Θέμης Τζήμας: Το ονομαζόμενο ΠΑΣΟΚ
Το παρακάτω άρθρο δεν περιστρέφεται γύρω από το τόσο “δημοφιλές” θέμα του Άκη αλλά γύρω από κάτι- κατά τη γνώμη του γράφοντος- πολύ σημαντικότερο ως προς τις εκλογές: τη δομική, στρατηγικού χαρακτήρα απαξίωση του ΠΑΣΟΚ, στην οποία το ιστορικό αυτό κόμμα βυθίζεται, χωρίς να προβάλλει την παραμικρή αντίσταση στην παραπάνω εξέλιξη, χωρίς να επιδεικνύει οποιοδήποτε ένστικτο συλλογικής αυτοσυντήρησης.
Είναι γνωστό ότι το ΠΑΣΟΚ διήλθε μια διαδικασία σταδιακής αλλοτρίωσης που ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν: η προσχώρησή του στη σοσιαλδημοκρατία, που ως γνωστόν πατώντας σε δύο βάρκες βυθίζεται εν μέσω κρίσεων. Ο κυβερνητισμός με την έννοια της κατίσχυσης του βουλευτοκεντρισμού και των κρατικών αξιωματούχων επί της κομματικής, πολιτικής διαδικασίας. Η περιορισμένη εσωκομματική δημοκρατία που εξελίχθηκε στον πλήρη αρχηγοκεντρισμό, κυρίως στη μετά- Ανδρέα εποχή, δηλαδή σε περιόδους που κυριάρχησαν και κυριαρχούν ανασφαλείς είτε ως προς το κόμμα, είτε εν γένει, πρόεδροι οι οποίοι καμώνονται τους αρχηγούς. Ο σταδιακός, σφιχτός εναγκαλισμός με τη διαπλοκή, δηλαδή με το παρασιτικό κεφάλαιο που απέκτησε πλήθος φερεφώνων στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ- φερέφωνα που τελικά κατέλαβαν το ΠΑΣΟΚ. Η διαφθορά πολλών στελεχών του. Ο αρχικός, επιφανειακός ριζοσπαστιμός που εξελίχθηκε...
σε αφόρητο συστημισμό. Η αποπολιτικοποίηση, ως φυσικό επακόλουθο των παραπάνω, με αποτέλεσμα το ΠΑΣΟΚ από ένα σημείο και μετά να μην έχει παράξει σχεδόν τίποτα που να ξεφεύγει της τηλεοπτικού τύπου περιγραφής της πραγματικότητας. Η προσχώρηση στον οργανωτισμό και η δόμηση μιας γραφειοκρατίας χωρίς σοβαρές ικανότητες κατανόησης της πραγματικότητας.
Όλα τα παραπάνω είναι υπαρκτά φαινόμενα μιας διαδικασίας αλλοτρίωσης του ΠΑΣΟΚ, ωστόσο όχι μοναδικά στο ΠΑΣΟΚ. Έχουν χαρακτηρίσει μια σειρά ακόμα κομμάτων στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.
Από την άλλη υπήρχαν και αυτά που κρατούσαν το ΠΑΣΟΚ ζωντανό και ισχυρό από τα μέσα του ’90 και μετά, οπότε και τα φαινόμενα αλλοτρίωσης εντάθηκαν. Οι δύο βασικές συνιστώσες, που συνέθεταν τη συνισταμένη του κυρίαρχου πολιτικά ΠΑΣΟΚ: πρώτον η ύπαρξη μιας ισχυρής οικονομικής μεγέθυνσης, έστω μη βιώσιμης μακροπρόθεσμα, που διαχεόταν προς τα μεσαία και κατώτερα κοινωνικά στρώματα. Δεύτερον, το γεγονός ότι το ΠΑΣΟΚ μπορούσε στο εσωτερικό του να αποτελεί πεδίο πολιτικού διακυβεύματος. Στη βάση των δύο παραπάνω το ΠΑΣΟΚ μπόρεσε να δομήσει αφενός την ισχυρή του κυβερνητική παρουσία, που αποτέλεσε με τη σειρά της τον κρίσιμο συνεκτικό του ιστό και αφετέρου να διατηρήσει με διάφορα μέσα την κοινωνική του επιρροή σε δεδομένες πληθυσμιακές ομάδες και κοινωνικά στρώματα.
Ως προς το πολιτικό διακύβευμα, που κατά βάση με απασχολεί στο κείμενο αυτό, αν το λαϊκό κίνημα έθεσε ως κυρίαρχο στην πρώτη φάση της μεταπολίτευσης τον άξονα αριστερά- δεξιά, άξονα που αξιοποίησε αριστοτεχνικά το ΠΑΣΟΚ, αργότερα μέσα στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ διαμορφώθηκε, αυτή τη φόρα υπό την καθοδήγηση του κατεστημένου, ο -εν πολλοίς πλασματικός- νέος άξονας που εισήχθη στη δεκαετία του ’90: αυτός μεταξύ εκσυγχρονιστών και αντί- εκσυγχρονιστών, που διέσχισε οριζόντια το πολιτικό σύστημα. Ο άξονας αυτός όπως προείπα επεβλήθη από το κατεστημένο του παρασιτισμού, που εμφανίστηκε ενισχυμένο διά της ελεγχόμενης ιδιωτικής τηλεόρασης, στα μέσα της δεκαετίας του ’90. Όπως κάθε οξυδερκής προσπάθεια “από τα πάνω”, πάτησε πάνω σε πραγματικές ανάγκες, τις οποίες προσάρμοσε στις απαιτήσεις του κατεστημένου. Σε συνθήκες τότε αρχικά δομούμενης τηλεοπτικής χούντας- που σήμερα βιώνουμε σε πλήρη κυριαρχία- επέβαλε την οικονομία της χρηματοπιστωτικής φούσκας ως μονόδρομο, φίμωσε κάθε συζήτηση γύρω από το Ευρώ και πέτυχε υψηλή κερδοφορία για τραπεζίτες, μεγάλους και μεσαίους εργολάβους, καναλάρχες. Τμήμα της οικονομίας της φούσκας διαχύθηκε βεβαίως και προς τα κάτω, με τρόπο άνισο προς όφελος των από πάνω, μέσω των φτηνών δανείων κλπ.
Η μάχη στον άξονα εκσυγχρονισμού και αντιεκσυγχρονισμού- βάσει του συστημικού ορισμού- δόθηκε κυρίως μέσα στο ΠΑΣΟΚ. Αυτή η σύγκρουση κόντρα σε ό,τι πολλοί πίστευαν τότε, όχι μόνο δε διέλυσε το ΠΑΣΟΚ αλλά αντίθετα το ενδυνάμωσε. Μέσα από το ΠΑΣΟΚ διαμορφώθηκαν τα μείζονα ρεύματα που συγκαθόριζαν τον αυτοπροσδιορισμό των διαφόρων τάξεων και ομάδων της ελληνικής κοινωνίας. Οι διαδικασίες μέσα από τις οποίες το ΠΑΣΟΚ προχώρησε σε αυτές του τις επιλογές δεν ήταν προφανώς πρότυπα δημοκρατίας, ωστόσο ήταν απείρως δημοκρατικότερες από όσες ακολούθησαν.
Τι συνέβη μετά το 2009 ως προς τους κομβικούς άξονες που διαμορφώνουν την πολιτική ζωή της χώρας- και όχι μόνο; ένας νέος άξονας, κατά πολύ σημαντικότερος αυτού περί εκσυγχρονισμού- αντιεκσυγχρονισμού διαμορφώθηκε, εξαιτίας της επιλογής του κατεστημένου να υλοποιήσει και στην Ελλάδα τη στρατηγική του υπαρκτού νεοφιλελευθερισμού: ο άξονας μνημονιακών και αντιμνημονιακών, που παρά την όποια κριτική μπορεί να ασκήσει κανείς στις αντιφάσεις των αντιμνημονιακών δυνάμεων αποτελεί στην πραγματικότητα βασικό στοιχείο αυτοπροσδιορισμού με άμεσο μάλιστα οικονομικό, κοινωνικό και θεσμικό αποτύπωμα. Λόγω της κυβερνητικής θητείας του, το ΠΑΣΟΚ ήταν αυτό που κατεξοχήν επλήγη- σε πρώτη φάση- από την επιλογή του μνημονίου.
Μπροστά σε αυτήν την εξέλιξη η κοινή, ήδη από το 2007 και σίγουρα από το 2009, ηγεσία Παπανδρέου- Βενιζέλου, μαζί με τους υπουργούς και “κορυφαίους” του ΠΑΣΟΚ είχαν δύο επιλογές : είτε να εσωτερικοποιήσουν τη σύγκρουση, μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, να αναδείξουν σε μείζονα- και- εσωτερικό διακύβευμα το νέο άξονα και εν τέλει να καταλήξουν σε ένα καθαρό πολιτικό αποτέλεσμα με πλειοψηφία και μειοψηφία, είτε πραξικοπηματικά να φιμώσουν την κοινωνική βάση του ΠΑΣΟΚ και τα οργανωμένα του στελέχη. Επέλεξαν το δεύτερο.
Η πραξικοπηματική τους λειτουργία είχε δύο διαστάσεις: πρώτον υιοθέτησε η κυβέρνηση την πολιτική του μνημονίου χωρίς να ρωτήσει ποτέ είτε το λαό, είτε το κόμμα. Κυνικά μάλιστα ομολόγησε δια του Β. Βενιζέλου ότι έλαβε όλες τις κρίσιμες αποφάσεις για το λαό πριν προσφύγει στις κάλπες. Δεύτερον, απαγόρευσε την έκφραση της άλλης, πλειοψηφικής, αντιμνημονιακής στη βάση του ΠΑΣΟΚ πλευράς, στη διαδικασία εκλογής προέδρου ΠΑΣΟΚ και πάλι πραξικοπηματικά, αφού φυσικά επί δύο χρόνια εκκαθάριζε χωρίς ίχνος δημοκρατικής διαδικασίας την Κοινοβουλευτική Ομάδα από κάθε διαφωνούσα επί της ουσίας της πολιτικής, φωνή.
Όλα τα παραπάνω εξηγούν την κάθετη πτώση της εκλογικής επιρροής του ΠΑΣΟΚ. Ωστόσο η εκλογική αυτή επιρροή του ΠΑΣΟΚ είναι αναντίστοιχα μεγάλη προς την κοινωνική του επιρροή ειδικά στη νέα γενιά και στις παραγωγικές ηλικίες. Η δραματική απαξίωση του ΠΑΣΟΚ φαίνεται ανάγλυφα στο ότι ένα κόμμα με τεράστια επιρροή στη νέα γενιά και στις παραγωγικές ηλικίες ακόμα και μέχρι πρόσφατα έχει μετατραπεί ίσως στο πλέον απωθητικό για αυτές τις ηλικίες κόμμα. Το ίδιο υφίσταται και στην άλλη μεγάλη κοιτίδα της κοινωνικής του βάσης, δηλαδή τις λαϊκές γειτονιές και δη των μεγάλων αστικών κέντρων. Οι τάξεις και οι πληθυσμιακές ομάδες που έφτιαξαν το ΠΑΣΟΚ και που επανειλημμένα το ανέδειξαν στην κυβέρνηση σήμερα το αποστρέφονται.
Υπάρχει ένα τελευταίο ερώτημα ωστόσο: γιατί απέναντι στη δραματική του απαξίωση, το ΠΑΣΟΚ δε δείχνει κανένα συλλογικό ένστικτο επιβίωσης, καμία προσπάθεια να επανακάμψει στην παλαιότερή του δυναμική;
Η απάντηση είναι διότι το ΠΑΣΟΚ πλέον κατ’ ουσίαν δεν υπάρχει. Αυτό που ήταν το ΠΑΣΟΚ, με το ίσως και κυνικό ενίοτε ένστικτο συλλογικής επιβίωσής του ως σχηματισμού και με την ιστορική, παραταξιακή συνείδηση έχει δώσει τη θέση του σε ένα απόλυτα ελεγχόμενο παρακολούθημα του παρασιτικού κατεστημένου της χώρας, εντός του οποίου αθροίζονται κατά βάση δεξιοί, απολίτικοι και φερέφωνα της διαπλοκής. Επειδή ακριβώς λοιπόν το κατεστημένο προτιμά ένα “μικρομεσαίο”, απαξιωμένο ΠΑΣΟΚ ώστε να είναι απολύτως ελεγχόμενο και ποδηγετούμενο, γι’ αυτό το λόγο, τώρα που έχει βάλει στο χέρι το ΠΑΣΟΚ, βλέπουμε το κόμμα αυτό να μην επιδεικνύει, τουλάχιστον για τώρα, το παραμικρό ένστικτο επιβίωσης. Διότι αν ξαναγίνει ΠΑΣΟΚ δε θα μπορεί να επιτελέσει το ρόλο για τον οποίο το χρειάζεται το κατεστημένο.
Φυσικά στο παραπάνω να προσθέσει κανείς τη φοβικότητα του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ, που προσπάθησα να αναλύσω σε ένα προηγούμενο άρθρο και γι’ αυτό δεν επανέρχομαι.
Είναι στη βάση των ανωτέρω λοιπόν που μπορούμε σαφώς να υποστηρίξουμε ότι στις εκλογές της 6ης Μαιου συμμετέχει όχι το ΠΑΣΟΚ αλλά το κόμμα που φέρεται ως ΠΑΣΟΚ, ένα δήθεν ΠΑΣΟΚ. Έχει τον πράσινο ήλιο στο ψηφοδέλτιο- αν και κρυμμένο κατά τα άλλα ως σύμβολο- έχει κουρελιασμένη την 3η του Σεπτέμβρη έχει την ονομασία. Αλλά δεν έχει σε αυτή τη φάση τίποτα που να θυμίζει έστω και τις αλλοτριωμένες εκδοχές του ΠΑΣΟΚ. Τίποτα που να αποδεικνύει ότι η κυρίαρχη στο εσωτερικό του ομάδα θέλει έστω και στοιχειωδώς να επανασυνδεθεί με την ιστορική παράδοση που συγκρότησε τη μεγάλη, δημοκρατική και σοσιαλιστική παράταξη. Ονομάζεται ΠΑΣΟΚ αλλά δεν είναι ΠΑΣΟΚ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου