Όταν, το 1960, η Κύπρος απέκτησε την ανεξαρτησία της από το Ηνωμένο Βασίλειο, η βρετανική κυβέρνηση επέμενε να διατηρήσει δύο βάσεις στο νότιο τμήμα του νησιού, το Ακρωτήρι και τη Δεκέλεια, των οποίων η συνολική έκταση είναι 254 km2, ήτοι περίπου το 3% του κυπριακού εδάφους.
Η βάση του Ακρωτηρίου βρίσκεται κοντά στη Λεμεσό. Στεγάζει την έδρα των βρετανικών δυνάμεων στην Κύπρο (British Forces Cyprus) και τη μεγαλύτερη βάση της Βασιλικής Πολεμικής Αεροπορίας που λειτουργεί εκτός του Ηνωμένου Βασιλείου.
Όσο για αυτή της Δεκέλειας, βρίσκεται ταυτόχρονα κοντά στο αεροδρόμιο της Λάρνακας και στα σύνορα με την Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου (ΤΔΒΚ), η οποία δεν... αναγνωρίζεται από τη διεθνή κοινότητα και είναι το αποτέλεσμα της εισβολής της Τουρκίας στο νησί το 1974.
Το καθεστώς των βρετανικών βάσεων είναι σχετικά περίπλοκο. Διοικούνται από το Ηνωμένο Βασίλειο, άλλα τις γεωργικές εκτάσεις που περιέχουν οι βάσεις είναι υπό την εποπτεία της Δημοκρατίας της Κύπρου. Επιπλέον, δεν είναι μέρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ενώ οι δύο χώρες από τις οποίες εξαρτώνται είναι κράτη μέλη.
Εξάλλου, η Λευκωσία κατηγορεί το Λονδίνο ότι ανέστειλε την καταβολή των ενοικίων για την χρήση των δύο θυλάκων από το 1964. Το επίμαχο θέμα θα αφορούσε αρκετές εκατοντάδες εκατ. ευρώ. Για να δικαιολογήσει τη στάση του, το Λονδίνο υποστηρίζει ότι οι στρατιωτικοί του συμμετέχουν στην προστασία του νησιού και ότι η πληρωμή των οφειλών με αποκλειστικό όφελος της Δημοκρατίας της Κύπρου θα ήταν άδικη σε σχέση με την ΤΔΒΚ, αν και δεν αναγνωρίζεται από τη βρετανική κυβέρνηση.
Για το Λονδίνο, οι βάσεις αυτές έχουν ένα σαφές στρατηγικό ενδιαφέρον στο βαθμό που δεν έγινε λόγος να κλείσουν με την ευκαιρία της Στρατηγικής Αναθεώρησης Άμυνας και Ασφάλειας (SDSR, Strategic Defense and Security Review) τον Οκτώβριο του 2010, η οποία καθόριζε μικρότερο μέγεθος του βρετανικού στρατού.
Βρισκόμενες κοντά στις περιοχές των κρίσεων, χρησιμοποιήθηκαν πρόσφατα ως υποστήριξη για τις επιχειρήσεις στο Ιράκ και τη Λιβύη και θα παίξουν βασικό ρόλο στην προοπτική της βρετανικής απόσυρσης από το Αφγανιστάν.
Ωστόσο, αν και το 2002 η Βρετανία υπέγραψε μια συμφωνία βάσει της οποίας απαγορεύει στον εαυτό της κάθε μη στρατιωτική επιχείρηση, και ότι οι βάσεις δεν διέπονται από τους βρετανικούς νόμους, οι βάσεις της Δεκελείας και του Ακρωτήριου δεν απαρτίζουν την ομοφωνία μεταξύ του κυπριακού πληθυσμού.
Περίπου 120 υποστηρικτές της «Εθνικής Αντι-Αποικιακής Πλατφόρμας» (ΕΑΑΠ) διαδήλωσαν βίαια την αντίθεσή τους προς τη βρετανική στρατιωτική παρουσία στις 2 Ιανουαρίου, με επίθεση στη βάση του Ακρωτηρίου με πετροβολές και ρίψη άλλων αντικείμενων. Τουλάχιστον 12 άνθρωποι τραυματίστηκαν και άλλοι τρεις συνελήφθησαν.
Η κυπριακή κυβέρνηση και η αντιπολίτευση καταδίκασαν τη βία, αλλά τόνισαν ότι η επίλυση αυτού του ζητήματος δεν μπορεί να γίνει παρά σε πολιτικό επίπεδο.
«Φυσικά, μοιραζόμαστε τη δυσαρέσκεια των Κυπρίων για τη συνεχιζόμενη ύπαρξη των βρετανικών βάσεων, αλλά πρέπει να είμαστε ήρεμοι επιλέγοντας τις σωστές ενέργειες που θα βοηθήσουν τον σκοπό μας παρά να τον θέσουμε σε κίνδυνο», δήλωσε ο Νίκος Αναστασιάδης, επικεφαλής του κόμματος της αντιπολίτευσης ΔΗΣΥ.
Από την πλευρά του, η ΕΑΑΠ δήλωσε ότι θα συνεχίσει τις ενέργειές της.
«Καμία χώρα δεν επιτρέπεται να διαθέτει βάσεις κατοχής σε μια ξένη χώρα για να εξυπηρετηθούν τα δικά της συμφέροντα», δήλωσε μέσω ανακοίνωσης. Και πρόσθεσε: «Οι Κύπριοι πολίτες είναι οι νόμιμοι ιδιοκτήτες αυτής της γης (των βρετανικών βάσεων)».
Πηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου