Σελίδες

Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2010

Η κλεμένη Κυριακή

Η κλεμμένη Κυριακή

Posted by ΛΑΚΕΔΑΙΜΩΝ στο 16/11/2010
Γράφει :η Ελένη Συρίβελη
Τις Κυριακές μου τις αγαπώ πολύ και προσπαθώ να τις προστατεύω από την ευτέλεια, τους καθ’ ημέραν συμβιβασμούς και τις θλίψεις.
Οσο γίνεται, όσο μπορώ, που θάλεγε κι’ ο ποιητής.
Για νάχω κάτι ν’ ακουμπώ στη διάρκεια της εβδομάδας, για να μαζεύω αναπνοές που θα ξεκουράσουν το καθημερινό λαχάνιασμα.
Τούτη την Κυριακή την έχασα όμως.
Δεν πρόλαβα να την σώσω.
Γυμνή από απαντοχές, μπήκα στην βδομάδα που ξεκίνησε.
Με το “καλημέρα”, με τον καφέ, ολόγυρα ψηφοδέλτια, χαμογελαστοί υποψήφιοι στην τηλεόραση -που από Δευτέρα ποτέ δεν χαμογελούν με τον ίδιο τρόπο-, “αν δεν ψηφίσεις εμάς θα σου καεί το βίντεο”, “ψήφισε εμάς να σωθεί ο τόπος”, κάλπες, καταμέτρηση, αποχή, νικητές, δηλώσεις, χάος…
Αργά τη νύχτα ένα κενό.
Μια μοναξιά.
Και αναρωτήθηκα “από αύριο τί;”
Και κείνο το αληθινό πράγμα που όλοι έχουμε μέσα μας, μου απάντησε αληθινά και πικραμένα:
“Από αύριο πάλι μόνη. Μια μοναξιά δίπλα σε άλλες…”
Δευτέρα σήμερα. Ο κόσμος που βλέπω, σαν εμένα:
Μουδιασμένος. Φοβισμένος. Αμήχανος. Μαζεμένος.
Χαρούμενοι πολίτες δεν υπάρχουν πια.
Είμαστε όλοι λάθος;
Και μετά σου λέει Δημοκρατία….Πώς γίνεται να υπάρχει δημοκρατία και ευτυχισμένη να είναι μόνο η εξουσία;
Πως γίνεται να έχει περάσει η Κυριακή και να μην μας έχει αγγίξει παρά μόνο για να υπογραμμίσει το ανασφαλές των καταστάσεων και το ψευδές των υπεσχημένων;
Πάει κι αυτή η Κυριακή…………
Το επιβεβαίωσα σήμερα στο τρόπο που…δεν ήθελα να αγοράσω κουλούρι, στον τρόπο που οι άνθρωποι κουνούσαν με απόγνωση το κεφάλι, σε απάντηση, όταν έλεγες “καλή εβδομάδα”, στον τρόπο που έφτυναν καταμεσής του δρόμου αν μιλούσες για τα χθεσινά, στον τρόπο που τους έστειλε στον αγύριστο, νευριασμένος, ο ταξιτζής, καθώς άκουγε σχολιασμό αποτελεσμάτων στο ραδιόφωνο, στον τρόπο που βάθυνε εκείνο το βούλιαγμα ανάμεσα στα στήθη. Μάλιστα κάποια στιγμή τράβηξα το σουτιέν σαν να με έσφιγγε αλλά, μπα, καμμία βελτίωση. Σαν νάχει κρυφτεί εκεί ανάμεσα το δίκιο και σου τρώει τα στήθια με τα παράπονά του. Και σε τραβολογάει με τον ενοχλητικό τρόπο που σε τραβά επίμονα ένα μικρό παιδί, ζητώντας να το προσέξεις.
Και τί να το προσέξω το δίκιο μου;
Μήπως δεν ξέρω πως είναι δικό μου, δικό σου, του καθενός που τον κοροϊδεύουν, χρόνια τώρα, και ολοένα του λιγοστεύουν τον χώρο να ανασάνει και τον πνίγουν ξεφυσώντας του, στο πρόσωπο, τις βρώμικες ανάσες τους;
Μήπως δεν θάθελα να το πάρω το αδικεμένο μου και να βγούμε σε μιαν ακτή και να αγναντεύουμε τα καράβια που θάρχονται ν’ αράξουν, γεμάτα μέρα;
Μήπως δεν πεθύμησα να ξημερωθώ σε μια Δευτέρα όπου θα παραμερίζω σκεπάσματα φορτωμένα αρώματα και ευτυχία Κυριακής και θα βγαίνω σ’ ένα σπίτι με παράθυρα άφοβα ανοιγμένα σε τεράστιο ήλιο;
Δεν έχω μεγάλες επιθυμίες.
Δεν θέλω τα υπέροχα.
Τα κλασσικά μιας καθημερινότητας, που δεν στρεψοδικεί εναντίον μας, αναζητώ:
Ενα καφέ κοιτάζοντας, από το παράθυρο, τους ανθρώπους να περπατούν με το κεφάλι αχαμήλωτο, ένα “δόξα Σοι” υπό το βλέμμα των Αγίων Του, ένα καινούργιο τριαντάφυλλο μέρα παρά μέρα στον κήπο μου, το παλιό μεροδούλι- μεροφάϊ, να ανοίγω άφοβα το γραμματοκιβώτιο, να μην τρέμω τους κλειστούς φακέλλους (Εφορία νάναι ή Τράπεζα), εκείνο το ρίγος στις καμπάνες του εσπερινού, να μην τινάζομαι στον ύπνο μου μήπως δεν κλείδωσα την πόρτα, να μην φοβάμαι δίχως φως τις νύχτες, να μην σκιάζομαι με το φως της μέρας.
Να τσαντίζομαι, πού και πού, με τον άντρα μου που του ήρθε να κάνει μπουμπάρι και μου γέμισε την κουζίνα, να φχαριστιέμαι που δεν ανέβηκε η πίεση της μάνας μου, να βαριέμαι που ζω κάποιες μέρες και ταυτόχρονα να είμαι χαρούμενη που ζω, να διαβάζω Παπαδιαμάντη δίχως να φοβάμαι τις κακές ειδήσεις που δημιουργούνται ερήμην μου και θάρθουν μόλις ανοίξω τηλεόραση, όσοι μου χαμογελούν να το κάνουν γιατί δεν αντέχουν να κρύβουν το χαμόγελό τους και γω να μαζεύω γιασεμιά από το γέλιο τους και να τα βάζω στο ανθογυάλι της καρδιάς….
Και πάνω απ’ όλα να μην μου κλέβουν τις Κυριακές!
Ζητάω πολλά

Τόνοι και Πνεύματα

Δεν υπάρχουν σχόλια: