Σελίδες

Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2013

Η βιομηχανία του Ολοκαυτώματος Σκέψεις σχετικά με την εκμετάλλευση της εβραϊκής οδύνης

Με την ευκαιρία της επίσκεψης του πρωθυπουργεύοντος Αντώνη Σαμαρά στο Ισραήλ και την ευγενική άρνησή του να φορέσει το τελετουργικό «κιπά»- έτσι μας είπαν τουλάχιστον- θέλω να φέρω στην μνήμη μας μια μικρή περιγραφή και δύο κριτικές του βιβλίου του Νόρμαν Φίνκελσταϊν με τίτλο «Η βιομηχανία του Ολοκαυτώματος. Σκέψεις σχετικά με την εκμετάλλευση της εβραϊκής οδύνης» που τις βρήκα στο www.protoporia.gr. Η μία κριτική είναι του ΦΩΤΗ ΤΕΡΖΑΚΗ (ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 19/04/2002) και η άλλη του Ντίνου Σιώτη, ποιητή (ΤΟ ΒΗΜΑ , 09-06-2002). 
Δεν γνωρίζω αν οι σιωνιστές αγόρασαν τα δικαιώματα του βιβλίου απαγορεύοντας νέα έκδοση και αν μπορεί κανείς να το βρει σήμερα όπως δεν γνωρίζω τον λόγο που ο Σαμαράς «αρνήθηκε ευγενικά» να φορέσει το «κιπά» ειδικά σε αυτήν εδώ την επίσκεψή του στο Ισραήλ. Ίσως να πήρε την άδεια από το προεδρείο του παγκόσμιου σιωνισμό κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στις ΗΠΑ. Ίσως και να μην χρειαζόταν άλλωστε μετά τις προηγούμενες εμφανίσεις του με «κιπά» και την, ως εκ τούτου,  επίσημη διαβεβαίωση υποταγής του στον σιωνισμό. Για ποιον λόγο, λοιπόν, να προκαλέσει ακόμη περισσότερο τους δοκιμαζόμενους Έλληνες επιδιώκοντας για μιαν ακόμη φορά να ευχαριστήσει τους Εβραίους;  Ακολουθούν η σύντομη περιγραφή και οι κριτικές. 
Οδυσσεύς Πάτσης

Περιγραφή
Καθώς καταγγέλλει την «ιδεολογική αναπαράσταση» του ολοκαυτώματος, τη διόλου αθώα χρονική συγκυρία της γέννεσής της και τα πολιτικά (και οικονομικά) κίνητρα που κρύβονται πίσω της, το βιβλίο αυτό προκάλεσε μεγάλες διαμάχες στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη.
Μόνο μετά τον αραβοϊσραηλινό πόλεμο του 1967, αφού δηλαδή το Ισραήλ αναδείχθηκε σε βασικό στρατηγικό στήριγμα των ΗΠΑ, στήθηκε στα πόδια της μια «Βιομηχανία του Ολοκαυτώματος» και άρχισε να κερδίζει την εξαιρετική προβολή που απολαμβάνει σήμερα.

ΚΡΙΤΙΚΗ Α'
Αυτή τη στιγμή, που ένα πραγματικό ολοκαύτωμα του αραβικού λαού της Παλαιστίνης μεθοδεύεται από μια κρατική μηχανή που γεννήθηκε χάρη σε μια μαζική γενοκτονία και συνεχίζει να συνιστά προπύργιο του θεσμοποιημένου ρατσισμού στο σύγχρονο κόσμο -με την υποστήριξη του πολιτικοστρατιωτικού μηχανισμού των ΗΠΑ, που αντιπροσωπεύει ο

ίδιος μια μείζονα απειλή για τα ανθρώπινα δικαιώματα, την ειρήνη και την ασφάλεια αμέτρητων πληθυσμών στον πλανήτη- αυτήν ακριβώς τη στιγμή είναι που χρειάζεται, όσοι
δεν ξέχασαν και δεν θέλουν να ξεχάσουν τη ναζιστική φρικωδία που σημάδεψε ανεξίτηλα τον εικοστό αιώνα και όσοι διατηρούν άσβεστη την αίσθηση της αλληλεγγύης απέναντι στα θύματά της, να συνασπίσουν όλες τις πνευματικές, ηθικές και πολιτικές δυνάμεις τους για την απονομιμοποίηση του κράτους του Ισραήλ και των προστατών του -και στην πρώτη γραμμή αυτού του συνασπισμού οφείλουν να βρεθούν οι ίδιοι οι Εβραίοι, όσοι τουλάχιστον δεν μπορούν να λησμονήσουν το τραγικό μερίδιο αίματος που έδωσαν σ εκείνη την προδρομική μορφή του ολοκληρωτισμού, που σήμερα μοιάζει τόσο απελπιστικά υπερκερασμένη από τη νέα διεθνή πραγματικότητα.
Ο Norman Finkelstein, καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας μέχρι πρότινος στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, γεννημένος το 1953 στο Μπρούκλιν, από γονείς επιβιώσαντες των στρατοπέδων συγκέντρωσης, είναι ένα τέτοιο παράδειγμα: το είδος του ασυμβίβαστου διανοουμένου, που τιμά τη μεγάλη εβραϊκή παράδοση της Ευρώπης του ριζοσπαστισμού και του οικουμενικού πνεύματος. Διακεκριμένος μελετητής του σιωνισμού και στρατευμένος επιστήμονας, που έζησε δύο χρόνια στα κατεχόμενα της Παλαιστίνης, προσπαθώντας να δημιουργήσει δομές αλληλεγγύης ανάμεσα στις δύο κοινότητες, συγγραφέας δύο προηγούμενων βιβλίων πάνω στην ισραηλοπαλαιστινιακή διαμάχη (το πρώτο απ αυτά προλογίζει ο Noam Chomsky) και μιας πολεμικής (σε συνεργασία με τη Ruth Bettina Birn) στο ψευδοϊστορικό βιβλίο τού Goldhagen σχετικά με τους «αντισημίτες» εκτελεστές, με τούτο το τελευταίο έργο του ξεγυμνώνει το πανίσχυρο πλέγμα των αμερικανοϊσραηλινών συμφερόντων σε μια ύπουλη μορφή, στην οποία έχει αυτό αποκρυσταλλωθεί μέσα στην τελευταία τριακονταετία: ό,τι ακριβώς ονομάζει «βιομηχανία του Ολοκαυτώματος».
Αυτό που ο Finkelstein ονομάζει Ολοκαύτωμα (με κεφαλαίο Ο) είναι ένας ρητορικός τρόπος, ακριβέστερα μια ιδεολογία, που με την επιδέξια εκμετάλλευση του ιστορικού ολοκαυτώματος του εβραϊσμού της Ευρώπης στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης παράγει, αφ' ενός, νομιμοποίηση για τις βιαιοπραγίες του Ισραήλ, αφ' ετέρου, λειτουργεί ως εργαλείο σε μια πολιτική πιέσεων των ΗΠΑ εις βάρος της Ευρώπης. Στο πρώτο μέρος ο συγγραφέας θα δώσει μια ιστορική επισκόπηση του ζητήματος, δείχνοντας ότι μέχρι το 1967 και τον Πόλεμο των Έξι Ημερών οι ΗΠΑ κρατούσαν μια επιφυλακτική στάση απέναντι στο Ισραήλ, ενώ στο εσωτερικό τους κανείς δεν ήθελε να θυμάται τη ναζιστική γενοκτονία: οι αμερικανοεβραϊκές ελίτ, ανυπόμονες να ενσωματωθούν και να έχουν πρόσβαση στην εξουσία, είχαν «ξεχάσει» το ολοκαύτωμα, επειδή η Γερμανία -η Δυτική Γερμανία το 1949- ήταν ένας σημαντικός σύμμαχος των ΗΠΑ στην αντιπαράθεσή τους με τη Σοβιετική Ένωση. Όταν μετά τον Πόλεμο του Ιουνίου οι ΗΠΑ, εντυπωσιασμένες από την πολεμική αποτελεσματικότητα του Ισραήλ, αποφάσισαν να το εντάξουν στο στρατηγικό σχεδιασμό τους και οι σταγόνες της αμερικανικής βοήθειας έγιναν πλημμυρίδα, το Ολοκαύτωμα βγήκε ξαφνικά από τα ντουλάπια της Ιστορίας, προκειμένου να εκτρέπει κάθε κριτική κατά τού Ισραήλ, ενώ η αμερικανοεβραϊκή ελίτ άρχιζε παράλληλα να αποθρασύνεται απέναντι στις άλλες μειονότητες -για παράδειγμα, τους μαύρους.
Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου ο Finkelstein αντιμετωπίζει μια σειρά πρόσφατων έργων, που πλαστογραφούν συστηματικά την Ιστορία, διογκώνοντας και παραποιώντας τις ναζιστικές εξοντώσεις, αυξομειώνοντας αυθαίρετα τους αριθμούς και συγχέοντας την έννοια του επιζώντος, κυρίως όμως παρουσιάζουν το Ολοκαύτωμα ως έγκλημα μοναδικό και στρεφόμενο ειδικά κατά του «εβραϊσμού» και όχι κατά της ανθρωπότητας, μέσα σε μια ολόκληρη σειρά παρόμοιων ή και ακόμη μεγαλύτερων εγκλημάτων (για πολλά από τα οποία ενοχοποιούνται οι ίδιες οι ΗΠΑ). Στο τρίτο μέρος, τέλος, παρουσιάζει συντριπτικά τεκμήρια γύρω από τη σκηνοθετημένη υπόθεση των περίφημων γερμανικών, ελβετικών και σήμερα ανατολικοευρωπαϊκών «αποζημιώσεων», που προσπαθώντας να ενοχοποιήσουν συλλήβδην την Ευρώπη, γίνονται μοχλός της ηγεμονιστικής πολιτικής των ΗΠΑ, ενώ ταυτόχρονα έχουν σχεδιαστεί ως πηγή χρηματοδότησης των ίδιων των δεξιών και φιλοϊσραηλινών εβραϊκών οργανώσεων.
Τα στοιχεία του βιβλίου είναι στο σύνολό τους συγκλονιστικά και είναι δυστύχημα που δεν μπορούμε να τα μεταφέρουμε λεπτομερέστερα εδώ. Η έκδοσή του, πάντως, προκάλεσε ισχυρό κλονισμό: πούλησε εκατοντάδες χιλιάδες αντίτυπα μέσα σε λίγες εβδομάδες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη, έχει μεταφραστεί ή αυτή τη στιγμή μεταφράζεται σε 16 γλώσσες και υποκίνησε παντού συζητήσεις, οι οποίες έχουν καθυστερήσει υπερβολικά. Όπως ήταν αναμενόμενο, συνάντησε λυσσαλέα αντίδραση και ενορχηστρωμένες προσπάθειες δυσφήμησης από τους αμερικανοσιωνιστικούς κύκλους, κέρδισε ωστόσο την υποστήριξη του Raul Hilberg, της σημαντικότερης αυθεντίας του ιστορικού ολοκαυτώματος. Το γεγονός ότι ο Norman Finkelstein μετά τη δημοσίευσή του έχασε, τον περασμένο ακριβώς Μάιο, τη θέση του στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης, μπορεί να θεωρηθεί το ασφαλέστερο πειστήριο της ακρίβειας των πολιτικών αναλύσεών του.
ΦΩΤΗΣ ΤΕΡΖΑΚΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 19/04/2002
ΚΡΙΤΙΚΗ Β'
Το βιβλίο του Νόρμαν Φίνκελσταϊν Η βιομηχανία του Ολοκαυτώματος. Σκέψεις σχετικά με την εκμετάλλευση της εβραϊκής οδύνης καταγγέλλει την εκμετάλλευση του Ολοκαυτώματος. Σήμερα όταν λέμε «βιομηχανία του Ολοκαυτώματος» εννοούμε τις δίκαιες διεκδικήσεις των Εβραίων-θυμάτων του ναζισμού για αποζημιώσεις σχετικά με τις περιουσίες τους που δημεύτηκαν από τη Γερμανία, την Αυστρία και την Ελβετία. Αλλά το βιβλίο Η βιομηχανία του Ολοκαυτώματος είναι κάτι περισσότερο από αυτό. Έμμεσα καταγγέλλεται και η τρέχουσα εβραϊκή πολιτική εκπορευόμενη από την Αμερική, όπου η εβραϊκή μειονότητα, η πλέον επιτυχημένη οικονομικά, πολιτικά και πολιτιστικά εθνική μειονότητα, θέλει να εκλαμβάνεται ως «θύμα». Όπως λέει σε μία από τις προμετωπίδες του βιβλίου ο ραβίνος Άρνολντ Τζέικομπ Γουλφ του Πανεπιστημίου Γέιλ, «μου φαίνεται ότι το Ολοκαύτωμα πωλείται αντί να διδάσκεται».
Το βιβλίο χωρίζεται σε τρία μέρη: «Εξαργυρώνοντας πολιτικά το Ολοκαύτωμα», «Απατεώνες, γυρολόγοι και Ιστορία» και «Ο διπλός εκβιασμός». Το πρώτο μέρος εξηγεί πώς και γιατί η πλειονότητα των Αμερικανών γνωρίζει σήμερα περισσότερα για το Ολοκαύτωμα παρά για το Περλ Χάρμπορ ή για τον αμερικανικό εμφύλιο πόλεμο. Στα αμερικανικά πανεπιστήμια διδάσκονται περισσότερα μαθήματα για το Ολοκαύτωμα παρά για οποιοδήποτε άλλο θέμα της παγκόσμιας ιστορίας. Ο Γκορ Βιντάλ με επιστολή του έχει κατηγορήσει τον Νόρμαν Πόντχορετζ, εκδότη του εβραϊκού περιοδικού «Commentary», ότι είναι λιγότερο Αμερικανός διότι προσδίδει μεγαλύτερη σημασία στο Ολοκαύτωμα παρά στον εμφύλιο. Η αλήθεια είναι ότι ως και τη δεκαετία του 60 το Ολοκαύτωμα δεν ήταν θέμα πρώτης γραμμής στην Αμερική αφού λίγα βιβλία είχαν γραφεί και ακόμη πιο λίγες ταινίες είχαν γυριστεί με αντικείμενο τη γενοκτονία των Εβραίων από τους ναζιστές. Και όπως ο οργανωμένος εβραϊσμός θυμήθηκε το Ολοκαύτωμα όταν το Ισραήλ ήταν στο ζενίθ της δύναμής του το 1967, έτσι θυμήθηκε και το Ολοκαύτωμα όταν οι Αμερικανοεβραίοι βρίσκονταν στον κολοφώνα της ακμής τους: οι ελίτ των Εβραίων της Αμερικής, για να υπεραμυνθούν των ταξικών τους συμφερόντων, βάφτισαν την αντίσταση στη νεοσυντηρητική πολιτική τους αντισημιτισμό.
Ως το 1967 οι Εβραίοι της Αμερικής δεν έδειχναν ιδιαίτερο ενδιαφέρον για το Ισραήλ. Π.χ., ενώ τα μέλη του Σιωνιστικού Οργανισμού της Αμερικής το 1948 ήταν αρκετές εκατοντάδες χιλιάδες, τη δεκαετία του 60 δεν ήταν παρά μερικές δεκάδες χιλιάδες. Τότε οι Εβραίοι διανοούμενοι της Αμερικής έδειχναν λιγότερο ενδιαφέρον για το Ισραήλ, ενώ η ειρωνεία είναι ότι οι μόνοι διανοούμενοι Εβραίοι που συνδέονταν μαζί του στενά το 1967 ήταν η Χάνα Άρεντ και ο Νόαμ Τσόμσκι, ο οποίος σήμερα είναι η φωνή της αμφισβήτησης της ακολουθούμενης πολιτικής των ΗΠΑ και του Ισραήλ στο Μεσανατολικό. Με τον πόλεμο του Ιουνίου του 1967 η Αμερική, εντυπωσιασμένη από την πολεμική νίκη του Ισραήλ, το υιοθέτησε και έκανε σε αυτό μια στρατηγική επένδυση. Και ξαφνικά οι Εβραίοι της Αμερικής «ανακάλυψαν» το Ισραήλ. Αλλά ακόμη και το 1988 σφυγμομέτρηση της εφημερίδας «The Los Angeles Times» έδειξε ότι μόλις ένα 17% των Εβραίων της Αμερικής έδειχνε πραγματικό ενδιαφέρον για το Ισραήλ.
«Η ενημέρωση για το Ολοκαύτωμα» έγραψε ο Ισραηλίτης συγγραφέας Μποάς Εβρόν στην πραγματικότητα «είναι μια επίσημη, προπαγανδιστική διδαχή, ένα άρμεγμα συνθημάτων και μια λανθασμένη άποψη του κόσμου, ο πραγματικός στόχος της οποίας είναι όχι η κατανόηση του παρελθόντος αλλά η παραποίηση του παρόντος». Από μόνο του το Ολοκαύτωμα δεν εξυπηρετεί κανέναν πολιτικό σκοπό, ενώ διαθλασμένη μέσα από ένα ιδεολογικό πρίσμα η μνήμη της εξόντωσης από τους ναζιστές γίνεται, σύμφωνα με τον Μποάς Εβρόν, «ένα πανίσχυρο εργαλείο στα χέρια της ηγεσίας του Ισραήλ και των απανταχού εβραίων».
Δύο-τρία πρόσφατα περιστατικά πείθουν και τον πιο δύσπιστο για το πόσο βαθιά έχει προχωρήσει η βιομηχανία του Ολοκαυτώματος ώστε να μην επιτρέπεται παρά μόνο στους Εβραίους να χρησιμοποιούν τον όρο Ολοκαύτωμα και κατά συνέπεια να εξάγεται το συμπέρασμα ότι η οδύνη είναι αποκλειστικά δική τους υπόθεση. Σε επίσημη επίσκεψή του στην Τουρκία πριν από λίγους μήνες ο υπουργός Εξωτερικών του Ισραήλ Σιμόν Πέρες αρνήθηκε να συγκρίνει το Ολοκαύτωμα με τη γενοκτονία των Αρμενίων και ερωτηθείς σχετικά δήλωσε: «Αυτό που υπέστησαν οι Αρμένιοι χαρακτηρίζεται τραγωδία και όχι γενοκτονία», ενώ η εφημερίδα «The New York Times», που κάλυψε με πολλά άρθρα της τα αιματηρά γεγονότα του 1915, σήμερα θεωρεί τη γενοκτονία των Αρμενίων «πιθανολογούμενη». (Τώρα, αν αυτό υπαγορεύεται και από τη συμμαχία Ισραήλ - Τουρκίας, αυτό είναι ένα άλλο θέμα.)
Η κατάχρηση του Ολοκαυτώματος από τους Εβραίους δεν είναι βέβαιον ότι ωφελεί την υπόθεση του Ισραήλ. Αν αναλογισθεί κανείς ότι σήμερα στην Αμερική ακόμη και ο παραμικρός ψίθυρος κριτικής ή διαμαρτυρίας για την ασκούμενη αμερικανική πολιτική στο Μεσανατολικό θεωρείται αντισημιτισμός και αντιαμερικανισμός, τότε τα πράγματα ξεφεύγουν από την πραγματική τους διάσταση. Δεν μπορεί να αγνοήσει κανείς το μποϊκοτάζ κατά των εφημερίδων «The New York Times», «The Los Angeles Times», «Washington Post» καθώς και των δικτύων CNN και National Public Radio που ξεκίνησαν Αμερικανοεβραίοι την περασμένη εβδομάδα για τον τρόπο που καλύπτουν τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή: διαμαρτύρονται για «αντι-ισραηλινά» σχόλια ανταποκριτών τους. (Ας σημειωθεί ότι οι εφημερίδες αυτές είναι τα κυρίως εργαλεία προώθησης της βιομηχανίας του Ολοκαυτώματος.)
Ο συγγραφέας Νόρμαν Φίνκελσταϊν, αμερικανοεβραίος πανεπιστημιακός του οποίου οι γονείς επέζησαν των γερμανικών στρατοπέδων συγκέντρωσης, μας πληροφορεί ότι το βιβλίο του, μεταφρασμένο σε επτά γλώσσες και μεταφραζόμενο σε άλλες 16, αγνοήθηκε στην Αμερική και κυριολεκτικά το «έθαψαν» τα μεγάλα αμερικανικά ΜΜΕ. Δεν αποκλείεται να οφείλεται και αυτό στη βιομηχανία και στα κέντρα τα οποία καταγγέλλει.
Ντίνος Σιώτης (ποιητής), ΤΟ ΒΗΜΑ , 09-06-2002 

Δεν υπάρχουν σχόλια: