλέγεται Πρόεδρος, ανεξαρτήτως εθνικής καταγωγής. Αντιπρόεδρος θα εκλέγεται εκ των πραγμάτων όποιος θα ανήκει στην άλλη Κοινότητα. Η εξουσία θα είναι μία και ενιαία, χωρίς οι Επαρχίες να έχουν εξουσίες ομόσπονδων πολιτειών.

Σε ό,τι αφορά τη μεθοδολογία: Α. Από κάτω προς τα πάνω, αντί από πάνω προς τα κάτω. Οι δημοκρατικές αρχές και αξίες θα καθορίσουν τη μορφή της λύσης και όχι οι αποκλίσεις, για να υπογραφεί μια ομοσπονδία επί τη βάσει των αρχών των τουρκικών τανκ. Β. Ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ ή ειδική σχέση και ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ΕΕ και με το ευρωπαϊκό σύστημα άμυνας και ασφάλειας, καθώς και λύση ευρωπαϊκή, χωρίς αποκλίσεις από το κοινοτικό κεκτημένο.

Η ένταξη στους δυο Οργανισμούς καθιστά τη διαδικασία λύσης αμοιβαίου οφέλους, ενώ ταυτοχρόνως η ένταξη στο ΝΑΤΟ τερματίζει κάθε συζήτηση για εξωτερικές εγγυήσεις και εγγυητικά δικαιώματα. Μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι καλά και άγια όλα αυτά, αλλά είναι ουτοπικά. Πρόκειται για κλασικό σλόγκαν, που επιδέχεται απάντηση: Η Κυπριακή Δημοκρατία ακόμη υπάρχει, όπως και το ΝΑΤΟ, καθώς και η ΕΕ, της οποίας είμαστε κράτος μέλος, όπως και τα κοινά συμφέρονταν μέσω φυσικού αερίου με ισχυρούς παίκτες της περιοχής, όπως το Ισραήλ, με το οποίο μια στρατηγική συμμαχία αλλάζει τα ισοζύγια δυνάμεων, προσφέροντας μεγαλύτερη διεκδικητικότητα και καλύτερες προϋποθέσεις λύσης.

Ουτοπία είναι να πιστεύεις ότι θα υπογραφεί ομοσπονδία χωρίς να διαλυθεί η Κυπριακή Δημοκρατία, χωρίς να συνθηκολογήσουμε και χωρίς να γίνουμε τουρκικό προτεκτοράτο. Ουτοπία είναι να πιστεύει κάποιος ότι η ομοσπονδία θα είναι βιώσιμη δημοκρατική λύση, καθώς και ότι με την ομοσπονδία θα επανενωθεί η Κύπρος!

Δεν υπάρχουν σχόλια: